Όπως πολλοί άνθρωποι, έτσι και ο ιστορικός A. Roger Ekirch πίστευε ότι ο ύπνος ήταν μια βιολογική σταθερά - ότι οι οκτώ ώρες ανάπαυσης τη νύχτα ίσχυαν πάντοτε και παντού.
Καθώς όμως ερευνούσε τη νυχτερινή ζωή στην προβιομηχανική Ευρώπη και την Αμερική, ανακάλυψε τα πρώτα στοιχεία ότι πολλοί άνθρωποι συνήθιζαν να κοιμούνται τμηματικά - πρώτος ύπνος και δεύτερος ύπνος με ένα διάλειμμα λίγων ωρών ενδιάμεσα για να κάνουν σεξ, να προσευχηθούν, να φάνε, να συνομιλήσουν και να πάρουν φάρμακα.
«Ήταν ένα πρότυπο ύπνου άγνωστο στον σύγχρονο κόσμο», είπε ο Ekirch, διακεκριμένος καθηγητής Πανεπιστημίου στο Τμήμα Ιστορίας του Virginia Tech, όπως αναφέρει σε δημοσίευμα του, το CNN.
Το βιβλίο του Ekirch, «At Day's Close: Night in Times Past», ανακάλυψε περισσότερες από 500 αναφορές σε αυτό που έκτοτε ονομάζεται διφασικός ύπνος. Ο Ekirch έχει πλέον βρει περισσότερες από 2.000 αναφορές σε δώδεκα γλώσσες και γυρίζοντας πίσω στο χρόνο, μέχρι την αρχαία Ελλάδα. Το βιβλίο του θα επανεκδοθεί τον Απρίλιο.
Η πρακτική του να κοιμάται κανείς όλη τη νύχτα δεν επικράτησε παρά μόνο πριν από μερικές εκατοντάδες χρόνια, σύμφωνα με όσα βρήκε. Εξελίχτηκε μόνο χάρη στη διάδοση του ηλεκτρικού φωτισμού και τη Βιομηχανική Επανάσταση, με την καπιταλιστική πεποίθηση ότι ο ύπνος ήταν χάσιμο χρόνου που θα μπορούσε καλύτερα να δαπανηθεί στην εργασία.
Η ιστορία του ύπνου όχι μόνο αποκαλύπτει συναρπαστικές λεπτομέρειες για την καθημερινή ζωή στο παρελθόν, αλλά το έργο του Ekirch και άλλων ιστορικών και ανθρωπολόγων, βοηθά τους επιστήμονες του ύπνου να αποκτήσουν νέα οπτική για το τι συνιστά έναν καλό ύπνο. Προσφέρει επίσης νέους τρόπους αντιμετώπισης προβλημάτων σχετικών με τον ύπνο.
Σύμφωνα με τον Ekirch, έχει αξία να γνωρίζουμε σχετικά με αυτό το προηγούμενο πρότυπο ύπνου στον δυτικό κόσμο. Είναι πεπεισμένος ότι «ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που σήμερα υποφέρουν από αϋπνία στη μέση της νύχτας, την κύρια διαταραχή ύπνου στις ΗΠΑ - και τολμώ να πω στις περισσότερες βιομηχανικές χώρες - αντί μιας διαταραχής, στην πραγματικότητα βιώνουν ένα πολύ ισχυρό υπόλειμμα ή ηχώ αυτού του προηγούμενου μοτίβου ύπνου», είπε ο Ekirch, ο οποίος τόνισε ότι το λέει από την προοπτική του ιστορικού και όχι ως γιατρός.
Οι ενήλικες χρειάζονται περισσότερες από επτά ώρες ύπνου τη νύχτα, αλλά περισσότερο από το ένα τρίτο των Αμερικανών ενηλίκων δεν κοιμούνται αρκετά σε τακτική βάση, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ.
Μύθος ο 8ωρος ύπνος;
Η πρώτη αναφορά στον διφασικό ύπνο που βρήκε ο Ekirch, ήταν σε ένα νομικό έγγραφο του 1697 από ένα περιοδεύον δικαστήριο. Η κατάθεση ενός 9χρονου κοριτσιού που ονομάζεται Jane Rowth ανέφερε ότι η μητέρα της ξύπνησε μετά τον «πρώτο ύπνο» της για να βγει έξω. Η μητέρα βρέθηκε αργότερα νεκρή.
«Δεν είχα ακούσει ποτέ την έκφραση και εκφράστηκε με τέτοιο τρόπο που μου φαινόταν απολύτως φυσιολογικό», είπε. «Στη συνέχεια άρχισα να συναντώ μεταγενέστερες αναφορές σε αυτές τις νομικές καταθέσεις αλλά και σε άλλες πηγές».
