Η Ευσεβία και ο Νικόλας αποφάσισαν να αφήσουν την πολύβουη, γρήγορη καθημερινότητα της Αθήνας και να μετακομίσουν μόνιμα στη Δημητσάνα της ορεινής Αρκαδίας.
Το ζευγάρι Αθηναίων, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πρωτεύουσα, δεν είχε καμία σχέση ούτε καταγωγή από αυτό το πανέμορφο ορεινό χωριό της Γορτυνίας.
Είναι παντρεμένοι 13 χρόνια και πριν από σχεδόν 11 πήραν την απόφαση να τα παρατήσουν όλα και να πάνε να ζήσουν εκεί, πιάνοντας δουλειά στο υποκατάστημα τράπεζας του χωριού.
Όταν η τράπεζα έκλεισε, δεν σκέφτηκαν στιγμή να γυρίσουν πίσω. Η ζωή τους ήταν πλέον σε αυτό το «κρεμαστό στολίδι», το «μπαλκόνι της ορεινής Αρκαδίας».
Αποφάσισαν να κάνουν κάτι δικό τους και να βάλουν όλη τους την αγάπη και το μεράκι. Έτσι γεννήθηκε το «Για Φαντάσου», ένα πανέμορφο, λιλιπούτειο «εκλεκτοπωλείο», μόλις 22 τ.μ.!
Το κουκλίστικο, πολύχρωμο, πετρόκτιστο μαγαζάκι με τη ριγέ τέντα και το χαρακτηριστικό βεραμάν χρώμα έχει κυριολεκτικά τα πάντα: Γλυκά του κουταλιού, μαρμελάδες, ποτά, γλυκίσματα, τοπικά προϊόντα, φυσικά καλλυντικά αλλά και χειροποίητες τσάντες, μαγνητάκια και άλλα είδη δώρων για όλα τα γούστα, που ξετρελαίνουν ντόπιους και επισκέπτες.
Η Ευσεβία και ο Νικόλας μίλησαν στο iefimerida.gr για την απόφαση ζωής που πήραν να αφήσουν την Αθήνα για να ζήσουν στη Δημητσάνα και πώς είναι να ζεις εκεί...

Πείτε μας λίγα λόγια για εσάς που πρέπει να ξέρουμε...
Είμαι η Ευσεβία Σπηλιωτάκη, γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Η καταγωγή μου είναι μισή (από την πλευρά της μητέρας μου) από την ορεινή Ναυπακτία και μισή από τις Αρχάνες του Νομού Ηρακλείου στην Κρήτη. Έχω σπουδάσει γραφιστική, αλλά από πολύ νωρίς μου ασκούσαν έλξη οι θεραπευτικές τεχνικές. Έτσι, έκανα σπουδές πάνω σε διαφορετικές μορφές εναλλακτικών θεραπειών και θεραπευτικής μάλαξης.
Εγώ είμαι ο Νικόλας Τσαμπατσάς και γεννήθηκα και μεγάλωσα στο κέντρο της Αθήνας. Οι σπουδές μου είναι πάνω στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και στα Οικονομικά, ενώ παράλληλα ασχολήθηκα κι εγώ με εναλλακτικές θεραπείες. Η καταγωγή μου είναι από χωριά της Άρτας και της Καρδίτσας και αισθάνομαι πολύ τυχερός που από παιδί ζούσα, έστω μόνο τα καλοκαίρια, τη ζωή στο χωριό με τους παππούδες μου.
Είμαστε παντρεμένοι εδώ και περίπου 13 χρόνια, ενώ ουσιαστικά μείναμε μαζί σχεδόν από την πρώτη ημέρα που γνωριστήκαμε. Εδώ είναι και το αστείο της υπόθεσης, αφού το σπίτι μας στην Αθήνα ήταν στους Αμπελόκηπους, στην οδό Δημητσάνας!

