Μίλησαν πολλοί για τον Μίκη Θεοδωράκη. Κάποιοι τον είχαν γνωρίσει καλύτερα, βαθύτερα και πληρέστερα, από τα νεανικά του κιόλας χρόνια. Είδαν τον Μίκη μουσικό, τον Μίκη πολιτικό, τον Μίκη εθνεγέρτη. Ενας από αυτούς ήταν ο Τηλέμαχος Χυτήρης.
Πολιτικός αλλά και ποιητής, ο πρώην υπουργός και σύζυγος της Μαρίας Φαραντούρη έκανε παρέα με τα «ιερά τέρατα» της δεκαετίας του ’60: Τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μάνο Χατζιδάκι, την Ειρήνη Παππά και φυσικά τον Ανδρέα Παπανδρέου, τη Μελίνα Μερκούρη και τόσους άλλους.
Βρήκαμε τον Τηλέμαχο Χυτήρη στο χωριό του, τις Κουραμάδες Κέρκυρας, όπου κάνει για λίγες ημέρες διακοπές.
Αποκαλύπτει στο iefimerida.gr άγνωστες στιγμές του Μίκη Θεοδωράκη, από την Αθήνα της δεκαετίας του '60, τους Λαμπράκηδες και τη γενιά του 1-1-4, την ΕΔΑ και την Ενωση Κέντρου, μέχρι το Παρίσι, το Λονδίνο, τη Ρώμη. Πώς γνώρισε ο Μίκης τον Σεφέρη, πότε έγινε η μεγάλη εσωτερική του κρίση και η μεταστροφή στο λαϊκό τραγούδι, τι σχέσεις είχε με τον Χατζιδάκι, τι συζητούσε με τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Η ζωή αυτού του «ανοικονόμητου τελευταίου μεγάλου Ελληνα» που θα ρίχνει βαριά τη σκιά του, όσα χρόνια και αν περάσουν, με τη μουσική του ιδιοφυία, ξεδιπλώνεται σε ένα συναρπαστικό ταξίδι στον χρόνο με τη διήγηση του Τηλέμαχου Χυτήρη στο iefimerida.gr.
Στο τέλος, ο κ. Χυτήρης μιλά και για το Κίνημα Αλλαγής, το ΠΑΣΟΚ και το μέλλον της Κεντροαριστεράς, αλλά και για την περίφημη τελευταία ομιλία που έγραψε για τον Ανδρέα Παπανδρέου ώστε να την εκφωνήσει στο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1996, αλλά τον πρόλαβε ο θάνατος. Ο Τηλέμαχος Χυτήρης ήταν ο άνθρωπος που του έκλεισε τα μάτια...
Πρέπει να σημειώσω ότι η συνέντευξη δόθηκε τηλεφωνικά και η ροή του λόγου είναι προφορική. Αποφάσισα να τη διατηρήσω έτσι, για να αποτυπωθεί η φυσική αφήγηση του Τηλέμαχου Χυτήρη.
Η πρώτη γνωριμία με τον Μίκη Θεοδωράκη
«Οταν ήμουν μαθητής στην Κέρκυρα, το 1961-1962, η γενιά μου είχε ανακαλύψει τον Μίκη στα τζουκ μποξ, τα 45άρια. Αυτή ήταν η πρώτη ''γνωριμία'' μαζί του, γιατί τα τραγούδια του άρεσαν. Θυμάμαι στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, το 1963 πρέπει να ήταν, ο Θεοδωράκης ήρθε στην Κέρκυρα, στο πλαίσιο μιας περιοδείας που έκανε σε όλη την Ελλάδα. Η συναυλία ήταν απογευματινή και βραδινή. Πήγα στη βραδινή και το χαρακτηριστικό ήταν ότι ο κινηματογράφος είχε έναν αστυνομικό κλοιό και προφανώς κατέγραφαν όσους έμπαιναν στη συναυλία, μεταξύ των οποίων και μένα. Και είδα μετά το όνομά μου, στον φάκελο, ήταν ο πρώτος μου φάκελος. Μην ξεχνάτε ότι την εποχή εκείνη υπήρχαν τα κοινωνικά φρονήματα και επομένως το φακέλωμα είχε τις συνέπειές του. Εκεί πρωτοείδα τον Μίκη. Είχε έρθει με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, την ορχήστρα του και εκεί εμφανίστηκε για πρώτη φορά η Μαρία (σ.σ. Φαραντούρη).
»Ακολούθως, το καλοκαίρι του 1965 κατέβηκα συγκυριακά στην Αθήνα. Είχε γίνει η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και ο Θεοδωράκης είχε δημιουργήσει τους Λαμπράκηδες, τη Νεολαία Λαμπράκη, της οποίας ήμουν ήδη μέλος. Πρέπει να σας πω ότι η Νεολαία Λαμπράκη ήταν η μεγαλύτερη Νεολαία της εποχής. Το κάθε κόμμα είχε τη νεολαία του, η ΕΡΕ είχε τη δική της, η ΕΔΑ τη δική της, αλλά οι Λαμπράκηδες ήταν ελεύθεροι από κόμματα και ήταν μεγαλύτερη οργάνωση από το σύνολο των νεολαιών των κομμάτων. Γι’ αυτό και ενόχλησε το κατεστημένο της εποχής. Και όχι μόνο το κατεστημένο της εποχής, που ήταν συντηρητικό και αντιδραστικό ως γνωστόν, αλλά ενόχλησε και την ΕΔΑ, δηλαδή το κόμμα του, διότι έβλεπε ότι ο Μίκης είχε πολύ μεγάλη δύναμη στη νεολαία, η οποία δεν ήταν ενταγμένη στη Νεολαία της ΕΔΑ.
