Έπειτα από έναν χρόνο πανδημίας γνωρίζουμε πλέον ότι η απώλεια γεύσης και όσφρησης είναι από τα συνηθισμένα συμπτώματα του νέου κορωνοϊού, και για αρκετούς ανθρώπους οι δύο αυτές αισθήσεις αργούν να επανέλθουν στα προηγούμενα επίπεδα, αλλά τελικά αποκαθίστανται πλήρως μέσα σε μερικούς μήνες.
Ωστόσο μία παράξενη παρενέργεια μοιάζει να εμφανίζεται όλο και συχνότερα: μία διαταραχή της όσφρησης, όπου μυρωδιές που παλιότερα ήταν ευχάριστες – καφές, σοκολάτα, σαπούνι, οι αγαπημένοι μας – είναι ξαφνικά απωθητικές. Πρόκειται για την παροσμία.
Ο ακριβής αριθμός ανθρώπων που υποφέρουν από παροσμία δεν είναι γνωστός. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 47% των ανθρώπων που προσβάλλονται από τον νέο κορωνοϊό παρουσιάζουν διαταραχές της γεύσης και της όσφρησης. Από αυτούς, οι μισοί περίπου αναφέρουν ότι αναπτύσσουν παροσμία. Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμη με βεβαιότητα γιατί συμβαίνει αυτό ούτε πώς να το αντιμετωπίσουν.
Παρόλο που οι γύρω τους τείνουν να υποτιμούν τη σοβαρότητα της κατάστασης, όσοι παρουσιάζουν παροσμία υποφέρουν, καθώς το φαγητό, το σαμπουάν, ο πρωινός καφές, ξαφνικά μυρίζουν σήψη και προκαλούν αηδία.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι ασθενείς αυτοί αρχίζουν να νιώθουν αποκομμένοι από το περιβάλλον τους, δεν μπορούν να βρουν χαρά στο φαγητό, αλλά ούτε στην αγκαλιά ανθρώπων που αγαπάνε. Σε πολλούς επίσης, διαταράσσεται η αντίληψη της προσωπικής οσμής τους, κάτι που τους οδηγεί στην απομόνωση, μια που νιώθουν διαρκώς ότι μυρίζουν άσχημα.
Οι λίγες μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί ως τώρα δείχνουν ότι το κρέας, τα κρεμμύδια, το σκόρδο και η σοκολάτα προκαλούν από τις πιο έντονες αντιδράσεις, μαζί με τον καφέ, τα λαχανικά, τα φρούτα, το νερό της βρύσης και το κρασί.
Τι μπορεί να φταίει
Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη καταλήξει στην αιτία αυτής της διαταραχής. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι ασθενείς αντιλαμβάνονται μόνο μερικά από τα πτητικά συστατικά μίας οσμής, που απομονωμένα, μυρίζουν άσχημα. Η επικρατούσα άποψη ωστόσο είναι ότι οι νευρικές απολήξεις που μεταφέρουν το σήμα στον οσφρητικό βολβό του εγκεφάλου έχουν υποστεί ζημιά και κατά την ανάρρωσή τους γίνεται κάποια λάθος σύνδεση.
Η θεωρία λέει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις ο εγκέφαλος, με τον καιρό, διορθώνει το πρόβλημα, αλλά κανείς δεν μοιάζει να ξέρει πόσος χρόνος μπορεί να χρειαστεί. Ακριβώς επειδή η παροσμία ήταν, μέχρι πρόσφατα, μία κατάσταση αρκετά σπάνια, δεν υπάρχουν αρκετά επιστημονικά δεδομένα σχετικά με την εξέλιξη και την πιθανή θεραπεία της.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Το BBC προτείνει μερικές πρακτικές λύσεις για τους ανθρώπους που υποφέρουν από παροσμία, ειδικά για το φαγητό, που είναι και από τα μεγαλύτερα προβλήματα:
- Προτιμάτε φαγητά σε θερμοκρασία δωματίου ή κρύα.
- Προσπαθήστε να αποφεύγετε τα τηγανητά, τα ψητά κρέατα, τα κρεμμύδια, το σκόρδο, τα αυγά, τον καφέ και τη σοκολάτα.
- Προτιμήστε μάλλον άνοστες τροφές, όπως ρύζι, μακαρόνια, ψωμί, λαχανικά στον ατμό και απλό γιαούρτι.
Μία θεραπευτική λύση που μοιάζει να έχει κάποια αποτελέσματα είναι η επανεκπαίδευση του εγκεφάλου, που επιτυγχάνεται μυρίζοντας τακτικά επιλεγμένα αιθέρια έλαια, το ένα μετά το άλλο, προσπαθώντας ταυτόχρονα να ανακαλέσει κανείς στο μυαλό του το φυτό από το οποίο προέρχονται.