«Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων της γυναίκας» της Mary Wollstonecraft γράφτηκε το 1792 και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα από τα πρώτα φεμινιστικά βιβλία.
Η Wollstonecraft επιχείρησε να εγείρει τις συνειδήσεις των γυναικών και να τις στρατεύσει στη διεκδίκηση ίσων δικαιωμάτων με τους άνδρες, ειδικότερα το δικαίωμα της ψήφου και το δικαίωμα στην εκπαίδευση. Οι απαρχές του γυναικείου κινήματος με επίκεντρο τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης είχαν ήδη τεθεί και εβδομήντα χρόνια αργότερα στα τέλη του 19ου αιώνα οι Σουφραζέτες θα διεκδικήσουν με επιτυχία τη γυναικεία ψήφο στην αρχή για τα εδάφη αποικιών και το 1918 για την Βρετανία. Είχαν προηγηθεί η Διακήρυξη των Συναισθημάτων το 1848 στις ΗΠΑ για τη διεκδίκηση του δικαιώματος ψήφου και της ισότητας και το 1857 η πρώτη απεργία των εργατριών κλωστοϋφαντουργίας που διεκδικούσαν μείωση ωραρίου εργασίας.
Οι σταθμοί μετά από αυτά τα ορόσημα είναι πολλοί και περιλαμβάνουν νομοθετικές παρεμβάσεις στον 20ό αιώνα οι οποίες δίπλα στις προσωπικές κατακτήσεις σπουδαίων γυναικών, συγκροτούν ένα ευπρόσωπο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο τουλάχιστον για τον δυτικό κόσμο.
Ίσα δικαιώματα, ίσες αμοιβές ίσες ευκαιρίες, νόμοι κατά των διακρίσεων στην απασχόληση βάση φύλου, νόμοι κατά της σεξουαλικής παρενόχλησης (από το 2006 σε ισχύ!) συνθέτουν ένα θεσμικό οπλοστάσιο που θα ´λεγε κανείς ότι διασφαλίζει την ισότητα και θωρακίζει τις γυναίκες.
Τι φταίει λοιπόν; Τι συμβαίνει και η παρουσία γυναικών σε θέσεις ισχύος και ευθύνης υπολείπεται κατά πολύ του ποσοστού τους στον γενικό πληθυσμό; Τι συμβαίνει και ενώ τα κορίτσια αποφοιτούν με διακρίσεις από την τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν έχουν στη συνέχεια αντίστοιχη επαγγελματική εξέλιξη; Τι συμβαίνει και σύγχρονες δυτικές κοινωνίες συγκλονίζονται από το κίνημα me too;
Η Σιμόν ντε Μποβουάρ στο βιβλίο της «Το δεύτερο φύλο» γράφει εισαγωγικά : «Δίστασα καιρό να γράψω ένα βιβλίο για τη γυναίκα. Το θέμα ενοχλεί, ιδίως τις γυναίκες, και δεν είναι καινούργιο. Η φεμινιστική διαμάχη έγινε αιτία να χυθεί πολύ μελάνι, αλλά τώρα έχει σχεδόν τελειώσει, ας μην τη συζητάμε πια. Ωστόσο συζητιέται ακόμα. Και οι τεράστιες βλακείες που ειπώθηκαν τον τελευταίο αιώνα φαίνεται ότι δεν έλυσαν το πρόβλημα. Άλλωστε, υπάρχει πρόβλημα; Και ποιο είναι αυτό; Υπάρχουν ακόμη γυναίκες;»
Είναι εντυπωσιακό, το βιβλίο γράφεται το 1949 αλλά το πρόβλημα για το οποίο «απορεί» η Μποβουάρ υπάρχει και δεν λύθηκε.
Από το 1861 ο John Stewart Mill στο δοκίμιο του «Η υποταγή των γυναικών» αναφερόταν στον κοινωνικό επικαθορισμό του φύλου ως παράγοντα που εμποδίζει την εξέλιξη και την ελεύθερη διαμόρφωση της γυναίκας. Το ζήτημα της διαμόρφωσης της έμφυλης ταυτότητας τόσο των γυναικών όσο και των ανδρών μέσα από την οικογένεια, την εκπαίδευση και τα πρότυπα συμπεριφοράς είναι το κλειδί.
Αυτό είναι που επιτρέπει στον «επιτυχημένο» επιστήμονα, καθηγητή, ηθοποιό, επιχειρηματία, υπουργό, να κλειδώσει την πόρτα του γραφείου του και να φερθεί σαν κτήνος στην άτυχη υφιστάμενη του. Αυτό είναι που δεν επιτρέπει σε μια γυναίκα επαγγελματία να διεκδικήσει με ίσους όρους την ανέλιξη της, αυτό είναι που καθιστά την λήψη θέσεων ισχύος και επιρροής από μια γυναίκα «ευχάριστη» είδηση σε έναν κόσμο που κατά τεκμήριο διοικείται από άνδρες.
Ασφαλώς πρόσθετες θεσμικές παρεμβάσεις μπορούν να βελτιώσουν τη σημερινή πραγματικότητα, όπως αυστηρότερο νομοθετικό πλαίσιο, ελεγκτικοί μηχανισμοί, ποσοστώσεις για την εκλογή γυναικών, κώδικες δεοντολογίας, έλεγχος των αρνητικών στερεοτύπων που συντηρούνται από τηλεοπτικά και διαφημιστικά προγράμματα.
Όμως τίποτα δεν είναι αρκετό αν ο καθένας και η καθεμιά από εμάς ως μέλος μιας σύγχρονης οικογένειας δεν εντάξουμε τα νεότερα αγόρια και κορίτσια στην κοινωνία μέσα από μη προκαθορισμένους ρόλους. Αν δεν οικοδομήσουμε την ταυτότητα του φύλου στην ισοτιμία και τον σεβασμό, στην διαφορετικότητα που συμβαδίζει απόλυτα με την ισότητα.
«Για τα δεμένα χέρια σου που έχεις όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω, σε λέω γυναίκα. Σε λέω γυναίκα γιατί είσαι αιχμάλωτη» γράφει η Κική Δημουλά.
Αυτή η αιχμαλωσία θέλει ακόμη πολύ αγώνα για να λήξει.