Η μικρή παράκτια πόλη Σίντσου (Hsinchu) στην Ταϊβάν μετρά πάνω από τρεις αιώνες ζωής.
Παρότι όμως αποτελεί την αρχαιότερη πόλη του ταϊβανέζικου Βορρά, δεν είναι το μακρινό παρελθόν της που την κάνει γνωστή urbi et orbi. Eκεί χτίζεται σε σημαντικό βαθμό το παρόν και το μέλλον της τεχνολογίας παγκοσμίως. Δεν είναι τυχαίο ότι η περιοχή αποκαλείται «Silicon Valley» της Ταϊβάν κι έχει προσελκύσει δεκάδες ξένους επενδυτές, μεταξύ των οποίων ηχηρά ονόματα της παγκόσμιας τεχνολογίας, ενώ μόλις 45 χρόνια πριν δεν ήταν παρά μια ήσυχη πόλη, γνωστή μόνο «εντός των τειχών», κυρίως χάρη στα πανεπιστήμιά της.
Το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) επισκέφτηκε την «Κοιλάδα του Πυριτίου» της Ταϊβάν, στο πλαίσιο reporting trip Ευρωπαίων δημοσιογράφων, που διοργάνωσε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2024 το Bakala Foundation, σε συνεργασία με τη Sinopsis.
Η Αλεξάνδρα Γούτα συνομίλησε με στελέχη εταιρειών και οργανισμών και εργαζόμενους στην περιοχή, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει πώς άρχισαν όλα, πώς μεταμορφώθηκε το Σίντσου ιδίως μετά το 1980 και πόσο συνεισφέρει στο λεγόμενο «οικονομικό θαύμα» της Ταϊβάν, η οποία κέρδισε τον τίτλο μιας από τις τέσσερις Ασιατικές Τίγρεις, αναγεννώμενη από τις στάχτες της μετά την κρίσιμη δεκαετία του 1970: μια δεκαετία που «σάρωσε» την οικονομία της, αφού σημαδεύτηκε -μεταξύ άλλων- από την απώλεια της μόνιμης έδρας της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υπέρ της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας το 1971 και τη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση του 1973.
Σήμερα η εικόνα είναι ριζικά διαφορετική. Εκκινώντας ουσιαστικά από το μηδέν, η Ταϊβάν έφτασε να παράγει πάνω από το 90% των πιο προηγμένων τσιπ παγκοσμίως -των ημιαγωγών δηλαδή που κάνουν δυνατή την ανάπτυξη εξελιγμένης Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) και καθορίζουν τη λειτουργία αεροσκαφών, υποβρυχίων, πυρηνικών όπλων και υπερηχητικών πυραύλων- αλλά και σημαντικότατο ποσοστό των λεγόμενων «θεμελιωδών τσιπ». Και η καρδιά αυτής της παραγωγής χτυπάει στο Σίντσου.
Εκεί έχουν εργοστάσια και τμήματα Έρευνας και Ανάπτυξης (R & D) η TSMC, μεγαλύτερη παραγωγός προηγμένων ημιαγωγών του κόσμου, η UMC, παγκόσμια δύναμη στα λεγόμενα «ώριμα» ή «θεμελιώδη» τσιπ και η παγκοσμίως γνωστή MediaTek, αλλά και η Διαστημική Υπηρεσία της Ταϊβάν (TASA) και μικρότερες ταχέως αναπτυσσόμενες εταιρείες από άλλους τεχνολογικούς κλάδους, όπως η TronFuture, που παράγει συστήματα anti-drones, η ζήτηση για τα οποία έχει αυξηθεί κατακόρυφα, ιδίως μετά τη χρήση κάθε είδους UAVs (μη επανδρωμένων αεροσκαφών) στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ταϊβάν:«Αν δουλέψεις δέκα χρόνια στο Σίντσου, μπορείς να αρχίσεις να σκέφτεσαι τη σύνταξη»
Εκ πρώτης όψεως, το Σίντσου, όπου έχουν εγκατασταθεί εκατοντάδες τεχνολογικές επιχειρήσεις, παραμένει μια ήσυχη πόλη με πολλά πάρκα πρασίνου, πολυώροφους πύργους επιχειρήσεων με αστραφτερές γυάλινες προσόψεις και ακριβά αυτοκίνητα στους δρόμους. Ωστόσο, όπως γρήγορα καταλαβαίνει κάποιος, η ησυχία αυτή κάθε άλλο παρά μεταφράζεται σε αδράνεια. Η πόλη, που απέχει περίπου μία ώρα οδήγησης από την Ταϊπέι (περίπου 90 χλμ), κινείται σε μεγαλύτερη ταχύτητα από ό,τι η υπόλοιπη Ταϊβάν σε πολλά πεδία. Κι εισφέρει σημαντικά στο ΑΕΠ της νησιωτικής περιοχής της Ανατολικής Ασίας, που αναγνωρίζεται ως ανεξάρτητο κράτος μόνο από 11 χώρες και το Βατικανό.
