Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο κορυφαίος μουσικοσυνθέτης με το παγκοσμίως γνωστό έργο του, ολόκληρη τη ζωή του την πέρασε με τον μεγάλο του έρωτα, τη Μυρτώ Αλτίνογλου, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά: τη Μαργαρίτα και τον Γιώργο.
Ο Μίκης Θεοδωράκης με την κορυφαία μουσική και την επιβλητική του προσωπικότητα κατάφερε να ξεχωρίσει τόσο για το έργο του όσο και για τις πολιτικές του αντιλήψεις. Ωστόσο, ο ίδιος φρόντισε να κρατήσει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας την προσωπική του ζωή.
Ο κορυφαίος μουσικοσυνθέτης πέρασε ολόκληρη τη ζωή του με τον μεγάλο του έρωτα, τη Μυρτώ Αλτίνογλου, με την οποία απέκτησαν μαζί δύο παιδιά, τη Μαργαρίτα και τον Γιώργο. Στα εύκολα και στα δύσκολα το ερωτευμένο ζευγάρι παρέμεινε μαζί, μέχρι που τους χώρισε ο θάνατος.
Ο καλός φίλος του Μίκη Θεοδωράκη, Βύρων Σάμιος, με τον οποίο γνωρίζονταν πάνω από 60 χρόνια, περιέγραψε τη γνωριμία του με τον μουσικοσυνθέτη στο σπίτι της Μυρτώς στη Νέα Σμύρνη, την περίοδο της Κατοχής, ένα φθινοπωρινό απόγευμα του 1943, λίγο πριν η παρέα κλειστεί στα σπίτια της.
«Η παρέα μαζεμένη έξω από το σπίτι της Μυρτώς. Όταν έφθασα συζητούσαν για το τι θα γίνει με το Πανεπιστήμιο, θα μας δεχτεί χωρίς εξετάσεις ή με εξετάσεις. Πλησιάζω τη Μυρτώ, δίπλα της υπάρχει μια καινούρια παρουσία, ένα ψηλό, λεπτό αγόρι με πλούσια σγουρά μαλλιά. Επειδή εκείνη την εποχή κάθε νέα παρουσία μάς τρόμαζε, η Μυρτώ σπεύδει να με συστήσει στο νεοφερμένο: ''Από δω ο Βύρων, κι αυτός υποψήφιος για την Ιατρική''.
»Ο ψηλός με χαιρετά. Η παρουσία του φίλου πρέπει να ερευνηθεί γι’ αυτό και τον ρωτώ: ''και συ για την Ιατρική;''. ''Όχι'', μου απαντά, και συνεχίζει: ''ο πατέρας μου θέλει να μπω στη Νομική, εγώ όμως σκοπεύω να ασχοληθώ με τη μουσική''. Το είπε με κοφτό, αποφασιστικό τόνο, που δήλωνε την αμετάκλητη απόφασή του, κι άσε τον πατέρα του να λέει, παρόλο που ο Μίκης τον υπεραγαπούσε τον Γιώργο Θεοδωράκη.
»Προσπαθώ να καταλάβω καλύτερα τι θα σπουδάσει αυτό το παιδί και τον ρωτώ: ''καλά μουσικός, αλλά για ποιο όργανο;''. Η απάντησή του με αποπροσανατόλισε τελείως: ''κανένα'', μου λέει. Ο Μίκης κατάλαβε ότι δεν είχα ιδέα μουσικής και συμπληρώνει: ''θα γράφω μουσική, θα διευθύνω μουσική, θα διδάσκω μουσική, κάτι τέτοια''. Όλα αυτά χωρίς όργανο; σκέφτηκα».
Η πρώτη αντίδραση του μέλλοντα πεθερού του
Φαίνεται πως τη δική του ανησυχία είχε και ο πατέρας της Μυρτώς, Ηλίας Αλτίνογλου, ο οποίος ήταν καθηγητής, πρόσφυγας από τη Σμύρνη.
Μάλιστα, ο Βύρων Σάμιος αναφέρει ένα περιστατικό, το οποίο του το διηγήθηκε ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης.
«Ο αυστηρών αρχών πατέρας της Μυρτώς, βλέποντας την κόρη του, παρά την απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά τις επτά, να επιστρέφει σπίτι της στο παραπέντε, θα ανησύχησε και θα τη ρώτησε γιατί αργεί τόσο. Η Μυρτώ δεν ήταν από τα άτομα που θα ’λεγε ψέματα στον πατέρα της. Πήρε το θάρρος και ομολόγησε τη φιλία της με τον Μίκη. Του είπε ότι έχει καλό σκοπό, για να τον καθησυχάσει.
Ο πατέρας, με τη σειρά του, θα ρώτησε για το ποιο ήταν το μέλλον του Μίκη. Η Μυρτώ, περίεργο γιατί, παρακάμπτοντας την προτροπή του πατέρα του για νομικές σπουδές, απάντησε απευθείας ότι ο Μίκης θέλει να γίνει μουσικός, χωρίς ασφαλώς τις επεξηγήσεις του Μίκη για τον ρόλο του ως μουσικοσυνθέτη, μαέστρου και ό,τι άλλο σκόπευε να κατακτήσει στη ζωή του, όπως ασφαλώς θα είχε εξομολογηθεί στη Μυρτώ. Στο σκέτο ''μουσικός'', της Μυρτώς, η αντίδραση του πατέρα ολιγόλογη, αλλά μεστή φόβου, είναι αποκαλυπτική της απογοήτευσής του: ''Μουσικός; Aδειο πιάτο''»!
