Η οστεονέκρωση των γνάθων (ΟΝΓ) είναι μια σπάνια αλλά αρκετά σοβαρή επιπλοκή, που συνδέεται με τη λήψη αντιοστεολυτικών φαρμάκων για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης και κάποιων τύπων κακοήθειας με οστική προσβολή (π.χ. μεταστατικό Ca μαστού, πολλαπλούν μυέλωμα κ.ά.).
Ποια φάρμακα συνδέονται με την επιπλοκή της οστεονέκρωσης;
Τα αντιοστεολυτικά (ή αντιοστεοκλαστικά) φάρμακα μειώνουν ή σταματούν την απώλεια οστικής μάζας και έχουν ενοχοποιηθεί για την πρόκληση οστεονέκρωσης των γνάθων.
Τα φάρμακα αυτά ανήκουν σε δύο κύριες κατηγορίες:
- Τα διφωσφονικά άλατα τα οποία χορηγούνται από το στόμα ή παρεντερικά και αναστέλλουν την οστική απώλεια καταστρέφοντας τους οστεοκλάστες (αλενδρονάτη, ριζεδρονάτη, ζολενδρονικό οξύ κ.ά.)
- Η ντενοσουμάμπη, ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, αναστολέα του RANK ligand, το οποίο δρα διαφορετικά από τα διφωσφονικά, αναστέλλοντας τον σχηματισμό, την λειτουργία και την επιβίωση των οστεοκλαστών.
Πρόσφατα έχουν αναφερθεί στη βιβλιογραφία περιπτώσεις οστεονέκρωσης και με ένα νέο φάρμακο για την οστεοπόρωση την ρομοσοζουμάμπη, το οποίο δρα δεσμεύοντας και αναστέλλοντας τη δράση μιας πρωτεΐνης (σκληροστίνη), ως εκ τούτου έχει διπλή επίδραση στο οστό, αυξάνοντας ταυτόχρονα τον σχηματισμό του και ελαττώνοντας την διάσπασή του.
Είναι αναμφισβήτητο ότι η ανακάλυψη και η χορήγηση των αντιοστεολυτικών φαρμάκων σε ασθενείς με κακοήθη νόσο και οστική συμμετοχή έχει συμβάλλει τα μέγιστα στη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους. Επιπρόσθετα σε ασθενείς με οστεοπόρωση, η ορθή χρήση αυτών των φαρμάκων έχει μεγάλο όφελος στην αντιμετώπιση της νόσου και ιδιαίτερα στην πρόληψη καταγμάτων.
Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την εμφάνιση οστεονέκρωσης;
Παράγοντες με ιδιαίτερη σημασία οι οποίοι σχετίζονται με την οστεονέκρωση είναι το επίπεδο της στοματικής υγιεινής, το κάπνισμα, οι οδοντοφαντιακές λοιμώξεις και οι χειρουργικές οδοντιατρικές επεμβάσεις. Η εμφάνιση της νόσου σχετίζεται με
το είδος του φαρμάκου, τη δόση, τη διάρκεια και τον τρόπο χορήγησης.
Οι ασθενείς οι οποίοι λαμβάνουν χαμηλή δόση από αυτά τα φάρμακα (ασθενείς σε θεραπεία για οστεοπόρωση) έχουν μικρό, αλλά υπαρκτό κίνδυνο για εμφάνιση οστεονέκρωσης της γνάθου, μετά από χειρουργικές οδοντιατρικές πράξεις ή λοιμώξεις στο φατνιακό οστό. Αντίθετα οι ογκολογικοί ασθενείς έχουν σημαντικό κίνδυνο να εμφανίσουν ΟΝΓ και είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων για την πρόληψή της, γεγονός που είναι γνωστό από το 2008.
Η σημασία του οδοντιατρικού ελέγχου
Ο οδοντιατρικός έλεγχος συστήνεται σε ασθενείς οι οποίοι ξεκινούν ή λαμβάνουν αντιοστεολυτικά φάρμακα για την οστεοπόρωση, ώστε να διατηρήσουν υψηλό επίπεδο στοματικής υγείας και να αποφύγουν πιθανές παρενέργειες.
Η οδοντιατρική εκτίμηση και παρέμβαση, με αφαίρεση δοντιών ή εμφυτευμάτων τα οποία έχουν φτωχή πρόγνωση, η συνεχής οδοντιατρική επιτήρηση και η άριστη στοματική υγιεινή είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την μείωση των περιπτώσεων οστεονέκρωσης των γνάθων σε ασθενείς με κακοήθη νόσο που λαμβάνουν αντιοστεολυτική αγωγή.
Στην περίπτωση, που παρά τα μέτρα πρόληψης, εμφανιστεί οστεονέκρωση των γνάθων, αυτή θα πρέπει να αντιμετωπισθεί από τον ειδικό. Η έγκαιρη αναγνώριση του προβλήματος επιτρέπει στον Στοματικό και Γναθοπροσωπικό Χειρουργό να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα την όποια επιπλοκή.
Στο Τμήμα Στοματικής και Γναθοπροσωπικής Χειρουργικής του ΥΓΕΙΑ, αντιμετωπίζονται με επιτυχία ασθενείς με ΟΝΓ για περισσότερα από 15 χρόνια, και δίνεται λύση στο πρόβλημα που έχει προκύψει. Παρά τις δυνατότητες θεραπευτικής αντιμετώπισής της, ισχύει πάντα η πρόταση του Ιπποκράτη «Κάλλιον το προλαμβάνειν ή το θεραπεύειν». Η συνετή χορήγηση των φαρμάκων αυτών με γνώμονα την σχέση κόστος/όφελος είναι αναγκαία για την αποφυγή των επιπλοκών.
Γράφει ο
Ιωάννης Α. Μελακόπουλος
Στοματικός και Γναθοπροσωπικός Χειρουργός
Τμήμα Στοματικής & Γναθοπροσωπικής Χειρουργικής ΥΓΕΙΑ