Η πρώτη πληροφορία που οι ξένοι μαθαίνουν για τους περισσότερους ανθρώπους, είναι ένα χαρακτηριστικό που επέλεξαν για αυτούς, οι γονείς τους. Αυτό είναι το όνομά τους, το οποίο σύμφωνα με έρευνες, μπορεί να έχει εκπληκτικό αντίκτυπο στο πώς μας αντιλαμβάνονται οι άλλοι.
Οι γονείς συχνά δυσκολεύονται να επιλέξουν όνομα για τα παιδιά τους. Μπορεί με βάση την επιλογή του ονόματος, μέσω των απογόνων τους, να θέλουν κατά κάποιον τρόπο να εκφράσουν τις δικές τους προσωπικότητές. Αλλά αυτό που πολλοί γονείς μπορεί να μην συνειδητοποιούν πλήρως, είναι ότι η επιλογή που κάνουν σχετικά με τα ονόματα των παιδιών τους, θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο στη διαμόρφωση του τρόπου με τον οποίο οι άλλοι βλέπουν το παιδί τους και επομένως τελικά το είδος του ατόμου που αυτό γίνεται.
«Επειδή ένα όνομα χρησιμοποιείται για την ταυτοποίηση ενός ατόμου και την επικοινωνία με το άτομο σε καθημερινή βάση, χρησιμεύει ως η βάση της αυτο-σύλληψης κάποιου, ειδικά σε σχέση με τους άλλους», λέει ο Ντέιβιντ Ζου, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, ο οποίος ερευνά την ψυχολογία των ονομάτων.
Φυσικά, πολλοί παράγοντες σμιλεύουν τις προσωπικότητές μας. Μερικοί από αυτούς επηρεάζονται από τα γονίδια μας. Οι διαμορφωτικές εμπειρίες διαδραματίζουν τεράστιο ρόλο, όπως και οι άνθρωποι με τους οποίους κάνουμε παρέα, και τελικά οι ρόλοι που αναλαμβάνουμε στη ζωή μας, είτε στην εργασία είτε στην οικογένεια μας. Μέσα σε όλες αυτές τις δυναμικές, είναι εύκολο να ξεχάσουμε τον ρόλο που διαδραματίζει το όνομά μας - μια πολύ προσωπική επιρροή που μας επιβάλλεται από τη γέννηση και που παραμένει συνήθως μαζί μας διά βίου (εκτός αν μπούμε στη διαδικασία αλλαγής του). Όπως το έθεσε ο Γκόρντον Άλπορτ, ένας από τους ιδρυτές της ψυχολογίας της προσωπικότητας το 1961, «το πιο σημαντικό σταθερό πράγμα στην ταυτότητά μας καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής μας, παραμένει το όνομά μας».
Σε βασικό επίπεδο, όπως αναφέρει το BBC σε δημοσίευμά του, τα ονόματά μας μπορούν να αποκαλύψουν λεπτομέρειες σχετικά με την εθνικότητά μας ή άλλες πτυχές του ιστορικού μας, οι οποίες σε έναν κόσμο κοινωνικής προκατάληψης έχουν αναπόφευκτες συνέπειες (για παράδειγμα, αμερικανική έρευνα που πραγματοποιήθηκε μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, διαπίστωσε ότι τα ίδια ακριβώς βιογραφικά ήταν λιγότερο πιθανό να προσελκύσουν συνεντεύξεις όταν αποδίδονταν σε ένα άτομο με όνομα που έχει αραβικό ήχο, σε σύγκριση με ένα όνομα που θύμιζε έναν λευκό).
Μέσα σε μια κουλτούρα, τα ονόματα μπορεί να είναι κοινά ή σπάνια, μπορούν να έχουν ορισμένες θετικές ή αρνητικές ενδείξεις ως προς το νόημά τους και μπορούν να θεωρηθούν ελκυστικά ή μη μοντέρνα και αντιπαθητικά (και φυσικά, αυτές οι απόψεις μπορούν να αλλάξουν με την πάροδο του χρόνου με βάση τη μόδα). Με τη σειρά τους όμως, αυτά τα χαρακτηριστικά των ονομάτων μας, επηρεάζουν αναπόφευκτα τον τρόπο με τον οποίο μας συμπεριφέρονται οι άλλοι και πώς νιώθουμε εμείς οι ίδιοι για τον εαυτό μας.
