Ως αυτοάνοσα ορίζονται τα νοσήματα που προκαλούνται από υπερβολική και λανθασμένη απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος έναντι στον ίδιο τον οργανισμό.
Περιλαμβάνουν περισσότερα από 80 είδη, τα οποία μπορούν να προσβάλλουν σχεδόν οποιοδήποτε μέρος του σώματος. Είναι η τρίτη πιο συχνή κατηγορία ασθενειών μετά τον καρκίνο και την καρδιακή νόσο.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα -συμπεριλαμβανομένης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου, της ψωρίασης κ.ά.- χαρακτηρίζονται από απορρύθμιση διαφόρων πτυχών της φυσιολογικής ανοσίας και δημιουργία φλεγμονής.
Επηρεάζουν το 3%-10% του γενικού πληθυσμού. Οι αιτίες που προκαλούν τις αυτοάνοσες ασθένειες δεν είναι καλά κατανοητές. Αυτό που πιθανολογείται είναι ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης αυτοάνοσων ασθενειών όταν συνυπάρχουν και γενετικοί παράγοντες. Έχουν εντοπιστεί πολλοί γενετικοί παράγοντες κινδύνου για αυτοάνοσα νοσήματα, αλλά έχει σημειωθεί σχετικά μικρή πρόοδος στην αποκρυπτογράφηση των βαθύτερων επιπτώσεων των περιβαλλοντικών επιρροών.
«Η θεραπεία των συστηματικών αυτοάνοσων νοσημάτων σκοπό έχει αφενός τον έλεγχο της φλεγμονής της νόσου και αφετέρου την πρόληψη των συννοσηροτήτων ενός χρόνιου νοσήματος (π.χ. καρδιοπάθειες,κ.ά).
Οι πρόσφατες πρόοδοι στην κατανόηση της παθογένειας της νόσου και των νέων τεχνικών παρασκευής φαρμάκων έχουν οδηγήσει στην ευρεία χρήση στοχευμένης ανοσοθεραπείας για τη θεραπεία των αυτοάνοσων νόσων.
Επιπλέον, η προηγμένη μοριακή μηχανική, επέτρεψε την εμφάνιση ανασυνδυασμένων πρωτεϊνικών θεραπευτικών ουσιών -όπως τα mAbs (Μονοκλωνικά Αντισώματα) και των πρωτεΐνών σύντηξης υποδοχέα-Ab(Αντισώματος)- που στοχεύουν διαλυτούς μεσολαβητές ή δείκτες κυτταρικής επιφάνειας των κυττάρων του Ανοσοποιητικού Συστήματος, που αποτελούν τις αιτίες της φλεγμονής», επισημαίνει η κ. Ελένη Κομνηνού Ρευματολόγος, Διευθύντρια Κλινικής Αυτοάνοσων Ρευματικών Παθήσεων Μetropolitan General.
Τι είναι οι βιολογικοί παράγοντες;
Οι βιολογικοί παράγοντες είναι φάρμακα-πρωτεϊνικά μόρια που τροποποιούν ή μπλοκάρουν τη λειτουργία κυττάρων και μεσολαβητών της φλεγμονής που χαρακτηρίζει τα νοσήματα αυτά. Είναι σύγχρονες και εξειδικευμένες θεραπείες, χρησιμοποιούνται από το 1999 και ονομάζονται «βιολογικοί» γιατί είναι προϊόντα βιοτεχνολογίας.
Είναι ειδικά σχεδιασμένα μόρια (αντισώματα) και δρουν σε συγκεκριμένους παράγοντες -επάγουν τη φλεγμονή σε αντίθεση με τα κλασικά παλαιότερα φάρμακα (συμβατικά φάρμακα) όπως η μεθοτρεξάτη κ.ά.- που έχουν μια γενικευμένη επίδραση στην διαδικασία της φλεγμονής .
Πώς χορηγούνται οι βιολογικοί παράγοντες;
Επειδή είναι πρωτεϊνικά μόρια καταστρέφονται γρήγορα στο στομάχι -και γι’ αυτό το λόγο χορηγούνται παρεντερικά, είτε υποδορίως είτε ενδοφλεβίως- σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Ποια είναι η αποτελεσματικότητα τους;
Όταν ο βιολογικός παράγοντας ξεκινήσει τη δράση του οι περισσότεροι ασθενείς παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση, τους 3-6 μήνες από την έναρξη της θεραπείας.
