Χιλιάδες ραδιενεργά αντικείμενα ποντίστηκαν στις απόμερες βόρειες θάλασσες της Ρωσίας στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Αν και τα περισσότερα αντιπροσωπεύουν περιβαλλοντικούς κινδύνους, ορισμένα εξ’ αυτών θεωρούνται πλέον μεγάλη απειλή για το ήδη επιβαρυμένο οικοσύστημα της Αρκτικής με ορισμένους ειδικούς να μιλούν, όπως μεταδίδει το BBC, για ένα πιθανό «Τσερνόμπιλ σε αργή κίνηση στο βυθό της θάλασσας» και τη ρωσική κυβέρνηση να επιχειρεί να δώσει λύση στο πρόβλημα.
Ένα από τα ρωσικά πυρηνικά υποβρύχια, το K-159, παροπλίστηκε το 1989 και σκούριαζε σ’ ένα νεκροταφείο υποβρυχίων, στην πρώην σοβιετική ναυτική βάση στη Κρεμίκα μέχρι το 2003, όταν βυθίστηκε κατά τη ρυμούλκησή του με στόχο την αποσυναρμολόγησή του, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν εννιά ναυτικοί. Το υποβρύχιο «αναπαύεται» ακόμη με τους πυρηνικούς αντιδραστήρες του στον υγρό του τάφο - σε βάθος άνω των 160 μ. - περίπου πέντε χλμ. βορειοδυτικά της νήσου Κιλντιν, ανοικτά της χερσονήσου Κόλα, στις βόρειες ακτές της Ρωσίας, λίγο έξω από το Μουρμάνσκ στη γεμάτη με υποβρύχιους κρατήρες Θάλασσα του Μπάρεντς, την πλουσιότερη περιοχή του κόσμου σε μπακαλιάρους.
Και μπορεί το πυρηνικό υποβρύχιο που βυθίστηκε με 800 κιλά ουρανίου στους αντιδραστήρες του να μην εκπέμπει επικίνδυνα επίπεδα ραδιενέργειας, αλλά σύμφωνα με τη Νορβηγική Υπηρεσία Προστασίας από τη Ραδιενέργεια, πρέπει να τελεί υπό διαρκή παρακολούθηση, καθώς η συγκεκριμένη περιοχή αποτελεί σημαντικό οικότοπο όχι μόνον μπακαλιάρων, αλλά και κόκκινων καβουριών, πολικών αρκούδων, θαλάσσιων ίππων, φαλαινών και πολλών άλλων ζώων. Σύμφωνα με τους ειδικούς το ρωσικό υποβρύχιο K-159 δεν είναι το μόνο ναυάγιο που μπορεί να συνιστά απειλή για τη θαλάσσια ζωή.
Έρευνες στα υποβρύχια – φαντάσματα ανοικτά των βόρειων ακτών της Ρωσίας
Το 2014, οι Αρχές Νορβηγίας και Ρωσίας ξεκίνησαν μια κοινή αποστολή στη Θάλασσα του Μπάρεντς για να συλλέξουν πληροφορίες για την κατάσταση του βυθισμένου υποβρυχίου K-159 και να ερευνήσουν τα επίπεδα ραδιενεργούς μόλυνσης στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Σε βίντεο που τράβηξαν τα μέλη της αποστολής, από το πυρηνικό υποβρύχιο διακρινόταν το κατάστρωμά του καλυμμένο από ένα στρώμα ιζήματος. Η ομάδα παρατήρησε διάφορα είδη ψαριών κι άλλων οργανισμών γύρω από το K-159, ωστόσο, στη διάρκεια της έρευνας διεπίστωσε ότι έλειπαν στο εξωτερικό κύτος, κάποια τμήματα της καταπακτής, ενώ παρατήρησε και κάποιες ζημιές στο κατάστρωμα και την πρύμνη. Οι μετρήσεις αποκάλυψαν, πάντως, ότι τα επίπεδα ραδιενέργειας γύρω από το υποβρύχιο ήταν χαμηλά και τυπικά για τη Θάλασσα του Μπάρεντς. Κατανοώντας τους κινδύνους για το θαλάσσιο περιβάλλον και το οικοσύστημα από την μακρόχρονη παραμονή στο βυθό τέτοιων ευάλωτων ναυαγίων, η κρατική υπηρεσία ατομικής ενέργειας της Ρωσίας, Rosatom, εκπόνησε ένα σχέδιο για την απομάκρυνση των πλέον επικίνδυνων ραδιενεργών αντικειμένων από το τμήμα του βυθού της Αρκτικής που ανήκει στην επικράτεια της χώρας.
