Φως στις μυστηριώδεις συνθήκες του θανάτου της Μέριλιν Μονρόε φιλοδοξεί να ρίξει ένα νέο βιβλίο με τον συγγραφέα του, πρώην μέλος της αστυνομίας του Λος Άντζελες, να υποστηρίζει ότι βρήκε στα αρχεία της LAPD έναν απόρρητο φάκελο που κατονόμαζε τον Ρόμπερτ Κένεντι, αδελφό του JFK, ως δολοφόνο του ειδώλου του Χόλιγουντ.
Οι έρευνες που ακολούθησαν μετά το θάνατο της Μονρόε στις 5 Αυγούστου 1962, κατέληξαν ότι πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών, αλλά επί 60 χρόνια πολλοί - ανάμεσά τους και ο Φρανκ Σινάτρα - πίστευαν ότι δολοφονήθηκε. Αλλά τώρα, το πρώην μέλος της αστυνομίας του Λος Άντζελες, Μάικ Ροθμίλερ, συγγραφέας μαζί με τον Ντάγκλας Τόμπσον του βιβλίου “Bombshell: The Night Bobby Kennedy Killed Marilyn Monroe” («Βόμβα: Η Νύχτα που ο Μπόμπι Κένεντι Σκότωσε τη Μέριλιν Μονρόε»), που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες, αποφάσισε να αποκαλύψει, όπως ισχυρίζεται την αλήθεια: ότι τα απόρρητα έγγραφα που βρήκε στα αρχεία της αστυνομίας του Λος Άντζελες δολοφονήθηκε για να προστατευθεί η δυναστεία των Κένεντι κι ότι ο ίδιος ο υπουργός Δικαιοσύνης, Μπόμπι Κένεντι ήταν που έριξε δηλητήριο στο ποτό της και τη σκότωσε μπροστά στα μάτια του γαμπρού του, ηθοποιού Πίτερ Λόφορντ, που είχε παντρευτεί τη μεγαλύτερη αδελφή του, Πατρίσια.
Τα απόρρητα έγγραφα και το ημερολόγιο της Μέριλιν
Ως μέλος του Τμήματος Πληροφοριών για το Οργανωμένο Έγκλημα της αστυνομίας του Λος Άντζελες ο Ροθμίλερ έχει πρόσβαση σε εκατοντάδες απόρρητους φακέλους. Κι ανάμεσά τους ήταν που ανακάλυψε σε ηλικία 27 ετών το 1978 εκρηκτικά στοιχεία για όσα συνέβησαν στο σπίτι της Μονρόε στην Καλιφόρνια τη μέρα του θανάτου της, αλλά και το αντίγραφο ενός εγγράφου με τον τίτλο “το ημερολόγιο της Μέριλιν Μονρόε». Διάβασε τις τελευταίες σημειώσεις της. Στις 3 Αυγούστου 1962, ένα 24ωρο πριν το θάνατό της, έγραφε: «Ο Πίτερ [Λόφορντ] μου είπε ότι ο Ρόμπερτ [Κένεντι] θα έλθει αύριο. Δεν ξέρω αν θα το κάνει». Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες ο Ροθμίλερ διαπίστωσε ότι η Μέριλιν θεωρούσε τον Μπόμπι κάτι παραπάνω από φίλο. Ο αδελφός του JFK ήταν παντρεμένος με επτά παιδιά αλλά η σταρ του Χόλιγουντ πίστευε ότι ο Μπόμπι θα εγκατάλειπε τη γυναίκα του Έθελ για να την παντρευτεί. «Ο Μπόμπι είναι ευγενικός», έγραφε. «Με ακούει. Μου φέρεται καλύτερα από τον Τζον [Κένεντι]. Λέει ότι με αγαπάει κι ότι θέλει να με παντρευτεί. Τον αγαπώ. Ο Τζον δεν τηλεφώνησε. Ο Μπόμπι μου τηλεφώνησε».
