Είναι πραγματικά η Μαντόνα θύμα ενός ανελέητου ηλικιακού ρατσισμού, ενός θηριώδους μισογυνισμού και σεξισμού, όπως η ίδια καταγγέλλει;
Είναι στ' αλήθεια η Μαντόνα το θύμα μιας υστερικής εποχής με τη νεότητα που δεν συγχωρεί το γήρας σε κανέναν; Υφίσταται όντως, όπως η ίδια διαμαρτύρεται, ένα ανελέητο μπούλινγκ επειδή δεν της συγχωρούν το ότι παραμένει σεξουαλική μετά τα 60;
Η τελευταία της -σοκαριστική ομολογουμένως- εμφάνιση στα Βραβεία Grammy που έβαλε φωτιά στο Twitter, ξεσηκώνοντας ένα τεράστιο κύμα αποτροπιασμού για το πόσο αλλοιωμένο είναι από τις πλαστικές το πρόσωπό της, οδηγεί μοιραία σε μια μεγάλη συζήτηση για τους κοινωνικούς αυτοματισμούς που μπορούν να οδηγήσουν κάποιον, όσο διάσημος ή πλούσιος κι αν είναι, σε ψυχική εξουθένωση.
Κανένας άνθρωπος στον κόσμο δεν μπορεί πραγματικά να πυροβολείται από τον σύγχρονο όχλο των κοινωνικών δικτύων εξαιτίας της εμφάνισής του. Αυτό θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένο, τουλάχιστον αν θέλουμε να πιστεύουμε ότι ζούμε σε έναν πολιτισμένο κόσμο. Οι δημόσιες επιθέσεις για την εμφάνιση οποιουδήποτε, ακόμα κι αν αυτός είναι σταρ, celebrity, δημόσιο πρόσωπο που εκτίθεται, πρέπει να είναι ευπρεπείς, λαμβάνοντας υπόψη ότι στην απέναντι πλευρά είναι ένας άνθρωπος και όχι ένα avatar χωρίς νοημοσύνη και αισθήματα.
Στον αντίποδα όλου αυτού του κύματος απαξίωσης της Μαντόνα, έχει αρχίσει να αναπτύσσεται τόσο από την ίδια όσο και από κάποιες φωνές στον Τύπο και το Διαδίκτυο ένα αφήγημα ότι η Μαντόνα υφίσταται ένα απάνθρωπο και εξουθενωτικό κυνήγι μαγισσών όχι επειδή γερνάει, αλλά επειδή δεν της επιτρέπει η πατριαρχία να απολαμβάνει τη σεξουαλικότητά της μετά τα εξήντα.
Είναι όλο αυτό μια κοινωνιολογική περφόρμανς για το γήρας και τη σεξουαλικότητα μετά τα εξήντα;
Στην εφημερίδα The Guardian η αρθρογράφος του Vanity Fair και συγγραφέας Nancy Jo Sales έγραψε, την περασμένη εβδομάδα, ένα άρθρο για τη σεξιστική λάσπη με την οποία επιτίθεται το κοινό στη Μαντόνα τα τελευταία χρόνια. Σε αυτό το κείμενο η αρθρογράφος ισχυρίζεται πως η Μαντόνα ξέρει πολύ καλά τι κάνει, δεν έχει τρελαθεί, ούτε την έχει βαρέσει το γήρας κατακούτελα παριστάνοντας τη σέξι παιδούλα στα εξήντα. Όταν η σταρ εμφανιζόταν στα instastories του Instagram και στο Tik-Tok με εσώρουχα (ή χωρίς) στο πάτωμα του μπάνιου της να εκτοξεύει σεξουαλικές βωμολοχίες κοιτώντας την κάμερα ηδυπαθώς με χείλη φουσκωμένα από τα fillers, είχε απόλυτη επίγνωση, σύμφωνα με τη Sales, ότι θα δεχτεί κριτική. Προφανώς και γι' αυτό το έκανε. Η πρόκληση είναι μέσα στο DNA του brand Madonna. Αυτό πουλάει όλα αυτά τα χρόνια η σταρ, ούτε τη φωνή της ούτε τη μουσική που παράγει, η οποία σύμφωνα με τη Sales, όσο ωραία κι είναι, ήταν πάντα μέρος ενός επικοινωνιακού πακέτου που βασιζόταν πολύ στο μάρκετινγκ, στη σκηνική παρουσία, στο styling και, φυσικά, στο σεξουαλικό περιεχόμενο με το οποίο προκαλούσε παντρεύοντας το «ανίερο», το αιρετικό, το κολασμένο με το θρησκευτικό στοιχείο...