Η έρευνα που παράγεται στο Σίντσου είναι εντυπωσιακού επιπέδου και στοχευμένη κυρίως στον χώρο των ημιαγωγών∙ οι μισθοί των τεχνολογικών στελεχών είν' υψηλοί και οι γεννήσεις αυξημένες, χάρη στην οικονομική ισχύ των νοικοκυριών που βγάζουν τα προς το ζην από την ισχυρή βιομηχανία ημιαγωγών. Ενδεικτικό είναι πως το 2023 μία και μόνο εταιρεία με έδρα το Σίντσου εισέφερε περίπου το 2% των συνολικών γεννήσεων βρεφών, που κατεγράφησαν σε ολόκληρη την Ταϊβάν: πρόκειται για την ΤSMC, οι εργαζόμενοι στην οποία καλωσόρισαν 2.463 νεογέννητα στην Ταϊβάν, σύμφωνα τουλάχιστον με στοιχεία που δημοσιοποίησε η εταιρεία/
Ως προς τις αποδοχές, o εταιρικός ...θρύλος λέει πως αν δουλέψεις δέκα χρόνια στο Σίντσου, μπορείς ν' αρχίσεις να σκέφτεσαι τη σύνταξη. Κατά πολλούς αυτό είναι σχετικό, αλλά το βέβαιο είναι ότι οι μισθοί στο Σίντσου είναι σημαντικά υψηλότεροι από τον εθνικό μέσο όρο. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Γενικής Διεύθυνσης Προϋπολογισμού, Λογιστικής και Στατιστικής (DGBAS), ο μέσος (average) μηνιαίος μισθός των εργαζόμενων πλήρους απασχόλησης στο Σίντσου ήταν το 2023 περίπου 1.229.000 NTD (1 NTD ισούται με 0,029 ευρώ). Οι αποδοχές αυτές κατατάσσουν -με διαφορά- τους εργαζόμενους στην πόλη στην πρώτη θέση των υψηλότερα αμειβόμενων στην Ταϊβάν, με την ομώνυμη κομητεία να ακολουθεί στη δεύτερη (985.000 ΝTD) και την Ταϊπέι στην τρίτη (909.000 ΝΤD). Ωστόσο, οι αποδοχές αυτές, που στα άκρα τους μπορεί να φτάσουν σε δυσθεώρητα επίπεδα, συχνότατα «πηγαίνουν πακέτο» με εξαντλητικά ωράρια εργασίας.
Ταϊβάν:Υψηλοί μισθοί, αλλά και ψυχολογικό στρες
Τι σημαίνει εργασιακή κουλτούρα σκληρής εργασίας για τα δεδομένα της Ταϊβάν; Το ΑΠΕ-ΜΠΕ συζήτησε με τον νεαρό μηχανικό C.C., που ζητά να δημοσιευτούν μόνο τα αρχικά του. Ο C.C εργάζεται την τελευταία εννεαετία στο Σίντσου, αρχικά για την TSMC και μετέπειτα για τον ολλανδικό κολοσσό ASML, ο οποίος πρωτοστατεί στην παραγωγή μηχανών EUV (ακραίας υπεριώδους ακτινοβολίας) για την κατασκευή των πιο εξελιγμένων ημιαγωγών παγκοσμίως, όπως εκείνοι που χρησιμοποιούνται στις συσκευές «MacBook Pro» και «iPad Pro» της Apple.
