Η γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών ποικίλλει σημαντικά. Κάποια μπορούν να προφέρουν ολόκληρες λέξεις στους 10 μήνες, ενώ άλλα ξεκινούν στα 2 τους χρόνια.
Μερικά αρχικά λένε μόνο μεμονωμένες λέξεις, άλλα ολόκληρες προτάσεις. Κάποια προφέρουν σωστά τις λέξεις από την αρχή, ενώ άλλα χρειάζονται περισσότερο χρόνο εξάσκησης.
«Αυτό οφείλεται εν μέρει στη γενετική. Όλοι έχουμε διαφορετικά ταλέντα. Το ίδιο ισχύει και για την εκμάθηση της ομιλίας. Ξεκινάμε να μιλάμε με διαφορετικούς ρυθμούς και επίπεδα ικανότητας», εξηγεί ο Δρ. Rainer Beck, ειδικός για διαταραχές λόγου, φωνής και ακοής στα παιδιά στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Φράιμπουργκ.
Σημαντικό ορόσημο: Η «έκρηξη λεξιλογίου»
Ένα πρώτο ορόσημο επιτυγχάνεται όταν το παιδί μπορεί να προφέρει περίπου 50 διαφορετικές λέξεις, κάτι που ελέγχεται μέχρι το τέλος του δεύτερου έτους ζωής. Όταν το παιδί αποκτήσει εμπειρία στη χρήση τους, συνήθως αρχίζει να τις συνδυάζει σε προτάσεις δύο λέξεων, όπως «μαμά μπάλα».
Με αυτούς τους συνδυασμούς ξεκινά η λεγόμενη «έκρηξη λεξιλογίου». Όπως επισημαίνει ο Beck: «Τα παιδιά ξαφνικά μαθαίνουν πολλές νέες λέξεις μέσα σε λίγες εβδομάδες ή μήνες, σε βαθμό που δεν μπορούν πλέον να μετρηθούν. Όταν συμβαίνει αυτό, είναι ένδειξη ότι όλα πηγαίνουν καλά». Η προφορά μπορεί να είναι ακόμα ασαφής ή οι λέξεις μπορεί να αρθρώνονται με απλοποιημένο τρόπο. Το πόσο καλά τηρούνται οι γραμματικοί κανόνες και πώς είναι η προφορά μπορεί να εκτιμηθεί μόνο σε παιδιά από την ηλικία των τριών ετών, εξηγεί ο Beck.
Late-Talker ή διαταραχή λόγου;
Περίπου το 15% των παιδιών δεν πετυχαίνουν αυτό το στόχο και μιλούν λιγότερες από 50 λέξεις στο τέλος του δεύτερου έτους. Αντί να ονομάζουν αντικείμενα, δείχνουν με το δάχτυλο ή χρησιμοποιούν χειρονομίες και ήχους. Αυτά τα παιδιά χαρακτηρίζονται ως «late-talkers» (παιδιά με καθυστερημένη έναρξη ομιλίας).
Οι «late-talkers» δεν έχουν κάποια διαταραχή, απλώς μαθαίνουν πιο αργά από το φυσιολογικό. Μερικές φορές αυτά τα παιδιά χρειάζονται μήνες για να μάθουν μια νέα λέξη, ακόμα κι αν οι γονείς τους τα ενθαρρύνουν πολύ. Αυτό αναφέρεται ως καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη: «Ως late-talkers θεωρούνται εκείνα τα παιδιά που έχουν τη δυνατότητα να επανέλθουν στην κανονική αναπτυξιακή πορεία μέχρι το τέλος του τρίτου έτους της ζωής τους. Και τα περισσότερα το καταφέρνουν κιόλας», εξηγεί ο Rainer Beck Σύμφωνα με τη Γερμανική Ομοσπονδία Λογοθεραπείας, ένα στα τρία παιδιά καλύπτει αυτή την καθυστέρηση και μιλά φυσιολογικά μετά τα τρία του χρόνια.
Εάν δεν καλύψουν την καθυστέρηση, τότε μιλάμε για διαταραχή ανάπτυξης λόγου, η οποία επηρεάζει περίπου το 8% των παιδιών προσχολικής ηλικίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ειδικοί συστήνουν περιορισμό της έκθεσης σε οθόνες πριν τα τρία έτη, καθώς έχει παρατηρηθεί θετική επίδραση στη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών όταν μειώνεται ο χρόνος μπροστά στις οθόνες.