Η «βασίλισσα των μπλογκ για μαμάδες», Χέδερ Άρμστρονγκ, πέθανε σε ηλικία 47 ετών. Σύμφωνα με τον σύντροφό της, η διάσημη μπλόγκερ του Dooce αυτοκτόνησε.
Η ανακοίνωση του θανάτου της έγινε στα social media. «Χέδερ Μπρουκ Χάμιλτον ή αλλιώς Χέδερ Άρμστρονγκ ή αλλιώς dooce ή αλλιώς αγάπη της ζωής μου. 19 Ιουλίου 1975 - 9 Μαΐου 2023. ''Χρειάζεται ένας ωκεανός για να μην σπάσεις''. Κρατήστε τους αγαπημένους σας κοντά και αγαπήστε όλους τους άλλους».
«Έσωσε πολλούς, αλλά δεν μπόρεσε να σώσει τη ζωή της»
«Η Χέδερ Χάμιλτον (Αρμστρονγκ) ήταν μια λαμπρή, αστεία, συμπονετική συγγραφέας, που πάλευε με την ψυχική υγεία και τον αλκοολισμό», σύμφωνα με τον σύντροφό της. «Έσωσε πολλές ζωές μέσω της συγγραφής της για την κατάθλιψη, αλλά στο τέλος δεν μπόρεσε να σώσει τον εαυτό της. Ήταν μια στοργική σύντροφος και μητέρα, που ήταν πάντα ανοιχτή για μια νέα περιπέτεια ή συναυλία. Η Χέδερ πίστευε ότι το να βάλει τέλος στη ζωή της ήταν λάθος, αλλά τελικά η κρίση της θόλωσε από το αλκοόλ. Την αγαπούσαμε και θα μας λείψει βαθιά».
Η ιστορία του μπλογκ της -Πώς έγινε ψηφιακό φαινόμενο
Η Άρμστρονγκ ίδρυσε το μπλογκ Dooce στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ως ένα μέρος για να συζητά για τη δουλειά, το σεξ και την αποχώρηση από την εκκλησία των Μορμόνων.
Το όνομα της σελίδας προήλθε από ένα αστείο που αναφερόταν στο ότι δεν μπορούσε να συλλαβίσει γρήγορα τη λέξη «dude» σε διαδικτυακές συζητήσεις, σύμφωνα με το Associated Press και τους «New York Times».
Αρχικά, στο μπλογκ της έγραφε παράπονα σχετικά με τη δουλειά, τη ζωή της αφότου έφυγε από την εκκλησία των Μορμόνων και άλλες καθημερινές σκέψεις. Απολύθηκε από την εργασία της ως web designer, επειδή έγραφε για τους συναδέλφους της χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα, όπως ο «Συνάδελφος που Καταφέρνει να λέει Κάτι Ηλίθιο Κάθε Φορά που Ανοίγει το Στόμα του», μέχρι που αποκαλύφθηκε ότι ήταν δικό της το μπλογκ.
Το περιστατικό με την απόλυση έγινε viral, πράγμα που, εκείνη την εποχή, σήμαινε ότι το Dooce είχε περίπου 25.000 επισκέψεις την ημέρα, σύμφωνα με τους «New York Times», και το μπλογκ της όδευε για να γίνει ψηφιακό φαινόμενο.
Η λέξη «dooce» μπήκε ακόμη και σε διάφορα ψηφιακά λεξικά. Σύμφωνα με το Cambridge, το να είσαι «dooced» σημαίνει να «χάνεις τη δουλειά σου επειδή έχεις γράψει κάτι κακό γι’ αυτήν σε ένα μπλογκ».
Το πρώτο μπλογκ που πήρε πληρωμένες διαφημίσεις
Η δημοτικότητα του μπλογκ της Άρμστρονγκ εκτοξεύτηκε και πάλι όταν άρχισε να γράφει για τα παιδιά της, τη Λέτα και τον Μάρλο, καταγράφοντας τις δοκιμασίες της μητρότητας και της ανατροφής δύο παιδιών. Το 2004, το Dooce έγινε το πρώτο προσωπικό ιστολόγιο που άρχισε να δέχεται έναν αξιοσημείωτο αριθμό πληρωμένων διαφημίσεων, ανέφεραν οι «New York Times».
Μέχρι το 2009, η Άρμστρονγκ είχε 8,5 εκατομμύρια αναγνώστες τον μήνα, σύμφωνα με το Vox το 2019. Μπήκε ακόμη και στη λίστα του Forbes για τις 30 γυναίκες με τη μεγαλύτερη επιρροή στα μέσα ενημέρωσης.
Η Άρμστρονγκ δεν απέφυγε ποτέ να μοιραστεί σκληρές αλήθειες με τους αναγνώστες της, είτε επρόκειτο για τα ξεσπάσματα των παιδιών της είτε για τις προκλήσεις της ψυχικής της υγείας. Μίλησε ανοιχτά για την εμπειρία της με την επιλόχεια κατάθλιψη μετά τη γέννηση του μεγαλύτερου παιδιού της, γράφοντας τα απομνημονεύματά της, με τίτλο «It Sucked and Then I Cried», ένα από τα τέσσερα βιβλία που εξέδωσε.