Τον ρωτάμε αν έχει ποτέ βιώσει ψυχολογικό στρες ή εξάντληση εξαιτίας της δουλειάς του. «Η δεύτερη χρονιά που εργαζόμουν στην TSMC ήταν πραγματικά πολύ δύσκολη. Ξυπνούσα στις 6.30 το πρωί, έφτανα στο γραφείο πριν τις 7.30 και έφευγα 14 ώρες μετά, στις 21.30. Κι αυτό συνέβαινε καθημερινά (...) Όταν ξυπνούσα, τα παιδιά μου δεν είχαν ακόμα σηκωθεί απ' το κρεβάτι. Κι όταν επέστρεφα από τη δουλειά, είχαν πέσει για ύπνο. Δεν είχα χρόνο για την οικογένειά μου κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολύ κακές οικογενειακές σχέσεις» διηγείται. Στην ταϊβανέζικη TSMC ο C.C. εργαζόταν μέχρι και 58 ώρες την εβδομάδα, όταν είχε υπηρεσία τα Σαββατοκύριακα. Στην ASML, μια ευρωπαϊκή εταιρεία, το ωράριο είναι καλύτερο -περίπου 40 ώρες εβδομαδιαίως και πενθήμερη εργασία, εκτός αν συμβεί κάτι έκτακτο- αλλά και ο μισθός χαμηλότερος, στο 80%-85% του αντίστοιχου στην TSMC.
Ορμώμενοι από την υψηλή συνεισφορά της ΤSMC στις γεννήσεις, τον ρωτάμε αν θεωρεί πως είναι ευκολότερο για τους εργαζόμενους στον τεχνολογικό τομέα του Σίντσου ν' αποκτήσουν παιδιά. «Παρότι έχω παιδιά, θα πω "όχι" με κεφαλαία γράμματα. Επειδή ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι μεταναστεύουν στο Σίντσου από άλλες πόλεις της Ταϊβάν, σημειώνεται ταχεία αύξηση του πληθυσμού, που οδηγεί σε ανεπάρκεια εκπαιδευτικών πόρων. Με απλά λόγια, κάποια παιδιά χρειάζεται να επενδύσουν πιο πολύ χρόνο για να φτάσουν σε ένα σχολείο μακριά από το σπίτι τους, γιατί στο σχολείο που βρίσκεται κοντά δεν υπάρχει πλέον ελεύθερη θέση στις τάξεις» εξηγεί.
Συμφωνεί με αυτό που συχνά λέγεται, ότι αν εργαστείς έστω 10 χρόνια στο Επιστημονικό Πάρκο του Σίντσου, μπορείς να αρχίσεις να σκέφτεσαι τη σύνταξη; «Αν θεωρήσεις ότι για να είσαι έτοιμος να βγεις στη σύνταξη πρέπει να έχεις στην τράπεζα περίπου 625.000 αμερικανικά δολάρια σε μετρητά, τότε ναι, συμφωνώ, μπορείς να δουλέψεις δέκα χρόνια στην TSMC και ν' αρχίσεις να σκέφτεσαι τη σύνταξη. Στην πραγματικότητα όμως, το αν ισχύει αυτό εξαρτάται από τις προσωπικές συνθήκες του καθενός. Αν αποφασίσεις να αποκτήσεις παιδιά και να αγοράσεις το δικό σου σπίτι στο Σίντσου, τότε δεν ισχύει» διευκρινίζει, ενώ στο ερώτημα αν το κόστος της στέγασης είναι προσιτό στο Σίντσου, απαντά: «Το κόστος της στέγασης στο Σίντσου γίνεται ολοένα υψηλότερο. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τους υψηλούς μισθούς που προσφέρουν οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, η απάντησή μου είναι "ναι", μπορείς να έχεις το δικό σου σπίτι στο Σίντσου, αν εργάζεσαι σε τεχνολογική εταιρεία. Επίσης, οι τιμές των σπιτιών εδώ παραμένουν προς το παρόν χαμηλότερες από ό,τι στην Ταϊπέι (...)».
