Μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα οι ιστορικοί δεν είχαν μελετήσει την παιδική ηλικία ως επιστημονικό θέμα.
Μια ματιά στην ιστορική έρευνα της παιδικής ηλικίας αρκεί, για να διαπιστώσουμε ότι η αντίληψη και η αντιμετώπιση του παιδιού από τους ενηλίκους διαφέρει από εποχή σε εποχή. Χαρακτηριστικό είναι ότι η Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ μόλις το 1989, για να αλλάξει τον τρόπο που αντιμετωπίζονταν μέχρι τότε τα παιδιά, αναγνωρίζοντάς τα σε ανθρώπινα όντα με ένα ξεχωριστό σύνολο δικαιωμάτων.
Είναι γεγονός ότι παλαιότερα το παιδί δε βρισκόταν στο επίκεντρο της προσοχής και της φροντίδας των ενηλίκων, όπως συμβαίνει στη σημερινή κοινωνία. Έως τότε οι ενήλικες διαχειρίζονταν τα παιδιά αντλώντας από τις δικές τους εμπειρίες και τη διαίσθηση τους. Δεν είχαν κάποιο συγκεκριμένο τρόπο αντιμετώπισης όσον αφορά την αγωγή και τη φροντίδα των παιδιών. Ως αποτέλεσμα, οι γνώσεις αυτές έχουν παραμείνει άγραφες και κληροδοτούνται ως βιωμένες εμπειρίες από τη μια γενιά στην άλλη.
Η παιδοκεντρική αντίληψη της σημερινής κοινωνίας, που θεωρεί ότι το παιδί έχει ξεχωριστές ανάγκες και απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα, για να έχει μια ομαλή ανάπτυξη, δεν ήταν πάντοτε δεδομένη. Στην αρχή του αιώνα μας πολλοί αναμορφωτές ξεκίνησαν να ενδιαφέρονται για την ευτυχία του παιδιού. Διατάχθηκαν νόμοι για την προστασία του παιδιού, γράφτηκαν διακηρύξεις για τα δικαιώματα του, «γεννήθηκαν» υπηρεσίες για την ευημερία του, τη φροντίδα και τη μόρφωση του ως αποτέλεσμα πολλών επίπονων προσπαθειών από ειδικούς, την πολιτεία και τους γονείς, για να εξασφαλίσουν τις καταλληλότερες συνθήκες για την ανάπτυξη του. Στην προσπάθειά τους αυτή άρχισαν να επιβεβαιώνουν την ανάγκη για περισσότερες γνώσεις γύρω από το παιδί και την πορεία της ανάπτυξης του. Έτσι ιδρύθηκαν κέντρα έρευνας και οι επιστήμονες διενέργησαν συστηματικές μελέτες, οι οποίες ερευνούσαν τις ιδιομορφίες και τα προβλήματα της παιδικής ηλικίας. Όλα αυτά, γιατί αποτελεί θέσφατο ότι για κάθε παιδί που αναπτύσσεται οργανικά και ψυχικά σε ένα υγιές και πλούσιο σε ερεθίσματα περιβάλλον, δημιουργείται ένας ενήλικας με ολοκληρωμένο χαρακτήρα και αναπτυγμένη κριτική σκέψη.
Το παιδί φθάνει στον κόσμο ήδη ως άτομο, δεδομένου ότι εγγράφεται σε μια οικογενειακή ιστορία. Δημιουργεί τη σχέση του με τον κόσμο μέσα από την αλληλεπίδραση με τη μητέρα και με τους οικείους του, αρχικά με το σώμα του και έπειτα με τον λόγο. Καθώς μεγαλώνει, προσαρμόζεται στο οικογενειακό περιβάλλον ή, μερικές φορές, πλήττεται και γίνεται πιο εύθραυστο. Το σχολείο, η δεύτερη οικογένεια του παιδιού, χώρος κοινωνικοποίησης και πρόσβασης στη γνώση, είναι ένα πέρασμα που μπορεί να βοηθήσει το παιδί να εξελιχθεί ή να το δυσκολέψει, με αποτέλεσμα την ανάδυση συναισθημάτων ανασφάλειας. Το παιδί χρειάζεται να εγγραφεί στην κοινωνία του σχολείου, το οποίο λειτουργεί βάσει κανόνων, και να γίνει αυτόνομο, για να λειτουργήσει έπειτα στην κοινωνία ως ενήλικας. Το σχολείο, στη συνέχεια, εκπληρώνει τις αποστολές του, παραμένοντας ένας χώρος φροντίδας και ανατροφής όπου το παιδί αναπτύσσεται τόσο γνωστικά όσο και συναισθηματικά! Όμως, συχνά, παρά αυτήν τη φροντιστική μεταχείριση, το σχολείο για κάποια παιδιά γίνεται ένας πολύ περιοριστικός χώρος, δύσκολος στην κατανόηση και γεμάτος δοκιμασίες. Απόδειξη είναι ότι πολλές φορές το σχολικό περιβάλλον δεν αποτελεί χώρο ο οποίος προωθεί την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της ελεύθερης έκφρασης των παιδιών. Ορισμένες φορές, μάλιστα, μπορεί να γίνει και χώρος απειλητικός, καθώς πολλά είναι τα παιδιά που παρουσιάζουν σχολική άρνηση εξαιτίας του σχολικού εκφοβισμού που στις μέρες μας έχει λάβει διαστάσεις πανδημίας.
