Η Ικαρία (ή Ικαριά ή Νικαριά, στα αρχαία χρόνια Δολίχη) είναι ένα ξακουστό νησί του ανατολικού Αιγαίου και ανήκει στην ομώνυμη περιφερειακή ενότητα Ικαρίας.
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για την προέλευση της ονομασίας του νησιού. Η πρώτη αναφέρει ότι η λέξη Ικαρία προέρχεται από την ινδο-ευρωπαϊκή ρίζα -καρ, η οποία συναντάται σε λέξεις που δηλώνουν σκληρό, απότομο. Εν προκειμένω συνδέεται με βραχώδη, απόκρημνα μέρη, όπως αντίστοιχα η γειτονική Καρία της Μικράς Ασίας. Άλλη αρχαία ονομασία που συναντάται για το νησί είναι «Δολίχη» που σημαίνει μακριά, λόγω του μακρόστενου σχήματός της. Στο διάβα του χρόνου, το νησί αναφέρεται και με άλλες ονομασίες όπως Οινόη, Ιχθυόεσσα, Ανεμόεσσα και στο Βυζάντιο ως Μάκρη.
Ο Μύθος του Ίκαρου και του Δαίδαλου
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, το νησί ονομάζεται Ικαρία από το μύθο του θρυλικού Ικάρου που, με τον θάνατό του από την πτώση στη θάλασσα, έδωσε το όνομά του στο Ικάριο πέλαγος. Η ονομασία των κατοίκων του νησιού είναι Ικαριώτης και Ικαριώτισσα (ή απλά Καριώτης - Καριώτισσα ή Καριωτίνα), στον πληθυντικό Ικαριώτες και Ικαριώτισσες. Το όνομα του δεύτερου λιμένα, του Ευδήλου, προέρχεται από τα συνθετικά «ευ» + «δήλος = φανερός», δηλαδή λιμένας που φαίνεται εύκολα από μακριά, πλησιάζοντας στη βόρεια πλευρά του νησιού.
Πολλά πράγματα μπορεί να δει κανείς στην Ικαρία όπως τον Φάρο του Κάβο. Ο φάρος στο νοτιοδυτικότερο άκρο της Ικαρίας, στο Ακρωτήρι Πάπας ή Κάβο Πάπας ή το Μπουγάζι του Πάπα όπως λέγεται από τους ντόπιους, είναι από τους παλαιότερους των Βαλκανίων και ο μεγαλύτερος σε φωτοβολία στην Ελλάδα.
Οι ξακουστές παραλίες της Ικαρίας
Μια από τις πιο γνωστές παραλίες στην Ικαρία αλλά και στην Ελλάδα είναι η παραλία του Να.
Η παραλία βρίσκεται στην βόρεια πλευρά του νησιού. Το νερό βαθαίνει απότομα . Όταν φυσάει βοριάς αναπτύσσεται κυματισμός με πολύ επικίνδυνα ρεύματα για τους κολυμβητές. Στην πίσω πλευρά της παραλίας υπάρχει πυκνή βλάστηση με ένα μικρό ποτάμι.
Οι Σεϊχέλες της Ικαρίας
Η πιο ξακουστή παραλία όμως είναι οι Σεϊχέλες η οποία είναι ίσως η πιο εξωτική παραλία του Αιγαίου: Ψιλό βότσαλο ανάμεικτο με ψιλή άμμο, νερά με χρωματιστούς μοναδικούς, γρανιτένιοι βράχοι, κρυμμένες υποθαλάσσιες σπηλιές έτοιμες για εξερεύνηση. Τοπίο μαγικό, άγριο, αγνό, πέρα για πέρα γοητευτικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόσβαση στην παραλία γίνεται μόνο με τα πόδια μετά από 20 λεπτά περίπου περπάτημα από τον κεντρικό δρόμο, μέσα από ένα δύσβατο μονοπάτι.
Η τοπογραφία της παρουσιάζει αντιθέσεις, καθώς εμφανίζει καταπράσινες πλαγιές και γυμνούς απότομους βράχους. Το νησί είναι ορεινό στο μεγαλύτερο μέρος του. Η πλειονότητα των χωριών χαρακτηρίζονται ορεινά, κάτι που οφείλεται στην ανάγκη προστασίας των κατοίκων από τις πειρατικές επιδρομές στο Μεσαίωνα. Η Ικαρία έχει παράδοση στην παραγωγή ενός δυνατού κόκκινου κρασιού, γνωστού από τον Όμηρο ως «Πράμνειος Οίνος».