Κινέζοι «κυνηγοί κεφαλών» για εξειδικευμένους Ταϊβανέζους μηχανικούς
Οι εργαζόμενοι στις τεχνολογικές εταιρείες του Σίντσου και ιδίως στην TSMC είναι περιζήτητοι εκτός των συνόρων της Ταϊβάν, καθώς εργάζονται στα κορυφαία foundries (χυτήρια ημιαγωγών) της υφηλίου, έχοντας αποκτήσει ανεκτίμητη τεχνογνωσία. Ιδιαίτερη ζήτηση έχουν στην Κίνα, που προσπαθεί επίμονα ν' αναπτύξει τη δική της βιομηχανία ημιαγωγών. Οι κινεζικές εταιρείες απαγορεύεται να διαφημίσουν στο νησί θέσεις εργασίας, για να προσελκύσουν Ταϊβανέζους μηχανικούς, ως μέτρο για να αποφευχθεί η διαρροή εγκεφάλων, πνευματικής ιδιοκτησίας και βιομηχανικών μυστικών στην άλλη πλευρά του Στενού της Ταϊβάν. Ωστόσο, το inbox των εξειδικευμένων εργαζομένων γεμίζει μηνύματα με προσφορές θέσεων εργασίας στην Κίνα, έναντι υψηλής αμοιβής και άλλων οικονομικών οφελών, που συχνά αθροίζονται σε τριπλάσιες αποδοχές, σε σχέση με τις αντίστοιχες στην Ταϊβάν. Το οικονομικό κίνητρο όμως, φαίνεται πως δεν είναι αρκετό για να πείσει τους Ταϊβανέζους μηχανικούς να μεταναστεύσουν.
Ο J.J, υψηλόβαθμο στέλεχος σε εταιρεία ημιαγωγών, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι, παρότι είναι ήδη «φτασμένος», δέχεται τακτικά σχετικές κρούσεις από κινεζικές εταιρείες, κυρίως μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τουλάχιστον μία φορά τον μήνα. «Πριν από πέντε χρόνια, ένα 5%-10% των στελεχών έπαιρνε την απόφαση να φύγει για την Κίνα, λόγω των πολύ υψηλότερων αποδοχών και κινήτρων. Ωστόσο, στη συνέχεια πολλοί το μετάνιωσαν γιατί δεν υπάρχει αρκετή ελευθερία στην Κίνα και θέλησαν να επιστρέψουν. Δυστυχώς, άπαξ κι εργαστείς στην Κίνα, είναι πάρα πολύ δύσκολο να προσληφθείς ξανά στην Ταϊβάν» σημειώνει ο άντρας, που επίσης επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. Από την πλευρά του, ο C.C εξομολογείται πως όσο εργαζόταν στην TSMC δεχόταν μία ή δύο προσφορές εργασίας κάθε τρίμηνο. Σήμερα που εργάζεται στην ολλανδική ASML, και πάλι στο Σίντσου, οι κρούσεις έχουν πληθύνει, αφού τον προσεγγίζουν δύο έως τρεις «head-hunters» μηνιαίως για θέσεις εργασίας στην Κίνα.
«Τι σημαίνει για το βιογραφικό σου να έχεις εργαστεί στο Σίντσου»; ρωτάμε τον C.C. «Το να έχω εργαστεί στο Σίντσου δεν σημαίνει τίποτα. Αλλά το να έχω εργαστεί στην TSMC σημαίνει πολλά τόσο για εμένα, όσο και για το βιογραφικό μου, αφού με βοηθά να μεταβώ ομαλά σε οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική ευκαιρία είτε αυτή αφορά μια τοπική είτε μιας παγκόσμιας εμβέλειας εταιρεία» υπογραμμίζει, κλείνοντας τη συζήτησή μας. Η πράξη, άλλωστε, επιβεβαιώνει όσα λέει. Δεν μπορεί ο καθένας να βρει δουλειά στην ASML, o τζίρος της οποίας έφτασε τα 29,82 δισ. δολάρια το 2023 κι η οποία κινεί παγκοσμίως τα νήματα στην αγορά μηχανημάτων για παραγωγή ημιαγωγών. Σίγουρα όμως, είναι πολύ ευκολότερο για όποιον/α έχει αποκτήσει πολύτιμη εμπειρία και τεχνογνωσία, έχοντας εργαστεί για την TSMC...
