Το «Nosferatu» επανήλθε στην επικαιρότητα με την κυκλοφορία του remake της κλασσικής ταινία του 1922.
Η βουβή γερμανική παραγωγή είναι μια γκόθικ ταινία τρόμου που αποτέλεσε σταθμό στον παγκόσμιο κινηματογράφο.
Πρόκειται για την πρώτη ταινία του γερμανικού εξπρεσιονισμού που βγάζει τους πρωταγωνιστές έξω από τα στούντιο και συνδυάζει τα επιτηδευμένα οξυκόρυφα σκηνικά με τα φυσικά ντεκόρ.
Επίσης, πρόκειται για την πρώτη ταινία που εκμεταλλεύτηκε το θρύλο του Δράκουλα και το βιβλίο του Μπραμ Στόκερ.
Ενώ ο χαρακτήρας του «Nosferatu» βασίζεται άμεσα στον Δράκουλα, το όνομα αυτό δεν αναφέρεται πουθενά στην ταινία επειδή η χήρα του Μπραμ Στόκερ αρνήθηκε να δώσει τα δικαιώματα στον Μουρνάου. Κατόπιν αυτός απλά άλλαξε το όνομα του βρικόλακα, έκανε κάποιες αλλαγές στην ιστορία και γύρισε την ταινία χωρίς την άδεια των κληρονόμων του Στόκερ.
Η λέξη Nosferatu επινοήθηκε για την ταινία;
Ο όρος «Nosferatu» προϋπήρχε της κλασσικής ταινίας και χρησιμοποιήθηκε στη δυτική λογοτεχνία για να αναφέρεται στους βρικόλακες.
Ο Μπραμ Στόκερ τον χρησιμοποίησε στο έργο του «Dracula» (1897), και αυτό αποτέλεσε τη βάση για την ταινία του Φρίντριχ Βίλχελμ Μούρναου.
Ο ίδιος ο Στόκερ είχε δανειστεί τον όρο από το άρθρο της Έμιλι Ζεράρ «Transylvanian Superstitions» (1885), το οποίο αργότερα ενσωματώθηκε στο βιβλίο της «The Land Beyond The Forest» (1888).
Η Ζεράρ, καταγόμενη από το Έρντρι της Σκωτίας, έγραψε το βιβλίο της μετά από δύο χρόνια διαμονής στη Ρουμανία.

Η Έμιλι Ζεράρ περιέγραψε τον Nosferatu ως έναν ανατολικοευρωπαϊκό όρο για τον βρικόλακα: «Ακόμα πιο απόλυτα κακός είναι ο nosferatu, ή βρικόλακας, στον οποίο κάθε Ρουμάνος αγρότης πιστεύει τόσο ακράδαντα όσο και στον παράδεισο ή την κόλαση».
Ο Μπραμ Στόκερ επηρεάστηκε ξεκάθαρα από τα γραπτά της Έμιλι Ζεράρ, και η περιγραφή της για τον Nosferatu είναι οικεία σε όσους έχουν διαβάσει το Dracula.

«Κάθε άτομο που σκοτώνεται από έναν nosferatu γίνεται επίσης βρικόλακας μετά τον θάνατο και θα συνεχίσει να ρουφά το αίμα άλλων αθώων μέχρι το πνεύμα να εξορκιστεί, ανοίγοντας τον τάφο του ύποπτου ατόμου και είτε μπήγοντας έναν πάσσαλο μέσα στο πτώμα είτε, σε πολύ επίμονες περιπτώσεις βαμπιρισμού, κόβοντας το κεφάλι και τοποθετώντας το πίσω στο φέρετρο με το στόμα γεμάτο σκόρδο».
Γλωσσολόγοι έχουν συζητήσει το αν το Nosferatu είναι πραγματική ρουμανική λέξη ή απλώς μια παρερμηνεία.

Μία θεωρία υποστηρίζει ότι η Έμιλι Ζεράρ είτε διάβασε λάθος είτε κατέγραψε λανθασμένα τη ρουμανική λέξη «nesuferit», η οποία σημαίνει «ενοχλητικός» ή «αφόρητος».
Το Nosferatu είναι επίσης πολύ κοντά στη ελληνική λέξη νοσοφόρος («αυτός που φέρει ασθένεια»), η οποία προτείνεται ως μια ακόμη πιθανή προέλευση του όρου, λόγω των ορθόδοξων χριστιανικών επιρροών στη Ρουμανία.