H Tania Joya (πρώην «πρώτη κυρία» του ISIS), όπως είναι το πραγματικό της όνομα, ζούσε αρχικά στα προάστια του Βόρειου Λονδίνου, σαν μια κλασική teenager της εποχής: κρεμούσε πόστερ αγαπημένων της ζώων στον τοίχο, ενώ χόρευε με garage και house επιτυχίες της εποχής.
Η ίδια μού είπε πως στις αρχές του 2000 έβγαινε ακόμα σε clubs ή πήγαινε σε parties. Άκουγε και χόρευε κλασική house. Οι γονείς της, όμως, δεν της έδιναν πολλή ελευθερία. Οπότε άκουγε αυτή τη μουσική στην κρεβατοκάμαρά της, μετά το σχολείο, όταν ήταν ακόμα έφηβη, μεταξύ 14 και 17.
Μετά έγινε ισλαμίστρια και όλα άλλαξαν. Πώς προέκυψε αυτό; Η ίδια το απέδωσε στην ελαττωματική ένταξη των μεταναστών στην Αγγλία. Υποστήριζε πως στο Λονδίνο η πολυπολιτισμικότητα δεν δουλεύει και τόσο καλά. Δεν είναι ένα «χωνευτήρι», όπως η Αμερική. Το Λονδίνο είναι πολύ εχθρικό μέρος. Είναι ιδανικό μέρος για να καλλιεργηθούν τρομοκράτες και κάθε λογής αντιδραστικοί προς το κατεστημένο και την κυβέρνηση. Δεν είναι χαρούμενο μέρος. Ούτε οι άνθρωποι είναι χαρούμενοι. Και ταυτόχρονα ο καθένας είναι τόσο διαφορετικός. «Μεγάλωνα από μια οικογένεια από το Μπαγκλαντές και μας περνούσαν για Πακιστανούς, φωνάζοντάς μας ''Πακιστανοί, γυρίστε σπίτια σας''».
Προερχόταν λοιπόν από μια οικογένεια μεταναστών από το Μπαγκλαντές, που ήθελε αγόρια, και μεγάλωσε ως ανεπιθύμητη. Αυτό το συναίσθημα το ενίσχυσε και η απόρριψη που έζησε από ρατσιστικές επιθέσεις ορισμένων Άγγλων. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το Ισλάμ φάνηκε στα μάτια της ως ένα καταφύγιο, μέσα στο οποίο έβρισκε αυτά που της έλειπαν: σιγουριά, αρμονία αναγνώριση.
«…Τα κορίτσια δεν ήταν τόσο επιθυμητά, κάτι σαν την Αρχαία ή την πιο παλιά Ελλάδα, που οι μητέρες είναι ερωτευμένες με τα αγόρια τους. Έτσι έπρεπε να αναζητήσω έναν χώρο ασφάλειας και αγάπης αλλού. Ήμουν σε κατάθλιψη ως έφηβη. Δέχτηκα και bullying στο σχολείο και έτσι στράφηκα στη θρησκεία, που με βοήθησε να τα αντιμετωπίσω όλα αυτά. Η μόνη μου επιλογή εκείνη την εποχή ήταν το Ισλάμ. Το να γίνω καλόγρια δεν ήταν μία από τις επιλογές μου (γελάει). Αυτό έγινε πιο έντονο μετά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου. Όλοι αρχίσαμε να επιθυμούμε τη δημιουργία ενός Ισλαμικού χαλιφάτου. Πήρα μια λάθος, όπως τη βλέπω τώρα, στροφή, γιατί μεγάλωσα σε ένα σπίτι που δεν υπογράμμιζε αξίες, όπως η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, κι αυτό συνετέλεσε αρνητικά στο να ελεγχθούμε από τη θρησκεία. Αυτό ήταν ανθυγιεινό.
»Το Λονδίνο ήταν ένα τοξικό περιβάλλον για εμένα, αφού δεν υπήρχαν οι οικογενειακοί δεσμοί που θα με συγκρατούσαν από τον ακραίο ισλαμισμό. Δεν είχα αυτή τη φιλειρηνική νοοτροπία που έχω τώρα, μεγαλύτερη», μου έλεγε στη συνέντευξή μας.