Ταϊβάν: Όταν ένα επιστημονικό πάρκο εισφέρει το 6% του ΑΕΠ της χώρας
Σήμερα, πέραν της TSMC, εντός του Επιστημονικού Πάρκου του Σίντσου δραστηριοποιούνται 630 επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων 90 ξένοι επενδυτές, ενώ οι άμεσες θέσεις εργασίας υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε 175.000. Οι βασισμένες στην επιστήμη (science-based) επιχειρήσεις που εγκαθίστανται στο Πάρκο πρέπει να συμμορφώνονται αυστηρά με τον βασικό κανονισμό του: την πρώτη τριετία λειτουργίας τους μέσα στο πάρκο καλούνται να τοποθετήσουν σε Έρευνα και Ανάπτυξη αναλογικά τριπλάσια (τουλάχιστον) κονδύλια επί του συνολικού τζίρου τους, σε σχέση με εκείνα που επενδύουν οι παραγωγικές βιομηχανίες εκτός πάρκου. Η πρακτική αυτή έχει «γεννήσει» καινοτόμες τεχνολογίες σε όλες τις εταιρείες του. Το 2023 ο τζίρος του πάρκου ανήλθε σε περίπου 1,42 τρισεκατομμύρια ταϊβανέζικα δολάρια- NTD (1 NTD ισούται με 0,029 ευρώ), ποσό ίσο με το 6% του ΑΕΠ της Ταϊβάν την ίδια χρονιά.
Πώς όμως έφτασε μια μικρή ήσυχη πόλη να εισφέρει το 6% του ΑΕΠ της Ταϊβάν; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, δεδομένου ιδίως ότι το παράδειγμα της μεταμόρφωσης του Σίντσου θα μπορούσε να δώσει έμπνευση για αντίστοιχους μετασχηματισμούς σε ελληνικές πόλεις όπως η Θεσσαλονίκη, που ετοιμάζεται να αποκτήσει το δικό της τεχνολογικό πάρκο τέταρτης γενιάς, το ThessINTEC, το 2026. Για το Σίντσου, παρότι η αρχική μαγιά είχε δημιουργηθεί ήδη από το 1973, όταν ιδρύθηκε εκεί το Ερευνητικό Κέντρο Βιομηχανικής Τεχνολογίας, οι εξελίξεις έτρεξαν ταχύτερα μετά το 1980, όταν απέκτησε «σάρκα και οστά» το φερώνυμο Επιστημονικό Πάρκο, το πρώτο που δημιούργησε η κυβέρνηση της Ταϊβάν. «Εκείνη την εποχή, η Ταϊβάν βρισκόταν σε στάδιο βιομηχανικού μετασχηματισμού και η κυβέρνηση προσπαθούσε να προσελκύσει περισσότερους επαγγελματίες από το εξωτερικό. Ο λόγος που επελέγη το Σίντσου ήταν οι βολικές μεταφορές και το εξαιρετικό ακαδημαϊκό και ερευνητικό περιβάλλον» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στέλεχος τoυ Hsinchu Science Park Bureau στο Εθνικό Συμβούλιο Επιστήμης και Τεχνολογίας της Ταϊβάν (ΝSTC), που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. Για του λόγου το αληθές, στην ευρύτερη περιοχή εδρεύουν τα εθνικά πανεπιστήμια Tsing Hua και Chiao Tung (γνωστό πλέον ως Εθνικό Πανεπιστήμιο Yang Ming Chiao Tung), το Ινστιτούτο Έρευνας Βιομηχανικής Τεχνολογίας (ITRI) και τα Εθνικά Εργαστήρια Εφαρμοσμένης Έρευνας (NARLabs). Αυτά τα ιδρύματα παρέχουν τους απαραίτητους πόρους και υπηρεσίες για την υποστήριξη της καινοτομίας και της έρευνας στο επιστημονικό πάρκο.
Από την προπαρασκευαστική φάση της δημιουργίας του Επιστημονικού Πάρκου του Σίντσου το 1978 και μέχρι το 2000, η κυβερνητική επένδυση σε αυτό ανήλθε σε 24,4 δισ. NTD. Ωστόσο, «αν και η κυβέρνηση επένδυσε στο Επιστημονικό Πάρκο κατά το αρχικό στάδιο ίδρυσής του, επί του παρόντος η κατασκευή και λειτουργία του χρηματοδοτούνται από το "Ταμείο Λειτουργίας του Γραφείου Επιστημονικού Πάρκου", το οποίο συγκεντρώνει έσοδα από τα ενοίκια της γης και τα τέλη διαχείρισης από τους ενοίκους» εξηγεί το ίδιο στέλεχος και προσθέτει: «Από την ίδρυση του Επιστημονικού Πάρκου του Σίντσου το 1980, η κυβέρνηση δημιούργησε διαδοχικά τα επιστημονικά πάρκα Νότιας Ταϊβάν (1997) και Κεντρικής Ταϊβάν (2003), ανταποκρινόμενη στις ανάγκες ανάπτυξης βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας. Πολλά δορυφορικά πάρκα για κάθε κύριο πάρκο έχουν δημιουργηθεί σε διάφορα στάδια, βάσει των περιφερειακών συνθηκών ανάπτυξης. Στο μέλλον, το NSTC θα συνεχίσει να αξιολογεί τον όγκο γης προς ανάπτυξη, μέσω στρατηγικών ανάπτυξης ζωνών σε φάσεις, σύμφωνα με τις εθνικές πολιτικές -και θα δεσμεύει την απαραίτητη βιομηχανική γη».