Η νεολαία ήταν αρκετά ελεύθερη στις εκφράσεις της, με κύρια θέματα τότε την ειρήνη, τη δημοκρατία και την ελευθερία, και είχε πολλά παιδιά από την αστική τάξη, αυτό ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της. Και γι’ αυτό, από τη μια μεριά το κατεστημένο ολόκληρο και από την άλλη η ΕΔΑ, άρχισαν να ροκανίζουν τον Θεοδωράκη και τις προσπάθειές του μέσα στους Λαμπράκηδες, με αποτέλεσμα να σαμποταριστεί και να διαλυθεί.
Το βράδυ που σκοτώθηκε ο Σωτήρης Πέτρουλας
»Ημουν εκεί το βράδυ που σκοτώθηκε ο Σωτήρης Πέτρουλας. Η αστυνομία πήρε το πτώμα του για να μη γίνει η κηδεία, η οποία εκ των πραγμάτων θα εξελισσόταν σε διαδήλωση, καθώς ο Πέτρουλας ήταν Λαμπράκης επίσης. Θυμάμαι το βράδυ εκείνο, ο Μίκης Θεοδωράκης μαζί με άλλους από νοσοκομείο σε νοσοκομείο και από νεκροτομείο σε νεκροτομείο για να βρουν το πτώμα του Πέτρουλα και να παραδοθεί στην οικογένειά του, για να γίνει η κηδεία του όπως έπρεπε. Τη νύχτα εκείνη δεν έκλεισε κανένας μάτι. Την άλλη μέρα το πρωί ακούσαμε όλοι τραγούδι του Μίκη, γραμμένο τη νύχτα -το πώς και πότε το έγραψε ήταν αδύνατο να το καταλάβουμε-, αφιερωμένο στον Σωτήρη Πέτρουλα. Το τραγούδι αυτό έγινε γνωστό και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό λόγω των διαδηλώσεων και της εκρηκτικής κατάστασης που επικρατούσε στη χώρα.
Ο Μίκης στο Παρίσι
»Τον Θεοδωράκη τον γνώρισα καλά, στο εξωτερικό, που βγήκε επί δικτατορίας, έχοντας βγει από τις φυλακές Αβέρωφ, τη Ζάτουνα, τον Ωρωπό. Το 1970 ήρθε στο Παρίσι. Από την πρώτη ημέρα άρχισε να αγωνίζεται και στα δύο κομμάτια: τόσο στο πολιτικό όσο και το μουσικό.
»Ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση στο εξωτερικό, στα πολιτικά αλλά και μουσικά. Τα μουσικά από την πρώτη στιγμή προκάλεσαν το ενδιαφέρον όλων στο εξωτερικό λόγω της δικτατορίας στην Ελλάδα. Εκεί ανακάλυψαν τη μουσική και τα τραγούδια του Μίκη, που ήταν ποιοτικά. Θυμάμαι τις αναφορές κριτικών μεγάλων εφημερίδων του εξωτερικού που έλεγαν ότι η μουσική του οφείλεται στη μεγάλη γνώση της δυτικής κλασικής μουσικής και ταυτόχρονα της ελληνικής παράδοσης, τη βυζαντινή, τα δημοτικά κ.λπ. Εκεί ήταν η αναγνώριση και η αποδοχή του Θεοδωράκη ως μουσικού, από τον έξω κόσμο πλέον.
»Εκεί, ο Μίκης ξανασυναντήθηκε με τη Μαρία (Φαραντούρη) και γνώρισε καλά κι εμένα. Θυμάμαι τα λόγια και τις προθέσεις του για τον αγώνα κατά της δικτατορίας. Το μεγάλο όπλο που διέθετε ο Μίκης ήταν η μουσική του, χωρίς καμία αμφιβολία. Αυτό που έκανε εντύπωση σε εμένα, προσωπική, ο τρόπος που μελοποιούσε Σεφέρη, Ελύτη, Λόρκα, Νερούδα, σε συνθήκες τελείως αρνητικές. Συνέθετε τα μεγάλα του αυτά έργα που θα μείνουν στις φυλακές, στην εξορία, στην απομόνωση στη Ζάτουνα, πολλές φορές χωρίς να έχει καν ένα πιάνο. Που σημαίνει την ιδιοφυία και το εξαιρετικό ταλέντο που είχε ο Μίκης. Το ταλέντο του στηριζόταν σε μια οργιώδη φαντασία και σε μια απόλυτη γνώση, σε βάθος, όλων των μουσικών ειδών. Ηταν ένας δουλευταράς ο Μίκης, δεν σταματούσε ποτέ να δουλεύει ή να αγωνίζεται γι’ αυτά τα οποία πίστευε. Όλα αυτά δημιούργησαν το φαινόμενο Μίκης.