Αργότερα, ο Ekirch βρήκε πολλαπλές αναφορές σε έναν «πρώτο» και «δεύτερο» ύπνο σε ημερολόγια, ιατρικά κείμενα, έργα λογοτεχνίας και βιβλία προσευχής. Ένα εγχειρίδιο γιατρού από τη Γαλλία του 16ου αιώνα συμβούλευε τα ζευγάρια ότι η καλύτερη στιγμή για να συλλάβουν δεν ήταν στο τέλος μιας κουραστικής μέρας αλλά «μετά τον πρώτο ύπνο», όταν «έχουν περισσότερη απόλαυση» και «το κάνουν καλύτερα».
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ωστόσο, ο πρώτος ύπνος είχε αρχίσει να επεκτείνεται σε βάρος του δεύτερου ύπνου, διαπίστωσε ο Ekirch, και της ενδιάμεσης περιόδου εγρήγορσης. Μέχρι το τέλος του αιώνα, ο δεύτερος ύπνος ήταν κάτι περισσότερο από το να αναποδογυρίζει κανείς στο κρεβάτι του για επιπλέον 10 λεπτά αναβολής.
Ο Μπεν Ράις, συγγραφέας του «Wild Nights: How Taming Sleep Created Our Restless World», καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος αγγλικών στο Πανεπιστήμιο Emory στην Ατλάντα, κατηγορεί τη Βιομηχανική Επανάσταση και τη στάση ότι «ο ύπνος είναι για τους φλώρους» που προκάλεσε. Το πρόγραμμα ύπνου μας συμπιέστηκε και εδραιώθηκε ως αποτέλεσμα, είπε ο Ράις.
Ωστόσο, η προβιομηχανική ζωή δεν ήταν χρυσή, κατά την οποία οι πρόγονοί μας περνούσαν τη μέρα τους ξεκούραστοι και αναζωογονημένοι, χωρίς αϋπνία ή άλλα προβλήματα ύπνου, σύμφωνα με τη Sasha Handley, καθηγήτριας ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η Handley μελετά πώς οι οικογένειες βελτιστοποίησαν τον ύπνο τους στη Βρετανία, την Ιρλανδία και τις αμερικανικές αποικίες της Αγγλίας μεταξύ 1500 και 1750.
Η Handley είπε ότι η έρευνά της, της έδειξε ότι όπως και σήμερα, ο ύπνος συνδέεται με τη σωματική και ψυχική υγεία και ήταν ένα θέμα για το οποίο οι άνθρωποι ανησυχούσαν και είχαν εμμονή.
Τα εγχειρίδια γιατρών από τότε είναι γεμάτα συμβουλές για το πόσες ώρες πρέπει να κοιμάστε και σε τι στάση. Οι οδηγοί αναφοράς απαριθμούν επίσης εκατοντάδες συνταγές ύπνου για να βοηθήσουν σε έναν καλό ύπνο. Αυτά περιλαμβάνουν το πιο παράξενο - το να κόβεις ένα περιστέρι στη μέση και να κολλάς το κάθε μισό σε κάθε πλευρά του κεφαλιού σου - και τα πιο οικεία - το μπάνιο σε νερό εμποτισμένο με χαμομήλι και τη χρήση λεβάντας. Οι άνθρωποι έκαιγαν επίσης συγκεκριμένα είδη ξύλου στις κρεβατοκάμαρές τους που πιστεύεται ότι βοηθούσαν τον ύπνο.
«Για την περίοδό μας, ο ύπνος είναι πολύ στενά συνδεδεμένος με την πέψη, το συναίσθημα, το στομάχι και επομένως με τη διατροφή των ανθρώπων», είπε η Handley.
Οι γιατροί συνιστούσαν στους ανθρώπους να ξεκουραστούν πρώτα στη δεξιά πλευρά του σώματός τους πριν στρίψουν στην αριστερή πλευρά κατά το δεύτερο μισό της νύχτας. Η ανάπαυση στα δεξιά, ίσως κατά τον πρώτο ύπνο, θεωρήθηκε ότι επέτρεπε στο φαγητό να φτάσει στο στομάχι, όπου γινόταν η πέψη. Γυρνώντας προς την αριστερή, απελευθερώνονταν ατμοί και απλωνόταν η θερμότητα ομοιόμορφα στο σώμα.
Πιστεύεται μάλιστα, ότι αυτή η συνήθεια θα μπορούσε να είναι η προέλευση της φράσης «σηκώθηκε από τη λάθος πλευρά του κρεβατιού».
Δεν πιστεύουν όμως όλοι οι μελετητές ότι ο ύπνος σε δύο βάρδιες, αν και ίσως συνηθιζόταν σε ορισμένες κοινότητες, ήταν κάποτε μια καθολική συνήθεια. Μία από αυτούς είναι η Brigitte Steger, ανώτερη λέκτορας Ιαπωνικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Cambridge στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία δεν ανακάλυψε καμία αναφορά στον κατακερματισμένο ύπνο, στην εργασία της για τις συνήθειες ύπνου στην Ιαπωνία.