Το ολοκαίνουργιο «S» των ημιαγωγών και της Τεχνητής Νοημοσύνης
Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, o εκτελεστικός βραχίονας της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Κίνας (ROC), όπως ονομάζεται επισήμως η Ταϊβάν, ενέκρινε σχέδιο για τη δημιουργία νέας «Silicon Valley» στον ταϊβανέζικο Νότο, στο πλαίσιο της οποίας προβλέπεται η διασύνδεση επιστημονικών και τεχνολογικών βιομηχανικών πάρκων στις πόλεις Tainan, Chiayi, Kaohsiung and Pingtung. Το σχέδιο προβλέπει τη δημιουργία «διαδρόμου ημιαγωγών» σε σχήμα τελικού σίγμα, με απώτερο στόχο την προετοιμασία της Ταϊβάν για την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης (TN). Κατά μήκος αυτού του διαδρόμου, η υπολογιστική ισχύς σχεδιάζεται να είναι υψηλή, τα συστήματα αποθήκευσης δεδομένων αξιοσημείωτα και η ανάπτυξη εφαρμογών ΤΝ αλματώδης, μέσω συνεργασιών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Άλλωστε, η Ταϊβάν ποντάρει στην ΤΝ για να διαφοροποιήσει το παραγωγικό της μοντέλο, που βασίζεται βαρέως στους ημιαγωγούς.
Όπως απαντά σε σχετικό ερώτημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπουργός Wu Cheng-wen (Γου Τσενγκ-βεν), επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Επιστήμης και Τεχνολογίας της Ταϊβάν (NSTC) και γνωστός ως «Τσάρος της τεχνολογίας», αρχής γενομένης από το 2025 και για τέσσερα χρόνια, η Ταϊβάν θα επενδύει στην ΤΝ 1 δισ. δολάρια ετησίως, με στόχο μεταξύ άλλων την αύξηση της υπολογιστικής ισχύος από τα 10-20 petaflops σήμερα στα περίπου 500 στο τέλος της τετραετίας «και μιλάω μόνο για την υπολογιστική ισχύ που θα αναπτυχθεί υπό τη σκέπη του NSTC». Προσθέτει πάντως πως η ταχύτητα αύξησης της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας που σχετίζεται με τη βιομηχανία ημιαγωγών και τα κέντρα δεδομένων είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που αναμενόταν αρχικά. Γι΄αυτό άλλωστε η Ταϊβάν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας, για την οποία απαιτούνται ευρωπαϊκές τεχνολογίες, όπως αυτές που σχετίζονται με τις ανεμογεννήτριες ή τη γεωθερμία.
Κατά τη συζήτησή του με Ευρωπαίους δημοσιογράφους, ο Wu Cheng-wen κατέστησε επίσης ξεκάθαρο πως πιστεύει η εξελιγμένη έρευνα και ανάπτυξη γύρω από τους ημιαγωγούς πρέπει να παραμείνει εντός των τοιχών της Ταϊβάν -κι ένας από τους πολλούς λόγους για αυτό είναι εργασιακή κουλτούρα: «Πολλές από τις δημοκρατίες εκτός της Ταϊβάν, σε επίπεδο κοινωνιών, είναι πιο εύπορες. Οι νέοι άνθρωποι (στις κοινωνίες αυτές) δεν είναι πρόθυμοι να δουλέψουν πολλές ώρες για να πετύχουν τους στόχους (...) Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι καταχρώμαστε τους εργαζόμενους (στην Ταϊβάν), οι εργαζόμενοι εδώ είναι ακόμα σε θέση να κάνουν (τις απαιτούμενες) βάρδιες. Δεν είμαι σίγουρος αν οι Ταϊβανέζοι θα είναι ακόμα πρόθυμοι να το κάνουν αυτό σε δέκα ή 20 χρόνια, αλλά τουλάχιστον προς το παρόν, είμαστε ακόμα σε θέση να έχουμε αυτό το εργατικό δυναμικό, ένα από τα πλεονεκτήματά μας για την επίτευξη της πολύ δύσκολης διαδικασίας μεταφοράς των καλύτερων διεργασιών από την Ε&Α στη μαζική παραγωγή».