Το νησί είναι σε μεγάλο κομμάτι του καλυμμένο από βλάστηση, κουμαριές, πρίνους και πευκοδάση. Υπάρχει αφθονία νερού, ενώ έχει χτιστεί και φράγμα στο Πέζι για συγκράτηση των υδάτων και ύδρευση του νησιού. Στα δυτικά βρίσκεται το δάσος του Ράντη, ένα από τα σπανιότερα χαρακτηριστικά μεσογειακά προϊστορικά δάση. Μέρος του νησιού είχε καταστραφεί από φονική πυρκαγιά το 1993. Υπάρχουν σπάνια και μοναδικά είδη ζώων στο νησί, όπως η σαύρα «κορκόφυλας», αλλά και ιδιαίτερη χλωρίδα.
Εκτός από συνηθισμένα ζώα, χαρακτηριστικά είναι τα ημιάγρια κατσίκια ελευθέρας βοσκής (τα λεγόμενα «ρασκά» = ορεσκά, ορεσίβια), τα οποία συναντώνται παντού, διαταράσσοντας την χλωρίδα του νησιού με την υπερβόσκηση. Το κλίμα της Ικαρίας υπάγεται στον κλιματικό τύπο του μεσογειακού παράκτιου, δηλαδή ξηρό και σχετικά θερμό καλοκαίρι με υγρούς και ήπιους χειμώνες.
Η Ικαρία είχε κατοικηθεί από τη Νεολιθική εποχή, πριν το 7.000 π.Χ., από κατοίκους που οι αρχαίοι Έλληνες αποκάλεσαν μετέπειτα Πελασγούς. Γύρω στο 750 π.Χ. Έλληνες από τη Μίλητο αποίκισαν την Ικαρία ιδρύοντας εγκαταστάσεις στην περιοχή που σήμερα αποκαλείται Κάμπος, την οποία τότε αποκαλούσαν Οινόη για το κρασί της.
Τον 6ο αιώνα π.Χ. η Ικαρία συνενώθηκε διοικητικά με τη Σάμο και αποτέλεσε τμήμα της θαλάσσιας αυτοκρατορίας του Πολυκράτη. Εκείνη την εποχή χτίστηκε ο ναός της Αρτέμιδος στο Να, στη βορειοανατολική γωνία του νησιού.
Ο Νας ήταν ιερός τόπος και για τους Προέλληνες κατοίκους του Αιγαίου, ενώ ήταν ένα σημαντικό λιμάνι του νησιού στην αρχαιότητα, ο τελευταίος σταθμός πριν εξερευνηθούν οι επικίνδυνες θάλασσες γύρω από την Ικαρία. Ήταν κατάλληλο μέρος για τους ναυτικούς να κάνουν θυσίες στην Άρτεμη, η οποία εκτός των άλλων ήταν και προστάτης των θαλασσοπόρων. Ο ναός διατηρούνταν σε καλή κατάσταση μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν λεηλατήθηκε από τους κατοίκους του χωριού Χριστός Ραχών, οι οποίοι πήραν το μάρμαρο προκειμένου να φτιάξουν ασβέστη για την εκκλησία τους. Το 1939 έγιναν ανασκαφές στην περιοχή από τον Έλληνα αρχαιολόγο Λίνο Πολίτη. Κατά την Γερμανική και Ιταλική κατοχή της Ικαρίας μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλά από τα τεχνουργήματα που είχαν βρεθεί από τον Πολίτη εξαφανίστηκαν. Σύμφωνα με τοπικό θρύλο υπάρχουν ακόμα μαρμάρινα αγάλματα κάτω από την άμμο της παραλίας του Να.
Το κόλπο για να αποφύγουν επιθέσεις πειρατών
Το 14ο αιώνα μ.Χ. η Ικαρία ήταν κομμάτι της Γενοβέζικης αυτοκρατορίας στο Αιγαίο. Σε κάποιο σημείο αυτής της περιόδου οι Ικαριώτες κατέστρεψαν τα λιμάνια τους ώστε να αποτρέψουν την απόβαση των ανεπιθύμητων επισκεπτών.
