Η Έμιλι πήρε το όπλο της και πάει να πολεμήσει... Γιατί τα έχει βάλει με τον καπιταλισμό το διάσημο μοντέλο και influencer;
Το top model, influencer και -τώρα πια- δοκιμιογράφος, έγινε διάσημη μέσα από ένα πολύ δημοφιλές hot account που μοιάζει σαν να έχει βγει από τις σελίδες του Playboy. Καυτές πόζες, γυμνές φωτογραφήσεις, soft porn καρέ που κόβουν την ανάσα και κάνουν τον ανδρικό πληθυσμό να παραληρεί, αφού την έκαναν πάμπλουτη, της έδωσαν και το βήμα για να μιλήσει ελεύθερα και χωρίς ταμπού για όσα την απασχολούν: τον μισογυνισμό, την πατριαρχία, τις φυλετικές διακρίσεις.
Με έντονο ακτιβιστικό λόγο, η Έμιλι Ρατακόφσκι σήκωσε το λάβαρο του φεμινισμού του 21ου αιώνα, βάζοντας τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση: στα χρόνια του Instagram και του #MeToo, μια γυναίκα μπορεί να ντύνεται όπως επιθυμεί, να ποζάρει όσο προκλητικά θέλει, διαδηλώνοντας, χωρίς να απαρνείται τη θηλυκότητά της, για την ισότητα και το δικαίωμα για αυτοδιάθεση του σώματός της.
Παίρνοντας τον έλεγχο του εαυτού της, μετά από χρόνια εκμετάλλευσης από διάφορους μάνατζερ που την αντιμετώπιζαν σεξιστικά, σαν εμπόρευμα, στέλνοντάς την ακόμα και ως συνοδό σε πλούσιους άνδρες έναντι 25.000 δολαρίων, από φωτογράφους που εξέδιδαν λευκώματα με γυμνές φωτογραφίες της χωρίς να τη ρωτήσουν, από άνδρες που την ταπείνωναν ή την κακοποιούσαν σωματικά ή λεκτικά επειδή ντυνόταν και πόζαρε με σέξι τρόπο, ή απλώς επειδή είναι εκθαμβωτικά όμορφη, έγραψε ένα δοκίμιο με τίτλο «Buying myself back» (Αγοράζοντας πίσω τον εαυτό μου), που δημοσιεύθηκε πρώτα στο «New York Magazine», το οποίο έγινε viral, στρώνοντας ουσιαστικά το χαλί για το πρώτο της βιβλίο, με τίτλο «Μy Body».
Η έκδοση, που έχει γίνει μέσα σε δύο μήνες διεθνώς best seller και έχει προκαλέσει φρενίτιδα, περιλαμβάνει 11 δοκίμια με προσωπικό, εξομολογητικό ύφος για τα βιώματα μιας γυναίκας που -όπως αποκάλυψε- ένιωθε ότι η εικόνα της, η αντανάκλασή της δεν της ανήκε.
Πέρα από τα αποσπάσματα που διέρρευσαν στον Τύπο πριν από την κυκλοφορία του βιβλίου, τον περασμένο Νοέμβριο, με αποκαλύψεις για άνδρες που στην πορεία της τσαλαπάτησαν την προσωπικότητά της, όπως ο τραγουδιστής Ρόμπιν Θικ, που κατά τη διάρκεια ενός videoclip του στο οποίο πρωταγωνιστούσε η Ρατακόφσκι κυκλοφορούσε στα γυρίσματα μεθυσμένος, πιάνοντάς της το στήθος, το «My Body» είναι ένα βιβλίο που στόχο έχει, όπως επισημαίνει η ίδια η συγγραφέας, να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα του καπιταλισμού.
«Θα κάνω ό,τι γουστάρω με το σώμα μου»
Μέσα σε όλο αυτό που αποτελεί τη δημόσια εικόνα της Ρατακόφκσι και που κάποιος πολύ αυθόρμητα και πολύ επιδερμικά θα το αποκαλούσε ενδεχομένως έναν αντιφατικό «αχταρμά» πολιτικής ορθότητας, τάνγκα, soft porn, εξόφθαλμης διαφήμισης προϊόντων και ακτιβισμού, η Εμιλι Ρατακόφσκι κατάφερε αφενός να ταΐσει καλά τον καλοαναθρεμμένο ναρκισσισμό της και αφετέρου να περάσει παράλληλα ένα πολύ σημαντικό μήνυμα, ότι το σώμα της της ανήκει.