Μια μελέτη από τη δεκαετία του 2000, με επικεφαλής την Αμερικανίδα ψυχολόγο Τζιν Τουένγκε, διαπίστωσε ότι, ακόμη και μετά τον έλεγχο για το οικογενειακό υπόβαθρο και τη γενική δυσαρέσκεια για τη ζωή, τα άτομα που δεν τους άρεσαν το όνομά τους, έτειναν να έχουν κακή ψυχολογική προσαρμογή. Αυτό ήταν αποτέλεσμα είτε πιθανότατα λόγω της έλλειψης αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης τους, που τους έκανε να μην τους αρέσει το όνομά τους, είτε το να μην τους αρέσει το όνομά τους, συνέβαλε στην έλλειψη αυτοπεποίθησής τους. «Το όνομα γίνεται σύμβολο του εαυτού μας», έγραψε η Τουένγκε.
Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο τα ονόματα επηρεάζουν τους τρόπους με τους οποίους μας αντιμετωπίζουν οι άλλοι, σκεφτείτε μια γερμανική μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2011, στην οποία ρωτήθηκαν οι χρήστες ενός ιστότοπου γνωριμιών, εάν θα ήθελαν να βγουν με πιθανούς συντρόφους βάσει των ονομάτων τους. Ο Jochen Gebauer, που εδρεύει τώρα στο Universität Mannheim, και οι συνάδελφοί του, διαπίστωσαν ότι άτομα με ονόματα που θεωρούνταν ντεμοντέ τότε (όπως το Κέβιν) ήταν πιο πιθανό να απορριφθούν, σε σύγκριση με άτομα με πιο μοντέρνα ονόματα (όπως το Αλεξάντερ).
Εάν η αυτό το παράδειγμα, είναι σε γενικές γραμμές αντιπροσωπευτικό του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν αυτοί οι άνθρωποι σε όλη τους τη ζωή, είναι εύκολο να δούμε πώς τα ονόματά τους θα μπορούσαν να διαμορφώσουν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι, τους αντιμετώπισαν γενικότερα και με τη σειρά τους, το είδος του ατόμου που έγιναν οι ίδιοι. Πράγματι, μια νέα έρευνα που διεξήχθη και πάλι στη Γερμανία, διαπίστωσε ότι οι συμμετέχοντες ήταν λιγότερο πιθανό να βοηθήσουν έναν ξένο με αρνητικά βαθμολογημένο όνομα (Σίντυ και Σαντάλ ήταν τα δύο ονόματα που είχαν βαθμολογηθεί αρνητικότερα) σε σύγκριση με αγνώστους με ονόματα που έχουν βαθμολογηθεί θετικά (τα ονόματα Σόφι και Μαρί είχαν την καλύτερη βαθμολογία).
Κάποιος μπορεί να φανταστεί ότι είναι δύσκολο να είσαι ένα θερμό, έμπιστο άτομο, εάν αντιμετωπίζεσαι με επαναλαμβανόμενη απόρριψη στη ζωή λόγω του ονόματός σου. Ένα άλλο μέρος της μελέτης γνωριμιών, υποστήριξε πως όσα άτομα με μη μοντέρνα ονόματα που απορρίπτονταν συχνότερα, έτειναν επίσης να είναι λιγότερο μορφωμένα και να έχουν χαμηλότερη αυτοεκτίμηση - σχεδόν σαν η απόρριψη που βίωσαν στην πλατφόρμα γνωριμιών να αντικατοπτρίζει πώς τα πήγαν στη ζωή γενικότερα.