Οι εξειδικευμένοι ψυχολόγοι είναι αυτοί που θα παρέχουν σε γονείς και εκπαιδευτικούς τη γνώση και τα εργαλεία να διαχειριστούν και να βοηθήσουν τα παιδιά να αναπτυχθούν σωστά. Οι ψυχολόγοι είναι οι ειδικοί που θα δώσουν σε όσους εμπλέκονται στην ανατροφή του παιδιού τα εργαλεία που θα βοηθήσουν το παιδί να εξυψώσει την ψυχική, σωματική και συναισθηματική ενέργεια, να αποκτήσει και πάλι τη χαμένη του περιέργεια, να αναπτύξει μεγαλύτερη ανοχή στις απογοητεύσεις και να γίνει ένα σκεπτόμενο άτομο, ικανό να ονειρεύεται, να φαντάζεται τη θέση του τον κόσμο και τις σχέσεις του με τους άλλους.
Σε μια εποχή όπου τα ερεθίσματα είναι πολλαπλά, αλλά ορισμένα από αυτά και επιβλαβή, όπως η αλόγιστη έκθεση σε οθόνες, η έκθεση σε περιστατικά βίας (σωματικής, λεκτικής, ψυχολογικής), η εύκολη πρόσβαση σε κάθε είδους πληροφορία μέσω του διαδικτύου (πχ. απόκτηση εξαρτησιογόνων ουσιών, σεξουαλικό περιεχόμενο κ.ά.) ελλοχεύουν κίνδυνοι που μπορεί να παγιδεύσουν τα παιδιά σε μια ευάλωτη ηλικία. Τα παιδιά έχουν ανάγκη να περιβάλλονται από άτομα εμπιστοσύνης που χρειάζεται να είναι ηλεγμένα από τους γονείς! Όλοι οι ενήλικες χρειάζεται να ακούν τα παιδιά σε ό,τι αυτά έχουν να πουν για ό,τι τους συμβαίνει και ό,τι νιώθουν καθημερινά ! Ως γονείς χρειάζεται να συνδεόμαστε συναισθηματικά με τα παιδιά μας και να στεκόμαστε δίπλα τους, αφιερώνοντας χρόνο, ώστε να νιώθουν συνεχώς ασφάλεια και χαρά. Οφείλουμε να αναγνωρίζουμε ότι τα παιδιά χρειάζονται τη φροντίδα και την προστασία όλων των ενηλίκων ! Γιατί όπως έλεγε και ο πάντα επίκαιρος Χαλίλ Γκιμπράν:
«Τα παιδιά σου δεν είναι παιδιά σου
είναι οι γιοι και οι κόρες
της λαχτάρας της Ζωής για Ζωή.
Δημιουργούνται μέσα από εσένα,
αλλά όχι από εσένα.
Και αν και βρίσκονται μαζί σου, δεν σου ανήκουν.
Μπορείς να τους δώσεις την αγάπη σου,
αλλά όχι τις σκέψεις σου.
Αφού ιδέες έχουν δικές τους.
Μπορείς να προσπαθήσεις
να τους μοιάσεις αλλά μη γυρέψεις να τα κάνεις σαν εσένα.
Αφού οι ψυχές τους κατοικούν στο σπίτι του αύριο
που εσύ δεν πρόκειται να επισκεφτείς ούτε στα όνειρα σου.
Αφού η ζωή δεν πάει προς τα πίσω
ούτε ακολουθεί
στο δρόμο του το χθες.
Μπορείς να δίνεις μια στέγη στο σώμα τους,
αλλά όχι και στις ψυχές τους.
Είσαι το τόξο από το οποίο
τα παιδιά σου σαν ζωντανά βέλη
ξεκινάνε για να πάνε μπροστά.
Ο τοξότης βλέπει το ίχνος της τροχιάς
προς το άπειρο
και κομπάζει ότι με την δύναμή του
τα βέλη μπορούν να πάνε γρήγορα
και μακριά.
Ας χαροποιεί τον τοξότη
ο κομπασμός του.
Αφού ακόμα και αν αγαπάει το βέλος που πετάει
έτσι αγαπά και το τόξο που μένει στάσιμο.»
Γράφει η,
Ελίνα Γκίκα
Ψυχολόγος
Διευθύντρια, Τμήματος Ψυχικής Υγείας & Ψυχολογικής Υποστήριξης, ΜΗΤΕΡΑ