Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η επιστημονική κοινότητα έχει καταφέρει σημαντικές επιδόσεις όσον αφορά στην εξέλιξη και βελτίωση των θεραπευτικών επιλογών, που διαθέτουν οι θεράποντες ιατροί για την αντιμετώπιση και διαχείριση των αυτοάνοσων νοσημάτων. Πλέον οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα, όπως η ψωρίαση αλλά και η ψωριασική αρθρίτιδα, μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση της υγείας τους και την ποιότητα ζωής τους.
Αρκεί βέβαια να συζητήσουν με τον ειδικό γιατρό, να του περιγράψουν ακριβώς τα συμπτώματα που εμφανίζουν και μέσω αυτής της αμφίδρομης επαφής να καταλήξουν στην καταλληλότερη αγωγή.
Η ψωριασική αρθρίτιδα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης ρευματική πάθηση, η οποία προσβάλλει το 10-40% των ασθενών που έχουν διαγνωστεί με ψωρίαση. Πληθώρα μελετών καταδεικνύουν πως χωρίς την κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση, η νόσος μπορεί να προκαλέσει σημαντικές βλάβες καθώς και μόνιμες μη αναστέψιμες παραμορφώσεις στις αρθρώσεις, προκαλώντας έντονα προβλήματα στη λειτουργικότητα αλλά και το ψυχισμό των ασθενών.
Σήμερα, μέσω των εξελιγμένων θεραπευτικών δυνατοτήτων που διαθέτουν στη φαρέτρα τους οι ειδικοί γιατροί, δηλαδή οι ρευματολόγοι και ειδικά με την προϋπόθεση της έγκαιρης διάγνωσης και της άμεσης πρόσβασης στην κατάλληλη αγωγή, μπορεί να επιτευχθεί ύφεση της νόσου, δηλαδή να περιοριστούν ή και να εκμηδενιστούν τα συμπτώματα, εξασφαλίζοντας μία φυσιολογική καθημερινότητα.
Πέρα όμως από την έγκαιρη διάγνωση και την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, ο ασθενής θα πρέπει να είναι αποφασισμένος να συζητήσει το πρόβλημα που βιώνει, να περιγράψει με τακτικότητα τα συμπτώματα που εμφανίζει και φυσικά να αναφέρει το πώς αισθάνεται. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το άτομο που ζει με ψωριασική αρθρίτιδα να μην έχει ενδοιασμούς όταν αναφέρεται στη νόσο του. Να μην θεωρεί ότι φέρει κάποιο στίγμα και ειδικά να μην κρύψει το σωματικό ή ψυχικό πόνο που αισθάνεται ακόμη και αν λαμβάνει θεραπεία.
Η συγκεκριμένη αναφορά γίνεται καθώς πρόσφατη έρευνα επιβεβαίωσε τις εκτιμήσεις της επιστημονικής κοινότητας ότι οι 9 στους 10 ασθενείς αναφέρουν ότι η ψωριασική αρθρίτιδα επηρεάζει αρνητικά τη συναισθηματική και τη ψυχική τους ευημερία.
Την ίδια στιγμή έντονες διαπιστώνονται οι επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή των ασθενών, με 3 στους 4 να αναφέρουν ότι η νόσος έχει επηρεάσει αρνητικά τη σχέση με τους φίλους και την οικογένειά τους και μάλιστα οι μισοί αναγκάζονται να απέχουν από κοινωνικές δραστηριότητες. Επίσης η κατάσταση της υγείας τους οδήγησε το 58% των νοσούντων στο να πάψουν να συμμετέχουν σε αθλητικές ή ψυχαγωγικές δραστηριότητες.
Αντίστοιχα σοβαρές είναι και οι επιπτώσεις στην επαγγελματική δραστηριότητα των ασθενών και συγκεκριμένα 3 στους 4 αναφέρουν ότι η ασθένεια έχει επηρεάσει αρνητικά την επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Οι μισοί από αυτούς αναγκάστηκαν να απουσιάσουν από της δουλειά τους τουλάχιστον μία ημέρα, ενώ οι 4 στους 10 παρατήρησαν ότι η νόσος μείωσε την απόδοσή τους. Ακόμη, 1 στους 5 ασθενείς πήρε αναρρωτική άδεια, ενώ υψηλό είναι το ποσοστό (10%) που αναγκάστηκε να αποχωρήσει είτε εκούσια είτε λόγω απόλυσης από την εργασία.