Σύμφωνα με τους ντόπιους ιστορικούς, οι Ικαριώτες, βασισμένοι σε δικές τους κατασκευές, έχτισαν επτά πύργους-παρατηρητήρια κατά μήκος της ακτής. Μόλις εμφανιζόταν εχθρικό ή άγνωστο σκάφος, οι παρατηρητές άναβαν αμέσως φωτιά και έτρεχαν σε μία δεξαμενή η οποία ήταν πάντα γεμάτη με νερό. Τραβούσαν ένα ξύλινο βούλωμα το οποίο υπήρχε στη βάση και το νερό έρρεε. Οι φρουροί των άλλων παρατηρητηρίων ειδοποιούνταν από τη φωτιά ώστε να κάνουν ταυτοχρόνως το ίδιο. Στο εσωτερικό της δεξαμενής κάθε κάστρου υπήρχαν ενδεικτικές γραμμές πανομοιότυπες με εκείνες που χρησιμεύουν ως ογκομετρητές στα δοχεία. Κάθε μια από αυτές τις διαμετρήσεις είχε και ένα διαφορετικό μήνυμα συνημμένο πάνω της: «επίθεση πειρατών», «προσέγγιση αγνώστου σκάφους», κλπ. Όταν το επίπεδο του νερού έφτανε στο κατάλληλο μήνυμα, οι «αποστολείς» επανατοποθετούσαν το βούλωμα στη δεξαμενή και έσβηναν τη φωτιά, έτσι ο καθένας από τους άλλους πύργους μπορούσε να αποκωδικοποιήσει το μέγεθος και την εγγύτητα του εκάστοτε κινδύνου. Οι πύργοι στα υψώματα του νησιού, όπως στου Δρακάνου, αποτελούσαν μέρος του δικτύου επικοινωνίας των νησιών μέσω φωτιών από την Αθηναϊκή συμμαχία ακόμη.
Το διαφορετικό χτίσιμο των σπιτιών της Ικαρίας
Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου οι Ικαριώτες σπανίως έχτιζαν χωριά με την συγκεντρωμένη μορφή που γνωρίζουμε. Κάθε σπίτι ήταν χαμηλό, με ένα δωμάτιο, με σκεπή από πέτρινες πλάκες, και βρίσκονταν απομακρυσμένο από τα γειτονικά. Είχε μόνο μια χαμηλή πόρτα και ήταν φραγμένο από την πλευρά της θάλασσας με ψηλούς τοίχους, ενώ υπήρχε ένα άνοιγμα στην στέγη (ο ανεφάντης). Επειδή η καμινάδα με τους καπνούς θα μπορούσε να προδώσει την ύπαρξη του σπιτιού, πολλές φορές κλείνονταν. Ο καπνός διαχέονταν από τις πλάκες της στέγης χωρίς να γίνεται ορατός, καθαρίζοντας ταυτόχρονα τα ξύλα της στέγης από έντομα. Τα δωμάτια περιείχαν τα απολύτως απαραίτητα όπως τον χειρόμυλο και το τσουκάλι.
Η αταξική κοινωνία της Ικαρίας
Η παράδοση υποστηρίζει πως όλοι κοιμόντουσαν στο πάτωμα και έκρυβαν τα υπάρχοντά τους μέσα σε σχισμές στους τοίχους. Άντρες και γυναίκες φορούσαν σχεδόν τα ίδια ρούχα: υφαντές λινές φούστες για τις γυναίκες, ένα είδος φουστανέλας για τους άντρες. Αργότερα καθιερώθηκε η βράκα και το γιλέκο για τους άνδρες και η αντίστοιχη παραδοσιακή γυναικεία φορεσιά. Αυτός ο τρόπος ζωής συντελούσε στη μακροζωία και στην αταξικότητα. Κάθε σπίτι ήταν αυτάρκες, χρησιμοποιώντας τον ζωτικό χώρο γύρω του για καλλιέργεια των απαραίτητων, οι γυναίκες συμμετείχαν στις εργασίες και στην κοινωνική ζωή. Τα χωριά δημιουργούνταν σιγά-σιγά από απόγονους μιας αρχικής οικογένειας, που εξαπλωνόταν. Παρ' όλη την αραιοκατοίκηση, η συνεκτικότητα της κοινωνίας ήταν μεγάλη. Υπήρχαν τα πανηγύρια, ομαδικές εργασίες, και τα συμβούλια των γηραιότερων που έπαιρναν τις αποφάσεις. Ο τρόπος ζωής και η αρχιτεκτονική αυτή διατηρήθηκαν έως τα τέλη του 19ου αιώνα, και πολλά στοιχεία μέχρι τις μέρες μας.