»Αυτό που ίσως δεν αντιλαμβάνονται πολλοί πλήρως, είναι ότι ο Θεοδωράκης είχε μέσα του τη σφραγίδα των εφηβικών και μετεφηβικών του χρόνων, από την ηλικία 17-27 ετών, όπου συμμετείχε στην αντίσταση εναντίον των Γερμανών μέσα από τις τάξεις του ΕΑΜ. Αυτό σφράγισε τον Μίκη σε όλη τη ζωή του και το κουβαλούσε μέχρι που πέθανε. Δηλαδή, αν συζητούσες με τον Μίκη οποιαδήποτε στιγμή τα επόμενα χρόνια, τη συζήτηση θα την έφερνε από εδώ, θα την έφερνε από εκεί και θα την πήγαινε στα χρόνια, ''εκείνα τα αγωνιστικά'', του ελληνικού λαού εναντίον των Γερμανών. Εκείνα τα οράματα τον ενέπνεαν μέχρι το τέλος της ζωής του.
Το συλλαλητήριο για τη Μακεδονία
»Αυτό το ''αδέλφια μου φασίστες'' ήταν ειρωνικό, όπως καταλαβαίνεις, ήθελε να πει ότι μας ονομάζετε φασίστες όλους εμάς που μιλάμε για τη Μακεδονία. Αλλά ο Μίκης είχε ένα εθνικό στοιχείο πολύ δυνατό που τον χαρακτήριζε και το είχε και στην πολιτική και στη μουσική του. Ηταν εθνικός, αγαπούσε την Ελλάδα, οι ρίζες του ήταν ελληνικές. Την Ελλάδα την οραματιζόταν, την Ελλάδα ως χώρα του πολιτισμού, ελεύθερη και δημοκρατική, που να διακρίνεται σε όλο τον κόσμο, αυτή ήταν όλη η προσπάθειά του. Και αυτό σε μεγάλο βαθμό το κατάφερε. Οι ξένοι, ακούγοντας το όνομά του, τον συνδέουν με την Ελλάδα -και ποια Ελλάδα; Την αγωνιστική, τη δημοκρατική, την ελεύθερη. Αυτό ήταν ο Μίκης. Εντυσε μουσικά μια ολόκληρη εποχή. Ανέβασε το λαό και έκανε μύστη της μεγάλης ελληνικής ποίησης τον απλό άνθρωπο. Δηλαδή, ανέβασε πνευματικά όλο το επίπεδο του λαού ένας μόνον άνθρωπος.
Η σχέση έρωτα και μίσους με τον Ανδρέα Παπανδρέου
»Εμείς κρίναμε πολύ αρνητικά, όπως αντιλαμβάνεσαι (γέλια), τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και τα πήγαινε-έλα με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Με τον Ανδρέα Παπανδρέου το εκκρεμές άρχιζε από τον έρωτα και έφτανε μέχρι το μίσος. Ηταν σχέση έρωτα-μίσους.
»Ο Θεοδωράκης θαύμαζε τον Ανδρέα γιατί είχε δυνατότητα να κινεί ολόκληρο τον λαό. Και για τον ίδιο λόγο τον μισούσε. ''Πώς ο Ανδρέας μας ξεπέρασε όλους και πώς πείθει τον λαό και είναι μαζί του και εμείς που είμαστε αγωνιστές τόσα χρόνια δεν τα καταφέραμε;''. Και στις συναντήσεις μαζί του, αυτό ήταν διακριτό.
Κανένα κόμμα δεν μπορούσε να χωρέσει τον Θεοδωράκη
»Τον Μίκη δεν πρέπει να τον κρίνει κανείς πολιτικά, ήταν πάντοτε υπερβατικός. Δεν μπορούσε να συνεργαστεί μαζί του, ούτε η ΕΔΑ προδικτατορικά, ούτε το ΚΚΕ μετά, οι συγκρούσεις ήταν συνεχείς. Ηταν πολύ ελεύθερος και ήταν αδύνατον να τον περιορίσει κανείς. Ηταν αντίθετος με ό,τι έχουμε στο μυαλό μας για ένα κόμμα, το οποίο έχει μια γραμμή, ένα πρόγραμμα. Ο Μίκης δεν μπορούσε να τα ανεχθεί και τα κόμματα δεν μπορούσαν να ανεχθούν τον Μίκη. Κανένα κόμμα δεν μπορούσε να χωρέσει τον Μίκη. Κανένας πολιτικός αρχηγός δεν μπορούσε να συνεργαστεί με τον Μίκη. Διότι ήταν εκτός γραμμών, ήταν ο ίδιος, μόνος του, ένας εθνεγέρτης που δεν μπορούσε να μπει στα πλαίσια ενός κόμματος ή ενός προγράμματος. Γι’ αυτό και όσες φορές προσπάθησε να ενοποιήσει τον ελληνικό λαό μέσα από κάποιο κόμμα -είτε αυτός ήταν ο Μητσοτάκης, είτε ο Καραμανλής με το περίφημο ''Καραμανλής ή τανκς''- πάντοτε αποτύγχανε. Τα κόμματα είχαν μια άλλη λογική, πολύ πιο περιορισμένη από την οραματική του Μίκη. Τον ζητούσαν από τη μια μεριά ως βιτρίνα, γιατί τους προσέδιδε μια αίγλη, και από την άλλη να μην τον αφήνουν να εκφράζεται όπως αυτός ήθελε.
