Στα θετικά νέα που αφορούν στο remdesivir, το φάρμακο που εγκρίθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες για χορήγηση ενδοφλεβίως μία φορά την ημέρα επί 10 μέρες, σε ασθενείς με κορωνοϊό αναφέρθηκε ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας, κ. Σωτήρης Τσιόδρας.
Όπως εξήγησε ο καθηγητής στην καθιερωμένη ενημέρωση του υπουργείου Υγείας για τον κορωνοϊό, «για κανένα από τα φάρμακα δεν υπάρχει επίσημη έγκριση», αλλά όλα χορηγούνται υπό ειδικές συνθήκες σε όλο τον κόσμο, καθώς φαίνεται ότι κάποια να βοηθούν στην αντιμετώπιση όσων νοσούν από κορωνοιό. Για το συγκεκριμένο σκεύασμα, είπε ότι «υπάρχουν δεδομένα που δείχνουν ότι οι ασθενείς που το λαμβάνουν φαίνεται να αναρρώνουν κατά 30% νωρίτερα».
Ειδικότερα ο κ. Τσιόδρας είπε για το remdesivir: «Είναι πλέον το πρώτο φάρμακο που εγκρίνεται για την αντιμετώπιση της νόσου σε νοσοκομειακό επίπεδο. Ένα φάρμακο που δίνεται ενδοφλέβια, μια φορά την ημέρα για δέκα ημέρες. Η διαφορά ανάμεσα στην επείγουσα σύσταση, που υιοθετήθηκε από τον Αμερικανικό Οργανισμό Φαρμάκων, σε σχέση με την επίσημη έγκριση, αφορά την τρέχουσα επείγουσα κατάσταση της Δημόσιας Υγείας. Αν υπάρξουν περισσότερα θετικά δεδομένα, θα υπάρξει και επίσημη έγκριση. Για κανένα από τα τρέχοντα φάρμακα δεν υπάρχει επίσημη έγκριση. Έτσι, με αυτή την έγκριση, το φάρμακο θα μπορεί να χορηγηθεί σε ενήλικες ή παιδιά που νοσηλεύονται με σοβαρή μορφή της νόσου, όπως χαμηλό οξυγόνο αίματος, ανάγκη για οξυγονοθεραπεία ή μηχανικός αερισμός με αναπνευστήρα. Το φάρμακο, όπως σας είπα προχτές, φαίνεται να βοηθάει κάποιους ασθενείς να αναρρώνουν ταχύτερα, κατά περίπου 30% ή περίπου 4 ημέρες, σε μια μελέτη 1.063 ατόμων στην οποία συμμετείχαν και τέσσερα κέντρα στην Ελλάδα».
Για την βιταμίνη D
Αναφορά έκανε, τέλος, ο κύριος Τσιόδρας και σε άλλη μελέτη για τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D που βρέθηκαν σε όσους νοσούν βαρύτερα από τον κορωνοϊό. Όπως είπε, οι άνθρωποι «μπορούν να ελέγξουν τα επίπεδα βιταμίνης D τώρα που επιστρέφουμε στην κανονικότητα» και προσέθεσε ότι «τα σωστά επίπεδα της βιταμίνης αυτής βοηθούν σε πολλές παραμέτρους των ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού».
Ευρήματα μελετών δείχνουν ότι «χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D – και υπάρχουν συγκεκριμένα επίπεδα που οριοθετούν αυτήν την ανεπάρκεια έλλειψης βιταμίνης D – σχετίζονται με βαρύτερη νόσο» και ότι η βιταμίνη D «παίζει κάποιο ρόλο στην άμυνα του οργανισμού έναντι των ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού. Εγώ θεωρώ ότι είναι σημαντικό σε μία χώρα που έχει ηλιοφάνεια να έχουμε επαρκή ηλιοφάνεια, αλλά και ελλείψει τροφής, ιδιαίτερα όσο περνάει η ηλικία, γιατί οι ηλικιωμένοι έχουν περισσότεροι έλλειψη βιταμίνης D, επαρκών ποσοτήτων βιταμίνης D στον οργανισμό, και για άλλους λόγους που αφορούν τα οστά και πέραν της άμυνας μας εναντίον των λοιμώξεων».
Πάντως, διευκρίνισε ότι με την άρση των μέτρων, οι πολίτες μπορούν να ελέγξουν την πιθανότητα χορήγησης της συγκεκριμένης βιταμίνης.
Για υπέρταση και κορωνοϊό
Καθησυχαστικός ήταν ο κ. Τσιόδρας όσον αφορά στους υπερτασικούς. Όπως είπε, τα φάρμακα που συνήθως χρησιμοποιούνται, «δεν φαίνεται να αυξάνουν την ευαισθησία στη μόλυνση από τον κορωνοϊό ή να αυξάνουν τον κίνδυνο να αρρωστήσει κανείς σοβαρά με την ασθένεια, σύμφωνα με τρεις μεγάλες μελέτες οι οποίες δημοσιεύτηκαν εχθές στο υψηλής επιστημονικής απήχησης περιοδικό New England Journal of Medicine, ένα από τα καλύτερα ιατρικά περιοδικά στον κόσμο».
Σύμφωνα με τον καθηγητή, τα ευρήματα είναι σημαντικά, καθώς πολλοί ασθενείς ρωτούσαν αν έπρεπε να σταματήσουν τα φάρμακα κατά της υπέρτασης. «Έχουν ιδιαίτερη σημασία, γιατί από επιστημονικούς κύκλους φαίνεται πως το απαγορευτικό, το περίφημο lockdown, είχε οδηγήσει σε αύξηση των επεισοδίων αρτηριακής υπέρτασης, δηλαδή πίεσης όπως την ξέρει ο κόσμος, ίσως από το στρες, ίσως από τη λιγότερη φυσική άσκηση ή τις διαφορετικές διατροφικές συνήθειες», πρόσθεσε.