Η Ικαρία, όπως και κάθε τόπος, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά γνωρίσματα που συναντώνται σε πολλούς κατοίκους της. Είναι ένα νησί αρκετά μακριά από την ηπειρωτική Ελλάδα και η απομόνωση του μεσαίωνα συντέλεσε στο να διατηρηθούν πολλά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, όπως η αρχαΐζουσα γλώσσα και άλλα έθιμα. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη ναυτιλία, ή με τοπικά επαγγέλματα, οι δεσμοί τους είναι στενοί και φημίζονται για το ότι δε συνηθίζουν να παίρνουν τα πράγματα πολύ σοβαρά.
Από τους κατοίκους χρησιμοποιείται η έκφραση «το Ικαριώτικο ραχάτι» (ραχατιλίκι) που σηματοδοτεί τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους κυλά η ζωή. Αυτό το γνώρισμα συναντιέται σε πολλές περιοχές της Ικαρίας, από τα καφενεία του Αγίου Κηρύκου μέχρι τα ορεινά χωριά των Ραχών όπου ανοίγουν τα μαγαζιά λίγο μετά τη δύση του ηλίου. Η συνήθεια του νυχτερινού ωραρίου στα εμπορικά μαγαζιά οφείλεται στο ότι παλαιότερα, οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ημέρας ασχολούνταν με τις βιοποριστικές τους εργασίες. Εξειδικευμένα επαγγέλματα δεν υπήρχαν, εκτός λίγων εξαιρέσεων (πχ σιδεράς, ξυλουργός), έτσι ο καθένας έπρεπε να φροντίσει τις ανάγκες της οικογένειας μόνος του (γεωργία, κτηνοτροφία, στέγαση κλπ). Χαρακτηριστική ήταν η ανταλλακτική εργασία: όταν κάποιος για παράδειγμα έχτιζε, άλλοι τον βοηθούσαν, με αντάλλαγμα την βοήθεια του αργότερα στις δικές τους ανάγκες («μεταχεριά», ή «αλλαξιά»). Η οικονομία ήταν ανταλλακτική και δεν χρησιμοποιούσε νόμισμα πριν τα τέλη του 19ου αιώνα. Γι΄ αυτό το λόγο οι Ικαριώτες είναι πολύ κοινωνικοί, φιλικοί και φιλόξενοι. Είναι επίσης χαρακτηριστικό το γεγονός της οικειοθελούς συμβολής των κατοίκων για την ανάπλαση της περιοχής τους, όπως για παράδειγμα η κατασκευή σκαλοπατιών σε μία πολυσύχναστη παραλία ή παρεμφερή τεχνικά έργα.
Η ικαριώτικη διάλεκτος
Οι Ικαριώτες έχουν βαριά προφορά που θυμίζει αρκετά την κυπριακή. Η διάλεκτος έχει πολλά αρχαϊκά στοιχεία στην γραμματική και το λεξιλόγιο, και συνηθίζουν να κόβουν τα σύμφωνα (έ μ_πάαω = δεν πάω). Τα διπλά σύμφωνα προφέρονται διαφορετικά, όπως και τα μακρά φωνήεντα.
