Ολοένα και περισσότερα βέλη δέχεται η Κομισιόν για τους απελπιστικά αργούς ρυθμούς του προγράμματος εμβολιασμού στην ΕΕ, που τη φέρνουν πίσω από τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, μολονότι ο κόσμος έχει υποδεχθεί με ανακούφιση το εμβόλιο κατά της Covid-19.
Τα τελευταία 24ωρα ο Μάρκους Σέντερ, επικεφαλής των Χριστιανοκοινωνιστών της Γερμανίας και ο Διευθύνων Σύμβουλος της BioNTech, Ουγούρ Σαχίν εξαπέλυσαν πυρά κατά της Κομισιόν, επειδή δεν προμηθεύτηκε ικανές ποσότητες του εμβολίου των BioNTech/Pfizer, το πρώτο στο οποίο άναψε το πράσινο φως ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ).
Η Κομισιόν απάντησε χθες ότι έχει εξασφαλίσει πάνω από δύο εκατομμύρια δόσεων εμβολίων από επτά εταιρείες με τη συμμετοχή των κρατών μελών στη διάρκεια της διαδικασίας αυτής. «Δεν νομίζω ότι το θέμα είναι πραγματικά ο αριθμός των εμβολίων, αλλά το γεγονός ότι είμαστε στην αρχή του προγράμματος εμβολιασμού», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ερίκ Μαμέρ. «Μιλάμε λες κι η εκστρατεία εμβολιασμού έχει τελειώσει, όταν στην πραγματικότητα μόλις αρχίζει», πρόσθεσε.
Η αλήθεια είναι, όπως εξηγεί το Politico, ότι η εκκίνηση στην ΕΕ ήταν αργή, ότι τα εμβολιαστικά προγράμματα δεν «τρέχουν» με το ρυθμό που είχε σχεδιαστεί ώστε να υπάρξει το συντομότερο δυνατό ανοσία στον πληθυσμό. Ακόμη και η Γερμανία, όπου 265.000 άτομα – περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ – είχαν λάβει το εμβόλιο μέχρι τις 4 Ιανουαρίου, απέχει πολύ από το στόχο της, καθώς οι Αρχές έχουν ήδη στα χέρια τους 1,3 εκατ. δόσεις, την ώρα που η Βρετανία έχει χορηγήσει ήδη περίπου ένα εκατομμύριο δόσεις και οι ΗΠΑ πάνω από 4,5 εκατ. Και οι δύο αυτές χώρες αντιμετωπίζουν τα δικά τους προβλήματα, αλλά στην ΕΕ οι καθυστερήσεις στους εμβολιασμούς αποδίδονται στις καθυστερήσεις στην παραγωγή των εμβολίων, στην διαδικασία έγκρισή τους και τον ανεπαρκή σχεδιασμό σε πολλά κράτη μέλη της.
Γιατί δεν αγόρασε η Κομισιόν αρκετές δόσεις του εμβολίου της Pfizer για να εμβολιαστούν όλοι οι πολίτες της ΕΕ;
Τον περασμένο Ιούνιο, όταν η Κομισιόν άρχισε να κλείνει συμφωνίες για τα εμβόλια, ουδείς γνώριζε 100% ποιο θα είναι αποτελεσματικό ή ποιο θα είναι πρώτο διαθέσιμο. Οι BioNTech / Pfizer, η Moderna και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης με την AstraZeneca ήταν από τις πρώτες που ξεκίνησαν ευρείας κλίμακας κλινικές δοκιμές των εμβολίων του με πολλά υποσχόμενα χρονοδιαγράμματα. Αλλά το καθένα απ’ αυτά τα εμβόλια είχε διάφορα εμπόδια να υπερβεί και ουδείς ανέμενε να έχουν αποτελεσματικότητα άνω του 90%, ειδικά αυτά που βασίζονται στην τεχνολογία του αγγελιοφόρου mRNA, που δεν είχε εγκριθεί ποτέ άλλοτε στο παρελθόν από τις αρμόδιες εποπτικές Αρχές.