Με το «Καραμανλής ή τανκς» δικαιώθηκε
»Αυτό το ''Καραμανλής ή τανκς'' δικαιώθηκε, αλλά αυτό που ο πολύς κόσμος δεν ξέρει, είναι ότι όταν ο Καραμανλής ήρθε στην Ελλάδα και έκανε την κυβέρνηση εθνικής ενότητας, ο Μίκης ήταν εκτός. Και όχι μόνον έμεινε εκτός, αλλά έβαλε υποψηφιότητα με την Ενωμένη Αριστερά -την οποία προσπάθησε να είναι ενωμένη- και επειδή είχε πει το ''Καραμανλής ή τανκς'' δεν βγήκε ούτε βουλευτής. Επιπλέον, ο Καραμανλής, στην πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνησή του, είχε υπουργό τον στρατηγό Σόλωνα Γκίκα στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Ο Γκίκας λοιπόν απαγόρευσε -επαναλαμβάνω: απαγόρευσε- τη μουσική του Μίκη στην επαρχία. Γιατί ο Καραμανλής ήθελε -και γι’ αυτό έβαλε τον Γκίκα εκεί- να εξουδετερώσει τις δυνάμεις τις δικτατορίας και να τις αφομοιώσει σε δεύτερο χρόνο. Επομένως, ο Γκίκας ενεργούσε έτσι ώστε να είναι πολύ κοντά στους ανθρώπους που υποστήριζαν τη δικτατορία και οι οποίοι ήταν πολλοί ακόμη, τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
»Θυμάμαι μάλιστα μια συναυλία στο Κερατσίνι με τη Μαρία Φαραντούρη, η οποία ήταν απαγορευμένη. Δήμαρχος τότε ήταν ο Χρήστος Φωτίου. Επειδή ήταν απαγορευμένη η συναυλία, δεν υπήρχε πρόσβαση στην πλατεία, όπου ήταν μόνον αστυνομικοί, ειπώθηκαν δύο-τρία τραγούδια συμβολικά από το μπαλκόνι του δημαρχείου και ο κόσμος τραγουδούσε από τα μπαλκόνια.
Η πρώτη γνωριμία Μίκη-Ανδρέα: Ελα να κάνουμε κόμμα
»Η πρώτη γνωριμία του Θεοδωράκη με τον Παπανδρέου έγινε προδικτατορικά, κάπου το 1966-1967, στο Καστρί, και τη διηγούνταν ο Ανδρέας. Εκεί ο Μίκης του είπε: ''Ανδρέα, εσύ έχεις το πολιτικό μυαλό και την πολιτική δύναμη, εγώ έχω τον κόσμο. Μαζί μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Να συνεργαστούμε. Και επειδή απειλούμεθα με δικτατορία, πρέπει να τρέξουμε εμείς οι δύο, πριν, να κάνουμε ένα κίνημα αυτού του είδους''. Βέβαια, δεν μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, γιατί ο Ανδρέας ήταν κομμάτι της Ενωσης Κέντρου. Ο Ανδρέας εξέφρασε το πιο προοδευτικό κομμάτι της Ενωσης Κέντρου και τη Νεολαία της, αλλά δεν εξέφραζε την Ενωση Κέντρου. Επομένως, δεν μπορούσε να κάνει κινήσεις τέτοιες, συνεργασίας, γιατί θα ερχόταν η διάσπαση.
Στην ουσία, ο Μίκης του ζητούσε να κάνουν κόμμα και να απευθυνθούν και οι δυο τους στον ελληνικό λαό ώστε να εμποδίσουν όσους σκέπτονταν να κάνουν κίνημα δικτατορικό στην Ελλάδα, διότι θα είχαν να κάνουν με έναν πολιτικό του ύψους του Ανδρέα και με έναν μουσικό ο οποίος θα κινητοποιούσε τον κόσμο. Αυτή ήταν η πρώτη ουσιαστική συνάντηση με τον Ανδρέα.
«Ανδρέα, εσύ έχεις το πολιτικό μυαλό και την πολιτική δύναμη, εγώ έχω τον κόσμο. Μαζί μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Να συνεργαστούμε»
Μετά από χρόνια, όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν κυβέρνηση, ο Μίκης πολλές φορές επεδίωκε να συναντηθεί με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Κάποια στιγμή ο Ανδρέας τον έκανε και πρέσβη καλής θελήσεως ώστε να πηγαίνει στην Ευρώπη και επίσης στην Τουρκία, προκειμένου να βρίσκει κοινά σημεία διαλόγου με την Τουρκία με το βάρος και την καλλιτεχνική του οντότητα. Αυτό βεβαίως κράτησε ένα διάστημα, το οποίο δεν ήταν μεγάλο.