Μία εβδομάδα πριν το θάνατό της η Μέριλιν έγραψε στο ημερολόγιό της: «Ο Φρανκ [Σινάτρα] με κάλεσε στον ξενώνα. Μου είπε ότι θα διασκεδάσουμε και να μην αναφέρω ποτέ τον Σαμ [Τζιανκάνα, επικεφαλής της μαφίας του Σικάγο] στον ξενώνα. Είναι μαφιόζος». Η επόμενη καταχώρησή της υποδηλώνει τη σύγχυσή της: «Ο Φρανκ, ο Πίτερ κι άλλοι ήταν εκεί. Ο Φρανκ είπε ότι δεν μπορώ να κρατήσω κλειστό το γ@..ένο στόμα μου. Μου είπε να βγω έξω. Δεν ξέρω γιατί μου φέρεται έτσι. Τι μου συνέβη; Μέθυσα. Δεν θυμάμαι. Έκανα σεξ;»
Η οργή της ξεχείλισε τις μέρες που ακολούθησαν: «Δεν απαντούν στα τηλεφωνήματά του. Ο Μπομπ και ο Τζον με χρησιμοποίησαν. Είπα στον Πίτερ ότι με αγνοούν. Δεν θα το ανεχθώ αυτό. Θα μιλήσω σε όλους για μας». Προσπαθώντας να καταλάβει τι είχε συμβεί ο Ροθμίλερ έψαξε στα αρχεία για στοιχεία κι ανακάλυψε φήμες ότι η Μέριλιν είχε κάνει κατ’ εντολή του Μπόμπι έκτρωση στα μέσα Ιουλίου του 1962.
Η συνάντηση με τον Λόφορντ στην έπαυλη Playboy του Χέφνερ
Tα κομμάτια του παζλ κατάφερε να συνδέσει ο νεαρός αστυνομικός τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν ένα Σάββατο που είχε ρεπό, επισκέφθηκε τυχαία την έπαυλη Playboy του Χιου Χέφνερ στο Χόλμπι Χιλς του Λος Άντζελες. Εκείνος τον ξενάγησε στους χώρους όταν το μάτι του πήρε σε μια γωνιά τον Πίτερ Λόφορντ καθισμένο μπροστά σε μια τηλεόραση. Ήταν τόσα πολλά αυτά που ήθελε να ρωτήσει το τελευταίο άτομο που σύμφωνα με τα αρχεία της αστυνομίας είχε δει τη Μέριλιν πριν το θάνατό της, αλλά και τον Ρόμπερτ Κένεντι εκείνο το μοιραίο βράδι. Ο ηθοποιός έδειχνε πολύ μεθυσμένος κι ο αστυνομικός άδραξε την ευκαιρία και γλίστρησε στην τσέπη του την κάρτα του με τις λέξεις : «τηλεφώνησέ μου» γραμμένες στο πίσω μέρος.
Μια εβδομάδα αργότερα εκείνος, ανήσυχος και πεπεισμένος ότι ο Ροθμίλερ ήταν πράκτορας της CIA, όντως τηλεφώνησε. Κανόνισαν να συναντηθούν σ’ ένα πάρκο σε λίγες μέρες. Ο Ροθμίλερ του είπε ότι ερευνούσε τον θάνατο της Μέριλιν Μονρόε και διαβεβαίωσε τον ηθοποιό ότι δεν είχε πάνω του «κοριούς», ούτε κατέγραφε τη συνομιλία τους. Έγραψε από μνήμης, όσα εκείνος του εκμυστηρεύθηκε, μόλις τέλειωσε η συνέντευξη.
Στην αρχή ο Λόφορντ υποστήριξε την επίσημη εκδοχή για τον θάνατο της Μέριλιν. Αλλά όταν ο Ροθμίλερ μπλόφαρε ότι ξέρει όλη την αλήθεια επειδή τάχα η αστυνομία είχε βάλει «κοριούς» στο σπίτι του, εκείνος ξετύλιξε το νήμα των γεγονότων που οδήγησαν στη δολοφονία της σταρ αρχίζοντας από όσα συνέβησαν στο πάρτι του Σινάτρα.