Μια γυναίκα έχει δικαίωμα να φοράει ό,τι θέλει, να ποζάρει όπως θέλει, να ντύνεται ή να γδύνεται μπροστά στην κάμερα, να γιορτάζει το ωραίο της σώμα δημόσια, μιλώντας ταυτόχρονα για τον φεμινισμό. Αυτό δεν είναι λίγο... Ειδικά σε μια εποχή που οι κακοποιητικές συμπεριφορές ενάντια στις γυναίκες ή οι γυναικοκτονίες έχουν γίνει καθημερινή είδηση.
Η Ρατακόφσκι αν κατάφερε κάτι, είναι να σπάσει ένα μακραίωνο ταμπού της πατριαρχικής κουλτούρας, αυτό που θεωρούσε ότι μια γυναίκα που ποζάρει όπως αυτή είναι αυτομάτως διαθέσιμη.
«Θα κάνω ό,τι γουστάρω με το σώμα μου», δήλωνε ήδη από το 2019 σε συνέντευξή της στο περιοδικό «Elle». Με όλο αυτό το σούπερ σέξι στιλ, η Ρατακόσφσκι, παρά το γεγονός ότι έχει γίνει πολλές φορές στόχος των φεμινιστριών, έχει αλλάξει την εικόνα του φεμινισμού.
Στη δεκαετία του '70 οι γυναίκες διαδήλωναν για ισότητα καίγοντας στηθόδεσμους, καίγοντας ουσιαστικά το σύμβολο της θηλυκότητας.
Οι σύγχρονες γυναίκες δεν χρειάζεται να απαρνηθούν ούτε τη θηλυκότητα ούτε τη σέξι εικόνα τους για να διεκδικήσουν αυτά που θα έπρεπε να θεωρούνται αυτονόητα.
Γυναίκες όπως η Εμιλι Ρατακόφσκι κάνουν ένα βήμα μπροστά, απαιτώντας το δικαίωμα να είναι όπως αυτές επιθυμούν, χωρίς να χρειάζεται να απολογηθούν ούτε για το σεξαπίλ ούτε επειδή απολαμβάνουν το σώμα τους, την ηδονή και την απόλαυση να είναι ποθητές. Ποθητές για όλους, αλλά διαθέσιμες μόνον όπου εκείνες επιθυμούν.
Η αξύριστη μασχάλη και το μήνυμα για το μισογυνισμό
Στο ίδιο πλαίσιο φωτογραφήθηκε και στο περιοδικό «Harper’s Bazaar», με δαντελένιο διάφανο σουτιέν, επιδεικνύοντας την αξύριστη μασχάλη της.
«Ξέρω σίγουρα ότι οι αρχικές μου εξερευνήσεις ως προς τη θηλυκότητά μου είχαν επηρεαστεί από την κουλτούρα που μισεί τις γυναίκες. Γαμώτο, είμαι επίσης σίγουρη ότι πολλοί από τους τρόπους που συνεχίζω να είμαι "σέξι" είναι βαθιά επηρεασμένοι από το μισογυνισμό. Αλλά νιώθω καλά με αυτό, γιατί είναι επιλογή μου, σωστά; Δεν μιλά γι' αυτό ο φεμινισμός; Για την επιλογή;
Το αν θα αποφασίσω να ξυρίσω τις μασχάλες μου ή όχι είναι δική μου δουλειά. Για μένα, οι τρίχες στο σώμα είναι άλλη μια ευκαιρία για τις γυναίκες να εξασκήσουν το δικαίωμά τους στην επιλογή, μια επιλογή βασισμένη στο πώς θέλουν να νιώθουν σχετικά με το αν θα έχουν τρίχες ή όχι. Γενικά, συνήθως μου αρέσει να ξυρίζομαι, αλλά κάποιες φορές το να αφήσω τις τρίχες μου να μεγαλώνουν είναι αυτό που με κάνει να νιώθω σέξι... Τελικά, η ταυτότητα και η σεξουαλικότητα κάθε ατόμου εξαρτάται από το ίδιο το άτομο και κανέναν άλλον», δήλωσε στο περιοδικό, εξηγώντας την επιλογή της.
