Άλλη μία απόλυτη μετριότητα γεμάτη κλισέ που σκαρφαλώνει στο Top 10 του Netflix μάς κάνει να αναρωτιόμαστε, ξανά, πώς λειτουργεί η λίστα με τις τοπ επιλογές της πλατφόρμας.
Μάρτιος 2020. Ο κόσμος όπως τον ξέραμε φρενάρει, κόβει απότομα ταχύτητα και τα πάντα μπαίνουν σε καραντίνα. Η πανδημία του Covid-19 παραλύει τις πόλεις, ερημώνει τις πλατείες, μετατρέπει τα νοσοκομεία σε τόπο φρίκης, με τους νεκρούς να αυξάνονται κατακόρυφα.
Τον γύρο του κόσμου κάνουν εικόνες βιβλικής ερήμωσης: οι άλλοτε πολύβοες λεωφόροι των μεγάλων μητροπόλεων χάσκουν σιωπηλές, άδειες, τρομακτικές. Ο Πάπας βγαίνει μόνος κι έρημος να προσευχηθεί σε μια ολότελα κενή πλατεία στο Βατικανό. Τα σχολεία κλείνουν, τα πολυκαταστήματα βάζουν λουκέτο, οι εργαζόμενοι μένουν σπίτι οργανώνοντας τηλεργασία ή βγαίνοντας σε αναστολή, στα σούπερ μάρκετ γίνονται ουρές με τους πελάτες να στέκονται στο πάρκινγκ σε απόσταση δύο μέτρων, περιμένοντας τη σειρά τους για να μπουν να ψωνίσουν.
Στα πλάνα από τα επείγοντα των νοσοκομείων βλέπουμε ασθενείς με Covid-19 να μεταφέρονται μέσα σε «διαστημικές» διάφανες κάψουλες, ενώ οι τραυματιοφορείς φορούν ολόσωμες στολές προστασίας σαν αστροναύτες. Αργότερα, οι εικόνες από τις χτυπημένες σφόδρα Ισπανία και Ιταλία γεμίζουν την οθόνη μας με φρίκη. Φωτογραφίες με φορτηγά του στρατού βγαίνουν στο Μπέργκαμο για να μαζέψουν τις σορούς από τους νεκρούς της πανδημίας. Οι Ιταλοί βγαίνουν στα μπαλκόνια και θρηνούν τραγουδώντας. Η Ισπανία, επίσης, μετατρέπεται σε μια απέραντη επικράτεια απόλυτης φρίκης. Αυτές είναι οι δύο πιο βαριά χτυπημένες χώρες της Ευρώπης από τον ιό.
Βλέπουμε τίποτε απ' όλα αυτά στην ταινία Infiesto στο Netflix, η οποία διαδραματίζεται στην Ισπανία της πανδημίας, τις πρώτες μέρες της καραντίνας; Όχι. Βλέπουμε μερικά υποτονικά κλισέ, κάτι αγγίγματα μέσα από το τζάμι απομονωμένων στα δωμάτιά τους ασθενών και των συγγενών τους, βλέπουμε κάτι αδιάφορα πλάνα από άδειους δρόμους, τον πρωταγωνιστή, τον αστυνομικό επιθεωρητή Σάμιουελ Γκαρσία, να λέει μέσα στο ασανσέρ στη συνάδελφό του, τη νεαρή αστυνομικό Μάρτα Κάστρο, ότι δεν τον αφήνουν να δει τη μητέρα του στο γηροκομείο που έχει πλέον μπει προληπτικά σε καραντίνα.
Η πανδημία περιορίζεται σε κάτι τέτοια μικρά πλάνα, ενώ στο προσκήνιο βρίσκεται η πλοκή της αστυνομικής υπόθεσης που αναλαμβάνουν οι δύο αστυνομικοί: Ενώ βρισκόμαστε σε μια μικρή βιομηχανική πόλη μεταλλωρύχων στην επαρχία των Αστουριών, οι δύο ντετέκτιβ ερευνούν -με τη χώρα να έχει μόλις μπει σε καραντίνα- την υπόθεση ενός αγνοούμενου επί χρόνια κοριτσιού, το οποίο εμφανίζεται καταβεβλημένο να περπατά ξυπόλυτο μέσα στην ερημιά. Οι έρευνες γρήγορα αποδεικνύουν ότι το κορίτσι που κατάφερε να ξεφύγει από τους βασανιστές του είναι ένα από τα πολλά νεαρά θύματα ενός παρανοϊκού σίριαλ κίλερ.
Μια μέτρια αστυνομική ιστορία με φόντο το πρώτο lockdown
Το σκηνικό του lockdown πάνω στο οποίο εκτυλίσσεται η αστυνομική πλοκή του Infiesto είναι ένα χλιαρό background σαν αδιάφορο μουσικό χαλί σε διαφημιστικό τηλεοπτικό σποτ για γιαούρτια με χαμηλά λιπαρά. Ο σκηνοθέτης, προφανώς από άποψη, χρησιμοποιεί χαμηλότονα την πανδημία για να δημιουργήσει ατμόσφαιρα, εξαντλώντας όλη τη δραματικότητα της κατάστασης σε κάρτες που μετρούν αντίστροφα τις μέρες της καραντίνας μέσα στην οποία κινείται η πλοκή.
