Για περισσότερο από ένα χρόνο, τα μέσα ενημέρωσης της Ιταλίας εξιστορούσαν τις περιπέτειες ενός 44χρονου άνδρα, γνωστού ως «Μάριο», καθώς προσπαθούσε να βάλει τέλος στη ζωή του μέσω της ιατρικώς υποβοηθούμενης αυτοκτονίας.
Την Πέμπτη, ο «Μάριο», που αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά με τοπραγματικό του όνομα, Φεντερίκο Καρμπόνι, έβαλε τέλος στη ζωή του στο σπίτι του στην πόλη Σενιγκάλια, γράφοντας ιστορία με την πρώτη νόμιμη, υποβοηθούμενη αυτοκτονία στην Ιταλία.
Ο κ. Καρμπόνι, οδηγός φορτηγού στο επάγγελμα, περιτριγυρίστηκε από την οικογένειά του, τους φίλους του και τους ανθρώπους που τον είχαν βοηθήσει να επιτύχει τον στόχο του, συμπεριλαμβανομένων των αξιωματούχων της Ένωσης Λούκα Κοσκιόνι, μιας ομάδας υπεράσπισης του δικαιώματος στον θάνατο, η οποία βοήθησε τον κ. Καρμπόνι κατά τη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών.
Σε συνέντευξη Τύπου το απόγευμα της Πέμπτης, η Φιλομένα Γκάλο, εθνική γραμματέας της ένωσης, ανέγνωσε μια επιστολή που έγραψε ο κ. Καρμπόνι τον περασμένο μήνα. «Δεν μπορώ να αρνηθώ ότι λυπάμαι που πήρα 'άδεια' από τη ζωή, θα ήταν ψέμα αν έλεγα το αντίθετο, γιατί η ζωή είναι σπουδαία και έχουμε μόνο μία», ανέφερε η επιστολή. «Αλλά δυστυχώς έτσι εξελίχθηκαν τα πράγματα. Έκανα το κάθε τι για να ζήσω όσο καλύτερα μπορούσα και προσπάθησα να αναρρώσω στο έπακρο από την αναπηρία μου, αλλά τώρα είμαι στο τέλος του δρόμου, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά», εκμυστηρεύτηκε.
Ένας μακρύς αγώνας για το δικαίωμα στην επιλογή
Παραλυμένος πριν από 12 χρόνια σε τροχαίο ατύχημα, ο «Μάριο» αντιμετώπισε μια σειρά από νομικά, γραφειοκρατικά και οικονομικά εμπόδια στην διεκδίκηση του θανάτου του. «Ο Φεντερίκο ήθελε να ασκήσει το δικαίωμά του στην ελεύθερη επιλογή και γνώριζε ότι αυτός του ο αγώνας θα είχε αντίκτυπο πέραν του εαυτού του», είπε η κ. Γκάλο.
Ο Μάρκο Καπάτο, ταμίας της ένωσης Κοσκιόνι, δήλωσε ότι όταν ο κ. Καρμπόνι επικοινώνησε για πρώτη φορά μαζί του πριν από δύο χρόνια, σχεδίαζε να πάει στην Ελβετία όπου η υποβοηθούμενη αυτοκτονία είναι επιτρεπτή από το 1942, για να βάλει τέλος στη ζωή του. Αντ' αυτού, αποφάσισε να παραμείνει στην Ιταλία. «Αυτά τα δύο χρόνια πείσματος και αποφασιστικότητας» κατέστησαν τον κ. Καρμπόνι τον «πρώτο άνθρωπο στην Ιταλία που έλαβε ιατρική βοήθεια για έναν εκούσιο θάνατο», δήλωσε ο κ. Καπάτο.
Η υπόθεση Καρμπόνι αντικατοπτρίζει ένα νομοθετικό κενό
Σύμφωνα με ομάδες ακτιβιστών του δικαιώματος στον θάνατο, η υπόθεση του κ. Καρμπόνι αντικατοπτρίζει ένα σύνολο αντιφάσεων και περιορισμών της ιταλικής νομοθεσίας. Παραδείγματος χάριν, μια ιταλική δικαστική απόφαση έχει κηρύξει την υποβοηθούμενη αυτοκτονία επιτρεπτή στην Ιταλία υπό ορισμένες περιορισμένες συνθήκες, αλλά από την άλλη δεν υπάρχει νομοθεσία που να κατοχυρώνει την πρακτική.
Το γεγονός ότι η Ιταλία φιλοξενεί την έδρα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αποτελεί ένα επιπλέον εμπόδιο για τις προσπάθειες ακτιβιστών για νομικές μεταρρυθμίσεις υπέρ του δικαιώματος στο θάνατο. Η Εκκλησία, η οποία ασκέι σημαντική επιρροή στην κοινή αντίληψη της βιοηθικής, αντιτίθεται σθεναρά στην υποβοηθούμενη αυτοκτονία και την ευθανασία, τις οποίες έχει επανειλημμένως χαρακτηρίσει «εγγενώς κακές» πράξεις «σε κάθε κατάσταση ή περίσταση».