Άλλες πρόσφατες έρευνες έχουν επίσης υπονοήσει, τις επιβλαβείς συνέπειες του να έχεις ένα μη δημοφιλές ή αρνητικό όνομα στο άκουσμα. Ο Huajian Cai και οι συνάδελφοί του στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας στο Πεκίνο, πρόσφατα εξέτασαν τα ονόματα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που κινδυνεύουν να καταδικαστούν για εγκλήματα. Διαπίστωσαν ότι, τα άτομα με ονόματα που θεωρούνται λιγότερο δημοφιλή ή έχουν περισσότερους αρνητικούς συνειρμούς (για παράδειγμα, βαθμολογούνται κατά μέσο όρο ως λιγότερο «θερμά» ή «ηθικά») είχαν περισσότερες πιθανότητες να συμμετάσχουν σε κάποια εγκληματική πράξη.
Τα ονόματά μας μπορεί να έχουν αυτές τις συνέπειες, λέει ο Cai, επειδή μπορούν να επηρεάσουν το πώς νιώθουμε για τον εαυτό μας και πώς μας συμπεριφέρονται οι άλλοι. Μέχρι στιγμής, αυτές οι μελέτες δείχνουν τις φαινομενικά επιβλαβείς συνέπειες της ύπαρξης «αρνητικού» ή μη δημοφιλούς ονόματος. Ωστόσο, ορισμένα πρόσφατα ευρήματα υπονοούν επίσης, τις πιθανές ευεργετικές συνέπειες που μπορεί να έχει το όνομά σας. Για παράδειγμα, εάν έχετε ένα πιο «ηχητικό» όνομα που ρέει εύκολα, όπως το Μάρλα (σε σύγκριση με ένα όνομα με απότομο ήχο όπως το Έρικ ή το Κερκ), τότε είναι πιθανό οι άνθρωποι να προδικάσουν ότι είστε πιο ευχάριστοι εκ φύσεως, με όλα τα πλεονεκτήματα που μπορεί αυτό να φέρνει.
Επιπλέον, ενώ ένα λιγότερο κοινό όνομα μπορεί να είναι δυσμενές βραχυπρόθεσμα, θα μπορούσε να έχει πλεονεκτήματα μακροπρόθεσμα, προσδίδοντας σε σας μια μεγαλύτερη αίσθηση της προσωπικής σας μοναδικότητας. Σύμφωνα με μια άλλη νέα μελέτη από τον Κάι και την ομάδα του στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας του Πεκίνου, διαπιστώθηκε ότι το να έχετε ένα πιο σπάνιο όνομα, σχετίζεται με αυξημένες πιθανότητες να έχετε μια πιο ασυνήθιστη καριέρα, όπως σκηνοθέτης ή κριτής. Το να έχουμε ένα ασυνήθιστο όνομα μπορεί να μας κάνει να είμαστε πιο δημιουργικοί και ανοιχτόμυαλοι, σύμφωνα με έρευνα στο κρατικό πανεπιστήμιο της Αριζόνα.
Εάν είστε υποψήφιος γονέας, ίσως αναρωτιέστε εάν θα επιλέξετε ένα κοινό, δημοφιλές όνομα, ενισχύοντας ίσως τη δημοτικότητα των παιδιών σας ή αν θα τους δώσετε ένα πρωτότυπο όνομα, βοηθώντας τα να αισθάνονται ξεχωριστά και να ενεργούν περισσότερο δημιουργικά.
«Τα κοινά και ασυνήθιστα ονόματα σχετίζονται και τα δύο με πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, οπότε οι μέλλοντες γονείς πρέπει να γνωρίζουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα ανεξάρτητα από το είδος των ονομάτων που δίνουν στο παιδί τους», συμβουλεύει ο Ζου.
Ανεξάρτητα από το όνομα που θα δώσουν οι γονείς στα παιδιά τους, θα πρέπει να βρουν τρόπους για να το βοηθήσουν να εκτιμήσει τη μοναδικότητά του, ούτως ή άλλως, και να αναπτύξει την αυτοπεποίθησή του.