Πώς αποφασίσατε να αφήσετε την Αθήνα και να μετακομίσετε στη Δημητσάνα;
Η περιοχή της Αρκαδίας και κυρίως της ορεινής Γορτυνίας πάντα μας γοήτευε και ασκούσε πάνω μας μια ιδιαίτερη και ισχυρή έλξη. Εν τω μεταξύ, κανένας από τους δυο μας δεν έχει καταγωγή από την Αρκαδία, αλλά ούτε και από την Πελοπόννησο. Όμως, επισκεπτόμασταν την περιοχή πολύ τακτικά, ως τουρίστες. Σε μία από τις επισκέψεις μας λοιπόν στην περιοχή, και λίγο πριν την αναχώρησή μας για επιστροφή στην Αθήνα, εκμυστηρευτήκαμε ο ένας στον άλλον, ταυτόχρονα, θα μπορούσαμε να πούμε πόσο θα μας άρεσε να είχαμε τη δυνατότητα να μείνουμε μόνιμα σε ένα από πολύ όμορφα χωριά της περιοχής.
Ο Νικόλας τότε εργαζόταν ως στέλεχος σε κεντρική υπηρεσία της Τράπεζας Πειραιώς, ενώ εγώ, επαγγελματικά, βρισκόμουν σε μεταβατικό στάδιο. Προφανώς και εκείνη τη στιγμή οι ουρανοί ήταν ανοικτοί και άκουσαν την επιθυμία της ψυχής μας, αφού μετά από περίπου τρεις μήνες ανακοινώθηκε στο εσωτερικό portal της τράπεζας ότι υπάρχει διαθέσιμη θέση εργασίας στο κατάστημα που διατηρούσε τότε η Πειραιώς στη Δημητσάνα.

Θυμάμαι που μου είχε τηλεφωνήσει τότε ο Νικόλας για να μου το ανακοινώσει και να με ρωτήσει εάν θα ήθελα να μετακομίσουμε μόνιμα στη Δημητσάνα! Η καρδιά μου πετάρισε από χαρά! Και όταν ο Νικόλας μού απάντησε, σε ερώτησή μου σχετικά με την καριέρα του, ότι δηλαδή θα υποβαθμιστεί αλλά θα αναβαθμίσουμε τη ζωή μας, του απάντησα: «Κάνε αίτηση και φύγαμε!».
Οπότε, αφού έπεισε τους προϊσταμένους του και τη Διεύθυνση προσωπικού ότι είχε «σώας τας φρένας» που αποφάσισε να αφήσει την επαγγελματική του καριέρα και να μετακομίσουμε μαζί σε ένα χωριό στο οποίο δεν γνωρίζαμε κανέναν, υπέγραψαν την πολυπόθητη μετάθεση. Έτσι, πραγματοποιήσαμε ένα αρχικό ταξίδι στη Δημητσάνα, βρήκαμε και νοικιάσαμε σπίτι και έπειτα μετακομίσαμε μόνιμα στις 9 Μαΐου του 2014!

Πώς σκεφτήκατε να ανοίξετε το δικό σας μαγαζί; Πώς προέκυψε το «Για Φαντάσου»;
Όταν η τράπεζα το 2021 αποφάσισε να κλείσει το κατάστημα που διατηρούσε στη Δημητσάνα, ο Νικόλας, έπειτα από συζήτηση μεταξύ μας, αποφάσισε να παραιτηθεί. Η επιστροφή στην Αθήνα, σίγουρα δεν ήταν επιλογή για εμάς. Αφήσαμε λίγο τη ζωή να μας δείξει τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να βιοποριστούμε. Έτσι, αποφασίσαμε να φτιάξουμε κάτι δικό μας, που θα είχε χαρά και αγάπη! Με αυτόν τον τρόπο γεννήθηκε το «Για Φαντάσου». Ξεκίνησε λοιπόν για εμάς, ένα καινούργιο ταξίδι ζωής!
Το «Για Φαντάσου» είναι ένα κατάστημα που φιλοξενεί κυρίως τις ιστορίες νέων ανθρώπων, μαζί με τα εξαιρετικά προϊόντα τους! Μας αρέσει να ανακαλύπτουμε μικρές επιχειρήσεις που παράγουν ελληνικά προϊόντα με άριστες πρώτες ύλες, αγάπη και μεράκι! Είναι κυρίως τα νέα μας παιδιά που έχουν γυρίσει πίσω στη χώρα μας και, σε πείσμα των καιρών, παράγουν με θάρρος, δύναμη και ενσυναίσθηση. Έχουμε γνωρίσει ένα πολύ αισιόδοξο κομμάτι της Ελλάδας μέσα από το «Για Φαντάσου».

