Η δωρεά οργάνων από θνήσκοντες ασθενείς διαγνωσμένους με κορωνοϊό είναι γενικά ασφαλής και δεν μολύνει με Covid-19 τους λήπτες των οργάνων.
Αυτό σύμφωνα με δύο νέες μελέτες, μία αμερικανική και μία ιταλική, οι οποίες πρόκειται να παρουσιασθούν στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νόσων στη Λισαβόνα (ECCMID 2022) για τους δότες με κορωνοϊό.
Η έρευνα για δότες οργάνων με κορωνοϊό
Η πρώτη έρευνα, με επικεφαλής τους δρ Κάμερον Γουλφ και δρ Έμιλι Άϊσενμπέργκερ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ντιουκ της Β.Καρολίνα, αφορά τη μεταμόσχευση ήπατος, παγκρέατος και νεφρών (συνολικά έξι οργάνων) σε τέσσερις ασθενείς από δότες που είχαν διαγνωστεί με Covid-19. Είχε προηγηθεί βιοψία για να επιβεβαιώσει την καταλληλότητα των οργάνων προς μεταμόσχευση. Από τους δότες, ο ένας πέθανε λόγω σοβαρών επιπλοκών της Covid-19, ο δεύτερος πέθανε από άλλη μικροβιακή λοίμωξη στον εγκέφαλο που πιθανώς πυροδοτήθηκε από τον κορωνοϊό, ενώ οι άλλοι δύο είχαν ήπια έως μέτρια Covid-19 και πέθαναν τελικά από άλλες αιτίες.
Κανένα όργανο δεν απορρίφθηκε από τον οργανισμό του λήπτη και κανένας λήπτης οργάνου δεν μολύνθηκε με Covid-19 μέσω του μοσχεύματος. Η δρ Αϊσενμπέργκερ δήλωσε ότι «μολονότι περιορισμένη, η έως τώρα εμπειρία μας υποστηρίζει τη χρήση κοιλιακών οργάνων από δότες θετικούς στην Covid-19 ως ασφαλή και αποτελεσματική, ακόμη και από εκείνους που είχαν ενεργή λοίμωξη με κορονοϊό ή πνευμονία λόγω Covid-19».
Η πανδημία είχε επιδεινώσει την έλλειψη οργάνων προς μεταμόσχευση, μεταξύ άλλων λόγω ανησυχιών για τους άγνωστους κινδύνους από τη χρήση οργάνων από δότες με Covid-19. Η μεγαλύτερη έλλειψη παρατηρήθηκε στα νεφρά και ακολούθως σε πνεύμονες, ήπαρ και καρδιές.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, δεν είναι κατάλληλα για μεταμόσχευση όλα τα όργανα από δότες με κορονοϊό. Για παράδειγμα, αν το προς δωρεά όργανο είναι πνεύμονας ή έντερο, γίνεται αποδεκτό μόνο αν έχουν περάσει πάνω από 20 μέρες από τότε που ο δότης διαγνώστηκε θετικός στον ιό. Αν κορονοϊός ανιχνευθεί στη βάση των πνευμόνων, τότε το όργανο απορρίπτεται. Από την άλλη, για να μειωθεί ο κίνδυνος περαιτέρω, όλοι οι λήπτες οργάνων πρέπει να έχουν εμβολιαστεί πλήρως κατά του κορονοϊού με Pfizer/BioNTech ή Moderna πριν την μεταμόσχευση.
Σύμφωνα με την Άϊσενμπέργκερ, «το να είναι κανείς ανεμβολίαστος, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο σοβαρής Covid-19 στους μεταμοσχευμένους ασθενείς λόγω των ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων που παίρνουν μετά την μεταμόσχευση. Γι' αυτό τον λόγο, ενθαρρύνουμε ισχυρά τους ασθενείς στη λίστα αναμονής να εμβολιαστούν, αν και το να είναι κάποιος ανεμβολίαστος, δεν σημαίνει ότι εξαιρείται από τη λίστα αναμονής για μόσχευμα». Σημειωτέον πάντως ότι, αντίθετα με τις ΗΠΑ όπου τα πρωτόκολλα είναι πιο χαλαρά ανάλογα με την πολιτεία, πολλές χώρες επιμένουν ότι όλοι οι δότες πρέπει να είναι τριπλά εμβολιασμένοι πριν την μεταμόσχευση, ενώ ανεμβολίαστοι δεν γίνονται δεκτοί για λήπτες οργάνου.
Η δεύτερη έρευνα, με επικεφαλής τον καθηγητή Πάολο Γκρόσι του Πανεπιστημίου Ινσούμπρια στο Βαρέζε, αφορά 30 μεταμοσχεύσεις από δότες με παρελθούσα Covid-19 και άλλες 38 από δότες με ενεργή λοίμωξη Covid-19 τη στιγμή του θανάτου τους. Το συμπέρασμα ήταν ότι οι λήπτες οργάνων από ασθενείς είτε με προηγούμενη είτε ακόμη και με ενεργή Covid-19 μπορούν να κάνουν μεταμόσχευση, εφόσον ο δότης ήταν ασυμπτωματικός ή πέθανε από άλλη αιτία τελικά και όχι από κορονοϊό.
Ο Γκρόσι δήλωσε ότι «με βάση την αυξανόμενη παγκόσμια εμπειρία, πιστεύουμε ότι τα όργανα από δωρητές με παρελθούσα ή ενεργή λοίμωξη με SARS-CoV-2 μπορούν με ασφάλεια να προσφερθούν σε υποψήφιους που έχουν ανοσία κατά του κορονοϊού είτε λόγω προηγούμενης μόλυνσής τους είτε λόγω του εμβολιασμού τους. Αυτό μπορεί να διευρύνει τη διαθεσιμότητα των οργάνων προς μεταμόσχευση». Επεσήμανε επίσης ότι τόσο στην Ιταλία όσο και σε άλλες χώρες η μεταμοσχευτική δραστηριότητα έχει σχεδόν επανέλθει στα προ πανδημίας επίπεδα.