Ήταν Ιούνιος του 1974 όταν τo πρώτο σύγχρονο barcode σαρώθηκε σε ένα πακέτο τσίχλας Juicy Fruit της Wrigley's μέσα σε ένα παντοπωλείο στη πόλη Troy του Οχάιο.
Έκτοτε, το barcode άλλαξε το πρόσωπο του εμπορίου όπως το γνωρίζαμε -και θα συνεχίζει να το αλλάζει και στην σύγχρονη μορφή του, το QR.
Από τότε που το πακέτο αυτό της Wrigley's που έφερε τη ριγέ ετικέτα, έκανε έναν σαρωτή να κάνει «μπιπ» στις 26 Ιουνίου 1974, το ταπεινό barcode έχει περάσει τις τελευταίες πέντε δεκαετίες κάνοντας τη ζωή των εργαζομένων πιο εύκολη. Σήμερα, περισσότεροι από 10 δισεκατομμύρια γραμμωτοί τέτοιοι κώδικες σαρώνονται καθημερινά σε όλο τον κόσμο.
H προέλευση του barcode
Το barcode εγκαινίασε μια νέα εποχή στο παγκόσμιο εμπόριο. Όταν σαρώθηκε αυτός ο πρώτος κωδικός UPC, ήταν το αποκορύφωμα ενός πολυετούς σχεδιασμού από την αμερικανική βιομηχανία τροφίμων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, το εργατικό κόστος αυξανόταν ραγδαία στα παντοπωλεία και η παρακολούθηση των αποθεμάτων γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Τα στελέχη των παντοπωλείων ήλπιζαν ότι το barcode θα τους βοηθούσε να λύσουν και τα δύο αυτά προβλήματα -και τελικά είχαν απόλυτο δίκιο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο κλάδος των τροφίμων δημιούργησε μια επιτροπή που ανέπτυξε το πρότυπο δεδομένων UPC και επέλεξε το σύμβολο του γραμμωτού κώδικα της IBM. Ήταν η στιγμή που το barcode μπήκε επισήμως στις ζωές όλων μας.
Με βάση τις σημειώσεις από το αρχείο Goldberg του Πανεπιστημίου Stony Brook, οι άνθρωποι που ανέπτυξαν το σύστημα UPC αισθάνονταν ότι έκαναν σημαντικό έργο. Ωστόσο, δεν είχαν ιδέα ότι δημιουργούσαν κάτι που θα αποδεικνυόταν τόσο μα τόσο διαχρονικό.
Ακόμη και οι αισιόδοξες εκτιμήσεις της βιομηχανίας τροφίμων προέβλεπαν ότι λιγότερες από 10.000 εταιρείες θα χρησιμοποιούσαν ποτέ γραμμωτούς κώδικες τύπου barcode. Ως αποτέλεσμα, η σάρωση του πρώτου γραμμωτού κώδικα UPC, στο παντοπωλείο του Troy, έτυχε ελάχιστης προσοχής εκείνη την εποχή τόσο από τον απλό κόσμο, όσο και από τα αμερικανικά ΜΜΕ.
Η σημασία του barcode έγινε εμφανής μόνο χρόνια αργότερα, καθώς οι γραμμωτοί κώδικες έγιναν μια από τις πιο επιτυχημένες υποδομές ψηφιακών δεδομένων που υπήρξαν ποτέ.
Η «επανάσταση στο ράφι των σούπερμάρκετ»
Οι γραμμωτοί αυτοί κώδικες δεν έκαναν μόνο πιο γρήγορη την εμπειρία των αγορών στο ταμείο. Κάνοντας όλα τα προϊόντα άμεσα αναγνώσιμα από μηχανήματα, επέτρεψαν τεράστιες βελτιώσεις στην παρακολούθηση των αποθεμάτων. Αυτό σήμαινε ότι τα προϊόντα που πουλήθηκαν πολύ και καλά μπορούσαν να ανακατασκευαστούν γρήγορα -και γενικά όλες οι διαδικασίες εντός του χώρου του λιανεμπορίου απλουστεύθηκαν αυτοστιγμεί.