Είναι η Ελλάδα που ονειρεύεται, δημιουργεί και πράττει, πατώντας πάνω σε ένα δικό της γόνιμο έδαφος! Εργάζεται σκληρά και με συνέπεια. Δεν περιμένει τίποτα από κανέναν και προχωράει με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση! Τα εμπόδια και τις δυσκολίες τα λαμβάνει ως ευκαιρίες για καινούργια γνώση και προσαρμογή! Και εδώ ταιριάζει και ένα motto που έχουμε κορνίζα στο «Για Φαντάσου»: Αν σου πει κάποιος ότι «δεν μπορείς», πες του «κοίτα να μαθαίνεις»!
Ας πούμε ότι μέσα στα 22 τετραγωνικά του «Για Φαντάσου», κάνουμε κι εμείς τη δική μας "μικρή επανάσταση", φέρνοντας στην επιφάνεια αυτό το κομμάτι της Ελλάδας. Σε αυτή την Ελλάδα πιστεύουμε και αυτήν αναδεικνύουμε. Είναι η Ελλάδα που κρατά Θερμοπύλες χωρίς, ίσως, να το γνωρίζει! Θαυμάζουμε και σεβόμαστε όλους αυτούς τους ανθρώπους. Μαθαίνουμε από τους προμηθευτές μας και παίρνουμε έμπνευση. Άλλωστε, μόνο έτσι θα μπορούσαμε να ανοίξουμε μια επιχείρηση, εγώ και ο Νικόλας.

Παραμένουμε στο χωριό από επιλογή και συνειδητά, ζούμε και επιχειρούμε σε ένα μικρό χωριό όπως η Δημητσάνα, κι αυτό πολλές φορές έχει τις δυσκολίες του, κυρίως πρακτικά, μιας και τα προϊόντα μας έρχονται απ’ όλη την Ελλάδα και έχουν αρκετά έξοδα και κόπο στο να τα συγκεντρώσουμε. Αυτό, βέβαια, δεν μας πτοεί! Ίσως και να το απολαμβάνουμε, μας ανεβάζει την αδρεναλίνη!
Εγώ προσωπικά, μέσα από το «Για Φαντάσου», εξελίσσομαι στη γυναίκα που πραγματικά είμαι, πατώντας γερά στα πόδια μου και εξωτερικεύοντας τη δύναμη και την ευφυΐα μου. Μεγάλο στήριγμα σε όλη αυτή την αλλαγή μου είναι ο Νικόλας μου, που με την αγάπη του και την πίστη του σε εμένα με βοηθάει να ξεδιπλώσω τα ταλέντα μου και να ανακαλύπτω συνέχεια πόσα μπορώ να καταφέρω. Έχω πάρει άπειρα πρακτικά μαθήματα, από τη διαχείριση των οικονομικών και γενικότερα τη διαχείριση ενός μικρού καταστήματος με πάνω από 100 διαφορετικούς προμηθευτές. Έως συνεχόμενα και εντατικά μαθήματα εσωτερικών αλλαγών, κερδίζοντας πολλές μάχες με τον εαυτό μου, ώστε να γίνω η καλύτερη εκδοχή του!

