Ο τρόπος με τον οποίο ακούγονται τα ονόματα των ανθρώπων αλλά και ο ήχος των λέξεων γενικότερα, μπορεί να επηρεάζουν, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, τις αποφάσεις που λαμβάνουμε.
Φανταστείτε δύο χαρακτήρες κινουμένων σχεδίων, έναν με καμπύλες και τον άλλο ακιδωτό. Ποιον θα αποκαλούσατε Μπούμπα και ποιον Κίκι; Και ποιο νομίζετε ότι είναι πιο εξωστρεφές;
Ίσως αναπάντεχα, οι περισσότεροι από εσάς θα αποδώσετε το ίδιο όνομα και τα ίδια χαρακτηριστικά σε κάθε ένα από τα σχήματα. Σύμφωνα με έρευνες, οι άνθρωποι τείνουν να κρίνουν και να παίρνουν μια σειρά από αποφάσεις, βασιζόμενοι μόνο και μόνο από τον ήχο μιας λέξης ή ενός ονόματος, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το BBC.
Αυτό είναι γνωστό ως bouba-kiki effect, ή maluma-takete, λόγω του τρόπου με τον οποίο τα μυαλά μας συνδέουν συγκεκριμένους ήχους και σχήματα. Σε πολλές διαφορετικές γλώσσες, οι άνθρωποι τείνουν να συσχετίζουν τους ήχους b, m, l και o (όπως στις λέξεις bouba και maluma) με στρογγυλά σχήματα. Οι ήχοι k, t, p και i, όπως στις λέξεις kiki και takete, συνήθως θεωρούνται ακιδωτοί.
Παραδόξως, το bouba-kiki effect επεκτείνεται ακόμη και σε ανθρώπινες σχέσεις και στο πώς φαντάζουμε τις προσωπικότητες των ανθρώπων που δεν έχουμε γνωρίσει ποτέ.
Ο ψυχολόγος Ντέιβιντ Σίτου από το University College του Λονδίνου και η ψυχογλωσσολόγος Πέννυ Πέξμαν από ο Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι, διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ορισμένα προσωπικά ονόματα όπως τα Μπομπ και Μόλυ ως στρογγυλά, και άλλα όπως τα Κερκ και Κέιτ ως αγκαθωτά. Στα γαλλικά, το ίδιο αποτέλεσμα έχουμε με το «στρογγυλό» όνομα Μπενουά, έναντι του «αγκαθωτού» Ερίκ. Σε μια ξεχωριστή μελέτη, οι συμμετέχοντες απεικόνισαν άτομα με αυτά τα ονόματα να έχουν μεταφορικά στρογγυλεμένες ή ακιδωτές προσωπικότητες.
«Το βασικό πράγμα που βρίσκουμε, είναι ότι αν συγκρίνουμε αυτά τα πολύ ομαλά, απαλά ηχητικά ονόματα, όπως το Μόλυ, με αυτά τα πιο σκληρά ονόματα όπως το Κέιτ, τα πιο ομαλά ονόματα όπως το Μόλυ, συνδέονται με πράγματα πιο ευχάριστα, ότι είναι περισσότερο συναισθηματικά, πιο ευσυνείδητα, ενώ τα πιο σκληρά, πιο «αγκαθωτά» ονόματα θεωρούνται πιο εξωστρεφή», λέει ο Σίντου.
Αυτές οι συσχετίσεις μπορεί να προέρχονται από το πώς αισθάνονται αυτοί οι ήχοι στο στόμα μας, σύμφωνα με τον Σίντου. «Αν σκέφτεστε να προφέρετε ένα 'm' έναντι ενός 't', για παράδειγμα, αυτόν τον ήχο του m, τον νιώθουμε πιο ομαλό, και, κατ' αναλογία, αυτό αποτυπώνει την ομαλότητα του στρογγυλεμένου σχήματος έναντι του ακιδωτού σχήματος». Ήχοι όπως «t» και «k» μπορεί να ακούγονται πιο ενεργητικοί, παραπέμποντας μας σε χαρακτηριστικά όπως η εξωστρέφεια, η ζωηράδα, και η ευθυμία γενικότερα.