Είναι γεγονός: Η Μαντόνα, από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στο ΜΤV με τους τεράστιους σταυρούς στο δαντελένιο μπούστο της, πουλούσε το στυλ της υπερσεξουαλικής νεαρής καλόγριας που γυρνά την πλάτη στον συντηρητικό καθολικισμό, βουλιάζοντας με δαιμονική λαχτάρα στη λαγνεία.
Κατά τη Nancy Jo Sales, λοιπόν, η Μαντόνα δεν κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που πάντα έκανε: βγάζει τη γλώσσα στον κομφορμισμό. Περνώντας το φράγμα των εξήντα, η σταρ, σύμφωνα με την αρθρογράφο της εφημερίδας The Guardian, αποφάσισε να στήσει μια περφόρμανς, κάτι σαν κοινωνικό πείραμα, που στόχο έχει να διερευνήσει τι σημαίνει να είσαι σεξουαλικός μπαίνοντας στην τρίτη ηλικία.
Η Sales ισχυρίζεται ότι όλο αυτό το τρελό πράγμα που βλέπουμε να συμβαίνει με τη Μαντόνα τα τελευταία χρόνια δεν είναι απλώς οι συνέπειες ενός ξεμωράματος, ούτε η υστερία μιας γυναίκας που αρνείται να μεγαλώσει, αλλά μια συντονισμένη εκστρατεία μάρκετινγκ σε μια περφόρμανς με θέμα το γήρας και τη σεξουαλικότητα.
Αν πράγματι ισχύει αυτό που λέει η Nancy Jo Sales, όμως, γιατί η Μαντόνα καμώνεται την πληγωμένη, την καταπιεσμένη γυναίκα που ξεσπά ενάντια στην πατριαρχία και τρώει το μπούλινγκ με το κιλό επειδή τολμά να βγάζει γλώσσα προκλητικά στα ταμπού του πατριαρχικού κόσμου; Γιατί ζητάει από το κοινό να τη σεβαστεί;
Η γυμνή αλήθεια πίσω από τα ωραιοποιημένα αφηγήματα
Η πραγματικότητα είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού όσο κι αν προσπαθεί το αφήγημα της κοινωνιολογικής περφόρμανς να την ωραιοποιήσει. Όλο αυτό που βλέπουμε δεν είναι κόνσεπτ, ούτε μάρκετινγκ τρικ, δεν είναι γροθιά στην πατριαρχία, είναι το εντελώς αντίθετο. Είναι το δράμα μιας γυναίκας που όλη της τη ζωή υπηρέτησε το πατριαρχικό πρότυπο ως σεξουαλικό ποπ προϊόν, η οποία γερνώντας ανακαλύπτει σοκαρισμένη ότι δεν έχει πια τι να πουλήσει.
Στο νέο κυνήγι μαγισσών που η ίδια ισχυρίζεται ότι εξαπολύεται εναντίον της, η βασίλισσα της ποπ είναι και το θύμα και ο δήμιος. Αν κάποιος οδηγεί στην πυρά τη Μαντόνα καίγοντας ένα προς ένα όσα μέχρι σήμερα έχει καταφέρει, είναι η ίδια η Μαντόνα.
Ας αναλογιστούμε: Τι είναι αυτό που σοκάρει πραγματικά, αυτή τη στιγμή, στη Μαντόνα; Σοκάρει το ότι διεκδικεί το δικαίωμα να είναι σεξουαλική μετά τα 60 ή το ότι προσπαθεί υστερικά και ματαιόδοξα να γίνει ξανά 25 με αποτυχημένες πλαστικές επεμβάσεις που τη μετατρέπουν σε μάσκα του τρόμου; Γιατί εξαγριώθηκε τόσος κόσμος με την εμφάνισή της στην τελετή απονομής των Βραβείων Grammy; Ο κόσμος θυμώνει επειδή δεν μπορεί να συγχωρήσει μια γυναίκα που μεγαλώνει και δεν παραιτείται από την ηδονή, όπως αναφέρει η αρθρογράφος της Guardian; Ή μήπως για το ακριβώς αντίθετο;
Δεν σοκάρει το γήρας, σοκάρει η ματαιοδοξία
Ο πυρήνας των αντιδράσεων εναντίον της Μαντόνα κρύβεται αλλού. Δεν είναι μπούλινγκ, ούτε ηλικιακός ρατσισμός, ούτε σεξισμός, ούτε μισογυνισμός, όπως η Μαντόνα αρέσκεται να δηλώνει τελευταία, διεκδικώντας και η ίδια το μερίδιό της στη θυματοποίηση που φοριέται τόσο στην εποχή της πολιτικής ορθότητας.
Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς: ο μόνος που πραγματικά κάνει μπούλινγκ, έχει ηλικιακό ρατσισμό, σεξισμό και μισογυνισμό εναντίον της Μαντόνα, είναι η ίδια η Μαντόνα, που χτυπά ανελέητα τον εαυτό της επειδή μεγαλώνει. Αν κάποιος δεν ανέχεται μια ηλικιωμένη βασίλισσα της ποπ με ρυτίδες, χαλάρωση, βλεφαρόπτωση και λοιπές άλλες ενδείξεις γήρατος, είναι πρωτίστως η ίδια η Μαντόνα. Το γεγονός ότι εδώ και πέντε χρόνια η Μαντόνα βλέπει στον καθρέφτη της μια γυναίκα που δεν μοιάζει πια στα παλιότερα βιντεοκλίπ της εξαγριώνει κυρίως την ίδια, και όλες της οι εμφανίσεις, που γίνονται όλο και πιο βίαιες, αμήχανες, εκκεντρικές, θυμωμένες, προκλητικές, δείχνουν ακριβώς αυτό: έναν άνθρωπο που απλώς δεν αντέχει πια τον εαυτό του και τον κανιβαλίζει. Με ένα μπαράζ αποτυχημένων πλαστικών επεμβάσεων που την αλλοιώνουν όλο και πιο πολύ, με φίλτρα και με τρομακτικό μακιγιάζ που την κάνουν να δείχνει σαν σπασμένη πορσελάνινη κούκλα σε b-movie με δαιμονισμένες κούκλες του Σατανά.
Η Μαντόνα πρέπει να αφήσει, επιτέλους, ήσυχο τον εαυτό της, να σταματήσει να τον τιμωρεί επειδή μεγάλωσε, να κάνει ειρήνη με τον ανελέητο χρόνο που δεν αφήνει κανέναν ανέγγιχτο, και να αποδεχθεί η ίδια πρώτη απ' όλους ότι ήρθε η ώρα να εξελιχθεί, να περάσει σε άλλο level, να υπάρχει καλλιτεχνικά από μια άλλη οπτική γωνία.
Όσο συνεχίζει να υποδύεται την 20something αστραφτερή βασίλισσα της ποπ που δεν τη σταματά ούτε ο χρόνος ο αλήτης, ούτε η νέα εποχή που τους σαρώνει όλους, θα συνεχίζει να τρώει δημόσια χαστούκια, να εκθέτει τον εαυτό της σε ταπεινώσεις και εξευτελισμούς, να μοιάζει όλο και πιο πολύ σαν αποτυχημένη προτομή του παλιού εαυτού της.
Η Αναγέννηση της Μαντόνα: Ένα αριστουργηματικό μίνι φιλμ
Αυτό που έχουμε ανάγκη από τη Μαντόνα, το οποίο αναγνωρίζουν τόσο οι φαν της όσο και εκείνοι που την παρακολουθούν και την παραδέχονται παρότι δεν ήταν ποτέ το πολιτιστικό «προϊόν» τους, είναι δημιουργικά πρότζεκτ, ποιοτικές, πιο ψαγμένες δουλειές, όπως το καλογυρισμέμο φιλμ που έκανε με το φωτογραφικό δίδυμο Luigi & Lango για το ιταλικό Vanity Fair.
Έχοντας ως βασική ιδέα την Αναγέννηση, η Μαντόνα φωτογραφήθηκε ως καθολική μαντόνα του Ντα Βίντσι, σε έναν Μυστικό Δείπνο με κοινωνικές, φιλοσοφικές και καλλιτεχνικές προεκτάσεις, δημιουργώντας παράλληλα ένα εντυπωσιακό φιλμ που συνοψίζει τα 40 χρόνια μιας δημιουργικής πορείας. Η γυναίκα-φαινόμενο, που όμοιά της δεν υπήρξε στη σόουμπιζ τον 20ό αιώνα, θα έπρεπε να πάψει να εξευτελίζει και να γελοιοποιεί τον εαυτό της, μένοντας στα δημιουργικά πράγματα, χωρίς να αναλώνεται σε ένα ανελέητο κυνήγι της γενιάς του Tik-Tok που την εξουθενώνει: ψυχικά, σωματικά, καλλιτεχνικά.