Απαρχή του ροκ εν ρολ, της ποπ και γενικότερα του ροκ φαινομένου είναι το σουίνγκ (swing).
Προπολεμικά, στη διάρκεια της Κατοχής, και ιδιαίτερα δώδεκα χρόνια μετά την απελευθέρωση, οι νέοι στην Ελλάδα, ασκούνται μετά μανίας στο χορευτικό ιδίωμα, που έχει καταλάβει ολόκληρο τον Δυτικόφιλο κόσμο. Από το 1945 και μέχρι το 1956, είναι τα χρόνια κυριαρχίας του Σουίνγκ στην πατρίδα μας, χρόνια που πρέπει να υπολογίζονται στη μελέτη του ελληνικού ροκ.
Μέχρι σήμερα, σε πολλούς επικρατεί η εντύπωση, ότι το φαινόμενο Ροκ, αρχίζει στην Ελλάδα το 1956, με την εισβολή του ροκ εν ρολ. Τούτο αναφέρεται από αρκετούς «μελετητές» του φαινομένου, αλλά και από την Βικιπαίδεια η οποία θεωρεί ότι η απαρχή του ελληνικού ροκ συμβαίνει…
«Στις 21 Οκτωβρίου του 1956 όταν μια μπάντα του αμερικανικού αεροπλανοφόρου The coral sea, παρουσίασε για πρώτη φορά τραγούδια του είδους αυτού σε νεανικό ακροατήριο στην Αίγλη του Ζαππείου…».
Η άποψη αυτή, αγνοεί την Εποχή του Σουίνγκ που είναι η πραγματική απαρχή του Ροκ, και που αρχίζει πριν το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στην Ελλάδα, το Σουίνγκ υπάρχει προπολεμικά, αλλά η μεγάλη άνοδος αυτού του μουσικού και χορευτικού ιδιώματος, εντοπίζεται στις αρχές του 1945, όπως μας δείχνουν διαφημιστικές καταχωρήσεις που εμφανίζονται τότε στις εφημερίδες για χορευτικά τσάγια και Διαγωνισμούς Σουίνγκ, στα κλαμπ CHEZ NOUS (Σκαραμαγκά 3 ), ΜΠΟΥΑΤ ΠΑΡΚ (Μαυρομματαίων 17) και FROLIC'S (Βουκουρεστίου 10), τα οποία είναι και τα πρώτα μεταπολεμικά ροκ κλαμπ της Αθήνας.
Ασφαλή ένδειξη για «έκρηξη» του Σουίνγκ στα 1945, μας δίνουν επίσης και οι διαφημίσεις Σχολών Χορού, που βρίσκουμε στις τότε εφημερίδες και που τονίζουν ότι διδάσκουν Σουίνγκ.
Οι διαφημιστικές αυτές καταχωρήσεις, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία, ότι λίγους μήνες μετά την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων, και ενώ ένας άλλος πόλεμος, μεταξύ δεξιών και αριστερών, άρχιζε να σκοτεινιάζει ξανά την Ελλάδα, υπήρχαν και οι νέοι που ήθελαν επιτέλους να ζήσουν ειρηνικά.
Δώδεκα χρόνια πριν η μπάντα του αμερικανικού στόλου εισάγει το ροκ εν ρολ στην Αθήνα, μια άλλη μπάντα, της αμερικανικής αεροπορίας, «δίδασκε» στους ελληνόπαιδες το σουίνγκ. Ο λόγος για την αμερικανική ορχήστρα Τζαζ, που ήρθε στην πρωτεύουσα, στο πλαίσιο της ∆ιασυµµαχικής Οργάνωσης Αρωγής και Αποκαταστάσεως (UNRRA). Στο φύλλο της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ της 5ης Ιουνίου 1945, δημοσιεύεται και ποίημα που απαθανατίζει το γεγονός.
Βιολιά, γκραν κάσες, φλάουτα, σαξόφωνα, κλαρίνα
Μια τζαζ αμερικάνικη μας ήρθε στην Αθήνα…
Ο πυρετός του Σουίνγκ, κορυφώνεται τον Ιούνιο του 1946, οπότε και προβάλλεται στους αθηναϊκούς κινηματογράφους, το έργο «Στο Ρυθμό του Σουίνγκ» (Naughty but Nice), το οποίο μετέφερε τη νέα κουλτούρα και έδειχνε ξεκάθαρα τις φιγούρες του χορού.
Η υπόθεση του έργου, ήταν οι προσπάθειες ενός καθηγητή μουσικής να πείσει τους μαθητές του ότι το Σουίνγκ ήταν βάρβαρη τέχνη που δεν έπρεπε να ασχολούνται. Τελικά, αντί να πείσει ο καθηγητής τους μαθητές, έπεισαν οι μαθητές τον καθηγητή, ο οποίος άρχισε να γράφει τραγούδια στον ρυθμό του Σουίνγκ.
Το φιλμ είχε τεράστια επίδραση στην ελληνική νεολαία, όπως ακριβώς είχαν και τα μετέπειτα φιλμ «Rock Around the Clock», «Twist Around the Clock», και «Woodstock» εμβληματικά φιλμ, αντίστοιχα για το Ροκ εν ρολ, το Τουίστ και την κουλτούρα της ψυχεδελικής νεολαίας.