Αληθινή ακτιβίστρια ή ένα fake κατασκεύασμα του μάρκετινγκ;
Παρατηρώντας τα ποστ της Εμιλι Ρατακόφσκι στο Instagram, διαβάζοντας το βιβλίο αλλά και συνεντεύξεις της, σου δημιουργείται η εντύπωση ότι όλα είναι τόσο μελετημένα που είναι λες και αποτελούν μέρος μιας καλοδουλεμένης στρατηγικής, σχεδιασμένης από δικαιωματιστές, marketeers και επικοινωνιολόγους.
Είναι λες και κάποιος ή κάποιοι έχουν καθίσει σε ένα τραπέζι συσκέψεων και έχουν καταγράψει στο χαρτί όλα, ένα προς ένα, τα σύγχρονα κινήματα της πολιτικής ορθότητας και η Έμιλι Ρατακόφσκι διαδηλώνει γι' αυτά στη δημόσια σφαίρα είτε μέσω του Instagram ή των μίντια, χρησιμοποιώντας το σέξι κορμί της σαν κράχτη.
Όλα είναι εδώ κι είναι τόσο πολιτικά ορθά που δείχνουν καλά μελετημένα: ο δημόσιος θηλασμός στο πλαίσιο του κινήματος #FreeTheNipple για την απελευθέρωση του γυναικείου στήθους, το κίνημα #GenderNeutrality με την επιλογή της να μην δώσει όνομα στο γιο της ώστε να μην τον καταπιέσει προσδιορίζοντας το φύλο του, το οποίο θα επιλέξει ο ίδιος όταν ενηλικιωθεί, η αξύριστη μασχάλη, οι ultra sexy πόζες τύπου Playboy που συνοδεύονται από αφοριστικά quotes για την πατριαρχία, οι καταγγελίες #MeToo στο βιβλίο της Body, η παιδική εργασία, καθώς υπερτονίζει ότι ξεκίνησε να εργάζεται στο μόντελινγκ από τα 14, η εκμετάλλευσή της από μάνατζερ που την έστελναν σε φωτογραφίσεις εσωρούχων χωρίς να την έχουν ενημερώσει κ.ά.
Πίσω από κάθε της κίνηση, ποστ, φωτογράφιση, συνέντευξη, υπάρχει μια βασική ιδέα, καταγγελτικός λόγος, ανάθεμα στην πατριαρχία, τον καπιταλισμό, το σύστημα που την οδήγησε σε μια άδικη, σκληρή ζωή, βουτηγμένη στα εκατομμύρια.
«Eίμαι πολύ δυσαρεστημένη με τον καπιταλισμό»
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από το Instagram, το φάντασμα μιας δυσαρεστημένης influencer από τον καπιταλισμό, χάρη στον οποίο υπάρχει. Η Έμιλι Ρατακόφσκι, η 30χρονη με τους 28,8 εκατομμύρια followers και την περιουσία 8.000.000 δολαρίων, σύμφωνα με το Celebrity Net Worth, αφού δήλωσε ότι νιώθει απαίσια μέσα στο ασφυκτικό καπιταλιστικό πλαίσιο που την έκανε διάσημη, χαρίζοντάς της αμύθητο πλούτο, έκατσε και έγραψε ένα δοκίμιο ενάντια στην πατριαρχία, το μισογνισμό και τον καπιταλισμό, που έγινε viral.
Ο καταγγελτικός της λόγος για το #MeToo και τη γυναικεία χειραφέτηση προβλημάτισε και σχολιάστηκε πολύ θετικά, αλλά η επίθεσή της στον καπιταλισμό σκόρπισε το γέλιο σε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, κάνοντας την ίδια ακόμα πιο πλούσια.
Η δημοσιογράφος των «New York Times», Molly Young, σε πρόσφατο άρθρο της στην εφημερίδα με τίτλο «Σε έναν κόσμο που εκμεταλλεύεται τις γυναίκες, η Έμιλι Ρατακόφσκι εκμεταλλεύεται τον εαυτό της. Είναι αυτό πρόοδος;», γράφει: «Υπάρχουν θαρραλέες στιγμές αυτο-αποκάλυψης στο "My Body" και αποσπάσματα που με έκαναν να γελάσω».
Είναι γεγονός ότι η Ρατακόφσκι αυτή τη φορά το παράκανε σολάροντας ενάντια στον καπιταλισμό που τη βγάζει από τα ρούχα της -κυριολεκτικά και μεταφορικά-, γνωρίζοντας φυσικά ότι και εκείνη αποτελεί δικό του φαινόμενο. Μέχρι και η ίδια σε συνεντεύξεις της αντιλαμβάνεται το οξύμωρο σχήμα και προσπαθεί να το συμμαζέψει κάπως, να το δικαιολογήσει, αλλά δεν είναι και πολύ πειστική.