Η συμμετοχή στην κυβέρνηση Μητσοτάκη
»Μετά, ο Μίκης θεωρώ ότι παρασύρθηκε από το κλίμα της εποχής και νόμιζε ότι με τον Μητσοτάκη και την Αριστερά που συνεργάστηκε με τον Μητσοτάκη θα μπορούσε να υπάρξει μια γενικότερη ενότητα της πολιτικής στη χώρα, συμπεριλαμβανομένου και του ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να προχωρήσει η χώρα μπροστά. Ο Μητσοτάκης δεν είχε βέβαια στο μυαλό του αυτό, αλλά να γίνει πρωθυπουργός και να εξουδετερώσει τον Ανδρέα Παπανδρέου. Πράγμα το οποίο ως γνωστόν δεν πέτυχε, αφού μετά από λίγα χρόνια, το 1993, ο Παπανδρέου ξανάγινε πρωθυπουργός.
»Ο Μίκης ήταν εκτός κομμάτων, δεν υπήρχε περίπτωση να είναι μέσα σε κόμμα. Ηταν ανοικονόμητος ο Θεοδωράκης με τους πολιτικούς αρχηγούς.
Αυτό επαναλήφθηκε όταν πήγε στον Μητσοτάκη. Του έδωσε ένα υπουργείο άνευ χαρτοφυλακίου για να μην κάνει τίποτα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά χρησιμοποίησε και μεθόδους περιορισμού των δραστηριοτήτων του Μίκη, πράγμα το οποίο κατάλαβε ο Θεοδωράκης και παραιτήθηκε από αυτή την κυβέρνηση.
Το βρώμικο ’89 και ο Ανδρέας ως… αρχηγός της «17Ν»
»Την περίοδο του 1989 υπήρχε στην αρχή επαφή μεταξύ Ανδρέα και Μίκη. Μετά, όσο βαδίζαμε προς τις εκλογές, ο Μίκης επέλεξε να συνεργαστεί με τον Μητσοτάκη και επήλθε ρήξη με τον Ανδρέα, όπως αντιλαμβάνεστε. Και όχι μόνον αυτό, αλλά επείσθη ο Μίκης από τον Μητσοτάκη ότι ο Ανδρέας ενδεχομένως να είναι αρχηγός της ''17Ν''. Και ο Μίκης άρχισε να μιλά γι’ αυτό. Τον κάλεσε ο εισαγγελέας Τσεβάς να καταθέσει τι ξέρει γύρω από το θέμα αυτό και ο ίδιος ο Τσεβάς είχε πει ότι πρόκειται για διάφορες φαντασιώσεις, που δεν στηρίζονται πουθενά, και το θέμα έληξε άδοξα.
Μετά όμως υπήρξε σύγκρουση του Μίκη με τον Μητσοτάκη. Διότι αυτά που ήθελε ο Θεοδωράκης να γίνουν, ο Μητσοτάκης δεν τα ήθελε, ήταν πραγματιστής και ήθελε ορισμένα συγκεκριμένα πράγματα να γίνουν, όχι τα μεγαλεπήβολα του Μίκη, και το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει σύγκρουση και να παραιτηθεί ο Μίκης από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
»Μετά το 1993, ο Μίκης συνάντησε τον Ανδρέα και του είπε πόσο ερωτευμένος είναι μαζί του, σε σημείο που ο Ανδρέας έμεινε κατάπληκτος. Τον συνάντησε στη Βουλή και του είπε ''Ανδρέα, σε παραδέχομαι για τη στάση σου» κ.λπ., και πλέον παραδέχθηκε την πολιτική του αντιπάλου, ας πούμε, Παπανδρέου.
Η σχέση με τον Μάνο Χατζιδάκι
»Ημουν πολύ φίλος και με τον Μάνο Χατζιδάκι. Οσο έκανα παρέα με τον Μίκη, έβλεπα και τον Μάνο. Η αντίληψη ότι αυτοί οι δύο ήταν εχθροί ήταν ψευδής. Εκτιμούσε ο ένας τον άλλον και ήταν φίλοι από 18 χρόνων. Γεννήθηκαν και οι δύο το 1925 και ήταν παρέα από τα χρόνια της Αντίστασης. Ο μεν Μίκης στο ΕΑΜ, ο δε Μάνος επίσης στο ΕΑΜ, στο θεατρικό κομμάτι, και έκανε μουσικές.
Κάποιες διαφωνίες ήταν τελείως παροδικές για κάποιο συγκεκριμένο θέμα. Ο Μίκης ήθελε να συνεργάζονται όλες οι αντιχουντικές δυνάμεις, πράγμα που δεν ήθελαν πολλοί. Δηλαδή, ο Μίκης ήθελε ένωση όλων των δυνάμεων του αντιχουντικού αγώνα, ακόμη και των βασιλικών, προκειμένου να ανατραπεί η δικτατορία. Κάτι τέτοιο δεν το ήθελε η Μελίνα, δεν το ήθελε ο Παπανδρέου. Να συνεργαστείς με τον βασιλιά για να ρίξεις τη δικτατορία ήταν αδιανόητο για τους πολιτικούς και τις αντιστασιακές ομάδες που είχε τότε το κάθε κόμμα.