Γι’ αυτό λοιπόν κι η Κομισιόν αποφάσισε να προβεί σε παραγγελίες άνω των δύο δισ. δόσεων εμβολίων από έξι διαφορετικές εταιρείες κι είναι κοντά σε συμφωνία για την προμήθεια άλλων 200 εκατ. δόσεων από το εμβόλιο της αμερικανικής Novavax, ενώ συζητά και με τις BioNTech / Pfizer για νέες παραγγελίες. Όταν το εμβόλιο των τελευταίων εγκρίθηκε πρώτο, όλοι θέλησαν να αγοράσουν όσο το δυνατόν περισσότερες δόσεις, αλλά αυτό θα αλλάξει καθώς προχωρά η έγκριση κι άλλων εμβολίων. Σε σύγκριση με άλλα, η διανομή του εμβολίου των BioNTech / Pfizer είναι δυσκολότερη επειδή πρέπει να φυλάσσεται στους -70 C - και μόλις για πέντε ημέρες σε συνηθισμένα ψυγεία -, κι επειδή είναι ακριβότερο -στοιχίζει περίπου 12 ευρώ η δόση σε σύγκριση με εκείνο της Οξφόρδης, το οποίο κοστολογείται σε περίπου δύο ευρώ η δόση, σύμφωνα με λίστα τιμών που διέρρευσε. Μολαταύτα η Κομισιόν εξασφάλισε 200 εκατ. δόσεις του εμβολίου της Pfizer με οψιόν αγοράς άλλων 100 εκατ. δόσεων – που ήταν και η μεγαλύτερη συμφωνία εκείνη την εποχή για την αμερικανική εταιρεία – όταν οι ΗΠΑ αγόρασαν 100 εκατ. δόσεις με οψιόν αγοράς άλλων 500 εκατ. τον Ιούλιο. Τελικά, μετά την έντονη κριτική η κυβέρνηση Τραμπ αγόρασε άλλα 100 εκατ. δόσεις στις 23 Δεκεμβρίου. Αλλά ακόμη κι αν η ΕΕ είχε αγοράσει περισσότερες δόσεις του εμβολίου, πιθανώς δεν θα άλλαζαν και πολλά αυτή τη χρονική στιγμή, αφού οι ρυθμοί χελώνας στους εμβολιασμούς αποδίδονται κυρίως σε καθυστερήσεις στην παραγωγή των εμβολίων και την έλλειψη ετοιμότητας αρκετών χωρών για γρήγορη διανομή τους στον πληθυσμό.
Γιατί δεν αγόρασαν μόνες τους οι χώρες τα εμβόλια;
Το βασικό επιχείρημα πίσω από την απόφαση να αναλάβει η Κομισιόν την προμήθεια των εμβολίων είναι ότι έτσι θα εξασφάλιζε καλύτερες συμφωνίες διαπραγματευόμενη για το σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ. Κι αυτό έγινε, γιατί όπως έδειξε η εμπειρία από την επιδημία της γρίπης των χοίρων το 2009, οι φαρμακευτικές εταιρείες εκμεταλλεύτηκαν τη μία έναντι της άλλης τις χώρες της ΕΕ για να χρεώσουν περισσότερο τα εμβόλιά τους και κάποια κράτη κατέληξαν με πάρα πολλές δόσεις, πουλώντας τελικά το πλεόνασμά τους σε γειτονικές χώρες.
Αυτή τη φορά τα κράτη μέλη συμφώνησαν να αναλάβει η Κομισιόν τις διαπραγματεύσεις. Ορισμένα μετέχουν στη διαδικασία και όλα εγκρίνουν τις συμφωνίες, προτού πέσουν οι υπογραφές. Ορισμένες χώρες αποφάσισε να αγοράσουν άλλα εμβόλια ή πρόσθετες δόσεις, πέρα από εκείνες που παρήγγειλε η Κομισιόν. Το φθινόπωρο η Γερμανία αγόρασε άλλα 30 εκατ. δόσεων των εμβολίων της Pfizer και της CureVac κι όταν αυτό έγινε γνωστό, η Δανία ακολούθησε αγοράζοντας άλλα 2,6 εκατ. δόσεις.