«Πολλοί άνθρωποι με έχουν ρωτήσει “και τι γίνεται με το οξύμωρο- είσαι κάποια που έχεις εμπορευματοποιήσει την εικόνα σου, το σώμα σου, αλλά συγχρόνως τα κριτικάρεις όλα αυτά”. Μα ζούμε σε έναν κόσμο που αυτός είναι ο λόγος που μπορώ να τα κριτικάρω- επειδή πέτυχα μέσα σε αυτό το σύστημα για το οποίο τώρα μιλάω. Νιώθω ακριβώς το ίδιο για τον καπιταλισμό. Έχω πραγματικά πολύ περίπλοκα συναισθήματα γι’ αυτόν».
Ο καπιταλισμός πάλι τρελαίνεται μαζί της, δεν έχει καθόλου ούτε περίπλοκα συναισθήματα ούτε περίπλοκες δεύτερες σκέψεις. Τη χρησιμοποιεί κανονικά, ντυμένη, γδυμένη, μπερδεμένη, θυμωμένη. Χρησιμοποιεί ακόμα και την τρικυμία εν κρανίω που τη χαρακτηρίζει όταν αποφασίζει να αφήσει για λίγο τη Σιμόν ντε Μποβουάρ στην άκρη για να πιάσει τον Μαρξ από εκεί που τον άφησε ο Πικετί.
Αν τη ρωτήσεις, ούτε η ίδια δεν βγάζει άκρη με αυτά που λέει, όπως φαίνεται άλλωστε και στην απάντηση που έδωσε στη Larissa Pham, δημοσιογράφο του Nation, όταν τη ρώτησε ευθέως τι εννοεί με αυτά τα ακατάληπτα που λέει για τον καπιταλισμό:
«Βασικά, ένα από τα μεγάλα, μεγάλα κίνητρα που με έκαναν να θέλω να έχω αυτήν την καριέρα που έχω, δεν ήταν μόνον η προσωπική επιβεβαίωση, αλλά επίσης τα λεφτά. Πραγματικά, εύχομαι οι άνθρωποι να μιλούσαν περισσότερο για τα λεφτά γενικότερα, αλλά προσπάθησα να το κάνω να φανεί ως η διάμεση γραμμή που ακολουθείς μέσω του βιβλίου μου, καθώς ήταν η διάμεση γραμμή που ακολούθησα και στη ζωή μου: ένιωθα ότι θέλω να έχω την ελευθερία που σου παρέχουν τα χρήματα -ακόμα και τη δυνατότητα να γράψεις ένα βιβλίο. Δεν κατηγορώ κανέναν για το ότι ζει στον κόσμο που ζούμε και προσπαθεί να βγάλει τα προς το ζην. Αυτό που θέλω να μπορώ να κάνω είναι το να έχω τη δυνατότητα να κριτικάρω το σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε. Και αυτό πιστεύω ότι είναι η αλήθεια για το φεμινισμό και αυτό είναι η αλήθεια για τον καπιταλισμό».
Η δημοσιογράφος τη ρωτά: Χαρακτηρίζεις τον εαυτό σου σοσιαλίστρια;
«Δεν ξέρω... Δεν ξέρω. Δεν σκέφτηκα ποτέ να με προσδιορίσω ως σοσιαλίστρια ή όχι. Θα έλεγα ότι πιθανότατα οι κοντινοί μου άνθρωποι θα έλεγαν ότι είμαι σοσιαλίστρια. Είναι το ίδιο όπως ο Μπέρνι Σάντερς αποκάλεσε τον εαυτό του “δημοκρατικό σοσιαλιστή” . Θα έλεγα ότι σίγουρα με ενδιαφέρει πολύ ο σοσιαλισμός. Και είμαι πολύ δυσαρεστημένη με τον καπιταλισμό, οπότε...».
Τι λέει η ίδια για το βιβλίο της «My Body»
Όσο για το βιβλίο, είναι και η ίδια κάπως προβληματισμένη... «Το βιβλίο αυτό μπορεί να είναι αντιφατικό, αλλά ελπίζω να μπορέσουν να γίνουν αντιληπτές οι αποχρώσεις του», απαντά στη Larissa Pham του Nation.