Ανάλογα λοιπόν με το είδος του αυτοάνοσου νοσήματος και του οργανισμού του ασθενούς - θα παρατηρηθεί μείωση του πόνου και του οιδήματος στις αρθρώσεις, βελτίωση της πρωινής δυσκαμψίας και της κόπωσης, και γενικά βελτίωση της ποιότητας ζωής και της λειτουργικότητας.
Αν και οι βιολογικοί παράγοντες έχουν ευεργετική επίδραση στους περισσότερους ασθενείς (50-70%) δυστυχώς δεν είναι αποτελεσματικοί για όλους (πρωτογενής αστοχία), ενώ σε ένα ποσοστό αρχικά είναι αποτελεσματικοί, μετά όμως από κάποιο διάστημα χάνουν την αποτελεσματικότητα τους (δευτερογενής αστοχία). Πιο συχνά λοιπόν ένας ασθενής αλλάζει την αγωγή του λόγω αστοχίας και όχι λόγω παρενεργειών.
Έτσι λοιπόν, τα πρόσφατα δεδομένα- αποδεικνύουν την μεγάλη εξέλιξη στη θεραπεία των Αυτοάνοσων Νοσημάτων και βάζουν τις βάσεις για μελλοντικές νέες θεραπείες.
«Μετά την επιτυχή εισαγωγή των βιολογικών παραγόντων στη θεραπεία των αυτοάνοσων νοσημάτων, οι μοριακοί στόχοι επεκτείνονται συνεχώς. Έτσι ο αποκλεισμός ανοσολογικών σημάτων από αναστολείς κινάσης-μικρών μορίων του Ανοσοποιητικού Συστήματος και συνεπώς και καινοτόμα βιολογικά φάρμακα, (π.χ. οι ενδοκυτταρικές κινάσες) παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον όσον αφορά τη θεραπευτική αποτελεσματικότητα και τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια.
Φαίνεται λοιπόν, πως ίσως δεν είναι πολύ μακρινό το μέλλον που η επιστημονική κοινότητα θα μιλάει για θεραπείες ίασης», αναφέρει.
Ποιες είναι οι ανεπιθύμητες ενέργειες τους;
Οι βιολογικοί παράγοντες επιδρούν στο ανοσοποιητικό μας σύστημα και γι’ αυτό ίσως εμφανιστούν συχνότερα λοιμώξεις, κυρίως κοινές λοιμώξεις του αναπνευστικού ή του δέρματος και σπανιότερα ευκαιριακές λοιμώξεις. Ο έλεγχος πριν την έναρξη περιλαμβάνει εξετάσεις για τη φυματίωση, τις ηπατίτιδες, αιματολογικές εξετάσεις και ακτινογραφία θώρακος. Άλλες πιθανές παρενέργειες είναι αλλεργικές αντιδράσεις, τοπικές αντιδράσεις στην έγχυση και πιο σπάνια γενικευμένη αλλεργική αντίδραση.
Τι γίνεται με την τεκνοποίηση;
Οι κατευθυντήριες οδηγίες προς το παρόν κάνουν λόγο για διακοπή των θεραπειών για τρεις μήνες τουλάχιστον πριν την έναρξη προσπαθειών για τεκνοποίηση και για τα δυο φύλα. Υπάρχουν όμως αναφορές από τα αρχεία καταγραφής βιολογικών παραγόντων και περιπτώσεις από την βιβλιογραφία που δείχνουν ασφάλεια στη χορήγηση για κάποιους παράγοντες μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο της κύησης. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται εξατομίκευση και συναπόφαση μεταξύ θεράποντος, ζευγαριού και γυναικολόγου.
Συμπερασματικά
«Η χρήση βιολογικών φαρμάκων αντιπροσωπεύει μεγάλη πρόοδο στη θεραπεία των Αυτοάνοσων Νοσημάτων. Οι Βιολογικοί παράγοντες που στοχεύουν βασικά συστατικά της απορρυθμισμένης ανοσολογικής απόκρισης, έχουν βελτιώσει δραματικά την ποιότητα ζωής των ασθενών με Αυτοάνοσα Νοσήματα και έχουν μεταμορφώσει τις θεραπείες για μια σειρά συστηματικών φλεγμονωδών αυτοάνοσων νοσημάτων», καταλήγει η κ. Κομνηνού.