Οι τελευταίες εξελίξεις στη διακαθετηριακή εμφύτευση αορτικής βαλβίδας (TAVI) παρουσιάστηκαν στο 10ο Πανελλήνιο Συνέδριο Επεμβατικής Καρδιολογίας.
Το Cardioact 2024 που διοργανώνει από χθες έως και αύριο στην Αθήνα, η Α΄ Καρδιολογική Κλινική και το Ομώνυμο Εργαστήριο της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Κλινικής & Πειραματικής Μελέτης Καρδιαγγειακού Συστήματος. Ο καθηγητής Καρδιολογίας, υπεύθυνος Iατρείου δομικών καρδιοπαθειών και Καρδιο-ογκολογίας, στην Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του Ιπποκρατείου και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας Κώσταντίνος Τούτουζας, μίλησε στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή της Τάνιας Μαντουβάλου «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» για τα πλεονεκτήματα των νέων τεχνολογιών, όσον αφορά την αντιμετώπιση της στένωσης αορτικής βαλβίδας, που αποτελεί την πιο συχνή βαλβιδοπάθεια, ειδικά σε ηλικιωμένους.
Πρόκειται για νόσο φθοράς, όπως είπε, επισημαίνοντας μάλιστα ότι αν ζούσαμε έως τα 120, θα παθαίναμε όλοι στένωση αορτής. Η αορτική στένωση παρουσιάζεται όταν η κεντρική βαλβίδα που έχουμε στην καρδιά μας αρχίζει και ασβεστώνεται, σαν μία πόρτα που με τον καιρό σκουριάζει και δεν μπορεί να ανοίξει καλά. Έτσι από ένα σημείο και μετά το αίμα δεν μπορεί να βγει εύκολα και να τροφοδοτήσει τον υπόλοιπο οργανισμό, οπότε και αρχίζουν τα προβλήματα, εξηγεί ο καθηγητής.
Ενδείξεις για νεότερες ηλικίες και περιστατικά πιο χαμηλού κινδύνου
«Μέχρι πριν 10-15 χρόνια η λύση ήταν χειρουργική επέμβαση ανοιχτής καρδιάς για αντικατάσταση της πάσχουσας βαλβίδας. Μία μέθοδος απαιτητική με παρατεταμένη περίοδο αποκατάστασης για τον ασθενή. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, έχουμε στη διάθεση μας τη μέθοδο TAVI, μία ελάχιστα επεμβατική διαδικασία, με την οποία μία βαλβίδα εισάγεται μέσω καθετήρα και τοποθετείται στην πάσχουσα βαλβίδα.
Πλέον, μπορούμε με κάποιες καινούργιες βαλβίδες, με ειδικά markers (σημάδια) αλλά και καινούργιες τεχνικές που μας επιτρέπουν εύκολη, γρήγορη και ακριβή τοποθέτηση, να εφαρμόζουμε τη μέθοδο με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από ό,τι παλαιότερα, κι αυτό το δείξαμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο συνέδριο μας». Σύμφωνα με τον καθηγητή, μέχρι πρόσφατα η μέθοδος εφαρμοζόταν μόνο σε πολύ ηλικιωμένους ανθρώπους που δεν επιτρεπόταν να μπουν χειρουργείο. Τώρα, πλέον, οι ενδείξεις διευρύνονται και βάσει μελετών από το 2019 και μετά, η μέθοδος ενδείκνυται σε πιο μικρές ηλικίες, καθώς επίσης και σε περιστατικά πιο χαμηλού κινδύνου.
Μειώθηκε σημαντικά η ανάγκη για τοποθέτηση βηματοδότη
«Στις περιπτώσεις πιο νέων ανθρώπων, μας ενδιαφέρει να είναι τέλεια η εμφύτευση, έτσι ώστε 1. να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα και 2. Να αποφύγουμε να βάλουμε βηματοδότη. Όταν ξεκινήσαμε να κάνουμε TAVI, πριν από 15 χρόνια, η εμφύτευση βηματοδότη ήταν κοντά στο 25%, τώρα έχει πάει στο 15-17% και ελπίζουμε ότι η ανάγκη για τοποθέτηση βηματοδότη, με τη νέα αυτή τεχνολογία να είναι κάτω από 10%». Αξίζει να αναφερθεί ότι η TAVI έχει πλέον εξελιχθεί στη βασική θεραπευτική μέθοδο για τη στένωση της αορτικής βαλβίδας, με περισσότερες από 450.000 διακαθετηριακές εμφυτεύσεις παγκοσμίως. «Προ δεκαετίας στη χώρα μας γινόντουσαν γύρω στις 300-400 τέτοιες επεμβάσεις το χρόνο, τώρα γίνονται περίπου 1500. Πλέον έχουμε μεγάλη εμπειρία και πολλά κέντρα, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα στα οποία διενεργείται η επέμβαση αυτή», καταλήγει ο καθηγητής Καρδιολογίας Κωσταντίνος Τούτουζας .
ΑΠΕ-ΜΠΕ