Ο βιασμός της Μέριλιν
Ο ξενώνας βρισκόταν σ’ ένα θέρετρο – καζίνο ιδιοκτησίας του Σινάτρα και της μαφίας στα σύνορα της Νεβάδα με την Καλιφόρνια, στη λίμνη Ταχόε. Η Μέριλιν έφθασε εκεί το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουλίου με το ιδιωτικό τζετ του Σινάτρα. Ήταν παρών και ο Λόφορντ ως μέλος του Rat Pack -της παρέας των Σινάτρα, Ντιν Μάρτιν, Σάμι Ντέιβις τζούνιορ, Τζόι Μπίσοπ και Πίτερ Λόφορντ, που ήταν οι καλύτεροι “διασκεδαστές” της εποχής τους- , αλλά κρατούσε αποστάσεις μετά από έναν καυγά του με τον Σινάτρα. Είδε τον τραγουδιστή να ποτίζει αλκοόλ τη Μέριλιν και μάντεψε τι θα ακολουθούσε. Την μετέφεραν ημιαναίσθητη σ’ ένα πίσω δωμάτιο, όπου τη βίασε ο Τζιανκάνα. Στη συνέχεια την κακοποίησε μια ομάδα ανδρών και γυναικών και τράβηξαν φωτογραφίες της πιθανώς για να μπορούν να την εκβιάσουν.
Όταν η Μέριλιν ξύπνησε, ο Σινάτρα την κατσάδιασε μπροστά σε όλους προειδοποιώντας την να μη μιλήσει πουθενά για τις σχέσεις της με τους αδελφούς Κένεντι και την έστειλε την επομένη στο σπίτι της. Αλλά οι απειλές, η σεξουαλική βία και οι εκβιασμοί δεν ήταν αρκετοί για να της κλείσουν το στόμα. Αντίθετα, εξοργίστηκε και έλεγε σε συνομιλητές της ότι θα αποκαλύψει την αλήθεια για τους Κένεντι.
Η μοιραία επίσκεψη του Μπόμπι Κένεντι στο σπίτι της Μέριλιν
Σύμφωνα με όσα φέρεται να είπε ο Λόφορντ στον Ροθμίλερ, ο Μπόμπι Κένεντι αποφάσισε να επισκεφθεί προσωπικά τη Μονρόε. Έφθασε αεροπορικώς στο Λος Άντζελες το Σάββατο 4 Αυγούστου του 1962, όπου τον συνάντησε ο γαμπρός του. Της τηλεφώνησαν και λίγο αργότερα έφθασαν στο σπίτι της. Ο Μπόμπι της ζήτησε να του δώσει το ημερολόγιό της, αλλά εκείνη οργίστηκε κι άρχισε να κουνάει ένα κουζινομάχαιρο. Ο Λόφορντ επενέβη και έβγαλε τον Κένεντι έξω. Επέστρεψαν, όμως, το βράδυ κι εκείνη έδειχνε χαμένη – προφανώς υπό την επήρεια αλκοόλ ή χαπιών – αλλά όχι μεθυσμένη. Γι’ άλλη μια φορά άναψαν τα αίματα. «Τι θέλω;», ούρλιαζε η Μέριλιν. «Δεν θέλω να μου φέρονται σαν γ@μ...ένη πόρνη και να με αγνοούν». Ο Κένεντι έσφιξε τη γροθιά του μπροστά στο πρόσωπό της, την άρπαξε απ’ τους καρπούς και την έβριζε, αλλά εκείνη του ξέφυγε και τον χαστούκισε.
Όσο ο Κένεντι έψαχνε στο σπίτι για το ημερολόγιο, ο Λόφορντ καθόταν μαζί της στον καναπέ του καθιστικού προσπαθώντας να την ηρεμήσει. Ο καβγάς, όμως, συνεχίστηκε με απειλές με τον Κένεντι να πηγαίνει στην κουζίνα και τον Λόφορντ να τον ακολουθεί και να τον εκλιπαρεί να φύγουν προτού οι γείτονες φωνάξουν την αστυνομία. Εκείνος ανακάτευε μ’ ένα κουτάλι ένα ποτήριο νερό και φάνηκε να ρίχνει κάτι μέσα. «Τι κάνεις εκεί;», τον ρώτησε ο Λόφορντ. «Τίποτα», του απάντησε κοφτά. Όταν γύρισαν στο καθιστικό η Μέριλιν έκλαιγε.