»Ο Μάνος εκτιμούσε πολύ τον Μίκη και τη μουσική του, παρότι ο ίδιος ήταν διαφορετικός ως προς την έμπνευσή του. Ο ίδιος μου έλεγε για να εμπνευστώ πρέπει να ακούω μουσικές. Είχε μια περίφημη δισκοθήκη που άκουγε και εμπνεόταν για να γράψει. Από την άλλη, η έμπνευση του Μίκη στη μουσική ήταν χειμαρρώδης. Ο Χατζιδάκης έλεγε, με θετικό τρόπο, ότι ''ο Μίκης μπορεί να μελοποιήσει ακόμη και τον τηλεφωνικό κατάλογο''. Τέτοια ήταν η δύναμη του Θεοδωράκη.
Οσον αφορά την υψηλή ποίηση, ταυτιζόταν με τον ίδιο τον ποιητή που θα μελοποιούσε. Γινόταν ο ίδιος Σικελιανός για να μελοποιήσει το ''Πνευματικό Εμβατήριο'', γινόταν ο ίδιος Ρίτσος για να μελοποιήσει τον ''Επιτάφιο'' ή τη ''Ρωμιοσύνη''.
»Γινόταν ο ίδιος Νερούντα για να μελοποιήσει το ''Κάντο Χενεράλ''. Προσέξτε, ήταν σε μια γλώσσα που δεν ήξερε ο Μίκης και το μελοποίησε με τέτοιον τρόπο που έγινε περίπου ο ύμνος τα Λατινικής Αμερικής. Εβαζε κάποιον ισπανόφωνο, θυμάμαι στο Παρίσι, να του διαβάζει το Κάντο Χενεράλ εις τρόπον ώστε να ακούει ο ίδιος τις μελωδίες του. Ηταν πραγματικά φαινόμενο ο Μίκης. Δεν έκανε μόνο τραγούδια, έκανε συμφωνικά έργα, ορατόρια, πρελούδια, τα πάντα.
Η γνωριμία με τον Σεφέρη και η κρίση ταυτότητας του Μίκη
»Μπορώ να σας πω μια ιστορία που έλεγε ο ίδιος και ήταν ακριβώς έτσι. Όταν ήταν 25-26 χρόνων, η Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου θα έπαιζε ένα βράδυ στο Κόβεν Γκάρντεν, διάφορα συμφωνικά έργα κλασικά, και ενέταξε σε αυτό την ''Αντιγόνη'', που είχε γράψει ο Μίκης ως κλασικό κομμάτι μπαλέτο. Η χαρά του ήταν μεγάλη, όπως καταλαβαίνετε. Αυτά γίνονταν πριν από τον ''Επιτάφιο'' και τα τραγούδια. Εφυγε λοιπόν από το Παρίσι, όπου σπούδαζε, και πήγε στο Λονδίνο, να παρακολουθήσει αυτήν τη συναυλία.
Ο Μίκης, τελικά, διά της μουσικής του, ήταν ο νικητής, όχι ο ηττημένος. Εγινε σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής. Είναι ο τελευταίος μεγάλος Ελληνας
Τότε θεώρησε καλό να επισκεφθεί τον Ελληνα πρέσβη στο Λονδίνο για να τον προσκαλέσει στη συναυλία, λέγοντάς του ότι ''παρουσιάζεται στο Κόβεν Γκάρντεν και ένα έργο Ελληνα συνθέτη, που είναι δικό μου, και θα ήθελα, αν είναι δυνατόν, να είστε στην πρεμιέρα''. Ο Ελληνας πρέσβης ήταν ο Γιώργος Σεφέρης, που για πρώτη φορά τον συναντούσε. Ο Σεφέρης, που ήταν βαρύς και κλειστός ως χαρακτήρας, αμφισβήτησε ότι ήταν δυνατόν ένα έργο ενός άγνωστου Ελληνα να παρουσιάζεται στο Κόβεν Γκάρντεν. Όταν το ερεύνησε και είδε ότι πράγματι συμβαίνει αυτό, δέχθηκε να πάει με τη γυναίκα του, τη Μάρω.
»Το βράδυ εκείνο, λοιπόν, ο Μίκης, όπως διηγούνταν ο ίδιος, έπαθε κρίση ταυτότητας. Διότι μέσα εκεί ήταν όλη η αριστοκρατία του Λονδίνου, οι άνδρες με σμόκιν, οι κυρίες με το γνωστό επίσημο τρόπο και μιας κάποιας ηλικίας. Οπότε ο Μίκης αναρωτήθηκε: ''Εγώ γράφω μουσική γι’ αυτό το κοινό; Για ένα αριστοκρατικό κοινό του Λονδίνου; Το μέλλον μου αυτό είναι;''. Εκεί ήταν η μεγάλη ατομική κρίση που έπαθε και το γύρισε σε ''μουσική για τις μάζες'', όπως έλεγε ο ίδιος, μελοποιώντας τον ''Επιτάφιο'', το ''Αξιον Εστί'', το ''Μαουτχάουζεν'' και όλα αυτά. Εκεί στο Κόβεν Γκάρντεν, παρόντος του Γιώργου Σεφέρη, έκανε τη μεγάλη στροφή.
