Νέα μεγάλη πρόκληση, που αναμένεται να δοκιμάσει τη δυνατότητα της ανθρωπότητας να ελέγξει τον νέο κορωνοϊό, χαρακτηρίζει τις νέες μεταλλάξεις του SARS-CoV-2 ο Αμερικανός επιδημιολόγος και καθηγητής στο Τμήμα Επιδημιολογίας του Χάρβαρντ, Marc Lipsitch.
Σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο iefimerida.gr, ο διευθυντής του Κέντρου Δυναμικής Μεταδοτικής Νόσου αναφέρεται στα νέα επιστημονικά δεδομένα που αφορούν στην πανδημία και εκτιμά ότι μέχρι το καλοκαίρι οι πλούσιες χώρες θα έχουν καταφέρει να πετύχουν το επιθυμητό επίπεδο ανοσίας στον πληθυσμό μέσω των εμβολιασμών.
Οι νέες μεταλλάξεις δυσκολεύουν την αντιμετώπιση της πανδημίας
«Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο στη μάχη κατά της πανδημίας. Θεωρώ τις μεταλλάξεις πολύ μεγάλη υπόθεση. Η μετάλλαξη που εντοπίστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο και εξαπλώνεται ραγδαία, αλλά και η μετάλλαξη στη νότια Αφρική, που δείχνει λιγότερο μεταδοτική αλλά το πιθανότερο είναι η εξάπλωση να είναι μεγαλύτερη, καθώς εκεί δεν έχουμε τα συστήματα επιτήρησης που υπάρχουν σε άλλες ηπείρους, θα δοκιμάσουν τις ικανότητές μας στον έλεγχο του ιού», αναφέρει ο καθηγητής του Χάρβαρντ, που αυτή τη στιγμή εργάζεται πάνω στη μοντελοποίηση της μετάδοσης της νόσου του SARS-CoV-2.
Όπως εξηγεί, αν όντως αποδειχθεί ότι οι νέες μεταλλάξεις, κυρίως η βρετανική, είναι κατά 50% πιο μεταδοτικές, αυξάνεται το όριο ανοσίας της αγέλης. «Στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπόρεσαν να ελέγξουν την εξάπλωση της μετάλλαξης του νέου ιού. Αν αυτό επαναληφθεί, και πιστεύω ότι υπάρχει πιθανότητα να επαναληφθεί και σε άλλες χώρες, θα καταστήσει πολύ πιο δύσκολη τη μάχη ενάντια στην πανδημία και θα αυξήσει την ανάγκη για επιτάχυνση των εμβολιασμών», δηλώνει ο Marc Lipsitch.
Πρέπει να καθυστερήσουμε την εξάπλωση των νέων μεταλλάξεων
Ο καθηγητής του Χάρβαρντ και η ομάδα του έχουν εστιάσει την προσοχή τους στις νέες μεταλλάξεις. «Πρέπει να καθυστερήσουμε την εξάπλωση των νέων μεταλλάξεων του ιού και να προλάβουμε να εμβολιάσουμε όσο περισσότερο κόσμο μπορούμε πριν κυριαρχήσουν και κυρίως πριν να γίνει η βρετανική μετάλλαξη κοινή εξαιτίας της ταχύτητας με την οποία μεταδίδεται», σημειώνει.
«Σίγουρα δεν είναι καλά νέα», λέει ο κ. Lipsitch, τονίζοντας ότι εξαρχής δεν ανήκε σε αυτούς που υποστήριζαν ότι η πανδημία θα έχει τεθεί υπό έλεγχο -με την έννοια της μείωσης των κρουσμάτων- έως τα μέσα του καλοκαιριού. «Ή τουλάχιστον δεν ήμουν σίγουρος γι’ αυτό, επειδή τα επιστημονικά δεδομένα γύρω από την επίδραση των εμβολίων στη μετάδοση της νόσου είναι ακόμη περιορισμένα».
Τα εμβόλια αντιμετωπίζουν τις μεταλλάξεις του ιού
Ωστόσο, ο Αμερικανός επιδημιολόγος ξεκαθαρίζει ότι τα εμβόλια που έχουν εγκριθεί από τις αρμόδιες Αρχές παγκοσμίως προστατεύουν από τις νέες μεταλλάξεις του ιού. «Τα εμβόλια είναι εξίσου αποτελεσματικά και στη βρετανική και στη νοτιοαφρικανική μετάλλαξη. Οι εμβολιασμοί είναι ο μόνος τρόπος για να βγούμε από την κρίση που βιώνουμε και να σταματήσουμε τη μετάδοση του ιού. Είναι η πλέον αποτελεσματική άμυνά μας απέναντι στον SARS-CoV-2. Προστατεύουν τα ευάλωτα άτομα έτσι ώστε αν μολυνθούν να μην κινδυνεύουν, βάζουν τέλος στην απώλεια ζωών και στη δοκιμασία των συστημάτων υγείας».