Δέχτηκε πλύση εγκεφάλου για χρόνια, ότι αυτή η ζωή είναι προσωρινή, υπάρχει μια άλλη, καλύτερη, που τους περιμένει, μετά, και ταυτόχρονα της έλεγαν πώς να σκέφτεται. Όλη της η ζωή, μέχρι να εγκαταλείψει το Ισλάμ, δεν ήταν εστιασμένη σε αυτήν τη ζωή, την πραγματικότητα. Όλα παίζονταν σε κάτι φανταστικό, σε μια άλλη ζωή. Οι γονείς της δεν της δίδαξαν να είναι υπεύθυνη για τη ζωή της και άρχισε να νομίζει ότι ο Αλλάχ ήταν υπεύθυνος για όλα. Πολλά πράγματα έπρεπε να τα μάθει αργότερα, διαβάζοντας μόνη της.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έγινε η γνωριμία, στα 19 της, με τον Ελληνοαμερικανό John Georgelas, που είχε ασπαστεί επίσης το Ισλάμ και σπούδαζε Αραβικά στη Συρία. Είχε πάρει μάλιστα και αραβικό όνομα, το Yahya al-Bahrumi. Επειτα από βομβαρδισμό μηνυμάτων από πλευράς του Έλληνα ομογενούς προς την αγαπημένη του Tania, συναντήθηκαν στο Λονδίνο, παντρεύτηκαν και μετακόμισαν στην Αμερική. Μαζί έκαναν τέσσερα παιδιά. Τον ακολούθησε μαζί με τα παιδιά τους στη Συρία, όπου θα πολεμούσε.
Η ίδια ήταν οικονομικά εξαρτώμενη από τον σύζυγό της -που ήταν με τη σειρά του εξαρτώμενος από το Ισλαμικό κράτος. Δεν είχε καμία επιλογή, ούτε καν στο σύστημα αναπαραγωγής. Το σώμα που είχε δεν της ανήκε εκείνη την εποχή. Ήταν στην κουζίνα, καθάριζε κι έκανε όλα όσα θα έκανε μια παραδοσιακή σύζυγος. Κατέφευγε πάντα σε αυτόν, γιατί δεν είχε την οικογένειά της στην Αγγλία. Σιγά-σιγά άρχισε να παραπονιέται για την κατάσταση στους δικούς της αλλά και στην οικογένεια του Ελληνοαμερικανού άνδρα της, αλλά δεν μπορούσαν να δουν αυτήν την πλευρά, δεν μπορούσαν να την αποδεχτούν. Έτσι ήταν μόνη. Δεν μπορούσε να πάει για βοήθεια κάπου. Μερικές φορές τον απειλούσε, όταν βρισκόταν ελεύθερος υπό επιτήρηση, ότι θα ενημερώσει την αστυνομία για τις δραστηριότητές του, αλλά αυτό που την εμπόδιζε ήταν ότι επρόκειτο για τον μοναδικό άνθρωπο που είχε στη ζωή της. Ήταν η μόνη της οικογένεια και είχε κάνει τέσσερα παιδιά με αυτόν.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα υπόλοιπα μέλη του ISIS στη Συρία την αντιμετώπιζαν πολύ υποτιμητικά, χωρίς ίχνος αναγνώρισης για τις θυσίες που έκανε η ίδια για να ακολουθήσει τον άνδρα της στον πόλεμο.
«Γιατί δεν ήμουν σαλαφίστρια, δεν ήμουν μια απ’ αυτούς», μου έλεγε. Και αυτό γιατί το δόγμα τους ήταν πολύ άκαμπτο. Ήταν πιο ελεύθερη, δεν πίστευε ότι έπρεπε να καλύπτει το πρόσωπό της, άκουγε άλλη μουσική, ήταν πιο Αμερικανίδα. Δεν ήταν ευθυγραμμισμένη με τον τρόπο σκέψης τους και γι' αυτό δεν τους άρεσε. Όταν πήγε στη Συρία, την υποχρέωσαν να φορέσει μπούρκα, και αυτό δεν τη βόλευε γιατί ήταν έγκυος και γιατί δεν μπορούσε να δει. Ήταν 29 ετών και έπαιρνε εντολές από παιδιά 20 ετών και κάτω. «Και αυτό με τρέλαινε», έλεγε η ίδια.
