Στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μια κοινή θύρα φόρτισης για κινητά τηλέφωνα, tablets και ακουστικά, όπως παρουσιάστηκε σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο, με την κίνηση αυτή να επηρεάζει περισσότερο την Apple, σε σχέση με τους αντιπάλους της.
Η κίνηση αυτή βρίσκεται, σύμφωνα με το Reuters, σε εξέλιξη εδώ και πάνω από 10 χρόνια, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να υποστηρίζει περιβαλλοντικά οφέλη αλλά και 250 εκατομμύρια ευρώ σε ετήσια εξοικονόμηση για τους χρήστες.
Σύμφωνα με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μια υποδοχή USB-C θα γίνει η τυπική θύρα για όλα τα smartphone, tablet, κάμερες, ακουστικά, φορητά ηχεία και φορητές κονσόλες βιντεοπαιχνιδιών. Οι φορτιστές θα πωλούνται επίσης ξεχωριστά από τις ηλεκτρονικές συσκευές.
Το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ θα αναθεωρήσει τον σχετικό κανονισμό οικολογικού σχεδιασμού στο εγγύς μέλλον, έτσι ώστε η εξωτερική τροφοδοσία να είναι διαλειτουργική, κάτι που αποτελεί το τελευταίο βήμα για μια κοινή χρήση.
Η Επιτροπή είπε ότι δεν στοχεύει την Apple και έδρασε μόνο επειδή οι εταιρείες δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε μια κοινή λύση παρά τις δεκαετίες συνομιλιών, οι οποίες ωστόσο, μείωσαν τον αριθμό των φορτιστών κινητών τηλεφώνων σε τρεις από 30.
Η αντίδραση της Apple
Η Apple, σημειώνει το Reuters απέρριψε την πρόταση. «Εξακολουθούμε να ανησυχούμε ότι ο αυστηρός κανονισμός που επιβάλει μόνο έναν τύπο σύνδεσης καταπνίγει την καινοτομία αντί να την ενθαρρύνει, η οποία με τη σειρά της θα βλάψει τους καταναλωτές στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο» ανέφερε η εταιρεία σε ανακοίνωσή της.
Εξέφρασε επίσης, τις ανησυχίες της σχετικά με τη μεταβατική περίοδο των 24 μηνών για να συμμορφωθούν οι εταιρείες μόλις περάσει ο νόμος.
«Δώσαμε στη βιομηχανία άφθονο χρόνο για να βρει τις δικές της λύσεις, τώρα ο χρόνος έχει ωριμάσει για νομοθετική δράση για έναν κοινό φορτιστή. Αυτή είναι μια σημαντική νίκη για τους καταναλωτές και το περιβάλλον μας και σύμφωνα με τις πράσινες και ψηφιακές φιλοδοξίες μας» δήλωσε η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Margrethe Vestager.
Ο επίτροπος Τιερί Μπρετόν είπε ότι μια κοινή θύρα φόρτισης θα διευκολύνει τους καταναλωτές και θα μειώσει τα απόβλητα.
Να σημειωθεί πως η πρόταση χρειάζεται να λάβει το «πράσινο φως» από τις χώρες της Ε.Ε. και το Ευρωκοινοβούλιο, ενώ ακολούθως οι εταιρείες θα έχουν δύο χρόνια για να προσαρμόσουν τις συσκευές τους.