Γιατί προχωρούν με ρυθμό χελώνας οι εμβολιασμοί στην ΕΕ;
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η ΕΕ καθυστέρησε στην υπογραφή των συμφωνιών για τα εμβόλια. Τα περισσότερα ντιλ έκλεισαν στις αρχές Αυγούστου, αλλά πέρασαν μήνες μέχρι να τα εγκρίνουν τα κράτη μέλη. Η αλήθεια είναι ότι η Βρετανία και οι ΗΠΑ είχαν ήδη εμβολιάσει εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες τους προτού ο ΕΜΑ εγκρίνει το πρώτο εμβόλιο κατά του κορωνοϊού για την ΕΕ. Κι υπάρχουν κάποιοι λόγοι γι’ αυτό, όπως ότι ο ΕΜΑ συνέστησαν μια έγκριση κυκλοφορίας υπό αίρεση, που συνδέεται με περισσότερους όρους για τις παρασκευάστριες εταιρείες, απ’ ό,τι η αντίστοιχη διαδικασία στη Βρετανία, όπου η κυβέρνηση θα θεωρηθεί υπεύθυνη για τυχόν απρόβλεπτα προβλήματα με τα εμβόλια, ενώ στην ΕΕ υπόλογες θα είναι οι παρασκευάστριες εταιρείες.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν σ’ αυτή τη διαδικασία, αλλά όταν άρχισαν να προβάλλονται από τους δέκτες των τηλεοράσεων εικόνες Αμερικανών και Βρετανών να εμβολιάζονται, χώρες όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Γερμανία κι η Ιταλία πίεσαν την ΕΕ να ανεβάσει ταχύτητα με την Κομισιόν να μεταδίδει live τις σχετικές συνεδριάσεις του ΕΜΑ. Ωστόσο, η διαδικασία πιθανότατα θα συνεχίσει να καθυστερεί περισσότερο στην ΕΕ απ’ ό,τι σε άλλες χώρες που προχωρούν σε έκτακτη έγκριση κυκλοφορίας εμβολίων. Η επόμενη απόφαση του ΕΜΑ αναμένεται εντός της εβδομάδος για το εμβόλιο της Moderna, που έχει, πάντως, περιορισμένη ικανότητα παραγωγής στην ΕΕ. Ο ΕΜΑ μελετά παράλληλα τα στοιχεία από τα εμβόλια της Οξφόρδης και της Johnson & Johnson, για να προχωρήσει κάποια στιγμή στην έγκρισή τους.
Από τη στιγμή που ο ΕΜΑ άναψε το πράσινο φως στο εμβόλιο των BioNTech / Pfizer οι δύο εταιρείες έπρεπε να παραδώσουν τις συμφωνηθείσες 12,5 εκατ. δόσεις μέχρι τα τέλη του περασμένου χρόνου, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατό λόγω προβλημάτων στις εφοδιαστικές αλυσίδες και γι’ αυτό ο CEO της BioNTech, Ουγούρ Σαχίν, απηύθυνε μέσω του Spiegel έκκληση για έγκριση κι άλλων εμβολίων όσο η εταιρεία του ενισχύει τις ικανότητες παραγωγής. «Αυτή τη στιγμή τα πράγματα δεν δείχνουν καλά. Φαίνεται να υπάρχει ένα κενό διότι δεν υπάρχουν άλλα εγκεκριμένα εμβόλια και πρέπει να καλύψουμε το κενό με το δικό μας», εξήγησε ο Σαχίν.
Οι περισσότερες χώρες της ΕΕ ξεκίνησαν τους εμβολιασμούς στις 27 Δεκεμβρίου σε ένδειξη πανευρωπαϊκής αλληλεγγύης – αν και η Γερμανία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία ξεκίνησαν μία μέρα νωρίτερα. Άλλες χώρες, ωστόσο, δεν ήταν προετοιμασμένες, όπως η Ολλανδία, που ξεκινά αύριο Τετάρτη, με τον υπουργό Υγείας να εξηγεί ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε δυσκολίες στην υλικοτεχνική υποδομή και στο γεγονός ότι οι Αρχές περίμεναν να εγκριθεί πρώτο το εμβόλιο της Οξφόρδης.