«Πιες το, θα νιώσεις καλύτερα», της είπε ο Κένεντι. Υποθέτοντας ότι το ποτήρι περιείχε και κάποιο ηρεμιστικό ο Λόφορντ την παρότρυνε να το πιει. Κατέβασε μια γουλιά, αλλά παραπονέθηκε ότι είχε δυσάρεστη γεύση. Ο Κένεντι της είπε να το πιει όλο. Εκείνη άδειασε το ποτήρι κι έγειρε πίσω. Τώρα που ηρέμισε, οι δύο άνδρες έψαξαν με την ησυχία τους το σπίτι, αλλά δεν βρήκαν το ημερολόγιο. Όταν επέστρεψαν στο λίβινγκ ρουμ εκείνη παρέμενε ακίνητη. Έδειχνε να κοιμάται. Ο Κένεντι την κούνησε κι εκείνη ψέλλισε λόγια ακατανόητα, προτού δείχνει να λιποθυμάει. «Τι της έδωσες;» ρώτησε ο Λόφορντ. Ο Κένεντι την κοίταζε, γύρισε προς το μέρος του, αλλά δεν είπε τίποτε. «Δεν αναπνέει», είπε ο Λόφορντ. «Τι θα κάνουμε;»
-«Άστην», του απάντησε ο Κένεντι. Πήγαν στην πόρτα, όπου συνάντησαν δύο άνδρες. Ο Λόφορντ νόμισε στην αρχή ότι ήταν γείτονες, αλλά μετά κατάλαβε ότι ήταν μάλλον αστυνομικοί με πολιτικά ή μυστικοί πράκτορες. Στην ερώτηση του ποιοι είναι, ο Κένεντι δεν απάντησε. Μπήκε στο αυτοκίνητο, μια Lincoln Continental, και του ζήτησε να τον μεταφέρει στο αεροδρόμιο. Ο Λόφορντ είχε πάθει σοκ. Ήξερε ότι η Μέριλιν είχε πεθάνει και προσπαθούσε να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του. Συγχυσμένος προσπαθούσε να βρει ποιον δρόμο έπρεπε να ακολουθήσει για το αεροδρόμιο.
Η μαρτυρία του τροχονόμου
Η αλλόκοτη εμπειρία ενός μέλους της τροχαίας του Λος Άντζελες επιβεβαιώνει όσα ακολούυθησαν. Ο τρχονόμος Λιν Φράνκλιν είδε μια Lincoln Continental να τρέχει μ ε διπλάσια του επιτρεπόμενου ταχύτητα στις 12:10 τα χαράματα της Κυριακής 5 Αυγούστου προς το Olympic Boulevard. Σταμάτησε το αυτοκίνητο κι όταν αναγνώρισε τον Λόφορντ τον ρώτησε τι στην ευχή κάνει. «Προσπαθώ να μεταφέρω τον υπουργό Δικαιοσύνης στο αεροδρόμιο», του απάντησε. Ο τροχονόμος γύρισε το φακό του στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου κι είδε τον Μπόμπι Κένεντι. «Δεν έδειχνε χαρούμενος», είπε. Ο Φράνκλιν επεσήμανε ότι πήγαιναν σε λάθος κατεύθυνση κι ο Μπόμπι φώναξε από πίσω: «Στο είπα, ανόητε!». Όλα αυτά τα περιέγραψε ο τροχονόμος σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1999 με τον τίτλο “The Beverly Hills Murder File».
Ο Ροθμίλερ, βέβαια, δεν χρειαζόταν τη μαρτυρία του Φράνκλιν για να ξέρει ότι ο Ρόμπερτ Κένεντι είχε βρεθεί εκείνη τη μέρα στο Λος Άντζελες, αφού το ανέφεραν και τα απόρρητα αρχεία της δικής του υπηρεσίας. Αλλά του έκανε εντύπωση ότι χρόνια μετά το συμβάν εκείνο, ο Φράνκλιν έγινε στόχος δύο αποπειρών δολοφονίας. Ο Μπόμπι Κένεντι αρνιόταν μέχρι το τέλος της ζωής του ότι ήταν στο Λος Άντζελες τη μέρα του θανάτου της Μέριλιν. Ο Πίτερ Λόφορντ πέθανε ράκος από το αλκοόλ το 1984, αλλά ο Ροθμίλερ ουδέποτε αμφισβήτησε την αλήθεια όσων του είχε εκμυστηρευθεί. «Όλα τα χρόνια που έπαιρνα καταθέσεις από θύματα και ανέκρινα υπόπτους λίγες φορές είχα δει αυτή την αντίδραση. Ήταν σαφές ότι [ο Λόφορντ] κουβαλούσε επί χρόνια το βάρος της ενοχής, που κατέστρεψε την καριέρα του και δυστυχώς τον ίδιο. Αλλά τώρα έδειχνε ανακουφισμένος και γαλήνιος, απελευθερωμένος από το τρομερό φορτίο που κουβαλούσε»…