Όπως ανέφερε πρόσφατα το ρωσικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Tass, τα έξι πιο ραδιενεργά αντικείμενα θα απομακρυνθούν από το βυθό μέσα στην επόμενη οκταετία. Τα αντικείμενα αυτά περιλαμβάνουν αντιδραστήρες με πυρηνικά καύσιμα από τα υποβρύχια K-11, K-19, Κ-140, K-27 και Κ-159, που βυθίστηκαν γεμάτα με ουράνιο. Παράλληλα η Rozatom θα περισυλλέξει αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα από το πυρηνοκίνητο παγοθραυστικό «Λένιν», τα περισσότερα συντρίμμια του οποίου ποντίστηκαν σκόπιμα από το σοβιετικό πολεμικό ναυτικό, πριν τη δεκαετία του 1990, όταν η διεθνής νομοθεσία απαγόρευσε την απόρριψη ραδιενεργών αποβλήτων στη θάλασσα.
Η απειλή των ραδιενεργών αποβλήτων
Σύμφωνα με το υπουργείο Εκτάκτων Αναγκών της Ρωσίας, περίπου 18.000 ραδιενεργά «σκουπίδια» παραμένουν στο βυθό της Θάλασσας του Μπάρεντς και του Κάρα στα βόρεια της Σιβηρίας. Η ρωσική κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα το 2012 έναν κατάλογο, που αποκάλυψε ότι στα «σκουπίδια» αυτά περιλαμβάνονται 17.000 εμπορευματοκιβώτια ραδιενεργών αποβλήτων, 19 πλοία που περιέχουν ραδιενεργά απόβλητα, 14 πυρηνικοί αντιδραστήρες, συμπεριλαμβανομένων και πέντε που είναι ακόμη γεμάτοι με πυρηνικά καύσιμα, καθώς και 735 τμήματα βαρέων μηχανημάτων που έχουν μολυνθεί με ραδιενέργεια.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Πυρηνικής Ασφάλειας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, υπάρχουν χίλια τέτοια ναυάγια, που εξακολουθούν να συνιστούν υψηλό κίνδυνο μόλυνσης του περιβάλλοντος με ραδιενέργεια, κυρίως τα υποβρύχια K-150 και K-27.
Θαλάσσιο Τσερνόμπιλ;
Δεδομένου ότι το K-159 κείτεται στο βυθό εν μέσω εύφορων διεθνών αλιευτικών υδάτων στη Θάλασσα του Κάρα, μπορεί να προκαλέσει μια καταστροφή σαν εκείνη του Τσερνόμπιλ, εάν εκτεθεί η θαλάσσια ζωή σε διαρροή ακτινοβολίας. Εμπειρογνώμονες εκτιμούν ότι σε μια τέτοια απευκταία περίπτωση, η αλιεία θα απαγορευτεί για τουλάχιστον ένα μήνα στην περιοχή, με κόστος περίπου 120 εκατ. δολαρίων για τις οικονομίες της Ρωσίας και της Νορβηγίας.
Τα υποβρύχια K-159 και K-27 – το τελευταίο είχε χαρακτηριστεί από ΜΜΕ στη Ρωσίας «χρυσόψαρο» λόγω του υψηλού κόστους ναυπήγησής του - περιέχουν μαζί ένα εκατομμύριο κιουρί (μονάδα μέτρησης ραδιενέργειας) ή περίπου το ένα τέταρτο της ακτινοβολίας, που διέρρευσε τον πρώτο μήνα από την καταστροφή του πυρηνικού εργοστασίου της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία. Το K-27 βυθίστηκε, αφού προηγουμένως είχαν εγκατασταθεί συστήματα, που θεωρητικά θα διατηρήσουν ασφαλές το ναυάγιο μέχρι το 2032. Πολλοί ειδικοί απαιτούν τώρα να ανελκυστεί πρώτο το K-27 θεωρώντας ότι οι αντιδραστήρες του ίσως κινδυνεύουν να προκαλέσουν μια ανεξέλεγκτη πυρηνική αλυσιδωτή αντίδρασης. Ο Τόμας Νίλσεν, συντάκτης της διαδικτυακής εφημερίδας “The Barents Observer|”, χαρακτηρίζει τα δύο αυτά ρωσικά υποβρύχια «Τσερνόμπιλ σε αργή κίνηση στο βυθό».
Ο Αντρέι Ζολότκοφ, επικεφαλής του γραφείου της ρωσικής ΜΚΟ Bellona στο Μούρμανσκ , δήλωσε ότι ο τεράστιος αριθμός πυρηνικών «σκουπιδιών», που ποντίστηκαν στη θάλασσα επί των ημερών της ΕΣΣΔ γίνει λιγότερο ραδιενεργός με την πάροδο του χρόνου, όμως θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην ανέλκυση αντικειμένων που περιέχουν αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα, όπως τα υποβρύχια και άλλοι πεταμένοι αντιδραστήρες. Τα περισσότερα απ’ αυτά τα πυρηνικά «σκουπίδια» βρίσκονται στο βυθό των ανατολικών κόλπων της Θάλασσας του Κάρα κοντά στο αρχιπέλαγος Νοβάγια Ζέμλιγια, αλλά η ακριβής τοποθεσία ορισμένων εξ αυτών παραμένει ακόμη άγνωστη.