Η ειλικρίνειά της ήταν μέρος της γοητείας της – ακόμη και φαινομενικά ασήμαντα στιγμιότυπα της καθημερινότητάς της μπορούσαν να καθηλώσουν τους αναγνώστες. «Έχει την ικανότητα να παίρνει ένα και μόνο επεισόδιο και να το μετατρέπει σε έπος, και στη συνέχεια, αν το ξαναδιαβάσετε, θα αναρωτηθείτε: ‘Τι αποκάλυψε; Σχεδόν τίποτα’, δήλωσε στους Time το 2011, ο πρώην σύζυγός της Τζον Άρμστρονγκ. Το ζευγάρι ανακοίνωσε το χωρισμό του το 2012, σε ξεχωριστές αναρτήσεις στα ιστολόγιά τους.
Η μάχη της με την κατάθλιψη και τον αλκοολισμό
Μετά την επιδείνωση της κατάθλιψής της, η Άρμστρονγκ σταμάτησε να γράφει στο μπλογκ της από το 2015 έως το 2017. Γνώρισε και συγκατοίκησε με τον Ashdown, πρώην υποψήφιο των Δημοκρατικών για τη Γερουσία των ΗΠΑ, ο οποίος επίσης αναφερόταν ονομαστικά στο Dooce.
Προς το τέλος της ζωής της, η Άρμστρονγκ ήταν χαρακτηριστικά ειλικρινής με τους αναγνώστες για τους αγώνες της με τον αλκοολισμό. Σύμφωνα με τον σύντροφό της που μίλησε στο Associated Press, η Άρμστρονγκ ήταν νηφάλια για περισσότερους από 18 μήνες, αλλά πρόσφατα είχε υποτροπιάσει.
Η κλινική δοκιμή στην οποία πήρε μέρος - Έμπαινε σε τεχνητό κώμα
Το 2016, αφού πάλεψε με την αυτοκτονική κατάθλιψη και μοιράστηκε τους αγώνες της στο διαδίκτυο, πήρε μέρος σε μια κλινική δοκιμή στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα. Η δοκιμή διάρκειας τριών εβδομάδων περιελάμβανε την εισαγωγή της σε κώμα διάρκειας κάποιων λεπτών τρεις ημέρες την εβδομάδα.
Τα αποτελέσματα ήταν ελπιδοφόρα - έξι από τους δέκα ασθενείς που συμμετείχαν λένε ότι η ψυχική τους υγεία βελτιώθηκε και συνέχισε να είναι καλύτερη για τρεις μήνες μετά. Δεν είναι σαφές αν η θεραπεία πήρε ποτέ έγκριση.Μετά τη δοκιμή, η Άρμστρονγκ έγραψε σχετικά στο βιβλίο της: «The Valedictorian of Death». .
Στο πείραμα χρησιμοποιήθηκε αναισθησία με προποφόλη για να πέσει σε κώμα για 15 λεπτά. Ήταν το τρίτο άτομο που το δοκίμασε.
Σε συνέντευξή της στη New York Post σχετικά με τη θεραπεία, είπε ότι δεν φοβόταν καθόλου ότι μπορεί να τη σκότωνε.
Την έκανε δέκα φορές και παρατήρησε μικρές αλλαγές στη συμπεριφορά της μετά τις αρχικές εξάρσεις ναυτίας. «Ήταν μετά τη δεύτερη θεραπεία όταν ξαφνικά συνειδητοποίησα: 'Ω, έκανα ντους χωρίς καν να το σκεφτώ. Μετά την τρίτη θεραπεία... άρχισα να φτιάχνω τα μαλλιά μου και να φοράω πιο καθαρά ρούχα'», είπε.
Τι έγραψε στην τελευταία της ανάρτηση
Ήταν επίσης ανοιχτή στις μάχες για τη νηφαλιότητα, γράφοντας σε μια ανάρτηση στο blog της στις 6 Απριλίου - την τελευταία της καταχώρηση - «Στις 8 Οκτωβρίου 2021 γιόρτασα έξι μήνες νηφαλιότητας μόνη μου στο πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι μου, νιώθοντας σαν να ήμουν ένα πληγωμένο ζώο που ήθελε να μείνει μόνο του να πεθάνει. Δεν υπήρχε κανείς στη ζωή μου που θα μπορούσε να καταλάβει πόσο συμβολική νίκη ήταν για μένα, αν και ήταν γεμάτη δάκρυα και λυγμούς τόσο βίαιους που κάποια στιγμή νόμιζα ότι το σώμα μου θα χωριζόταν στα δύο. Η θλίψη με βύθισε σε παλιρροϊκά κύματα πόνου. Για λίγες ώρες δυσκολευόμουν να αναπνεύσω».