Μπορεί σήμερα εταρείες όπως οι TSMC και UMC να βρίσκονται ανάμεσα στις κορυφαίες του κόσμου στον κλάδο και η προϋπηρεσία σε αυτές ν' αποτελεί εχέγγυο για υψηλές επαγγελματικές διεκδικήσεις, αλλά στην κρίσιμη για την οικονομία της Ταϊβάν δεκαετία του '70 δεν υπήρχαν ούτε ...ως ιδέα. Την αρχή για τη θρυλική βιομηχανία ημιαγωγών της Ταϊβάν, δεν την έκανε η TSMC, ούτε η UMC, αλλά η ομάδα ευφυών και φιλόδοξων μηχανικών, που εν έτει 1973 ίδρυσε το Ερευνητικό Κέντρο Βιομηχανικής Τεχνολογίας (ITRI) του Σίντσου, από όπου αναδύθηκαν εταιρείες-τεχνοβλαστοί (spin-off) που σήμερα πραγματοποιούν τζίρο δισεκατομμυρίων ευρώ. Εκεί δημιουργήθηκε η «μαγιά» για να ξεπηδήσει πρώτη η UMC το 1980, εκεί διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις για να σταθεί στα πόδια της η TSMC το 1987 κι εκεί μπήκαν οι βάσεις για άλλες εταιρείες τεχνολογιών αιχμής, όπως οι Taiwan Mask Corp., Epistar Corp., Mirle Automation Corp και Taiwan Biomaterial Co.
Μετά τη δεκαετία του '80, οπότε ιδρύθηκε και το Επιστημονικό Πάρκο, η «άγνωστη» πόλη άρχισε αίφνης να εμφανίζεται στον παγκόσμιο χάρτη. Ρόλο σε αυτό έπαιξε βέβαια και ο μηχανικός Morris Chang, ιδρυτής της TSMC. Προερχόμενος από τους κόλπους της αμερικανικής Texas Instruments κι έχοντας πλήρη συναίσθηση των εξελίξεων στην παγκόσμια αγορά, έκανε την έξυπνη επιλογή για τη νεογέννητη ταϊβανέζικη εταιρεία: γιατί να προσπαθήσει η TSMC να «χτυπήσει» εξαρχής τους εδραιωμένους γίγαντες του κλάδου, με ημιαγωγούς σχεδιασμένους από την ίδια, όταν θα μπορούσε να κατασκευάζει τσιπ που σχεδιάζονται από άλλους; Η ιδέα αποδείχτηκε χρυσός∙ εκείνη την εποχή μια σειρά από τεχνολογικές επιχειρήσεις με ισχυρή προοπτική, μπορούσαν μεν να σχεδιάσουν περισσότερα εξαιρετικά τσιπ, αλλά δεν ήταν πάντα σε θέση να επενδύσουν άμεσα στις εγκαταστάσεις που θα τα παρήγαν.
Η ΤSMC έκανε τη δουλειά για λογαριασμό τους. Πρώτος Αμερικανός πελάτης της ήταν η Intel, στο τέλος του 1987, και γρήγορα ακολούθησαν άλλοι, μεταξύ των οποίων η Apple, που κατασκευάζε μέρος των τσιπ για τις συσκευές της στην ανταγωνίστρια Samsung. Φυσικά, δεν αρκεί να παράγεις κάτι, για να γίνεις κυρίαρχος στην αγορά. Πρέπει να το κάνεις αποδοτικά. Σήμερα οι εταιρείες ημιαγωγών του Σίντσου παρουσιάζουν εξαιρετική αποδοτικότητα, με υψηλά κέρδη και λιγότερη «χασούρα» στις πρώτες ύλες, χάρη -όπως παρατηρούν στελέχη της αγοράς- στην εξαιρετικά υψηλή εξειδίκευση των στελεχών της βιομηχανίας και στην ευρύτερη εργασιακή κουλτούρα.
ΑΠΕ-ΜΠΕ