Τραύμα ορίζεται ως η ψυχοσωματική αντίδραση σε ένα τρομακτικό γεγονός που μπορεί να προκύψει σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή στη ζωή ενός ανθρώπου.
Το γεγονός αυτό, εάν δεν αντιμετωπιστεί, προκαλεί μια τέτοια μακροχρόνια αντίδραση στον άνθρωπο που το βίωσε, που κατακλύζει το σώμα, το πνεύμα και το κεντρικό νευρικό του σύστημα σε βαθμό που το άτομο δεν μπορεί πλέον να αφομοιώσει και να ενσωματώσει τις εμπειρίες της καθημερινής ζωής στην γενικότερη εικόνα του Εαυτού και έτσι νιώθει ασύνδετος εσωτερικα αλλά και εξωτερικά. Αυτό συμβαίνει γιατί μετά από τις νέες έρευνες των νευροεπιστημών, είμαστε πλέον σε θέση να γνωρίζουμε ότι το τραύμα επηρεάζει ολόκληρο τον ανθρώπινο οργανισμό, αναφέρει μιλώντας στο iefimerida η ψυχοθεραπεύτρια Δέσποινα Πλουσίου που ειδικεύεται στην αντιμετώπιση του Ψυχικού Τραύματος PTSD, C-PTSD.
Η μελέτη για το ψυχικό τραύμα
Η μελέτη CDC-Kaiser Permanente δυσμενών παιδικών εμπειριών (ACE’s), που έγινε το 1995, ήταν μια πρωτοποριακή μελέτη που διερεύνησε τον αντίκτυπο της παιδικής κακοποίησης, παραμέλησης και οικογενειακής δυσλειτουργίας σε μελλοντικά προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας σε περισσότερους από 17.000 ενήλικες.
Τα αποτελέσματα της μελέτης ήταν κρίσιμα στην κατανόηση του μεγέθους των καταστροφικών συνεπειών του Παιδικού Τραύματος καθ’ όλη τη διάρκεια του μέλλοντος και της ενήλικης ζωής.
Από τη μελέτη αυτή, μάθαμε περισσότερα όχι μόνο για τις ψυχολογικές επιπτώσεις των δυσμενών παιδικών εμπειριών στο νεαρό εγκέφαλο, αλλά και για τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές στην υγεία που μπορεί να προέλθουν από την επαναλαμβανόμενη έκθεση σε κακοποιητικές εμπειρίες.
Η μελέτη έδειξε ισχυρή σύνδεση μεταξύ δυσμενών παιδικών εμπειριών (ACEs) και μελλοντικών συμπεριφορών όπως βία, θυματοποίηση, εθισμό, καθώς επίσης και σωματικών καταστροφικών συνεπειών, όπως φθίνουσα υγεία, χρόνιες ασθένειες, έως και χαμηλό προσδόκιμο ζωής. Αυτή η έρευνα βοήθησε την ψυχολογική κοινότητα να αποκτήσει μια καινούργια κατανόηση σε σχέση με το τραύμα και να διαχωρίσει την Μετατραυματική Διαταραχή (PTSD) από αυτό που πλέον ονομάζουμε Πολύπλοκη Τραυματική Διαταραχή (C-PTSD)
Πολύπλοκο Τραυμα, Σύνθετη Μετατραυματική Διαταραχή (C-PTSD), είναι η πολυεπίπεδη νευρολογική τραυματική αντίδραση στη ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΑ ΕΚΘΕΣΗ σε υπερβολικό στρες που έχει προκληθεί από ΑΛΛΕΠΑΛΗΛΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ.
Οι κακοποιητικές αυτές εμπειρίες παγώνουν στον χρόνο και κατά τη διάρκεια της μετέπειτα ενήλικης ζωής καθιστούν τον άνθρωπο συγκλονισμένο, αβοήθητο και ακινητοποιημένο σε σωματικό, κοινωνικό, επαγγελματικό και διαπροσωπικο επίπεδο.
Μερικά από τα συμπτώματα του C-PTSD είναι παρόμοια με αυτά της οριακής διαταραχής προσωπικότητας (BPD) κατι που ακόμα δεν γνωρίζουν όλοι οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, διότι το C-PTSD δεν έχει ενταχθεί ακόμα στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, DSM) της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρίας. Ως αποτέλεσμα, μερικοί άνθρωποι λαμβάνουν μια διάγνωση BPD ή μια άλλη διάγνωση διαταραχής προσωπικότητας, όταν κάτω από αυτά τα συμπτώματα υπάρχει ένα βαρύ παρελθόν τραύματος.
Η κοινωνική και προσωπική ευαισθητοποίηση και ενημέρωση σε αυτό το πολύ σοβαρό θέμα είναι μείζονος σημασίας διότι αφορά ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ενήλικες που παλεύουν να διατηρηθούν λειτουργικοί, αξιοπρεπείς και ενταγμένοι, ενώ υποφέρουν χρόνια από επώδυνα ψυχικά συμπτώματα που έχουν μείνει αδιάγνωστα, ενοχοποιημένα, περιθωριοποιημένα και επιβαρυμένα με λανθασμένες ψυχιατρικές διαγνώσεις και αγωγές.