«Δεν υπάρχει τόσο ξεκάθαρη διαφορά μεταξύ των προμοντέρνων (ή των προβιομηχανικών) και των σύγχρονων συνηθειών ύπνου», ανέφερε. «Και οι συνήθειες ύπνου κατά τη διάρκεια της προβιομηχανικής εποχής και σε όλο τον κόσμο άλλαζαν πάντα. Και, φυσικά, υπήρχε πάντα κοινωνική ποικιλομορφία, και οι συνήθειες ύπνου ήταν πολύ διαφορετικές στο παλάτι από ό,τι για τους αγρότες, για παράδειγμα», πρόσθεσε.
Ομοίως, ο Gerrit Verhoeven, επίκουρος καθηγητής πολιτιστικής κληρονομιάς και ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας στο Βέλγιο, είπε ότι η μελέτη του για τα ποινικά αρχεία του 18ου αιώνα της Αμβέρσας υποδηλώνει ότι οι συνήθειες ύπνου δεν ήταν τόσο διαφορετικές από τις δικές μας σήμερα. Οι επτά ώρες ύπνου ήταν ο κανόνας και δεν υπήρχε αναφορά για τον πρώτο ή τον δεύτερο ύπνο.
«Ως ιστορικός, ανησυχώ ότι τα επιχειρήματα σχετικά με υποτιθέμενες συνήθειες ύπνου στο παρελθόν, παρουσιάζονται μερικές φορές ως πιθανή θεραπεία για τις σύγχρονες διαταραχές ύπνου μας. Πριν βγάλουμε τέτοια συμπεράσματα, πρέπει να κάνουμε πολύ περισσότερη έρευνα για αυτά τα πρώιμα σύγχρονα πρότυπα ύπνου», είπε.
Επανεξέταση της αϋπνίας
Σύμφωνα με τον Ράσελ Φόστερ, καθηγητή της κιρκαδικής νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, πειράματα σε εργαστήρια ύπνου έδειξαν ότι όταν δίνεται στους ανθρώπους η ευκαιρία να κοιμούνται περισσότερο, ο ύπνος τους μπορεί να γίνει διφασικός ή ακόμα και πολυφασικός.
Στην ουσία συμφωνεί με αυτό που βρήκε ο Ekirch στα ιστορικά αρχεία. Ωστόσο, ο Φόστερ, αμφέβαλλε ότι ήταν ένα πρότυπο ύπνου που θα συνέβαινε σε όλους.
Κανείς δεν πρέπει να επιβάλλει στον εαυτό του ένα καθεστώς τμηματικού ύπνου, ιδιαίτερα εάν αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού χρόνου ύπνου, πρόσθεσε.
Αυτό που ήταν ξεκάθαρο, είπε ο Φόστερ, ήταν ότι ο διακοπτόμενος ύπνος θεωρούνταν λιγότερο πρόβλημα στο παρελθόν και ότι οι σύγχρονες προσδοκίες για το τι συνιστά έναν καλό ύπνο - ο ύπνος όλη τη νύχτα για οκτώ ώρες - δεν ήταν πάντα χρήσιμες.
Όπως είπε, ένα βασικό σημείο ήταν ότι το ξύπνημα τη νύχτα δεν χρειάζεται να σημαίνει το τέλος του ύπνου. Ένα παράδειγμα που ανέφερε ήταν ότι περισσότεροι άνθρωποι ξυπνούσαν τη νύχτα κατά τη διάρκεια των lockdown στη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19.
«Θα είναι τρομερά ανήσυχοι που ξυπνούν στη μέση της νύχτας, γιατί δεν είναι αυτό που βιώνουν συνήθως», ανέφερε ο Φόστερ. Πιθανότατα, αυτό που είχε συμβεί ήταν ότι το επεισόδιο ύπνου των ανθρώπων - πόσο χρόνο έχουν διαθέσιμο για ύπνο - είχε επεκταθεί και δεν είχε περιοριστεί από ένα ξυπνητήρι που κλείνει.
«Είναι μια αναδρομή σε μια εποχή που κοιμόμασταν πραγματικά περισσότερο», είπε. Αν ξυπνήσουμε τη νύχτα, ο ύπνος είναι πιθανό να επιστρέψει, εάν ο ύπνος δεν θυσιαστεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή σε άλλη συμπεριφορά που σας κάνει να είσαι σε εγρήγορση ή ενεργοποιεί μια απάντηση στο στρες, σύμφωνα με την έρευνα του Foster.
Όπως οι περισσότεροι ειδικοί στον ύπνο, συνέστησε να σηκωθείτε από το κρεβάτι εάν απογοητεύεστε από την αποτυχία να ξανακοιμηθείτε και να κάνετε μια χαλαρωτική δραστηριότητα, ενώ κρατάτε χαμηλό το φωτισμό.
«Ο ύπνος μεταξύ των ανθρώπων είναι τόσο μεταβλητός. Δεν ταιριάζει το ίδιο σε όλους. Δεν πρέπει να ανησυχείτε για το είδος του ύπνου σας», είπε.