Όπως έχει γράψει ο ειδικός σε θέματα barcode Stephen A. Brown, η μειωμένη ανάγκη για χώρο στα ράφια την ίδια στιγμή επέτρεψε την ταχεία εξάπλωση ολοένα και πιο νέων προϊόντων - οπότε πλέον μπορείτε να κατηγορήσετε ανοικτά το barcode για το γεγονός ότι το μίνι μάρκετ της γειτονιάς σας πουλάει 15 τύπους οδοντόκρεμας που δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου μεταξύ τους.
Παρομοίως, τα σημερινά τεράστια σούπερ μάρκετ πιθανότατα δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν χωρίς τον τεράστιο όγκο δεδομένων απογραφής που παράγουν τα συστήματα γραμμωτού κώδικα. Όπως το έθεσε ο καθηγητής του ΜΙΤ, Sanjay Sharma, «αν δεν είχαν εφευρεθεί τα barcodes, ολόκληρη η διάταξη και η αρχιτεκτονική του σύγχρονου εμπορίου θα ήταν ολότελα διαφορετική».
Άλλες βιομηχανίες ανέλαβαν γρήγορα την ευθύνη
Ο σύγχρονος γραμμωτός κώδικας γεννήθηκε μεν στον κλάδο των παντοπωλείων, αλλά δεν περιορίστηκε για πολύ στους διαδρόμους των παντοπωλείων. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η επιτυχία του συστήματος UPC ενθάρρυνε και άλλες βιομηχανίες να υιοθετήσουν γραμμωτούς κώδικες. Για παράδειγμα, μέσα σε τρία χρόνια, η Walmart, το Υπουργείο Άμυνας και η αυτοκινητοβιομηχανία των ΗΠΑ άρχισαν να χρησιμοποιούν barcodes για την παρακολούθηση αντικειμένων στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Οι ιδιωτικές ναυτιλιακές εταιρείες υιοθέτησαν επίσης τους γραμμωτούς κώδικες για την καταγραφή δεδομένων αναγνώρισης. Η FedEx και η UPS δημιούργησαν ακόμη και τα δικά τους custom-made σύμβολα barcode.
Όπως εξήγησε ο κοινωνιολόγος Nigel Thrift, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990, οι γραμμωτοί κώδικες είχαν γίνει «ένα κρίσιμο στοιχείο στην εμπορική ιστορία όλης της υφηλίου». Βοήθησαν να καταστεί δυνατή η ταχεία παγκοσμιοποίηση με τρόπους που θα ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς αν δεν υπήρχαν τα barcodes.
Μαύρο και άσπρο παντού
Η γενιά μας, αυτή των 40+, ήταν η πρώτη που μεγάλωσε σε έναν κόσμο όπου τα barcodes υπήρχαν παντού. Βρίσκονταν σε όλα τα προϊόντα που αγοράζαμε, στα εισιτήρια συναυλιών που σκανάραμε, στα πακέτα τσιγάρων που καπνίζαμε.
Εδώ και δεκαετίες, τα barcodes είναι ένα εργαλείο εργασίας που λειτουργεί στο παρασκήνιο της καθημερινότητας και της ζωής μας. Οι σύγχρονοι άνθρωποι τα σαρώνουν αμέτρητες φορές κάθε μέρα, αλλά σπάνια α σκεφτόμαστε επειδή... απλώς λειτουργούν - και κάνουν τις ζωές όλων μας ευκολότερες.
