Η μικρογονιμοποίηση (ICSI) είναι από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις στην εξωσωματική γονιμοποίηση.
Μέχρι το 1992 τα ζευγάρια με ανδρική υπογονιμότητα δεν μπορούσαν να βοηθηθούν από την τότε υπάρχουσα εξωσωματική γονιμοποίηση, καθώς το ποσοστό γονιμοποίησης ήταν πολύ χαμηλό. Το 1992 ανακοινώθηκαν οι πρώτες εγκυμοσύνες έπειτα από μικρογονιμοποίηση (ICSI) με σπέρμα που είχε πολύ φτωχά χαρακτηριστικά. Ο μικρός αριθμός και η χαμηλή ή ανύπαρκτη κινητικότητα των σπερματοζωαρίων σταμάτησαν να αποτελούν πρόβλημα στην ICSI, μιας και η γονιμοποίηση δεν εξαρτάται από την ικανότητα των σπερματοζωαρίων να εισχωρήσουν στο ωάριο, αλλά ένα και μόνο σπερματοζωάριο εγχέεται απευθείας στο κυτταρόπλασμα του ωαρίου. Με τη μέθοδο ICSI τα ποσοστά γονιμοποίησης είναι πολύ υψηλά (πάνω από το 80% των ώριμων ωαρίων γονιμοποιούνται). Ως αποτέλεσμα, η μέθοδος ICSI χρησιμοποιείται παγκοσμίως με μεγάλη επιτυχία για να αντιμετωπίσει τη σοβαρή ολιγο-ασθενο-τερατοζωοσπερμία.
Επίσης, μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία και η αζωοσπερμία (πλήρης απουσία σπερματοζωαρίων στο σπερματικό υγρό). Σε αυτές τις περιπτώσεις τα σπερματοζωάρια λαμβάνονται με βιοψία από τον όρχι ή την επιδιδυμίδα με ελαφρά χαμηλότερο (ή ισάξιο, σύμφωνα με άλλους ερευνητές) ποσοστό επιτυχίας.
Κύριες ενδείξεις για μικρογονιμοποίηση (ICSI)
- Προβλήματα στην ποιότητα σπέρματος. Ολιγοσπερμία (αριθμός μικρότερος των < 15 εκατομμυρίων/ml), ασθενοσπερμία, τερατοζωοσπερμία και συνδυασμός όλων αυτών των προβλημάτων που είναι η Ολιγο-ασθενοτερατοζωοσπερμία (ΟΑΤ). Αποτυχία γονιμοποίησης έπειτα από εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF).
- Δυσλειτουργίες εκσπερμάτωσης. Σπέρμα από την επιδιδυμίδα. Συγγενής απλασία του σπερματικού πόρου. Αποτυχημένη επαναστόμωση του σπερματικού πόρου. Απόφραξη των εκσπερματικών πόρων.
- Σπερματοζωάρια από τον όρχι. Αζωοσπερμία λόγω αναστολής ωρίμανσης σπερματοζωαρίων, ορχικής δυσλειτουργίας ή γενετικών παραγόντων, νεκροσπερμία.
Για κάθε προσπάθεια ICSI χρειάζονται λίγα μόνο σπερματοζωάρια και μία μόνο βιοψία μπορεί να δώσει αρκετά για κρυοσυντήρηση, σε πολλαπλά σωληνάρια, ώστε για μελλοντικές προσπάθειες μικρογονιμοποίησης να αποφευχθούν επαναλαμβανόμενες επεμβάσεις.
Αζωοσπερμία, βιοψία όρχεων και εξωσωματική γονιμοποίηση
Περίπου το 1% των ανδρών του γενικού πληθυσμού και το 10% των ανδρών που μπαίνουν σε διαδικασία διερεύνησης της γονιμότητάς τους δεν έχουν σπερματοζωάρια στο σπερματικό υγρό (αζωοσπερμία). Σήμερα οι άνδρες που πάσχουν από αζωοσπερμία μπορούν πια να αποκτήσουν τον δικό τους βιολογικό απόγονο με τη βοήθεια βιοψίας όρχεων και εξωσωματικής γονιμοποίησης με ICSI.
Βιοψία όρχεως
Από τη στιγμή που θα διαπιστωθεί και θα επιβεβαιωθεί η αζωοσπερμία ακολουθεί προσεκτική διερεύνηση από ειδικό ουρολόγο ή/και ενδοκρινολόγο, προκειμένου να διαπιστωθούν τα πιθανά αίτια και η αντιμετώπισή της. Στις περισσότερες περιπτώσεις αζωοσπερμίας, η βιοψία όρχεως παραμένει η μοναδική εξέταση που θα δείξει εάν υπάρχουν σπερματοζωάρια ή όχι στους όρχεις. Από τη στιγμή που υπάρχουν σπερματοζωάρια στη βιοψία μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για IVF (εξωσωματική γονιμοποίηση) με μικρογονιμοποίηση (ΙCSI) και όχι για σπερματέγχυση ή απλή εξωσωματική λόγω της χαμηλής κινητικότητας των σπερματοζωαρίων που προέρχονται από τον ορχικό ιστό και της απουσίας των διεργασιών και της ωρίμανσης που συμβαίνουν στην επιδιδυμίδα.
Η τεχνική της βιοψίας όρχεως εφαρμόζεται μόνο από ειδικό ουρολόγο που επιλέγει την κατάλληλη μέθοδο. Μπορεί να γίνει την ίδια ή την προηγούμενη μέρα από την ωοληψία ή πριν από αυτή, με στόχο να καταψυχθούν τα σπερματοζωάρια και να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον. Στο παρελθόν η βιοψία όρχεως είχε μόνο διαγνωστική αξία ώστε να αποκλείσουμε την πιθανότητα βιολογικής γονιμότητας του άντρα ή να βρεθεί η αιτία της αζωοσπερμίας. Από τη στιγμή που είναι δυνατή η χρήση των σπερματοζωαρίων που λαμβάνονται από τον όρχι σε εξωσωματική γονιμοποίηση, μικρογονιμοποίηση (ICSI), η βιοψία γίνεται και θεραπευτική.
Με βάση λοιπόν τα σημερινά δεδομένα, η βιοψία όρχεως γίνεται με τη λήψη πολλαπλών ιστοτεμαχιδίων από διαφορετικές περιοχές και των δύο όρχεων, καθώς και με τη δυνατότητα άμεσης μικροσκοπικής παρατήρησης από εξειδικευμένο εμβρυολόγο και την κρυοσυντήρηση του ιστού σε περίπτωση που διαπιστωθεί παρουσία σπερματοζωαρίων.
Γράφει
η
Ελένη Κοντογιάννη
Κλινική
Εμβρυολόγος
Επιστημονική Συνεργάτης
Μονάδας ΥΓΕΙΑ IVF Εμβρυογένεσις