Τα «Παιδιά του Σουίνγκ», αναμφίβολα συνιστούν την πρώτη κουλτούρα του Ροκ, αφού, φέρουν τον πρώτο μουσικό ήχο και την διάθεση, που μπορούμε να συνδέσουμε με το μετέπειτα ηλεκτρικό Ροκ. Χορεύουν, ντύνονται, τραγουδούν, συμπεριφέρονται και σκέπτονται με το ίδιο τρόπο.
Η Διάθεση του Σουίνγκ, υπάρχει πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και είναι:
Αντιπολεμική, αντιφασιστική, αυτόνομη και αντισυμβατική. Αυτός είναι και ο λόγος που, τα «Παιδιά του Σουίνγκ», δέχτηκαν πόλεμο κανονικό, από τους Ναζί και Φασίστες. Στη ναζιστική Γερμανία, τα παιδιά του Σουίνγκ, καταδιώχτηκαν, συλλαμβάνονταν, κουρεύονταν και φυλακίζονταν, με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας. Η θλιβερή αυτή ιστορία, είναι και το θέμα του φιλμ «Swing Kids» (1993).
Μία φωτογραφία νέων ανθρώπων που σχετίζονται με το Σουίνγκ στην κατοχική Ελλάδα, υπάρχει στο βιβλίο ΠΕΑΝ (1941-1945) του Ευάνθη Χατζηβασιλείου. Η φωτογραφία, δεν δείχνει χορό, διότι τα πάρτι ήταν παράνομα, γίνονταν νύχτα και δεν είχαν φλας, για νυχτερινή φωτογράφηση. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα περισσότερα πάρτι, γίνονταν σε ταράτσες, η φωτογραφία εκτός από την παρέα, απεικονίζει και τον χώρο όπου γίνονταν οι κατοχικές νεανικές διασκεδάσεις.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην ΠΕΑΝ, σε αντίθεση με την ΕΠΟΝ, χόρευαν Σουίνγκ. Στο βιβλίο, υπάρχει η πληροφορία, ότι η ΕΠΟΝ, ασκούσε κριτική απαξιώνοντας το Σουίνγκ. Ένα τραγούδι που η ΕΠΟΝ χρησιμοποιούσε για να «χτυπήσει» ιδεολογικά την ΠΕΑΝ, ήταν γραμμένο πάνω στην μελωδία του τραγουδιού «Μα θαρρώ πως θα τα μπλέξω» (La petite Tonkinoise - Vincent Scotto, 1905)..
Στην ΠΕΑΝ θε να γραφτώ
θα παίζω τζαζ θα πίνω τζιν και θα χορεύω
και την Κική και την Κοκό, τις ΠΕΑΝίτισσες
με τη σειρά θε να φιλώ…
Είναι φανερό, ότι οι στίχοι του τραγουδιού, δια της ειρωνείας, ουσιαστικά, απαγόρευαν στα μέλη της ΕΠΟΝ, την κουλτούρα του Σουίνγκ. Η μονολιθική αυτή άποψη, πήγαζε από παλαιοκομματικές θεωρίες του ΚΚΕ. Η ίδια άποψη, με ανάλογο τρόπο, απαγόρευσε το ρεμπέτικο σαν «λούμπεν», αλλά και άλλες μορφές όπως το Ροκ, το οποίο χαρακτήρισε, σαν «Αμερικάνικο τρόπο ζωής». Οι απόψεις αυτές, με τα χρόνια αναθεωρήθηκαν σιωπηρά, και σήμερα πια, και στο κόμμα αυτό, δεν υπάρχουν.
Στην Ελλάδα «βασιλιάς» του Σουίνγκ θεωρείται ο Γιάννης Σπάρτακος και «βασίλισσα» η Ρένα Βλαχοπούλου. Αναφέρουμε και την – ξεχασμένη σήμερα – χορεύτρια και τραγουδίστρια Μπέλλα Σμάρω που έγραψε ιδιαίτερη ιστορία στην Κατοχή και λίγο μετά.
Το Σουίνγκ στην Ελλάδα παίχτηκε από μεγάλες ορχήστρες και μόνο στα 1953, έχουμε νεαρούς και αυτοσχέδιους μουσικούς να παίζουν Σουίνγκ στην Ιπτάμενη Παράγκα του Σίμου.
Το συγκρότημα Padam Jazz Club, που σχηματίζεται στην Ιπταμένη Παράγκα το 1953, είναι το πρώτο όχι από επαγγελματίες μουσικούς, σε όλον τον μεταπολεμικό κόσμο.
Παίζουν κυρίως δικά τους τραγούδια Σουίνγκ, αλλά και αυτοσχεδιάζουν, πάνω σε άλλες μουσικές, όπως Paso Doble, Conga, ρούμπα, ακόμη και καλαματιανά!
Ως μουσικά όργανα, χρησιμοποιούν: πιάνο, κιθάρα, κοντραμπάσο, ακορντεόν, τρομπέτα, τύμπανα, και σκεύη κουζίνας (κατσαρόλες, τηγάνια κ.α).
Οι PJC (Padam Jazz Club), είχαν κύρια μέλη τους δύο γιους του τυφλού εφευρέτη και κουρδιστή πιάνων, Ευάγγελου Τσαμουρτζή. Οι αδελφοί Τσαμουρτζή θα σχηματίσουν μερικά χρόνια αργότερα τους MGC, το ιστορικό γκρουπ που μετεξελίσσεται σε ψυχεδελικό, στην εποχή της Δικτατορίας.
Το Σουίνγκ κλείνει αυλαία το 1956, όταν το ροκ εν ρολ εισβάλλει ορμητικά, φέρνοντας άλλους ήρωες και πρότυπα στη νεολαία.