Οι Ικαριώτες έχουν το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα
Ένα άλλο αξιοσημείωτο γεγονός για τους κατοίκους είναι το υψηλό προσδόκιμο ζωής, το οποίο φτάνει τα 88,1 έτη και είναι το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής για τα ελληνικά δεδομένα, ξεπερνώντας το μέσο όρο 79,8 της χώρας. Έχει προστεθεί στον παγκόσμιο χάρτη των «μπλε ζωνών», όπου κατατάσσονται περιοχές με τα υψηλότερα προσδόκιμα ζωής ανά τον κόσμο (η Ικαρία βρίσκεται στην πρώτη πεντάδα παγκοσμίως). Ερευνητές θεωρούν ως λόγο τον υγειινό τρόπο ζωής και την έλλειψη στρες. Χαρακτηριστική είναι η λαϊκή φράση : «Άγχος και ταλαιπωρία δε χωρούν στην Ικαρία»
Η διατροφή των Ικαριωτών
Η παραδοσιακή διατροφή των Ικαριωτών περιλαμβάνει πολλά λαχανικά που καλλιεργούνται στις οικογενειακές εκτάσεις, γάλα και κρέας από κατσίκι, πουλερικά, κουνέλια και ψάρια, ενώ τα γεύματα συνοδεύονται πάντα από το ντόπιο κρασί. Τρόφιμα συλλέγονται επίσης από τις γύρω περιοχές, όπως άγρια χόρτα, μανιτάρια, σαλιγκάρια, ή κυνήγια. Η καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών στις ορεινές περιοχές γίνεται στις «πεζούλες», δηλαδή επίπεδα, χτιστά αγροτεμάχια που προκύπτουν μετά από κατάλληλη διαμόρφωση. Παραδοσιακά φαγητά είναι το «σουφικό» ένα μείγμα από λαχανικά, το λευκό τυρί «καθούρα», τα πιτταράκια, ενώ χαρακτηριστικό έδεσμα είναι οι λουκουμάδες που παρασκευάζονται στις γιορτές. Λόγω της αραιοκατοίκησης και της διασποράς των κατοίκων, ιδιαιτερότητα αποτελεί η πώληση ψωμιού με περιοδεία στα χωριά, ειδοποιώντας με την κόρνα από μακριά.
Τα ξακουστά πανηγύρια της Ικαρίας
Ιδιαίτερα γνωστός στο πανελλήνιο είναι ο Ικαριώτικος χορός που χορεύεται στα τοπικά πανηγύρια, από τα οποία ευρέως γνωστό είναι της Αγίας Μαρίνας στο χωριό Αρέθουσα, την ημέρα της απελευθέρωσης του νησιού στις 17 Ιουλίου. Τα τελευταία χρόνια τα πανηγύρια έχουν «ξαναγεννηθεί» με την συμμετοχή της νεολαίας αλλά και των επισκεπτών του νησιού τα καλοκαίρια, καθώς είναι ένα από τα στοιχεία της ιδιοτυπίας των Ικαριωτών. Στα Ικαριώτικα πανηγύρια, οι διοργανωτές είναι όλοι εθελοντές του χωριού που μαγειρεύουν (βραστό και ψητό κατσίκι, πατάτες, σαλάτες, κλπ.), σερβίρουν, ενώ η ορχήστρα με κυρίαρχο το βιολί δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον Ικαριώτικο χορό. Τα έσοδα χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για έργα της κοινότητας του χωριού. Το δυνατό κόκκινο Ικαριώτικο κρασί συμβάλλει ώστε τα πανηγύρια να έχουν πολύ κέφι και να διαρκούν όλο το βράδυ. Όλα αυτά συνιστούν πρωτοτυπίες στον Ελλαδικό χώρο κάνοντας τα πανηγύρια της Ικαρίας μοναδικά (ημερομηνίες). Διαφορετικό πανηγύρι είναι αυτό που γίνεται στις 24 Ιουνίου στον Άη Γιάννη Ραχών στο Χριστό. Κοντά στα μεσάνυχτα ανάβονται φωτιές και οι νέοι-νέες (αλλά όχι αποκλειστικά) πηδούν πάνω από τις φλόγες. Επίσης, το πανηγύρι της Λαγκάδας τον Δεκαπενταύγουστο γίνεται κατά τη διάρκεια της ημέρας, ξεκινώντας από το πρωί, όντας ένα από τα πολυπληθέστερα λόγω του μεγάλου δασικού χώρου στον οποίο διεξάγεται.
Με πληροφορίες από Wikipedia
Φωτογραφίες: Intimenews/ΒΟΛΙΤΑΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