Κλειδί η επικοινωνία με το ρευματολόγο
Οι παραπάνω διαπιστώσεις δείχνουν ότι πολλές φορές οι ασθενείς ακόμη και εάν αισθάνονται άνεση και έχουν εμπιστοσύνη στο γιατρό τους και στη θεραπεία που έχει συστήσει, δεν καταφέρνουν να ελέγξουν τη νόσο τους. Ωστόσο, σήμερα, υπάρχουν και άλλες θεραπευτικές επιλογές οι οποίες μπορεί να βελτιώσουν την κατάσταση της υγείας τους.
Σύμφωνα λοιπόν με τη σχετική μελέτη, στην απόλυτη πλειονότητα οι ασθενείς έχουν αναγνωρίσει ότι ο ρευματολόγος είναι ο πλέον κατάλληλος γιατρός για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της ψωριασικής αρθρίτιδας. Μάλιστα σε ποσοστό 93% αναφέρουν ότι ήταν πολύ ή σχετικά ικανοποιημένοι από την επικοινωνία που είχαν μαζί του και ότι ένιωσαν άνετα να συζητήσουν φόβους και ανησυχίες τους.
Την ίδια ώρα όμως δεν είναι λίγοι οι ασθενείς που διατηρούν επιφυλάξεις και μάλιστα αναφέρουν συχνά ότι δε θέτουν πολλές ερωτήσεις, διότι πιστεύουν πως θα χαρακτηριστούν ως δύσκολοι ασθενείς και αυτό θα επηρεάσει την ποιότητα της περίθαλψής τους. Το δε χειρότερο είναι ότι μία σημαντική μερίδα ασθενών αναφέρει στο ρευματολόγο ότι είναι καλά στην υγεία τους, ενώ στην πραγματικότητα εξακολουθούν να παρουσιάζουν συμπτώματα ψωριασικής αρθρίτιδας.
Οι ρευματολόγοι διαπιστώνουν κατά την κλινική εξέταση ότι μεγάλο ποσοστό των ασθενών αναφέρουν ότι είναι ικανοποιημένοι από τη θεραπεία που λαμβάνουν αλλά αποκρύπτουν ότι εξακολουθούν να παρουσιάζουν συμπτώματα.
Ειδικότερα η αντίφαση αυτή αποτυπώνεται στο γεγονός ότι ενώ το 89% των ασθενών που λαμβάνουν συνταγογραφούμενη θεραπεία δηλώνουν ότι είναι πολύ ή σχετικά ικανοποιημένοι, με το 87% από αυτούς να σημειώνει ότι η νόσος ελέγχεται, την ίδια στιγμή το 90% αυτών, θα πραγματοποιούσε αλλαγές στο φαρμακευτικό του σχήμα. Επίσης το 89% εξακολουθεί να περιγράφει τη νόσο του από μέτρια έως σοβαρή και ακόμη σχεδόν το σύνολο (96%), εξακολουθεί να παρουσιάζουν συμπτώματα ψωριασικής αρθρίτιδας παρά τη θεραπεία.
Όσον αφορά στα συμπτώματα, να αναφέρουμε ότι το 98% των ασθενών παρουσίασαν μυοσκελετικά συμπτώματα κατά τους τελευταίους 12 μήνες, ενώ τα συμπτώματα που αναφέρονται πιο συχνά είναι πόνος στις αρθρώσεις (86%), δυσκαμψία (75%), ευαισθησία ή οίδημα στις αρθρώσεις (70%).
Με βάση λοιπόν τα προηγούμενα θα πρέπει ο ασθενής σε συνεργασία και τακτική επικοινωνία με το ρευματολόγο να σημειώνει την καθημερινή επίπτωση της νόσου στη ζωή του και με βάση τα δεδομένα που καταγράφονται,να επαναπροσδιορίζεται το θεραπευτικό σχήμα που χορηγείται.
Βοσβοτέκας Κ Γεώργιος
Ρευματολόγος