Μελετώντας την επίδραση του άγχους στα πρώτα χρόνια ζωής των παιδιών και έπειτα από έρευνες σε αρουραίους, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το άγχος άλλαξε το επίπεδο ενεργοποίησης πολύ περισσότερων γονιδίων στον εγκέφαλο από ό,τι ένα χτύπημα στο κεφάλι.
Οι ερευνητές απομάκρυναν προσωρινά νεογέννητους αρουραίους από τις μητέρες τους καθημερινά για 14 ημέρες για να προκαλέσουν στρες που μιμείται τις επιπτώσεις των δυσμενών παιδικών εμπειριών. Την 15η ημέρα, οπότε οι αρουραίοι είναι αναπτυξιακά ισοδύναμοι με ένα μικρό παιδί, προκλήθηκε σε κάποιους αρουραίους που είχαν βιώσει στρες και σε αρουραίους χωρίς στρες ένα τραύμα στο κεφάλι με αναισθησία. Έτσι, μελετήθηκαν τρεις συνθήκες στους αρουραίους: μόνο στρες, μόνο τραυματισμός στο κεφάλι ή στρες σε συνδυασμό με τραυματισμό στο κεφάλι. Επίσης, έγινε σύγκρισή τους με μη τραυματισμένους και μη στρεσαρισμένους αρουραίους.
«Βρήκαμε ότι πολλά περισσότερα γονίδια εκφράστηκαν διαφορετικά ως αποτέλεσμα του χειρισμού του στρες στην πρώιμη ζωή από ό,τι του χειρισμού της τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης. Το στρες είναι πραγματικά ισχυρό και δεν πρέπει να υποτιμούμε τον αντίκτυπό του στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο. Νομίζω ότι τείνει να απορρίπτεται, αλλά είναι ένα απίστευτα σημαντικό θέμα δημόσιας υγείας», εξηγεί η Κάθριν Λενζ, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Οχάιο.
Η έρευνα παρουσιάστηκε στην ετήσια συνάντηση της Εταιρείας για τις Νευροεπιστήμες «Neuroscience 2023».
Η έρευνα για το άγχος στην παιδική ηλικία
Η πρώτη συγγραφέας, Μικαέλα Μπριτς, μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο εργαστήριο της Λενζ, εξέτασε τις μεταβολές της γονιδιακής έκφρασης στην περιοχή του ιππόκαμπου του εγκέφαλου των ζώων αργότερα, κατά την περίοδο της νεανικής ηλικίας.
Το άγχος μόνο του και το άγχος σε συνδυασμό με τραυματική εγκεφαλική βλάβη παρήγαν μερικά αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Μεταξύ άλλων και οι δύο συνθήκες ενεργοποίησαν μονοπάτια σε νευρώνες που σχετίζονται με την πλαστικότητα του εγκεφάλου, δηλαδή την ικανότητά του να προσαρμόζεται σε κάθε είδους αλλαγές.
Επιπλέον, σε δοκιμές συμπεριφοράς σε αρουραίους που είχαν ενηλικιωθεί, διαπιστώθηκε ότι μόνο τα ζώα που βίωσαν άγχος στην αρχή της ζωής τους ήταν επιρρεπή στο να εισέρχονται σε μια τοποθεσία που τα κάνει ευάλωτα στα αρπακτικά. «Συνολικά, αυτό υποδηλώνει ότι μπορεί να παίρνουν περισσότερα ρίσκα αργότερα στη ζωή τους, γεγονός που συνάδει με τα ανθρώπινα δεδομένα που δείχνουν ότι το στρες στην πρώιμη ζωή μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για ορισμένες καταστάσεις, όπως η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), που μπορεί να χαρακτηρίζεται από συμπεριφορές ροπής προς τον κίνδυνο ή διαταραχές χρήσης ουσιών», σημειώνει η Μπριτς.