Όπως αναφέρει ο Βύρων Σάμιος στο mikisguide.gr, ο Μίκης Θεοδωράκης δικαιολόγησε απόλυτα την αγωνία τού μέλλοντα πεθερού του, Ηλία Αλτίνογλου, και αργότερα μιλούσε πάντα με τα καλύτερα λόγια τόσο για τον ίδιο όσο και για τη μητέρα της αγαπημένης του, Μαργαρίτα Αλτίνογλου.
Ο γάμος και η δημιουργία οικογένειας
Το ζευγάρι παντρεύτηκε λίγο καιρό μετά την προβολή της κινηματογραφικής ταινίας «Ξυπόλητο τάγμα», η οποία προβλήθηκε το 1953. Στη συγκεκριμένη ταινία ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε τη μουσική, πληρώθηκε με 5.000 δραχμές, και με αυτόν τον τρόπο κατάφερε να παντρευτεί τη γυναίκα της ζωής του.
Η αρχή της κοινής ζωής δεν ήταν εύκολη για το ερωτευμένο ζευγάρι. Δεν μπορούσαν εύκολα να τα βγάλουν πέρα, αλλά είχαν οδηγό την αγάπη τους, η οποία τους οδηγούσε όλα αυτά τα χρόνια μέχρι και σήμερα, που ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης άφησε την τελευταία του πνοή.
Ο ίδιος σε μια από τις συνεντεύξεις του είχε αναφέρει πως ζούσε μαζί με τη γυναίκα του, τον αδελφό του, Γιάννη, και τον Μιχάλη Κατσαρό, μιας και τα έσοδά του ήταν πολύ χαμηλά και δεν τους επέτρεπαν να μείνουν οι δυο τους όπως όλα τα ζευγάρια.
Ήταν το 1954 όταν ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε στο Παρίσι με υποτροφία για σπουδές στο Conservatoire και η γυναίκα του, Μυρτώ, ξεκίνησε να εργάζεται ως γιατρός.
«Όταν βρέθηκα στο Παρίσι, νοίκιασα ένα πιάνο, αγοράσαμε για 10 φράγκα ένα τεράστιο ξύλινο τραπέζι, μια ιταλική καφετιέρα, μπόλικο χαρτί μουσικής και σινική μελάνη και στρώθηκα στη δουλειά», είχε αναφέρει.
Στο Παρίσι, το ζευγάρι θα δημιουργήσει τη δική του οικογένεια. Την τελευταία μέρα του Νοεμβρίου του 1958 θα γεννηθεί η Μαργαρίτα και σχεδόν μετά από ενάμιση χρόνο η οικογένεια θα αποκτήσει το δεύτερο παιδί της, τον Γιώργο.
Τη δεκαετία του 1960 το ζευγάρι θα επιστρέψει στην Ελλάδα, ξεκινώντας μια εξαιρετική περίοδος για τον μουσικοσυνθέτη, καθώς μελοποίησε ελληνική ποίηση σημαντικών εκπροσώπων της, μεταξύ άλλων του Οδυσσέα Ελύτη, του Γιώργου Σεφέρη, του Νίκου Γκάτσου και του Γιάννη Ρίτσου.
Οι νεανικές, ερωτικές τους επιστολές
Το βιβλίο «Πολυαγαπημένη μου Μυρτώ», της Μαργαρίτας Ισηγόνη, το οποίο εκδόθηκε από τον Λιβάνη το 2006, ρίχνει φως στη σχέση του ζευγαριού, καθώς είναι μια συλλογή της νεανικής και ερωτικής τους αλληλογραφίας.
Σε μια επιστολή, πριν το ζευγάρι παντρευτεί, η ίδια είχε γράψει: «Δεν μπορώ πια να ζήσω μακριά σου. Η μόνη παρηγοριά είναι το γράμμα σου. Η έγνοια μήπως σου συμβαίνει τίποτα με σκοτώνει (…) Ελπίζω πια αυτός να είναι ο τελευταίος μας χωρισμός και πως, όταν συναντηθούμε, θα παντρευτούμε! Όλες οι μέρες μου περνούν με τη σκέψη τη δική σου. Όλες τις νύχτες είμαστε πάντα μαζί! Δε συλλογίζομαι τίποτε άλλο παρά πότε θα γυρίσεις. Τότε μόνο θ’ αρχίσω πάλι να ζω πραγματικά. Μη με ξεχνάς· θέλω να ’σαι σίγουρος για μένα και να με θυμάσαι όπως και εγώ».
Αιώνια αγάπη
Ο Μίκης Θεοδωράκης έμεινε μαζί με τη γυναίκα του, Μυρτώ, μέχρι το τέλος. Αγαπούσε πολύ την οικογένειά του και του άρεσε να περνάει χρόνο στην εξοχική του κατοικία στο Βραχάτι της Κορινθίας, όπου ατενίζοντας το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας έγραψε σημαντικά έργα.
Η Μυρτώ, η γυναίκα της ζωής του, ήταν διακριτικά στο πλευρό του, να τον στηρίζει, για να μπορεί ο ίδιος να δημιουργεί σημαντικές μελωδίες.