Πιστεύοντας ότι η αστυνομική ιστορία που αφηγείται σε πρώτο πλάνο είναι ικανή να ξεπεράσει σε τρόμο και αγωνία την πραγματικότητα του πρώτου lockdown, στρέφει την κάμερα στην αστυνομική υπόθεση που εξετάζουν οι επιθεωρητές της αστυνομίας. Λογικό, αφού πρόκειται για ένα αστυνομικό θρίλερ. Ωστόσο, ούτε καν αυτό δεν τσιγκλάει το ενδιαφέρον του θεατή.
Η ιστορία είναι όλη υποτονική - ακόμα και οι δυο-τρεις ψευτοανατροπές που βγάζουν μάτι εξαρχής, δεν καταφέρνουν να... ανάψουν τα αίματα και να δημιουργήσουν σασπένς. Πέφτουν κάτι ανιαρά πιστολίδια, γίνονται κάτι λαχανιασμένες καταδιώξεις σε ερειπωμένα παλιά ορυχεία και εργοστάσια-γκρεμίδια, βλέπουμε κάτι ανακρίσεις που θυμίζουν παρωδία, γενικώς η ταινία σέρνεται σε μια ατέλειωτη ζοφερή σέπια που προσπαθεί -ολωσδιόλου αποτυχημένα- να ξεπατικώσει την ατμόσφαιρα από την πρώτη συγκλονιστική σεζόν του True Detective.
Το Infiesto δεν επιβεβαιώνει την καλή φήμη των Ισπανών στα θρίλερ
Το Infiesto δεν είναι από τις ταινίες που δεν βλέπονται, είναι απλώς πολύ μέτριο. Αξιοπρεπείς ερμηνείες, φλατ σενάριο με κάποιες μικρές ανατροπές, πολλά κλισέ, ωραία φωτογραφία και σωστά locations, υποβλητικοί φωτισμοί. Αρκούν τα καλά στοιχεία για να δημιουργήσουν ένα απολαυστικό αστυνομικό θρίλερ; Όχι, σε καμία περίπτωση. Το αποτέλεσμα είναι σαν χλιαρή σούπα ζεσταμένη από κονσέρβα μια κρύα χειμωνιάτικη νύχτα που θα μπορούσες να την περνούσες με θεϊκή ράμεν.
Οι Ισπανοί μάς έχουν δώσει απολαυστικές ταινίες νουάρ ή θρίλερ, όπως το καταπληκτικό Αόρατος Επισκέπτης (Contratiempo), και όχι μόνο, με αποτέλεσμα να περιμένουμε περισσότερα από αυτούς. Το Infiesto προσπαθεί μάταια με μια νουάρ πατίνα, έχοντας ως location μια παρακμιακή επαρχιακή πόλη μεταλλωρύχων, με παλιά τρομακτικά ορυχεία, με βρώμικους στάβλους, με όλη τη μιζέρια, τη λάσπη, τη σκόνη, την ερήμωση μας βιομηχανικής ζώνης που έχει πέσει πια σε αχρηστία. Σαν νεκροταφείο αυτοκινήτων, σαν παλιά αποθήκη σκουριασμένων μηχανημάτων, σαν βρώμικο οικόπεδο γεμάτο λάστιχα, με τροχόσπιτα που έχουν μουχλιάσει και με ετοιμόρροπες μισοτελειωμένες οικοδομές, το Infiesto χορταίνει τον θεατή με μεταβιομηχανική μιζέρια, αφού τελικά ούτε καν η αστυνομική ιστορία που αφηγείται, ούτε η πανδημία όπως την έχει πιάσει, μπορούν να πουν κάτι αξιοσημείωτο στον θεατή.
Όλο αυτό, σε συνδυασμό με δύο ακόμα θρίλερ που είδα πρόσφατα στο Netflix -το trash «Ανίερη» (Unholy) και η πιο συμπαθητική ισπανική σειρά «Το κορίτσι στον καθρέφτη» (The Girl in the Mirror), που έχει καλές προθέσεις αλλά είναι στα όρια τoυ... b-movie- με κάνουν να αναρωτιέμαι πώς καταφέρνουν και σκαρφαλώνουν στο Top 10 τόσο κακές σειρές ή ταινίες που είναι κάτω του μετρίου. Είναι όντως δημοφιλείς οι σειρές/ταινίες που μπαίνουν στη λίστα με τις τοπ επιλογές; Μπαίνουν στο Top 10 βάσει βαθμολογίας των χρηστών ή πρόκειται για έναν αλγόριθμο που απλώς σερβίρει προτάσεις τυφλά;