Έρευνα αμερικανικού νοσοκομείου εντόπισε ένα τεστ που θα μπορούσε να ανιχνεύσει τη νόσο του Αλτσχάιμερ.
Η όσφρηση, μια αίσθηση που σπάνια εξετάζεται κατά τη διάρκεια ιατρικών ελέγχων, φαίνεται πως έπαιξε σημαντικό ρόλο στην έρευνα του Γενικού Νοσοκομείου Brigham στη Μασαχουσέτη.
Η έρευνα επικεντρώθηκε στον τρόπο με τον οποίο ορισμένοι άνθρωποι, ιδιαίτερα οι ηλικιωμένοι, ανταποκρίνονται σε μια σειρά από διαφορετικές μυρωδιές.
Ο Mark Albers, του Κέντρου McCance για την Υγεία του Εγκεφάλου, ηγήθηκε της έρευνας στο Εργαστήριο Νευρομετάφρασης της Όσφρησης.
Στις δοκιμές των τεστ οσφρήσεων, οι συμμετέχοντες μύριζαν συγκεκριμένες αρωματικές ετικέτες που ήταν τοποθετημένες σε κάρτες. Με αυτόν τον τρόπο, η επιστημονική έρευνα εξέτασε την ικανότητα των συμμετεχόντων να διακρίνουν, να αναγνωρίζουν και να θυμούνται οσμές.
Τι ανακάλυψαν οι ερευνητές: Η μύτη ξέρει τα πάντα
«Όσον αφορά την έγκαιρη ανίχνευση της γνωστικής εξασθένησης, μια νέα μελέτη δείχνει ότι η μύτη ξέρει τα πάντα» ανέφεραν οι ερευνητές, εξηγώντας ότι οι συμμετέχοντες μπορούσαν να πραγματοποιήσουν το τεστ με επιτυχία στο σπίτι και ότι οι ηλικιωμένοι με γνωστική εξασθένηση σημείωσαν χαμηλότερες βαθμολογίες σε σχέση με τους ενήλικες με φυσιολογική γνωστική λειτουργία.
Ένα άλλο στοιχείο που ανέδειξε η έρευνα ήταν ότι τα άτομα με ήπια γνωστική εξασθένηση είχαν σημαντικά χαμηλότερες βαθμολογίες από τους ενήλικες με φυσιολογική γνωστική ικανότητα.
Ο Mark Albers εξήγησε: «Η έγκαιρη ανίχνευση της γνωστικής εξασθένησης θα μπορούσε να μας βοηθήσει να εντοπίσουμε άτομα που διατρέχουν κίνδυνο να αναπτύξουν Αλτσχάιμερ και να παρέμβουμε χρόνια πριν εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα μνήμης. Ο στόχος μας είναι να αναπτύξουμε και να επικυρώσουμε ένα οικονομικά προσιτό και μη επεμβατικό τεστ που μπορεί να πραγματοποιηθεί στο σπίτι, θέτοντας τις βάσεις για περαιτέρω έρευνα και θεραπεία του Αλτσχάιμερ».
Ο Albers συμμετείχε στην ίδρυση μιας εταιρείας που κατασκευάζει ένα τεστ για την υγεία του εγκεφάλου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στη συγκεκριμένη μελέτη.
«Για την αξιολόγηση του τεστ όσφρησης, η ερευνητική ομάδα στρατολόγησε αγγλόφωνους και ισπανόφωνους συμμετέχοντες με υποκειμενικά παράπονα σχετικά με τη μνήμη τους, καθώς και άτομα με ήπια γνωστική εξασθένηση. Τα αποτελέσματα των δοκιμών τους συγκρίθηκαν με εκείνα ατόμων χωρίς όσφρηση και με γνωστικά υγιείς συμμετέχοντες».
Η έρευνα κατέληξε ότι η ικανότητα αναγνώρισης, μνήμης και διάκρισης οσμών μειώνεται με την ηλικία. Παρατηρήθηκε επίσης ότι οι ηλικιωμένοι με ήπια γνωστική εξασθένηση σημείωσαν χαμηλότερες βαθμολογίες σε αυτές τις δεξιότητες σε σύγκριση με εκείνους με φυσιολογική γνωστική λειτουργία.
«Συνολικά, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα αποτελέσματα της δοκιμής ήταν παρόμοια μεταξύ αγγλόφωνων και ισπανόφωνων συμμετεχόντων, οι οποίοι ολοκλήρωσαν τη δοκιμή με την ίδια επιτυχία, ανεξάρτητα από το αν παρακολουθούνταν από έναν ερευνητή», ανέφερε η ανακοίνωση.
Ένα άλλο εύρημα της μελέτης ήταν ότι οι συμμετέχοντες μπορούσαν να ολοκληρώσουν το τεστ χωρίς την ανάγκη άμεσης επίβλεψης, γεγονός που ανοίγει την πόρτα για την ανάπτυξη ενός προσβάσιμου και εύκολα αναπαραγόμενου τεστ.
Η ερευνητική ομάδα πλέον εξετάζει τη δυνατότητα ενσωμάτωσης νευροψυχολογικών τεστ μαζί με το τεστ όσφρησης και σκοπεύει να πραγματοποιήσει μακροχρόνιες μελέτες για να επαληθεύσει αν αυτή η μέθοδος μπορεί να προβλέψει τη γνωστική εξασθένηση στα αρχικά της στάδια.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι οι δοκιμές όσφρησης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε κλινικά ερευνητικά περιβάλλοντα, σε διαφορετικές γλώσσες και σε ηλικιωμένους, για την πρόβλεψη νευροεκφυλιστικών ασθενειών και την ανάπτυξη κλινικών συμπτωμάτων» σχολίασε ο Αλμπερς.