H Παγκόσμια Ημέρα Οινοτουρισμού, την Κυριακή 10 Νοεμβρίου, είναι η ιδανική αφορμή για να γνωρίσουμε έναν από τους ωραιότερους ελληνικούς αμπελώνες στην Ελλάδα: το Κτήμα Μέγα Σπήλαιο στα Καλάβρυτα.
Με μακραίωνη ιστορία πίσω του, από το 1550 μ.Χ., ο ιστορικός αμπελώνας της ομώνυμης Ιεράς Μονής Μεγάλου Σπηλαίου, το Μεγάλο Αμπέλι -όπως το ονόμαζαν οι μοναχοί-, γνωστό και ως μετόχι του Αγίου Αθανασίου, για σχεδόν μισό αιώνα ήταν ερειπωμένο, αφημένο στη λήθη και τη φθορά του αδάμαστου χρόνου. Από τα τέλη της δεκαετίας του '90, όμως, το Μέγα Σπήλαιο απέκτησε μια δεύτερη νέα ζωή και σταδιακά, με επίμονη και επίπονη εργασία, μετατράπηκε σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα οινικά brands.
Πώς ο ξερότοπος που είχε εγκαταλειφθεί έγινε ξανά ένα εύφορο αμπέλι που καλλιεργεί τις γηγενείς ποικιλίες Μαυροδάφνη, Μαύρο Καλαβρυτινό, Λαγόρθι και Ασύρτικο, καθώς και τις διεθνείς Cabernet Sauvignon και Syrah; Τι ρόλο έπαιξαν σε αυτή την ιστορία δυο ανήσυχα αδέρφια που αναζητούσαν νέα αμπέλια για να επεκτείνουν τις οινικές τους δραστηριότητες από το Αίγιο στις γειτονικές περιοχές της Βόρειας Πελοποννήσου; Πώς το μικροκλίμα που δημιουργεί ο αέρας ο οποίος κατεβαίνει καθημερινά από τα βουνά και η έντονη κλίση του εδάφους συμβάλουν στη δημιουργία μιας σειράς μικρών τερουάρ, τα χαρακτηριστικά των οποίων αποτυπώνονται στην κάθε ετικέτα; Ποιες ήταν οι δυσκολίες αναστήλωσης των παλιών οικημάτων του αμπελώνα καθώς και η αναγέννηση της γης;
Ο αμπελουργός και οινολόγος Γιάννης Αναστασίου, διευθύνων σύμβουλος του κτήματος Μέγα Σπήλαιο, μάς ξεναγεί στον ιστορικό αμπελώνα, απαντά σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα και μας παρουσιάζει την οινική ταυτότητα των κρασιών που παράγονται εκεί.
Μια ιστορία που έρχεται από τα βάθη του μεσαίωνα
«Εκτός από τον ιστορικό αμπελώνα του Μεγάλου Σπηλαίου έκτασης 100 στρεμμάτων, το κτήμα διαθέτει άλλα 400 στρέμματα που βρίσκονται περιφερειακά από τον κεντρικό αμπελώνα, σε διάφορα χωριά και πλαγιές της περιοχής, αλλά σε μία απόσταση μάξιμουμ 15 χιλιομέτρων. Αυτό έχεις ως συνέπεια το διαφορετικό μικροκλίμα που κυριαρχεί στα διάφορα αυτά σημεία να δημιουργεί κάποιες ιδιαιτερότητες -λόγω διαφορετικού προσανατολισμού ή υψομέτρου που ξεκινά από τα 750 μέτρα και φτάνει στα 1000 κτλ- που μας προσφέρουν τη δυνατότητα να βάζουμε διαφορετικές ποικιλίες. Έτσι, υπάρχουν πολλά τερουάρ, κάθε αμπελώνας έχει και ένα τερουάρ», εξηγεί στο iefimerida ο Γιάννης Αναστασίου που μαζί με τον αδερφό του Θεόδωρο αναγέννησαν τον ιστορικό αυτό αμπελώνα.
Η ιστορία του Κτήματος Μέγα Σπήλαιο ξεκίνησε στα μέσα του 16ου αιώνα, όταν οι μοναχοί της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου -η οποία πήρε το όνομά της επειδή είναι χτισμένη μέσα σε ένα μεγάλο σπήλαιο, στα Καλάβρυτα, στο φαράγγι του Βουραϊκού και αποτελεί την αρχαιότερη ενεργή μονή στην Ελλάδα και 2η στον κόσμο, μετά από τη Μονή Σινά-, αποφάσισαν να αξιοποιήσουν τη γη που κατείχε το μοναστήρι, δημιουργώντας έναν αμπελώνα που θα γιγαντωνόταν τόσο ώστε να γίνει αιώνες μετά η κύρια μονάδα παραγωγής κρασιού που τροφοδοτούσε το δίκτυο των ελληνικών μοναστηριών.
Σύμφωνα με μαρτυρίες και ιστορικά στοιχεία που έχουν διασωθεί στη μονή, διαβάζουμε στην ιστορία του αμπελώνα ότι μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, «ο τρύγος και το πάτημα των σταφυλιών γινόταν στο αμπέλι και μετά οι μοναχοί μετέφεραν το κρασί με μουλάρια στο μοναστήρι και το έβαζαν στο κελάρι που εκτός των υπόλοιπων βαρελιών υπήρχαν και δύο μεγάλα βαρέλια, τα οποία ονόμασαν “Αγγελής” και “Σταμάτης” ως ένδειξη τιμής στους κατασκευαστές που τα δημιούργησαν. Το κάθε ένα από αυτά χωρούσε 12 τόνους κρασί και ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με την παραγωγή οίνου. Δυστυχώς σε μία από τις μεγάλες πυρκαγιές το ένα από τα δύο καταστράφηκε, ενώ το άλλο, o “Σταμάτης”, σώζεται μέχρι σήμερα καθώς και μερικά ακόμα μικρότερης χωρητικότητας».
Από την αίγλη, στην λήθη του χρόνου και την εγκατάλειψη
«Ο κεντρικός αμπελώνας βγάζει τρία κόκκινα και ένα λευκό κρασί. Αυτά ήταν από το μέσα του 16ου αιώνα τα βασικά κρασιά που παρήγαγε η Μονή Μεγάλου Σπηλαίου και το γνωρίζουμε αυτό από τις καταγραφές που έχουν μείνει πίσω από τους ηγούμενους του μοναστηριού. Μετά την τουρκοκρατία και την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους η παραγωγή όχι μόνο αυξήθηκε, αλλά ο Αμπελώνας του Μεγάλου Σπηλαίου παρήγαγε το κρασί με το οποίο τροφοδοτούνταν τα περισσότερα ελληνικά μοναστήρια εκείνης της εποχής. Η μονή ήταν επανδρωμένη με πάνω από 150 μοναχούς, ενώ σήμερα έχει μονάχα τρεις. Η αίγλη του αμπελώνα άρχισε σταδιακά να φθίνει καθώς μειώνονταν τα εργατικά χέρια. Από στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, το 1970 εγκαταλείφθηκε εντελώς. Εμείς πήραμε στα χέρια μας ένα βοσκοτόπι με ένα ημιγκρεμισμένο κτίσμα. Όλα ξεκίνησαν από το μηδέν», επισημαίνει ο Γιάννης Αναστασίου.
Η ανακάλυψη ενός χαμένου θησαυρού: Πώς το βοσκοτόπι έγινε ξανά εύφορος αμπελώνας
Το 1999 τα δύο αδέρφια Γιάννης και Θεόδωρος Αναστασίου, που δραστηριοποιούνταν στο γειτονικό Αίγιο δημιουργώντας το φαινόμενο της οινοποιίας Cavino, η οποία κατάφερε να αναδειχθεί ως η κορυφαία ελληνική ποτοποιία με τον σε κύκλο εργασιών του 2022 να φτάνει τα 30,83 εκατ. ευρώ, από 25,95 εκατ. ευρώ του 2021, εντόπισαν τον ξεχασμένο πια θησαυρό του Μεγάλου Αμπελιού. Μέσω μιας συμφωνίας με τη μονή, οι δύο οραματιστές προχώρησαν σε μακροχρόνια μίσθωση με στόχο να αναγεννήσουν το Κτήμα Μέγα Σπήλαιο. Εικοσιπέντε χρόνια μετά, ο ιστορικός αμπελώνας του Μεγάλου Σπηλαίου κατάφερε σταδιακά να μετατραπεί σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα οινικά brands της ελληνικής οινοποιίας.
Επιστρατεύοντας έμπειρους αμπελουργούς και οινολόγους τα δύο αδέρφια ενορχήστρωσαν την αναμπέλωση του πεδίου και την επανεκκίνηση της παραγωγής οίνου, μέσα στην καρδιά μιας περιοχής που αποτελεί πλέον το Εθνικό Γεωπάρκο Χελμού-Βουραϊκού, μία από τις Προστατευόμενες Περιοχές του Δικτύου Natura 2000.
«Εντοπίσαμε τα εγκαταλελειμμένα κτήματα εντελώς τυχαία, από κάποιον κάτοικο της περιοχής που μας πήγε και μας τα έδειξε το 1998, όταν εμείς αναζητούσαμε νέα αμπέλια για να επεκτείνουμε τις δραστηριότητες της Cavino. Μόλις είδα το Μεγάλο Αμπέλι, ψηλά από τον δρόμο, κατάλαβα ότι ήταν ένας αληθινός θησαυρός. Η έκταση φυσικά ήταν γεμάτη βάτα και σχίνους και το κτίσμα ήταν ένα ερείπιο. Έτσι τον επόμενο χρόνο αρχίσαμε να φυτεύουμε ξανά τα αμπέλια», εξηγεί στο iefimerida ο Γιάννης Αναστασίου.
Ήταν μια ρομαντική απόφαση όλο αυτό το δύσκολο εγχείρημα, τον ρωτάω. «Είναι αυτό που λέμε ερωτική, όχι απλώς ρομαντική», λέει γελώντας ο Γιάννης Αναστασίου.
Το πρώτο κρασί που κυκλοφόρησε στη νέα εποχή του θρυλικού αμπελώνα ήταν το Μέγα Σπήλαιο Μαυροδάφνη Μαύρο Καλαβρυτινό του 2004, το οποίο βγήκε στην αγορά το 2009.
Την παραγωγή των κρασιών του Μεγάλου Σπηλαίου επιμελείται ο Στέλιος Τσίρης, οινολόγος με πολυετή πείρα, και η συνεργάτης του, οινολόγος Ευαγγελία Αμανατίδη μαζί με την ομάδα των αμπελουργών και των βοηθών οινολόγων του αμπελώνα. Το Κτήμα Μέγα Σπήλαιο σήμερα παρουσιάζει γύρω στις δεκαεπτά διαφορετικές ετικέτες, κάθε μια εκ των οποίων με δικά της οινικά στοιχεία.
Η οινική ταυτότητα του Μεγάλου Σπηλαίου
«Η ομορφιά σε αυτά τα κτήματα έγκειται στο γεγονός ότι είναι χειρωνακτικά, έχουν υψηλά κόστη, αλλά η ποιότητα του κρασιού που παράγουν σε ανταμείβει. Ο αμπελώνας τώρα παράγει κατά μέσο όρο από 300 έως 500 κιλά κρασιού το στρέμμα. Γι΄ αυτό δίνει τόσο συμπυκνωμένα και εκφραστικά κρασιά. Όταν πηγαίνει κάποιος στον αμπελώνα ειδικά του Μεγάλου Σπηλαίου, τα αρώματα από το έλατο, τη ρίγανη και τα υπόλοιπα αποξηραμένα μυρωδικά που ευδοκιμούν στην περιοχή είναι στοιχεία που θα τα βρει και στη γεύση των κρασιών μας που θα δοκιμάσει. Αυτή η μαγεία δεν περιγράφεται με λέξεις», λέει ο Γιάννης Αναστασίου.
Ο τόπος είναι πράγματι μαγευτικός. Μια κατηφορική πλαγιά που μοιάζει ζωγραφισμένη μέσα μέσα στα απόκρημνα βουνά, με το φαράγγι του Βουραϊκού ποταμού και στο βάθος τη θάλασσα, με όλη αυτή τη μελωδία της φύσης, το κελάρυσμα του νερού που ακούγεται υπόκωφα ακόμα κι αν δεν το βλέπεις, το δέος από τα γύρω βουνά, ο χωματόδρομος που ξεκινά από το δρόμο ψηλά και κατεβαίνει μέχρι το ιστορικό κτίριο του 16ου αιώνα που βρίσκεται μέσα στην καρδιά του αμπελώνα...
Όλα αυτά είναι μέρος μιας εμπειρίας οινικής και ταξιδιωτικής μυσταγωγίας, μιας εμπειρίας που αξίζει να τη ζήσει κάποιος που αγαπά το κρασί, τη φύση, τη σιωπή του βουνού και τη μελωδία της βραδύτητας και της απόλαυσης.
Info: megaspileo.gr
Το κτήμα του Μεγάλου Σπηλαίου θα είναι επισκέψιμο την Παγκόσμια Ημέρα Οινοτουρισμού, Κυριακή 10 Νοεμβρίου, από τις 10:00 έως και τις 16:00.