Και αυτή η αίσθηση που μας αφήνουν οι λέξεις που χρησιμοποιούμε, μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που βιώνουμε τον κόσμο. Σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή χρησιμοποιούμε μια σειρά από λεπτές ενδείξεις για να συγκεντρώσουμε πληροφορίες από όλες τις αισθήσεις μας και να κάνουμε κρίσεις και προβλέψεις για το περιβάλλον μας.
«Υπάρχει κάτι εκεί για το πώς οι άνθρωποι είναι συνδέονται ουσιαστικά», λέει η Πέξμαν. «Θέλουμε να δούμε μοτίβα σε πράγματα, θέλουμε να βρούμε συνδέσεις μεταξύ πραγμάτων, και θα τις βρούμε ακόμη και ανάμεσα σε ήχους».
Τέτοιοι συσχετισμοί μπορούν να μας βοηθήσουν στις σημαντικές ασχολίες μας στη ζωή, όπως η εκμάθηση γλωσσών και μαντεύοντας την έννοια άγνωστων λέξεων. Στα Αγγλικά, οι λέξεις για τα στρογγυλά πράγματα είναι συχνά στρογγυλές, όπως στις λέξεις blob (σταγόνα), balloon (μπαλόνι), ball (μπάλα). Το ίδιο συμβαίνει αντίστοιχα και με τις αγκαθωτές λέξεις, που είναι ζωηρές είναι ακανθωτές τόσο στον ήχο όσο και στο νόημα.
Οι ήχοι μπορούν επίσης να υποδεικνύουν το μέγεθος. Σε όσες λέξεις ακούγεται το i, αυτόματα συνδέονται με την έννοια του μικρού, ενώ αυτές με το o δείχνει μεγάλο μέγεθος. Μερικοί από αυτούς τους συνδέσμους υπάρχουν σε χιλιάδες γλώσσες.
Για άτομα που μαθαίνουν νέες λέξεις, είτε μωρά, νήπια ή ενήλικες, αυτά τα μοτίβα μπορεί να είναι πολύ χρήσιμα. Τα μικρά παιδιά και ακόμη και τα μωρά ταιριάζουν ήδη στρογγυλούς ήχους με στρογγυλά σχήματα. Οι γονείς τείνουν να χρησιμοποιούν συσχετισμούς ηχητικού σχήματος για να τονίσουν την έννοια ορισμένων λέξεων. Οι ενήλικες επωφελούνται από τους συσχετισμούς όταν μαθαίνουν μια νέα γλώσσα, βρίσκοντας ευκολότερο να μαντέψουν ή να θυμηθούν ξένες λέξεις όταν ο ήχος τους ταιριάζει με το νόημά τους.
Μερικοί υποστηρίζουν ότι αυτές οι διαισθητικές συνδέσεις μεταξύ ήχων και νοήματος μπορεί ακόμη και να απομένουν από τα πρώτα στάδια της γλωσσικής εξέλιξης της ανθρωπότητας, και ότι η ίδια η ανθρώπινη γλώσσα ξεκίνησε ως μια σειρά τέτοιων εκφραστικών, εγγενώς «μαντέψιμων» ήχων.
Όσον αφορά τις προσωπικότητες των ανθρώπων, ωστόσο, ο ήχος δεν είναι καθόλου αξιόπιστος οδηγός. Ο Σίντου, η Πέξμαν και οι συνεργάτες τους, εξέτασαν εάν υπήρχε σχέση μεταξύ του ονόματος ενός ατόμου και της προσωπικότητάς του. Δεν βρήκαν όμως τέτοια σχέση.
«Οι άνθρωποι αγωνιούν για τα ονόματα που θα δώσουν στα μωρά τους. Είναι αυτή η προσδοκία ότι η ετικέτα έχει μεγάλη σημασία», λέει η Πέξμαν.
Η αντίδρασή μας σε ένα όνομα πιθανώς αποκαλύπτει περισσότερα για τις δικές μας προκαταλήψεις. «Αυτό σημαίνει ότι είμαστε έτοιμοι να καταλάβουμε πολλά από το όνομα κάποιου, που πιθανότατα δεν αποτελούν ένδειξη για το πώς είναι αυτό το άτομο», λέει η Πέξμαν.
Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα από τη μελέτη των Σίντου, Πέξμαν και των συνεργατών τους, δείχνουν ότι ο ήχος ενός ονόματος έχει μικρότερο αντίκτυπο καθώς ανακαλύπτουμε περισσότερα για τους ανθρώπους. Όταν έδειξαν στους συμμετέχοντες βίντεο ατόμων με υποτιθέμενα στρογγυλά ή ακιδωτά ονόματα, τα ονόματα δεν επηρέασαν διαφορετικά την κρίση τους για αυτά.
«Όταν το μόνο που πρέπει να ακολουθήσετε είναι το όνομα, όπως σε αυτές τις μελέτες που σου δείχνουν μόνο ένα όνομα και σε ρωτούν για την προσωπικότητα του, τότε ίσως αυτοί οι ήχοι θα παίξουν ρόλο», λέει ο Σίντου. «Αλλά καθώς αρχίζετε να λαμβάνετε περισσότερες πληροφορίες για το άτομο, τότε αυτές οι πραγματικές πληροφορίες σχετικά με την προσωπικότητα πιθανότατα θα αντικαταστήσουν αυτές τις προκαταλήψεις».
Η έρευνα τροφοδοτεί ένα αυξανόμενο σύνολο στοιχείων που αμφισβητούν μια μακροχρόνια άποψη στη γλωσσολογία: ότι οι ήχοι είναι αυθαίρετοι και δεν έχουν εγγενή σημασία. Αντίθετα, ορισμένοι ήχοι έχουν βρεθεί ότι προκαλούν συνεπείς συσχετίσεις όχι μόνο με σχήματα και μεγέθη, αλλά ακόμη και με γεύσεις και υφές.
Η σοκολάτα γάλακτος, το τυρί μπρι και το μεταλλικό νερό τείνουν να θεωρούνται ως bouba / maluma, ενώ τα πατατάκια, η πικρή σοκολάτα, η σοκολάτα μέντας και το ανθρακούχο νερό είναι πιο πιθανό να θεωρηθούν ως kiki / takete.
Σύμφωνα με τη Σούζι Στάιλς, ψυχογλωσσολόγο στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Nanyang της Σιγκαπούρης, τέτοιοι αισθητηριακοί συσχετισμοί, αντικατοπτρίζουν επίσης το ευρύτερο φυσικό μας περιβάλλον. Οι ήχοι όπως b, m και oo περιέχουν στοιχεία χαμηλότερης συχνότητας, ενώ οι ήχοι όπως k, t, και περιέχουν στοιχεία υψηλότερης συχνότητας. Οι υψηλότερες συχνότητες με τη σειρά τους συνδέονται με τη φωτεινότητα, τη μικρότητα και την ευκρίνεια, όχι μόνο στην ανθρώπινη γλώσσα.
Όσο διαδεδομένο είναι το bouba-kiki effect, μπορεί να αλλάξει ή να αντισταθμιστεί από διαφορετικούς παράγοντες, όπως με τη μητρική μας γλώσσα και τον τόνο που μιλιέται.
Οι πολιτισμικοί παράγοντες είναι επίσης πιθανό να επηρεάσουν τις αντιδράσεις μας στον ήχο των προσωπικών ονομάτων. Στα Αγγλικά, οι ήχοι k και oo θεωρούνται εγγενώς χιουμοριστικοί. Τα αγγλικά γυναικεία ονόματα είναι πιο πιθανό να περιέχουν ήχους που θεωρούνται μικροί, όπως το i, και επίσης διαθέτουν πιο απαλούς ήχους από τα αρσενικά ονόματα. Αλλά σε άλλες γλώσσες, τα ονόματα μπορούν να ακολουθούν ένα εντελώς διαφορετικό ηχητικό μοτίβο.
Ο Σίντου δεν έχει δοκιμάσει ακόμη τη σχέση ονόματος-προσωπικότητας σε διαφορετικές γλώσσες, αλλά αναμένει ότι θα διαφέρει.
Η αποκάλυψη αυτών των κρυφών συσχετίσεων αποτελεί ένα σημαντικό μάθημα για τη ζωή μας: πιθανώς δίνουμε πάρα πολύ βάση στα ονόματα των άλλων και δεν θα έπρεπε να βιαστούμε να τους κρίνουμε μόνο από αυτά. Άλλωστε, ο Σίντου και η Πέξαμν δεν βρήκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι Μπομπ είναι πραγματικά πιο φιλικοί, ή οι Κερκ πιο εξωστρεφείς.