Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την υγεία, τόσο λειτουργικά όσο και ογκολογικά, και αποτελεί μια συνεχώς αυξανόμενη κοινωνικοοικονομική επιβάρυνση.
Είναι πλέον ο έκτος πιο κοινός τύπος καρκίνου στις ΗΠΑ και ο δέκατος πιο συχνός καρκίνος στον κόσμο, με τη συχνότητά του να αυξάνεται σταθερά παγκοσμίως κάθε χρόνο.
Όσον αφορά τις χειρουργικές θεραπείες, η ριζική κυστεκτομή με αφαίρεση πυελικών λεμφαδένων θεωρείται η χρυσή επιλογή για τον μυοδιηθητικό καρκίνο της ουροδόχου κύστης, ωστόσο, λόγω της αναπόφευκτα εκτεταμένης χειρουργικής φύσης της και της υψηλής συχνότητας πολλαπλών συνοσηροτήτων μεταξύ των ασθενών, σχετίζεται με υψηλά ποσοστά περιεγχειρητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας. Οι ελάχιστα επεμβατικές χειρουργικές τεχνικές έχουν κερδίσει δημοτικότητα σε διάφορους τομείς λόγω της δυνατότητάς τους να μειώνουν τη χειρουργική νοσηρότητα και να συντομεύουν τη διάρκεια παραμονής στο νοσοκομείο. Ειδικότερα, η ρομποτικά υποβοηθούμενη ριζική κυστεκτομή, από την εισαγωγή της το 2003, αποτελεί επιλογή με στόχο τη βελτίωση των περιεγχειρητικών αποτελεσμάτων και της επιβίωσης.
Που βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα;
Όσον αφορά τα ογκολογικά αποτελέσματα, η ρομποτική έναντι της ανοιχτής προσέγγισης, πρόσφατα στη μεγαλύτερη συγκριτική ανάλυση χρησιμοποιώντας δεδομένα από το Σουηδικό Εθνικό Μητρώο καρκίνου της ουροδόχου κύστης, συσχετίστηκε με υψηλότερη απόδοση στην αφαίρεση λεμφαδένων στοιχείο, που σχετίζεται άμεσα με την ογκολογική αποτελεσματικότητα της επέμβασης.
Η ριζική κυστεκτομή λόγω της αναπόφευκτα εκτεταμένης χειρουργικής φύσης της εμφανίζει συχνά περί και μετεγχειρητικά μεταβολικές, λοιμώδεις, ουρογεννητικές και γαστρεντερικές επιπλοκές, που αναγνωρίζονται ως κύριες αιτίες επανεισαγωγής και παρουσιάζονται συχνότερα τις δύο πρώτες εβδομάδες μετά την έξοδο από το νοσοκομείο.
Σχετικά λοιπόν με τα περί- και μετεγχειρητικά αποτελέσματα μια πρόσφατη τυχαιοποιημένη μελέτη από το Ην. Βασίλειο κατέδειξε ότι η ομάδα της ρομποτικής κυστεκτομής σε σύγκριση με την ανοιχτή, παρουσίασε σημαντική αύξηση στις ημέρες εκτός νοσοκομείου κατά τις μετεγχειρητικές 90 ημέρες, λιγότερες θρομβοεμβολικές επιπλοκές (1,9% έναντι 8,3%,) και επιπλοκές τραύματος (5,6% έναντι 16,0%), συσχετίστηκε με χαμηλότερη εκτιμώμενη απώλεια αίματος (150 mL έναντι 700 mL) και χαμηλότερο κίνδυνο επιπλοκών Clavien–Dindo βαθμού III ή υψηλότερου.
Οι ασθενείς με καρκίνο της ουροδόχου κύστης είναι συνήθως ηλικιωμένοι, έχουν χαμηλότερη λειτουργική ικανότητα και έχουν πολλαπλές συνοσηρότητες. Έτσι, η ανάκτηση της ποιότητας ζωής μετά από ριζική κυστεκτομή είναι ένα κρίσιμο ζήτημα στον τομέα της ουρολογίας.
Η ρομποτική χειρουργική προσφέρει αναμφίβολα τα οφέλη της λιγότερης νοσηρότητας, της μικρότερης παραμονής στο νοσοκομείο, της ταχύτερης ανάρρωσης και των λιγότερων αναλγητικών απαιτήσεων για ναρκωτικά, τα οποία όλα συμβάλλουν στην αύξηση της ποιότητας ζωής του ασθενούς.
Η ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την υγεία και η λειτουργική ικανότητα αποδείχθηκε ανώτερη σε όρους πρώιμης αποκατάστασης και σωματικής ευεξίας μετά από ρομποτική κυστεκτομή σε σύγκριση με την ανοιχτή.
Συμπερασματικά
Με τα σημερινά δεδομένα, η ρομποτικά υποβοηθούμενη ριζική κυστεκτομή λόγω καρκίνου ουροδόχου κύστεως σε σύγκριση με την ανοιχτή σχετίζεται με χαμηλότερη εκτιμώμενη απώλεια αίματος, χαμηλότερα ποσοστά διεγχειρητικής μετάγγισης, μικρότερο χρόνο νοσηλείας, χαμηλότερο κίνδυνο μετεγχειρητικών μεγάλων επιπλοκών και χαμηλότερα ποσοστά επανεισαγωγής εντός 90 ημερών. Όσον αφορά την ποιότητα ζωής, η ρομποτική ήταν ανώτερη από ορισμένες απόψεις σε όρους πρώιμης αποκατάστασης της υγείας και της σωματικής ευεξίας.
Γράφει o
Βασίλειος Μυγδάλης
Ουρολόγος – Ρομποτικός Χειρουργός
Διευθυντής Α΄ Ουρολογικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