Ενα βράδυ στη Ρώμη με Μίκη, Μάνο, Ειρήνη Παππά
»Ένα περιστατικό που έζησα ο ίδιος, ήταν στη Ρώμη, την περίοδο της δικτατορίας. Ένα βράδυ βρέθηκαν στη Ρώμη ο Μίκης, ο Μάνος, ο οποίος είχε επιστρέψει από την Αμερική, η Ειρήνη Παππά, που έμενε τότε στη Ρώμη, η Μαρία Φαραντούρη κι εγώ. Εγινε ένα τραπέζι στον Τίβερη. Οπότε στη διάρκεια του δείπνου πλησίασε ένα πλανόδιος μουσικός με ένα βιολί. Ηρθε στο τραπέζι, κατάλαβε ότι ήμασταν Ελληνες και άρχισε να παίζει ''Τα παιδιά του Πειραιά''. Τον φωνάζει ο Χατζιδάκις και του λέει ''αυτό που παίζεις το έχει γράψει αυτός'', και του δείχνει τον Μίκη. Ο πλανόδιος γέλασε και έπαιξε το επόμενο ελληνικό τραγούδι που ήξερε και ήταν ο ''Ζορμπάς''. Και ο Μίκης τον φωνάζει και του λέει: ''Αυτό το έχει γράψει ο κύριος απέναντι'', και του έδειξε τον Μάνο. Ο πλανόδιος, αφού τελείωσε και τον ''Ζορμπά'' και αφού πήρε τα χρήματα που του δώσαμε, έφυγε λέγοντας ότι οι Ελληνες είναι τρελοί. Δεν πίστεψε ότι στο τραπέζι ήταν οι συνθέτες που έγραψαν τον ''Ζορμπά'' και τα ''Παιδιά του Πειραιά'', νόμιζε ότι τον κοροϊδεύαμε.
Πώς γράφτηκε το «Ροδόσταμο»
»Τη δεκαετία του '60, μια μέρα θα ταξίδευαν μαζί Μίκης και Μάνος με το αεροπλάνο. Ο Χατζιδάκις, όπως πάντα, έφτασε καθυστερημένος, και δίνει του Μίκη, εκνευρισμένος, ένα χαρτί με ένα ποίημα που του είχε δώσει ο Γκάτσος. Ο πρώτος στίχος ήταν ''Στον άλλο κόσμο που θα πας''. Ο Μάνος λέει στον Μίκη: ''Με αυτό τον στίχο θα μπω στο αεροπλάνο; Πα πα πα! Πάρ' το εσύ και κάνε ό,τι θέλεις''. Ετσι γράφτηκε το τραγούδι ''Ροδόσταμο''!
Τον τελευταίο μήνα, ο Μίκης είχε παραδοθεί
»Ο Μίκης τα τελευταία χρόνια μπαινόβγαινε στο νοσοκομείο. Καθόταν δυο -τρεις μέρες, έπαιρνε λίγο τα πάνω του και επέστρεφε σπίτι. Του κάναμε συχνές επισκέψεις. Αλλά είχε δυσκολίες να μιλήσει. Ποιος; Ο Μίκης, που μιλούσε με τις ώρες και διηγούνταν τη ζωή του. Στο τέλος, όμως, τον τελευταίο μήνα, όταν του είπαν οι γιατροί να πάει στο νοσοκομείο, δεν δέχθηκε. Είχε αποφασίσει ότι είχε τελειώσει. Και ήθελε να τελειώσει στο σπίτι του και όχι σε νοσοκομείο. Ηταν μέσα στις αποφάσεις που έπαιρνε ο ίδιος για τον εαυτό του και εκεί σήκωσαν τα χέρια ψηλά όλοι, γιατί ήταν φανερό ότι είχε αποφασίσει, είχε παραδοθεί.
»Τον τελευταίο μήνα ήταν πολύ δύσκολο να μιλήσει. Ενώ το πνεύμα του ποτέ δεν τον εγκατέλειψε, στο τέλος δεν είχε δυνατότητα άρθρωσης του λόγου, γι’ αυτό και αφέθηκε, που λέμε.
Ο τελευταίος μεγάλος Ελληνας
»Ο Μίκης και ζωντανός και νεκρός, ένας μύθος. Είναι μια περίπτωση μοναδική, θα έλεγα και μοναδικός στον κόσμο. Δεν πρόκειται να ξεχαστεί. Εξέφρασε την εποχή του μουσικά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι ο δημιουργός ενός σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, μαζί με τους άλλους, τη δεκαετία του ’60. Ηταν επικεφαλής του πολιτιστικού εκείνου κινήματος.
Τελικά, διά της μουσικής του, ήταν ο νικητής, όχι ο ηττημένος. Εγινε σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής. Ταυτόχρονα, ήταν εθνικός -δηλαδή Ελληνας μέχρι το μεδούλι- και γι’ αυτό έγινε και παγκόσμιος. Γενικώς, είναι ο τελευταίος μεγάλος Ελληνας. Εύχομαι να βρεθούν στο μέλλον κι άλλοι, αλλά δεν είναι εύκολο να βρεθεί ξανά ένας σίφουνας όπως ο Μίκης. Ηταν εμπνευσμένος οραματιστής και εμπνευσμένος μουσουργός, ένα φυσικό φαινόμενο».