Ακόμη και σήμερα, με την (σχεδόν κυριολεκτική) εισβολή των QR codes (την επόμενη γενιά των barcodes) στις ζωές μας, μια εισβολή που δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτη -ειδικά όταν βγαίνεις μια βόλτα για καφέ, ποτό ή φαγητό και το κατάστημα σε ενημερώνει ότι «η μόνη δυνατότητα να δείτε το μενού μας είναι αν σκανάρετε το QR code». Οχι, δεν θέλω να γίνει έτσι: θέλω να έχω αμφότερες τις επιλογές. Και τον φυσικό κατάλογο αλλά και το πιο προηγμένο τεχνολογικά μέσο του QR code και να μπορώ να επιλέξω αναλόγως.
Μια σχετικά παλιά εφεύρεση
Τα pixelated κουτάκια που αναγνωρίζουμε τώρα ως κωδικούς QR δεν είναι ακριβώς... αναδυόμενη τεχνολογία- εισήχθησαν το 1994 από την αυτοκινητοβιομηχανία της Ιαπωνίας ως ένας τρόπος κωδικοποίησης πολλών δεδομένων σε χώρο μεγέθους γραμματοσήμου. Οι κωδικοί QR γνώρισαν μαζική αναβίωση το 2020 κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 όταν κάθε μενού στον κόσμο κατά κάποιο τρόπο... εξαφανίστηκε.
Είναι, ασφαλώς, νομοτελειακό και μαθηματικά σίγουρο ότι στο εγγύς μέλλον θα δούμε περισσότερα από τα ασπρόμαυρα αυτά κουτιά, καθώς οι εταιρείες υιοθετούν την ευελιξία τους. Επειδή οι κωδικοί QR μπορούν να σαρωθούν με κάμερες τηλεφώνων καθώς και με εξοπλισμό λιανικής πώλησης που βασίζεται σε οπτικά μέσα, μπορούν να παρουσιάσουν διαφορετικές αλλά χρήσιμες πληροφορίες τόσο στον ταμία όσο και στον καταναλωτή - ανάλογα με το ποιος κάνει τη σάρωση.
Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι μπορούν δυνητικά να λαμβάνουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα στα καρότσια και τα σπίτια τους, συμπεριλαμβανομένης της τεκμηρίωσης του κατά πόσον τα υλικά ενός προϊόντος προέρχονται από «ηθική πηγή» [βιολογική ή άλλη] και πώς να τα καθαρίζουν και να τα απορρίπτουν σωστά. Το ευέλικτο μέγεθος του κωδικού QR επιτρέπει επίσης στα πακέτα να γίνονται μικρότερα, εξαλείφοντας περαιτέρω τα απορρίμματα, είπε.
Υπάρχει λόγος που το BBC αποκάλεσε το barcode «ένα από τα 50 πράγματα που δημιούργησαν τη σύγχρονη οικονομία»...
Η καθημερινότητά μας αλλάζει ξανά
Καθώς το barcode κλείνει τα 50 του χρόνια, οι γραμμωτοί κώδικες επόμενης γενιάς, όπως οι δισδιάστατοι κώδικες QR που υποστηρίζονται από το GS1 ή το GS1 DataMatrix, υπόσχονται να αλλάξουν και πάλι τη ζωή μας με νέους τρόπους. Αυτοί οι νέοι κωδικοί μπορούν να καταγράψουν πρωτοφανείς ποσότητες αξιόπιστων δεδομένων για τις επιχειρήσεις, τις ρυθμιστικές αρχές, τους καταναλωτές και τους ασθενείς, προσφέροντας πολύ περισσότερα από απλούς συνδέσμους προς ιστοσελίδες.
Οι γραμμωτοί κώδικες επόμενης γενιάς μπορούν να πουν την «ιστορία» ενός προϊόντος, από πού προέρχεται, αν περιέχει αλλεργιογόνα, αν είναι βιολογικό, πώς μπορεί να ανακυκλωθεί - και ποιο είναι το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα. Αυτό το νέο επίπεδο διαφάνειας θα βοηθήσει τελικά τους ανθρώπους να λαμβάνουν έξυπνες αποφάσεις σχετικά με το τι αγοράζουν και χρησιμοποιούν.