Η αλήθεια όμως είναι ότι πράγματι το βιβλίο είναι τόσο αντιφατικό, τόσο ασυνάρτητο, τόσο κακογραμμένο και φοβερά φλύαρο που σε πιάνει πονοκέφαλος. Το ίδιο ακριβώς, δηλαδή, όπως και οι συνεντεύξεις της.
«Πιστεύω για μένα, ως κάποια που έχει υπάρξει μέρος της δημόσιας σφαίρας, κάποια που είναι μια εικόνα ή πολλές εικόνες του εαυτού μου, οι οποίες έχουν καταναλωθεί -που είναι εξ ορισμού βουβές και δεν υπάρχουν λέξεις μέσα σε όλο αυτό. Το βιβλίο μου είναι η αντίθεση όλων όσων έχω εκπροσωπήσει μέχρι σήμερα. Αλλά πιστεύω επίσης ότι υπάρχει κάποιος λόγος που το όνομά μου είναι μεγάλο στο εξώφυλλο, και γιατί το έγραψα σε μορφή έκθεσης ιδεών σε πρώτο πρόσωπο: επειδή πιστεύω ότι αυτό που ήξεραν οι άνθρωποι για το τι εκπροσωπώ ως γυναίκα που πουλάει τη σεξουαλικότητά της και ως μοντέλο είναι σημαντικό και δίνει πληροφορίες για το κείμενο και την εμπειρία.
Γιατί προφανώς υπάρχει δύναμη στο ότι οι άνθρωποι θα διαβάσουν αυτό το βιβλίο μόνο και μόνο για την καριέρα που έχω χτίσει χρησιμοποιώντας το σώμα μου για να πετύχω. Οπότε πιστεύω αυτό είναι κάπως ιστορικό: το ότι είχα τις εμπειρίες που είχα στη ζωή μου, μέσα στην οποία πέτυχα. Αλλά, επίσης, ελπίζω να φανεί καθαρά ότι υπήρξε ένα ξίφος με δύο μυτερές άκρες μέσα σε αυτήν την επιτυχία που έρχεται με το να είσαι ένα δημόσιο πρόσωπο, γυναίκα, η οποία επιτυγχάνει με το να αντικειμενοποιεί τον εαυτό της και τους άλλους» δήλωσε στο Nation, και συνεχίζει:
«Αρχικά, δεν σκέφτηκα καθόλου να αυτολογοκριθώ και να φανώ ευάλωτη, τρωτή, γιατί δεν θα είχα γράψει τίποτε αν με ανησυχούσαν αυτά. Αλλά υπήρξε μια παράξενη ισορροπία καθώς προσπαθούσα να διαλέξω προσεκτικά τις λέξεις μου γιατί δεν ήθελα να βγουν εκτός περιεχομένου -αλλά, συγχρόνως, όταν αρχίζω να σκέφτομαι περισσότερο από όσο πρέπει τι προσπαθώ να πω, δεν βρίσκεται τίποτε το ενδιαφέρον να πεις.
Οπότε πιστεύω ότι βασικά πέταξα τρία φύλλα στον άνεμο και σκεφτόμουν “Όχι, μάλλον, απλώς αρχίζω να τρελαίνομαι”. Αυτό έκανα. Και μετά, κατά τη διάρκεια της επιμέλειας του κειμένου, ήμουν απόλυτα σίγουρη για το τι θέλω να μοιραστώ και για το πώς ήθελα να το μοιραστώ. Αλλά η μεγαλύτερη αλήθεια είναι ότι αυτό που με ενδιέφερε ήταν να είμαι όσο πιο ειλικρινής γίνεται. Και αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να συμπεριλάβω αλήθειες που μερικές φορές ήταν βάρβαρες απέναντι στον εαυτό μου και σε άλλους ανθρώπους. Αν σε καλεί να δράσεις για κάτι αυτό το βιβλίο, είναι το να έχουμε αυτές τις συζητήσεις για το μισογυνισμό και την πατριαρχία και τις δυναμικές εξουσίας που δεν θέλουμε συχνά να κοιτάξουμε αλλά επίσης και η ιδέα ότι οι γυναίκες μπορούν απλώς να μιλούν γι' αυτά τα πράγματα η μία με την άλλη, αντί να νιώθουν ότι υπάρχει έλλειψη τέτοιων συζητήσεων και ότι πρέπει να είμαστε ανταγωνιστικές η μία με την άλλη. Καταλαβαίνω γιατί νιώθουμε έτσι, αλλά θέλω αυτό να αλλάξει».