Οι επόμενοι μήνες αναμένεται να δοκιμάσουν τις αντοχές μας. Όπως λέει ο Marc Lipsitch: «Έχουμε ακόμη χειμώνα, η κυκλοφορία των εμβολίων ακολουθεί χαμηλούς ρυθμούς και ακόμη δεν γνωρίζουμε με ασφάλεια τον αντίκτυπο που θα έχουν στη μετάδοση του ιού. Σε πολλά μέρη του κόσμου τα κρούσματα αυξάνονται. Αυτό σημαίνει ότι η πανδημία επιδεινώνεται και δεν μένει σταθερή. Αν σε αυτές τις συνθήκες προσθέσουμε και τις νέες μεταλλάξεις, αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε μπροστά μας μια δύσκολη περίοδο. Θεωρώ ωστόσο ότι μέχρι τις αρχές καλοκαιριού το επίπεδο εμβολιαστικής κάλυψης στις πλούσιες χώρες του πλανήτη θα έχει φτάσει σε ικανοποιητικό σημείο».
Το καλοκαίρι θα φοράμε μάσκα και δεν θα ταξιδεύουμε με ευκολία
Ο ίδιος παραδέχεται ότι το προηγούμενο διάστημα εκτιμούσε πως το καλοκαίρι του 2021 θα ήταν τελείως διαφορετικό από αυτό του 2020. Πλέον, όμως, όπως αναφέρει, δεν είναι σίγουρος. «Το καλοκαίρι θα πρέπει να φοράμε μάσκες και να τηρούμε ακόμη τα μέτρα προστασίας. Τα ταξίδια δεν θα γίνονται με ευκολία όπως παλιά. Δεν μπορούμε να επανέλθουμε ακόμη στην πρότερη κατάσταση. Αν δεν έχουμε αρνητικές εκπλήξεις, τους επόμενους μήνες θα εγκριθούν και θα παραχθούν περισσότερα εμβόλια. Θα είναι μια αλλαγή προς το καλύτερο. Είναι η μόνη διέξοδος. Υπάρχουν όμως ακόμη ερωτήσεις που πρέπει να απαντηθούν. Εάν και σε ποιο βαθμό τα εμβόλια εμποδίζουν τη μετάδοση του ιού. Είναι εκπληκτικό το πόσο λίγα στοιχεία γνωρίζουμε γι’ αυτό», επισημαίνει ο διακεκριμένος επιδημιολόγος, τονίζοντας ότι «είναι δύσκολο να επικρίνεις μια τόσο επιτυχημένη προσπάθεια που κινήθηκε με τόσο γρήγορους ρυθμούς».
Ακόμα δεν γνωρίζουμε τη διάρκεια ανοσίας που παρέχουν τα εμβόλια
Ο Marc Lipsitch αναφέρεται και στην ανοσία που παρέχουν τα εμβόλια, λέγοντας ότι κανείς επιστήμονας δεν γνωρίζει ακόμη τη διάρκειά της: «Πιθανότατα να είναι διαφορετική ανάλογα με το εμβόλιο αλλά και τον κάθε οργανισμό. Άτομα που έχουν μεγαλύτερη ανοσολογική ανταπόκριση στην αρχή μπορεί να προστατεύονται για μεγαλύτερο διάστημα. Ωστόσο, θεωρώ ότι, μέχρι τώρα, θα ήταν σοκαριστικό αν το διάστημα αυτό ήταν μικρότερο από τρεις μήνες βάσει των ερευνών στο πλαίσιο των κλινικών δοκιμών. Αν θα είναι για ένα ή δύο χρόνια ή και περισσότερο, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες που δεν γνωρίζουμε ακόμη, συμπεριλαμβανομένης της εξέλιξης του ιού».
Εφαρμόζοντας τα μέτρα επιβραδύνεται η εξάπλωση του ιού
Στο πλαίσιο αυτό, ο καθηγητής του Χάρβαρντ ξεκαθαρίζει ότι τα μέτρα και η καραντίνα μπορεί να σκληρά, αλλά είναι ο μόνος τρόπος για να περιοριστεί ο ιός -τουλάχιστον έως ότου αρχίσουν να αποδίδουν οι εμβολιασμοί: «Ξέρω ότι στην Ελλάδα, όπως και στις υπόλοιπες χώρες, ο κόσμος περνά δύσκολα με όλους αυτούς τους περιορισμούς. Μέχρι ότου όμως επιτευχθεί η ανοσία της αγέλης είναι απαραίτητο να εφαρμόζονται τα μέτρα για τον περιορισμό της μετάδοσης».
Σε ό,τι αφορά, τέλος, τη λειτουργία των σχολείων, ο Αμερικανός επιδημιολόγος τονίζει με έμφαση ότι «η εκπαίδευση και η φροντίδα των παιδιών είναι πιο σημαντικές από οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα και η απόφαση για το κλείσιμο των σχολείων θα πρέπει να είναι πάντα η τελευταία που παίρνει ένα κράτος».