Ο Περικλής Κοροβέσης, ο άνθρωπος που έγινε παγκοσμίως γνωστός για το «κατηγορώ» του ενάντια στην 7χρονη δικτατορία, πέθανε σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 79 ετών. Μέσα από το βιβλίο του, «Ανθρωποφύλακες», έκανε γνωστό σε όλο τον κόσμο ότι η χούντα κάνει βασανιστήρια κατά των αντιπάλων της.
Πολυγραφότατος και πολιτικά δραστήριος μέχρι την τελευταία στιγμή, πέθανε σε νοσοκομείο της Αθήνας, όχι όμως από κορονοϊό, όπως διευκρινίζεται και από την «Εφημερίδα των Συντακτών», συνεργάτης της οποίας υπήρξε από την πρώτη στιγμή έκδοσης της εφημερίδας.
Ο Περικλής Κοροβέσης για αλλού ξεκίνησε (πίστευε ότι θα γίνει ηθοποιός) -με εξαιρετικές σπουδές στο Παρίσι, πλάι σε προσωπικότητες, όπως ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Ρολάν Μπαρτ και ο Κορνήλιος Καστοριάδης-, πλην όμως η Ιστορία είχε άλλα σχέδια για εκείνον…
Η φυλακή και τα βασανιστήρια που υπέστη από την 7χρονη δικτατορία τον σημάδεψαν, και εκείνος έδωσε την προσωπική του απάντηση γράφοντας το βιβλίο «Ανθρωποφύλακες», ένα βιβλίο που, με όλους τους αναγκαίους, συνωμοτικούς κανόνες της εποχής, πέρασε τα κλειστά σύνορα της χώρας και εκδόθηκε στο εξωτερικό. Είκοσι πέντε πολυγραφημένα αντίτυπα στη Γενεύη ήταν αρκετά να αφυπνίσουν ολόκληρη την Ευρώπη για το τι πραγματικά συμβαίνει στη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία.
Το ταπεινό φυλλαδιάκι επρόκειτο να γίνει γνωστό μέσα σε λίγες εβδομάδες, σε όλο τον κόσμο. Οι «Ανθρωποφύλακες» άρχισαν να μεταφράζονται από τη μια γλώσσα στην άλλη και να κυκλοφορούν σε πολλές χώρες, προκαλώντας το ενδιαφέρον και τον θαυμασμό σημαντικών διανοουμένων και υπερασπιστών των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Έφτασαν και στην Ελλάδα μαζί με τον παράνομο αντιστασιακό Τύπο.
Ακολούθησε η κατάθεση του Περ. Κοροβέση στο Συμβούλιο της Ευρώπης, το οποίο ήταν ο πρώτος διεθνής θεσμός στον οποίο αποκαλύφθηκε το απάνθρωπο πρόσωπο της δικτατορίας της 21ης Απριλίου. Η χούντα, βέβαιη για την καταδίκη της, έσπευσε να αποχωρήσει από το Συμβούλιο, παραδεχόμενη εμμέσως τις καταθέσεις του Κοροβέση και των άλλων θυμάτων της που κατόρθωσαν να φτάσουν στο βήμα του Στρασβούργου.
Όπως έλεγε από την πτώση της χούντας μέχρι και σήμερα, «εγώ έτυχε να το καταγράψω. Το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που μου έχει γίνει είναι ότι πολλοί που έπαθαν τα ίδια, μου είπαν ότι θα μπορούσαν να το έχουν γράψει κι εκείνοι».
«Δεν είμαι ήρωας», έλεγε ο Περικλής Κοροβέσης, στις αρχές του τρέχοντος έτους, στην εκδήλωση για την ένατη επετειακή έκδοση με αφορμή τα 50 χρόνια από την κυκλοφορία των «Ανθρωποφυλάκων». (Για το συγκλονιστικό βιβλίο είχαν μιλήσει επίσης οι ιστορικοί Γ. Γιανουλόπουλος και Δ. Κουσουρής, ο δημοσιογράφος της «Εφημερίδας των Συντακτών» Δ. Ψαρράς -από άρθρο του οποίου αντλήσαμε κάποια από τα ιστορικά στοιχεία- και ο Κ. Μανταίος από το Σύνδεσμο Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών).
Άλλωστε, ο Περικλής Κοροβέσης μέχρι και την τελευταία στιγμή ήταν «παρών» στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα, «παρών» με την πένα του -το τελευταίο κείμενό του στην «Εφημερίδα Των Συντακτών» δημοσιεύθηκε στις 7 Μαρτίου, υπό τον τίτλο, «Άνθρωποι χωρίς υπόσταση».
Γεννημένος στις 20 Ιουλίου 1941 στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας. Σπούδασε Θέατρο με τον Δημήτρη Ροντήρη, σημειολογία με τον Ρολάν Μπαρτ και παρακολούθησε μαθήματα των Πιερ Βιντάλ-Νακέ, Μαρσέλ Ντετιέν, Κορνήλιου Καστοριάδη και άλλων στο Παρίσι. Από μικρή ηλικία μετείχε στο μαχητικό δημοκρατικό κίνημα της Αριστεράς.
Εκτός από τους «Ανθρωποφύλακες» (1969) έκτοτε έχει δημοσιεύσει και άλλα βιβλία, όπως «Αριστερή Ανακύκλωση», «Παράπλευρες καθημερινές απώλειες», «Γυναίκες ευσεβείς του πάθους», «Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική», «Στο κέντρο του περιθωρίου», κ.ά. Εκτός από πεζά, έχει συγγράψει και θεατρικά (πχ. Tango Bar), αλλά και παιδικά έργα.
«Παρών» και στον Τύπο, με τη μαχητική του αρθρογραφία, μέσα από τις στήλες των εφημερίδων, «Ελευθεροτυπία», «Η Εποχή», «Εφημερίδα των Συντακτών», και περιοδικών, όπως «Δίφωνο», «Γαλέρα» κ.ά.
Το 1998 εκλέχθηκε δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο Αθηναίων, με το συνδυασμό του Λέοντα Αυδή (ΚΚΕ) και, εν συνεχεία, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. το 2007, στην Α΄ Περιφέρεια Αθηνών.
Σε μια συνέντευξή του ο Περικλής Κοροβέσης δήλωνε: «Δεν ξέρω αν είμαι αριστερός ή αναρχικός, αυτό που θέλω είναι να μην πεθάνω μ@λ@κ@ς»