Στο «Για Φαντάσου» έχουμε επιλέξει προϊόντα που αγαπάμε εμείς, προϊόντα που θα θέλαμε εμείς να αγοράσουμε ως καταναλωτές, μιας και τα χρησιμοποιούμε όλα! Αγαπάμε το καλό φαγητό και τα καλά ποτά! Θα βρει, λοιπόν, κάποιος στο κατάστημά μας από βούτυρα ξηρών καρπών, γλυκά του κουταλιού πολύ μικρής παραγωγής, μαρμελάδες με ή χωρίς ζάχαρη, έως ένα υπέροχο ελληνικό τζιν, παλαιωμένο τσίπουρο, λικέρ από φυσική απόσταξη και άριστα τοπικά κρασιά από γηγενείς ποικιλίες αμπελιών.
Ακόμη, αγαπώ πολύ τα φυσικά ποιοτικά καλλυντικά, οπότε μπορεί κάποιος να βρει κορυφαία ελληνικά προϊόντα περιποίησης προσώπου, σώματος και μαλλιών, καθώς και αρκετές επιλογές σε vegan και cruelty free καλλυντικά! Παράλληλα, αγαπώ την υφαντική, καθώς υφαίνω κι εγώ. Έτσι φροντίζω να την αναδεικνύω μέσα από το «Για Φαντάσου» με μια πιο μοντέρνα και πρακτική οπτική, φιλοξενώντας αντικείμενα όπως τσάντες, από παλιά ανακυκλωμένα υφαντά υφάσματα, αλλά και υφαντά έργα από σύγχρονες υφάντρες δεύτερης και τρίτης γενιάς, καθώς και κάποια δικά μου έργα, όταν προλαβαίνω… Και, βέβαια, διάφορα άλλα χειροποίητα καλλιτεχνήματα από εμπνευσμένους ανθρώπους.

Όλα τα παραπάνω είναι ένα πολύ μικρό μέρος των προϊόντων που μπορεί να βρει κάποιος στο κατάστημά μας! Όποιος θελήσει να μας τιμήσει με την παρουσία του, σίγουρα θα εντυπωσιαστεί από την ποικιλία προϊόντων που μπορεί να αποκτήσει για δική του χρήση ή ως δώρα, τα οποία θα τον βγάλουν ασπροπρόσωπο και λόγω ποιότητας αλλά και λόγω της ιστορίας που τα συνοδεύουν. Έχουμε προϊόντα ακόμα και για τους μικρούς, τετράποδους φίλους μας!
Το όνομα του «Για Φαντάσου» ξεκίνησε με το «ΓΙΑ ΦΑΝΤΑΣΟΥ!!! Ανοίγουμε μαγαζί!». Τελικά εξελίσσεται σε «Για φαντάσου… τι μπορεί κάποιος να βρει εδώ μέσα!». Ιστορίες ανθρώπων και εξαιρετικής ποιότητας ελληνικά προϊόντα! Επίσης, και για εμάς ακόμα, η κάθε μέρα στο κατάστημά μας είναι «για φαντάσου»! Ανοίγουμε την πόρτα μας και δεν ξέρουμε ποιος θα περάσει το κατώφλι μας! Έχουμε ζήσει πολύ όμορφες, εμπνευσμένες και συγκινητικές στιγμές με πολλούς από τους πελάτες μας!

Πώς είναι η ζωή στην επαρχία και συγκεκριμένα σε ορεινό χωριό; Αντιμετωπίσατε δυσκολίες;
Η ζωή σε ορεινό χωριό της επαρχίας για εμάς είναι ο ορισμός της ευτυχίας. Είναι η πραγματοποίηση της βαθιάς επιθυμίας της ψυχής μας να ζούμε σε αρμονία με τη φύση, να απολαμβάνουμε τις εποχές του χρόνου και να αποφορτιζόμαστε ψυχικά και πνευματικά με τη θέα του ατελείωτου πράσινου και των φυσικών εναλλαγών του καιρού. Ο συγχωριανοί μάς στήριξαν από την πρώτη στιγμή και νιώσαμε οικεία και όμορφα. Ουσιαστικά, ο κύκλος μας είναι όλοι οι συγχωριανοί μας, αλλά και οι κάτοικοι των γύρω χωριών. Είμαστε, πραγματικά, μια μεγάλη οικογένεια.
Εδώ, δεν χρειάζεται να δώσουμε ραντεβού για να δούμε τους φίλους μας. Απλώς βγαίνουμε στο καφενείο ή στην ταβέρνα σε κάποιο από τα χωριά της περιοχής και σίγουρα θα βρούμε γνωστούς. Κι αν δεν τους ξέρουμε, θα τους γνωρίσουμε τότε και θα γίνουμε παρέα. Αυτές οι μικρές ή μεγάλες στιγμές είναι που κάνουν τη διαφορά σε σχέση με την απρόσωπη μεγαλούπολη. Βέβαια, θα πρέπει να είσαι συνειδητοποιημένος ότι η μικρή κοινωνία νοιάζεται για οτιδήποτε συμβαίνει εκεί γύρω και απλώς χρειάζεται να το αποδεχθείς.