Οι απόψεις του άνδρα της έγιναν ανυπόφορα ακραίες. Η Tania αποφάσισε να τον εγκαταλείψει με τα τέσσερα παιδιά της μέσα στην καρδιά της εμπόλεμης Συρίας. Παρότι του ζήτησε πιο πριν διαζύγιο, τη βοήθησε να φύγει από τη Συρία στην Τουρκία και αρχικά ήθελε να τους ακολουθήσει κι αυτός. Αλλά η Tania κατέδωσε τον σύζυγό της στις αμερικανικές αρχές και έτσι o John παράτησε την προσπάθεια να τους ακολουθήσει.
Πήγε με τα παιδιά της στο Τέξας, όπου ζουν οι Έλληνες γονείς του τζιχαντιστή. Την πέτυχα στη φάση που επανοικοδομούσε τη ζωή της, ξαναπαντρεύτηκε, ετοιμάζει βιβλίο, ενώ βάφτισε ως χριστιανούς ορθόδοξους τα ελληνικής καταγωγής παιδιά της -έτσι όπως το επιθυμούσαν και η γιαγιά με τον παππού τους και γονείς του Τζον.
Παίρνοντας διαζύγιο από αυτόν, πήρε αρχικά και από αυτούς. Αλλά δούλεψαν μαζί και τα πήγαν καλά για το καλό των παιδιών. Οταν ήταν παντρεμένη με τον γιο τους, αγαπούσε την πεθερά και τον πεθερό της πιο πολύ από τους δικούς της γονείς. Τη στήριξαν πιο πολύ από τους δικούς της. Γι' αυτό βρέθηκε στην πόλη τους, το Plano του Τέξας. Ήταν τρομερό για αυτούς που ο γιος τους έγινε τζιχαντιστής.
«Πρόκειται για μια πολύ συντηρητική οικογένεια, που πιστεύω δεν τους αρέσουν οι Τούρκοι και εν συνεχεία μισούν τους μουσουλμάνους, γιατί αυτά τους έλεγαν και οι ιερωμένοι στην εκκλησία», μου είπε χαρακτηριστικά η Τάνια. Ο πρώην άνδρας της τα έζησε όλα αυτά και ως «επανάσταση» εναντίον του πατέρα του, που ήταν στρατιωτικός γιατρός. Και το γεγονός ότι ο πατέρας του δεν τον πλησίασε πολύ, το έζησε ως απόρριψη, ίσως επειδή ο πατέρας αγαπούσε περισσότερο τις κόρες. «Έκανε το χειρότερο που θα μπορούσε να τους κάνει. Να τους πληγώσει όσο πιο πολύ μπορεί», μου έλεγε η ίδια χαρακτηριστικά.
Στην αρχή γράφτηκε στο site γνωριμιών match.com. Στο status που έφτιαξε ειδικά για το site έγραψε τα πάντα, τα παιδιά, την ιστορία του άνδρα της, που ήθελε να γίνει ο νέος Μπιν Λάντεν. Τελικά, βρήκε τη σταθερή σχέση που αναζητούσε, δίπλα στον τωρινό της σύζυγο, που, αντί να της στερεί το αλκοόλ, τη γυρνάει στα wine bars και τα bistrot της περιοχής. Αλλά την απελευθέρωση τη βρήκε μόνη της.
Σήμερα συνεργάζεται με την οργάνωση που είναι ταγμένη εναντίον του εξτρεμισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο, Faith Matters. Και ως το μεγαλύτερο αντίδοτο ενάντια σε ιδεολογίες σαν αυτές του Ισλαμικού Χαλιφάτου θεωρεί τα βιβλία και τη μόρφωση. Τα βιβλία την έσωσαν.