Το Σύνθετο τραύμα προκαλεί αφόρητο ψυχικό πόνο και άγχος. Αφού αφορά τις συσσωρευτικές στρεσογόνες παιδικές εμπειρίες και τις ανεκπλήρωτες παιδικές ανάγκες, μπορεί να καταλήξει να προκαλέσει καταστροφικές συνέπειες στην ανάπτυξη των παιδιών και να οδηγήσει σε ένα δυσμενές, για αυτά, μέλλον.
Το σύνθετο τραύμα, είναι σύνηθες μεταξύ των ανθρώπων που έρχονται να μας δουν για ψυχοθεραπεία. Οπως είπαμε, η προέλευσή του έγκειται στις πιο σημαντικές πρώιμες σχέσεις μας. Τις γονεικές.
Το σύνθετο τραύμα
Στον πυρήνα του σύνθετου τραύματος, βρίσκουμε τις σχεσιακές πληγές της πρώιμης παραμέλησης, εγκατάλειψης ή κακοποίησης. Αυτές οι πληγές, επανεμφανίζονται στη ζωή ενός ενήλικου πλέον ατόμου, ως επαναλαμβανόμενα, δυσπροσαρμοστικά πρότυπα στις κοινωνικές. Χαρακτηριστικά όμως εμφανίζονται έντονα στις πιο προσωπικές του σχέσεις ή/και ως εθιστικές συμπεριφορές που προσπαθούν να παρέχουν προσωρινή αυτο-καταπραϋντική δράση για ένα υπερβολικά ενεργοποιημένο νευρικό σύστημα. Αυτές οι πληγές «απενεργοποιούν» την περιοχή του εγκεφάλου που επικοινωνεί με τη φυσική, συχνα μη λεκτική, ενσωματωμένη αίσθηση που έχει κάποιος όταν νιώθει ζωντανός, μέρος της ροής και άρα λειτουργικός.
Το σύνθετο τραύμα συνδέεται επίσης με την ανασφαλή προσκόλληση, το άγχος, την κατάθλιψη, τη ντροπή, το μούδιασμα, τον φόβο των αναμνήσεων και τη αποκόλληση από την πραγματικότητα.
Τα άτομα με σύνθετο τραύμα δεν αισθάνονται ασφαλείς. Στον πυρήνα της ύπαρξής τους υπάρχει μια βαθιά έλλειψη εμπιστοσύνης στον κόσμο. Βλέπουν τον κόσμο όχι ως ουσιαστικά καλοπροαίρετο, αλλά ως συνεχώς απειλητικό.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι παιδικες τραυματικές μνήμες μπορεί να προκύψουν χωρίς προειδοποίηση, να τρομάξουν το σώμα και να φέρουν συναισθήματα ακατανόητου και καταιγιστικού φόβου, θυμού, ντροπής ή/και θλίψης.
Η έντονη δυσφορία του ατόμου συνεχίζεται όταν αυτά τα συναισθήματα δεν αναγνωρίζονται ως μνήμες, επειδή οι πληγές του σύνθετου τραύματος κρύβονται στο σώμα ως σιωπηρά, παγωμένα, σωματοαισθητικά και συναισθηματικά θραύσματα εμπειρίας. Όταν ενεργοποιούνται, προκαλούν έντονο φόβο στο μυαλό και το σώμα που μοιάζει να προέρχεται από φαινομενικά μικρά ή και αβλαβή ερεθίσματα του περιβάλλοντος.
Οι αισθήσεις της τραυματικής μνήμης επαναλαμβάνονται υποσεινηδητα ξανά και ξανά μέσω του ευαισθητοποιημένου νευρικού συστήματος.
Η διάσπαση και η αποκόλληση από την πραγματικότητα είναι επίσης μια παράπλευρη συνέπεια του σύνθετου τραύματος. Τη στιγμή ενός μεγάλου ή μικρού τραυματικού γεγονότος, η αίσθηση της ασφάλειας και της συνεκτικής αυτο-εμπειρίας μπορεί να καταρρεύσει. Οταν οι παλιές αυτές πληγες πυροδοτούνται στο παρόν από κάποιο ερέθισμα, ο άνθρωπος βιώνει ξανά αυτή την αποκόλληση. Η αίσθηση, η εικόνα, η συμπεριφορά (συμπεριλαμβανομένης της στάσης του σώματος), επηρεάζουν και το νόημα που δίνουμε στα εξωτερικά ερεθίσματα και έτσι αυτά διαχωρίζονται μεταξύ τους χωρίς ο άνθρωπος να έχει την ικανότητα σύνθεσης της εμπειρίας του στο τώρα και στο τότε.
Μνήμες, τραύματα, συνειδητό
Οι μνήμες διαχωρίζονται σε θραύσματα και παραμένουν σε αυτή την ασύνδετη εσωτερική κατάσταση. Αυτός ο ψυχικός κατακερματισμός μπορεί να αποκαλυφθεί στο “φλατ” συναίσθημα του ανθρώπου, την αίσθηση ότι είναι «αλλού», «αφηρημένος», ψυχικά «απόν», αποπροσανατολισμένος στο χρόνο ή στο χώρο.