Έχει την πλάκα του, αρκεί να είσαι καλά με τον εαυτό σου και τον σύντροφό σου. Και ουσιαστικά έχεις όσο χρόνο θέλεις για να έρθεις σε επαφή με τον εαυτό σου, να τον αφουγκραστείς και να τα βρεις μαζί του. Και αφού γίνει αυτό, όλα τα κομμάτια του παζλ της ζωής μπαίνουν εύκολα στη θέση τους!
Εδώ στο χωριό, επίσης, είναι πιο εύκολο να παράγεις τουλάχιστον μέρος της τροφής σου, μόνος σου. Αρκεί να έχεις διάθεση. Εμείς, πριν ανοίξουμε το «Για Φαντάσου», που είχαμε πολύ περισσότερο ελεύθερο χρόνο, είχαμε βάλει κήπο με ντομάτες, αγγουράκια, κολοκύθια, πιπεριές κ.λπ. Μικρή παραγωγή, εννοείται ότι δεν έφτανε να καλύψει όλες τις ανάγκες μας, αλλά ήταν τόσο νόστιμα και ήμασταν πολύ περήφανοι για τη σοδειά μας!

Υπάρχουν όμως και δυσκολίες. Σίγουρα, μία από αυτές είναι οι μεγάλες αποστάσεις που πρέπει να διανύουμε ώστε να πάμε στην κοντινότερη πόλη -στην Τρίπολη- κυρίως για τις προμήθειές μας. Και συχνά με άσχημες καιρικές συνθήκες που πιθανόν να συναντήσουμε. Εν τω μεταξύ, ειδικά τον χειμώνα οι διακοπές ρεύματος είναι σχετικά συχνό φαινόμενο, με αποτέλεσμα να μένουμε και χωρίς θέρμανση.
Κι αυτό στα χίλια μέτρα υψόμετρο είναι λίγο δύσκολο, ειδικά αν η διακοπή διαρκεί αρκετές ώρες. Παράλληλα, οι δυνατότητες διασκέδασης και ψυχαγωγίας διαφέρουν από αυτές που συναντά κάποιος σε μια πόλη. Υπάρχουν και εδώ επιλογές, αλλά διαφορετικές και -τολμώ να πω- πιο αυθεντικές. Και ίσως πιο ανθρωποκεντρικές.

Πώς σας υποδέχθηκαν οι ντόπιοι; Σας βοήθησαν στην προσαρμογή σας εκεί;
Η αλήθεια είναι ότι είχε προηγηθεί η φήμη μας. Βλέπετε, δεν είναι συνηθισμένο να μετακομίζουν από την Αθήνα στην επαρχία νέα ζευγάρια και ειδικά σε χωριά από τα οποία δεν κατάγονται και ούτε έχουν συγγενείς ή περιουσία. Και βέβαια μας υποδέχθηκαν πολύ θερμά και μας βοήθησαν να βρούμε σπίτι για να νοικιάσουμε. Θυμόμαστε ότι οι περισσότεροι κάτοικοι στο χωριό προσπαθούσαν να μας βρουν σπίτι, επικοινωνούσαν με ιδιοκτήτες κλειστών σπιτιών που ζούσαν στην Αθήνα, μας έδειχναν σπίτια και μας καθοδηγούσαν σε ποια πλευρά του χωριού να επιλέξουμε να μείνουμε που είναι προσήλια και δεν κάνει «τόσο» κρύο.
Αλλά και αργότερα, αφού μετακομίσαμε, νιώσαμε τη ζεστασιά, το νοιάξιμό τους και την προσπάθεια που έβγαινε αυθόρμητα από την ψυχή τους να εγκλιματιστούμε γρήγορα και εύκολα στο χωριό τους. Και μας βοήθησαν να νιώσουμε γρήγορα την περιοχή σαν δικό μας χωριό. Μας αγκάλιασαν και μας βοήθησαν να νιώσουμε μέλη της κοινωνίας τους. Κι αυτό ισχύει ακόμη. Και εμείς εννοείται πως εδώ νιώθουμε τον τόπο μας, το λιμάνι της ζωής μας που ζούμε και επενδύουμε. Και δεν εννοούμε μόνο οικονομικά.

Θα επιστρέφατε στην Αθήνα; Αν ναι, γιατί;
Σίγουρα, η επιστροφή στην Αθήνα και σε οποιαδήποτε άλλη μεγάλη πόλη δεν βρίσκεται στα σχέδιά μας. Έχοντας δει και ζήσει την αληθινή ζωή που μπορεί να διάγει κάποιος στην επαρχία, τη ζωή όπως πρέπει να είναι κατά τη γνώμη μας, θεωρούμε σχεδόν αδύνατο να επιστρέψουμε στην Αθήνα από επιλογή. Την Αθήνα, άλλωστε, τη ζήσαμε αρκετά χρόνια και πήραμε ό,τι είχε να μας δώσει. Εγώ ήμουν 40 χρόνων και 42 ο Νικόλας όταν την εγκαταλείψαμε για να ζήσουμε μια ήρεμη ζωή στο χωριό. Κι αυτή η ζωή πλέον είναι για εμάς αυτό που μας ταιριάζει και μας γαληνεύει. Πρακτικά και πνευματικά.
Τι σχέδια έχετε για το μέλλον;
Αυτό που θα θέλαμε από τη ζωή μας είναι να έχουμε τη διαύγεια και τη φώτιση να παίρνουμε τις σωστές αποφάσεις στη ζωή μας που θα μας φέρνουν αγάπη, ευτυχία, αφθονία και ενσυναίσθηση σε κάθε επίπεδο. Να μπορέσουμε να προσφέρουμε έμπνευση σε νέους ανθρώπους να αδράξουν τη ζωή τους και να τη ζήσουν, να την απολαύσουν, προσπαθώντας να πετύχουν τους στόχους τους και να στρέφουν τα μάτια τους εκεί που υπάρχει ομορφιά και καλοσύνη.

Τη μιζέρια και τον φόβο που μας πουλάνε χρόνια τώρα, τα βαρεθήκαμε. Οπότε, να διοχετεύσουμε την ενέργειά μας εκεί που αξίζει, για να ομορφύνουμε τις ζωές μας και να προάγουμε τα ελληνικά προϊόντα και τις προσπάθειες των Ελλήνων όσο μακρύτερα είναι εφικτό. Με θάρρος και αυτοπεποίθηση που πηγάζει από την εξαιρετική ποιότητα των ελληνικών προϊόντων, αλλά και τις όμορφες ποιότητες των Ελλήνων που τα παράγουν και τα δημιουργούν.
Τι θα συμβουλεύατε τους νέους που σκέφτονται να αφήσουν τη μεγαλούπολη για να επιστρέψουν σε χωριά και ύπαιθρο;
Η απόφαση για κάποιον να αφήσει μια μεγαλούπολη και να μετακομίσει σε χωριό, για να έχει επιτυχία, θα πρέπει να είναι απόλυτα συνειδητή. Και ειδικά για κάποιον που είναι νέος σε ηλικία. Οι μεγαλουπόλεις προσφέρουν πολλές και διαφορετικές επιλογές για εργασία, διασκέδαση και ψυχαγωγία, σχέσεις και διεξόδους. Και οι νέοι θεωρούμε ότι χρειάζονται να έχουν πρόσβαση σε όλα αυτά. Όταν πια τα ευχαριστηθούν και οι πόλεις δεν έχουν να τους προσφέρουν κάτι άλλο και αν, φυσικά, το επιθυμεί η ψυχή τους, τότε η επαρχία είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για να συνεχίσουν τη ζωή τους.

Και, βέβαια, θα πρέπει να έχουν στον νου τους ότι θα χρειαστεί να αντέχουν τον εαυτό τους και την εσωτερική φωνή τους. Γιατί στην επαρχία, και ειδικά σε μικρά χωριά, έχεις πολύ χρόνο για να είσαι με τον εαυτό σου και έχει πολλή ησυχία για να τον ακούς! Παράλληλα, θεωρούμε ότι είναι πιο εύκολη η μετακόμιση στην επαρχία για ζευγάρια, παρά για μεμονωμένα άτομα, αρκεί φυσικά να το επιθυμούν και οι δύο.