Για τις εκλογές στο Κίνημα Αλλαγής
Από μια συζήτηση με τον Τηλέμαχο Χυτήρη δεν θα μπορούσε να λείψει μια αναφορά στα όσα συμβαίνουν στον χώρο της Κεντροαριστεράς και στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ. Οπως επίσης και μια ερώτηση που μου τριβέλιζε το μυαλό εδώ και 25 χρόνια: Τι περιελάμβανε εκείνη η περίφημη ομιλία του Ανδρέα Παπανδρέου, την οποία είχε ετοιμάσει ο Χυτήρης με τον Νίκο Αθανασάκη, για να εκφωνήσει στο Συνέδριο του 1996. Το βράδυ της 22ας Ιουνίου, μία εβδομάδα πριν από το Συνέδριο, ήταν μαζί στο Καστρί και την έγραψαν. Λίγες ώρες αργότερα, ωστόσο, ο Ανδρέας πέθανε και η ομιλία εκείνη δεν διαβάστηκε ποτέ, ούτε δόθηκε στη δημοσιότητα.
«Απέχω από την πολιτική εδώ και δέκα χρόνια. Επομένως, δεν ασχολούμαι. Βλέπω και κρίνω από μακριά. Θεωρώ ότι ο χώρος που κάλυψε το ΠΑΣΟΚ είναι ορφανός. Και ο χώρος αυτός πρέπει να είναι ισχυρός για το καλό της χώρας. Μιλάω για τον χώρο της Κεντροαριστεράς, μιας γνήσιας Κεντροαριστεράς. Είναι κρίμα που σήμερα δεν εκφράζεται. Ελπίζω μελλοντικά να ξαναβρεί κάποιον βηματισμό, με τις νέες γενιές εννοώ. Οι υπάρχοντες υποψήφιοι είναι λίγο δύσκολο, είναι λίγο εγκλωβισμένα τα πράγματα και πρέπει αυτός ο κάποιος να είναι πολύ δυνατός. Στην πολιτική πρέπει αυτός που μιλάει να ακούγεται. Αν δεν ακούγεται, τότε σημαίνει ότι πολιτικά δεν μπορεί να προχωρήσει το πράγμα».
Για σύμπραξη με άλλα κόμματα
«Για να κάνεις σύμπραξη πρέπει να υπάρχεις, να έχεις οντότητα ο ίδιος. Αν οι συνθήκες το απαιτούν, εφόσον εσύ έχεις οντότητα, μπορείς να δείξεις και ποιος είναι ο δρόμος και να προτείνεις ό,τι είναι πιο κατάλληλο για την εποχή εκείνη. Αν δεν έχεις οντότητα, όπου και να πας, με όποιον και να πας, θα χαθείς. Όπως χάθηκε το ΠΑΣΟΚ όταν συνεργάστηκε ο Βενιζέλος με τον Σαμαρά. Η πολιτική έχει κανόνες, τους οποίους αν δεν ξέρεις ή αν δεν τους σέβεσαι, γίνονται μπούμερανγκ εναντίον σου. Αν παραβείς τους κανόνες, δεν συγχωρούν».
Η τελευταία ομιλία του Ανδρέα
«Η ομιλία αυτή έγινε με υπόδειξη του Ανδρέα, ο οποίος ήθελε να παραβρίσκεται στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ και να κάνει μια πεντάλεπτη ομιλία. Ηθελε να παραβρίσκεται εις τρόπον ώστε να συμβολίζει την ενότητα και να πει στην ομιλία του την ανάγκη να υπάρχει αυτή η ενότητα και στο μέλλον. Αυτό τον έκαιγε και αυτό φοβόταν. Και αυτό ήθελε να επισημάνει στην τελευταία του παρέμβαση στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο ήταν το δημιούργημά του, το παιδί του. Δεν θα έπαιρνε θέση υπέρ κάποιου υποψηφίου. Ηθελε να συμβάλλουν όλοι θετικά να υπάρχει και να προχωρεί το Κίνημα, γιατί το θεωρούσε απαραίτητο για την ελληνική κοινωνία, για το μέλλον.
Θυμάμαι ότι δεν σχολίασε καθόλου την εξέλιξη εκλογής Σημίτη και όλα αυτά. Ακριβώς επειδή είχε στο μυαλό του πάνω απ’ όλα την ενότητα του χώρου. Δεν τον πείραζε ποιος θα έβγαινε, αν υπήρχε η ενότητα. Θεωρούσε ότι μια καλή Κεντροαριστερά στη χώρα εκφράζει την Ελλάδα και τον λαό της με τον καλύτερο τρόπο. Η λογική, η πολιτική και το συναίσθημα. Αυτός είναι ο Ελληνας, αυτός ήταν και ο Ανδρέας Παπανδρέου και πέτυχε όσα πέτυχε.
»Τη γράψαμε λοιπόν την ομιλία αυτή με τον Αθανασάκη, σύμφωνα με τις οδηγίες του. Μας είπε ''ελάτε αύριο να τη δω'', όμως δεν πρόλαβε. Το βράδυ που ήμασταν εκεί, πέθανε. Εκείνη ήταν μια στιγμή που δεν την ξεχνάω ποτέ στη ζωή μου, γιατί ήμουν εκείνος που του έκλεισε τα μάτια.
Εμείς, σεβόμενοι απολύτως τον Παπανδρέου, δεν μπορούσαμε να δώσουμε μια ομιλία που δεν είχε εγκριθεί από τον ίδιο».