Όταν ο τραυματισμένος άνθρωπος καταφέρει να επαναφέρει και να εντάξει τις τραυματικές του μνήμες ως υπάρχουσες στο συνειδητό του, έτσι ώστε οι μνημες αυτες να γίνουν αποδέκτες στο παρόν από τον ενήλικο εαυτό, το άτομο γίνεται στο εδώ και τώρα μάρτυρας της τότε εμπειρίας του. Αποκτά ενσυναίσθηση και συμπόνια προς τα κατακερματισμένα τραυματισμένα κομμάτια του, προς τον πόνο και την ντροπή του. Τοτε μόνο επερχεται η θεραπεία αυτών των εμπειριών και άρα όλου του συστήματος. Όταν αυτά τα πονεμένα κομμάτια φύγουν από την εξορία του σκοτεινού υποσυνειδήτου και καταφέρουν να ενσωματωθούν επιτυχώς ως συνδεδεμένα και αδιασπαστα μέρη του Εαυτου μας, στον πυρήνα του συνειδητού εαυτού που ζει στο παρόν και όχι στο παρελθόν.
Αυτή είναι μια διαδικασία που πιθανώς επιτυγχάνεται μέσα στα πλαίσια μιας ασφαλους ψυχοθεραπευτικής σχέσης.
Στη θεραπεία, ο κύριος στόχος μας είναι να επανενώσουμε αυτές τις ξεχωριστές, αλλά συναφείς πτυχές του εαυτού σε ένα συνεκτικό σύνολο, δημιουργώντας ή αποκαθιστώντας έτσι την υγιή λειτουργία και επαναφέροντας το αίσθημα της ανθεκτικότητας και της ζωντάνιας στον άνθρωπο.
Η ενοποίηση σωματος, πνευματος και συναισθηματος σε μια εμπειρία που βιώνεται από τον άνθρωπο συλλογικά και ταυτόχρονα στο παρόν, είναι η θεραπεία του τραυματισμένου μας εαυτού.
Τα πρόσφατα δεδομένα νευροεπιστημονικών ερευνών προειδοποιούν ότι η ενημέρωση, η πρόληψη και η αποτελεσματική αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του C-PTSD, αποτελεί άμεση και επιτακτική κοινωνική ανάγκη.
Η Δέσποινα Πλουσίου είναι Ψυχοθεραπεύτρια και ειδικεύεται στην αντιμετώπιση του Ψυχικού Τραύματος PTSD, C-PTSD.
Σπούδασε Ψυχολογία και Κοινωνιολογία στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο La Verne και ειδικεύτηκε στην Οικογενειακή Θεραπεία και στην Θεραπεία Ζεύγους σε μεταπτυχιακό επίπεδο στο Πανεπιστήμιο Hofstra στην Νέα Υόρκη των Ηνωμένων Πολιτειών. Έχει ολοκληρώσει το πενταετές πρόγραμμα θεωρητικής και κλινικής εκπαίδευσης στη Συστημική Ψυχοθεραπεία στο Ινστιτούτο Έρευνας του Bert Hellinger και είναι επίσης ειδικευμένη στην πρωτοποριακή μέθοδο τραυματοθεραπείας EMDR (απευαισθητοποίηση και επανεπεξεργασία μέσω οφθαλμικών κινήσεων).
Η θεραπευτική της προσέγγιση στην αντιμετώπιση του ψυχικού τραύματος περιλαμβάνει την γνωστή κλινική μέθοδο ύπνωσης του Milton Erickson καθώς νέες και δραστικές μεθόδους, όπως polyvagal theory, IFS therapy (internal family systems), Sand Tray Therapy και Embodiment and Mindfulness Practices (πρακτικές ενσωμάτωσης και ενσυνειδητότητας).
Έχει εργαστεί ως ψυχοθεραπεύτρια σε ψυχιατρικές κλινικές, σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία στη Νέα Υόρκη και στην Αθήνα, καθώς και ως επόπτρια ψυχικής υγείας στο κέντρο υποστήριξης κακοποιημένων γυναικών της Αρχιεπισκοπής της Νέα Υόρκης και στο πρόγραμμα ψυχοκοινωνικής υποστήριξης παιδιού και οικογένειας HANAC της Νέας Υόρκης, σε συνεργασία με το πρόγραμμα προστασίας του παιδιού (ACS) του δήμου της Νεας Υορκης.
Έχει συνεργαστεί με ερευνητικά προγράμματα, εκδοτικούς οίκους, δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, έχει συμμετάσχει ως ομιλήτρια σε συνέδρια και ημερίδες στην Ελλαδα και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Από το 2004 εργάζεται ιδιωτικά στο γραφείο της στη Βούλα Αττικής, προσφέροντας τραυματοθεραπεία, οικογενειακή θεραπεία, ψυχολογική υποστήριξη και συμβουλευτική σε ενήλικες, γονείς και παιδιά. Επίσης συντονίζει ομάδες αυτογνωσίας και σχολές γονέων σε συνεργασία με ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς.