Στα πάνω από 200 χρόνια της ιστορίας του το Καπιτώλιο στην Ουάσιγκτον έχει αποτελέσει στόχο βομβιστικών επιθέσεων κι αναρίθμητων διαδηλώσεων, αλλά και τη σκηνή μιας απόπειρας δολοφονίας.
Και για πρώτη φορά χθες το Καπιτώλιο αποτέλεσε το στόχο μιας ένοπλης ανταρσίας που υποκίνησε ένας εν ενεργεία Πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ. Το κτίριο, το οποίο στεγάζει τα δύο νομοθετικά σώματα της χώρας, τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία, είναι προσβάσιμο στο κοινό, αφού όλοι οι πολίτες μπορούν να εισέλθουν αφού περάσουν προηγουμένως από τον έλεγχο ασφαλείας.
Διαδηλωτές συχνάζουν σε γραφεία γερουσιαστών και βουλευτών και κάνουν καθιστικές διαμαρτυρίες, ενώ δεν λείπουν και περιστατικά με πολίτες να διακόπτουν συνεδριάσεις, προτού τους απομακρύνει εκτός της αίθουσας η αστυνομία του Καπιτωλίου. Οι ειρηνικές αυτές σκηνές, όμως, δεν έχουν καμία σχέση με τις χθεσινές εικόνες ντροπής, όταν ένας όχλος οργισμένων οπαδών του Τραμπ γκρέμισε τα οδοφράγματα και συγκρούστηκε με την αστυνομία για να εισβάλει στις αίθουσες και στα γραφεία βουλευτών και γερουσιαστών. Στη διάρκεια της εφόδου μια γυναίκα έπεσε νεκρή από πυρά, βουλευτές και γερουσιαστές απομακρύνθηκαν εσπευσμένα φορώντας μάσκες αερίου, ενώ οι ταραξίες σκαρφάλωναν στους τοίχους εντός και εκτός του κτιρίου.
H πυρπόληση του Καπιτωλίου από τα βρετανικά στρατεύματα
Η τελευταία φορά που παραβιάστηκε η ασφάλεια του Καπιτωλίου ήταν το 1814, όταν αγγλικά στρατεύματα πυρπόλησαν το κτίριο στη διάρκεια μας επίθεσης στην Ουάσιγκτον. Οι κάτοικοι της πόλης γνώριζαν ότι πλησίαζαν οι Βρετανοί κι οι περισσότεροι απομακρύνθηκαν προτού τα στρατεύματα βάλουν φωτιά σε κρατικά κτίρια και πολεμικά πλοία. Το Καπιτώλιο ήταν τότε υπό ανέγερση και μολονότι ένα κομμάτι του καταστράφηκε, διατηρήθηκε το εξωτερικό του και πολλά εσωτερικά δωμάτια, επειδή είχαν χρησιμοποιηθεί πολλά πυράντοχα υλικά. Ωστόσο, η φωτιά ήταν τόσο δυνατή, που κάηκαν ακόμη και αγάλματα, μαζί με έγγραφα.
Βομβιστικές επιθέσεις και απόπειρα δολοφονίας
Στους δύο αιώνες που πέρασαν έκτοτε το Καπιτώλιο έχει γνωρίσει κι άλλες βίαιες επιθέσεις. Τον Ιανουάριο του 1935, ένας άνεργος ζωγράφος, ο Ρίτσαρντ Λώρενς, αποπειράθηκε να πυροβολήσει τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Άντριου Τζάκσον, αλλά το όπλο του έπαθε αφλογιστία. Στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ένας καθηγητής, ονόματι Έρικ Μύντερ, έβαλε μια βόμβα στον χώρο υποδοχής της Γερουσίας, η οποία εξερράγη κοντά στα μεσάνυχτα, χωρίς ευτυχώς να προκληθούν τραυματισμοί.
Ο Μύντερ είχε δολοφονήσει κάποια χρόνια νωρίτερα τη γυναίκα του και αργότερα συνελήφθη για την απόπειρα δολοφονίας του τραπεζίτη Τζ. Π. Μόργκαν. Το 1954 τέσσερις ένοπλοι Πορτορικανοί αυτονομιστές εισέβαλαν στην αίθουσα της Βουλής των Αντιπροσώπων και άνοιξαν πυρ τραυματίζοντας πέντε βουλευτές. 17 χρόνια αργότερα, τον Μάρτιο του 1971, η ακροαριστερή οργάνωση Weather Underground εξαπέλυσε βομβιστική επίθεση στο Καπιτώλιο διαμαρτυρόμενη για τη στρατιωτική δράση των ΗΠΑ στο Λάος, προκαλώντας ζημιές εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων, αλλά ευτυχώς όχι θύματα.
Νέα βομβιστική επίθεση έγινε και τον Νοέμβριο του 1983 στο Καπιτώλιο για τις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γρενάδα και τον Λίβανο, ευτυχώς και πάλι χωρίς θύματα.