Σημείο ανάφορας στην ιστορία της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας στην Ιταλία αποτελεί η υπόθεση του κ. Καπάτο, ο οποίος, είχε βοηθήσει το 2017 έναν τυφλό και τετραπληγικό άνδρα που βρισκόταν σε μηχανική υποστήριξη να πάει σε μια ελβετική κλινική που παρέχει υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Ο κ. Καπάτο κατηγορήθηκε σε δικαστήριο του Μιλάνου για υποκίνηση αυτοκτονίας, η οποία επισύρει ποινή κάθειρξης έως και 12 ετών.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η παροχή βοήθειας σε κάποιον δεν μπορεί να θεωρηθεί έγκλημα, εφόσον το άτομο που ζητά βοήθεια πληροί κάποιες προϋποθέσεις, όπως να έχει πλήρη διανοητική ικανότητα, να πάσχει από ανίατη ασθένεια που προκαλεί σοβαρή και ανυπόφορη σωματική ή ψυχολογική δυσφορία και να διατηρείται στη ζωή μέσω μηχανικής υποστήριξης.
«Ο προτεινόμενος νόμος δημιουργεί διακρίσεις εις βάρος ασθενών»
Με πρόσχημα την υπόθεση του κ. Καπάτο, το δικαστήριο προέτρεψε το ιταλικό κοινοβούλιο να ψηφίσει νομοθεσία που να ενσωματώνει αυτές τις αρχές, πρόταση η οποία ακόμα διαπραγματεύεται, αλλά μέχρι τότε η απόφαση του δικαστηρίου που έκρινε τον κατηγορούμενο ένοχο είναι νομικά δεσμευτική.
Ο κ. Καπάτο δήλωσε ότι, ως έχει, ο προτεινόμενος νόμος δημιουργεί διακρίσεις εις βάρος των ασθενών σε τελικό στάδιο που δεν πληρούν και τις τέσσερις προϋποθέσεις για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, όπως οι καρκινοπαθείς που δεν βρίσκονται σε μηχανική υποστήριξη. «Στην Ολλανδία, πάνω από το 60% των περιπτώσεων ευθανασίας είναι ασθενείς με καρκίνο σε τελικό στάδιο που δεν είναι συνδεδεμένοι με μηχανήματα» επισήμανε.
Οι επικριτές του εν λόγω νόμου ισχυρίζονται επίσης ότι θα μπορούσε να προτρέψει τους ασθενείς σε τελικό στάδιο να υποβληθούν σε τραχειοτομή ή άλλες επεμβάσεις μόνο και μόνο με σκοπό την πρόσβαση σε βοήθεια για αυτοκτονία.
Με επιμονή διεκδίκησε το δικαίωμα στο θάνατό του ο κ. Καρμπόνι
Μη πτοούμενος από την έκβαση αυτής της υπόθεσης, ο κ. Καρμπόνι αγωνίστηκε με επιμονή να αποκτήσει πρόσβαση στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Αναγκάστηκε να αμφισβητήσει επανειλημμένα στο δικαστήριο αξιωματούχους υγείας στον τόπο διαμονής του, ώστε να τον επισκεφθούν γιατροί και μέλη της περιφερειακής επιτροπής δεοντολογίας, οι οποίοι θα μπορούσαν να εξακριβώσουν την κατάσταση της υγείας του και να υπογράψουν το σχέδιό του, το οποίο τηρούσε την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Ορισμένοι νομοθέτες κατήγγειλαν την επιλογή του κ. Καρμπόνι. Ο Μάριο Αντινόλφι, εθνικός πρόεδρος του κόμματος Λαός της Οικογένειας, προειδοποίησε για «καταστροφική και θανατηφόρα τρέλα», η οποία θα οδηγήσει στη «σφαγή όσων δεν μπορούν να θεραπευτούν», μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων ANSA.
Στην αποχαιρετιστήρια επιστολή του, ο κ. Καρμπόνι ζήτησε από την οικογένεια και τους φίλους του να μην είναι λυπημένοι. «Έχω επίγνωση της φυσικής μου κατάστασης και των μελλοντικών μου προοπτικών, γι’ αυτό και είμαι απόλυτα γαλήνιος και ήρεμος για το τι πρόκειται να κάνω. Με την ένωση Κοσκιόνι υπερασπιστήκαμε τους εαυτούς μας και επιτεθήκαμε αμυνόμενοι, δημιουργήσαμε ένα δικαστικό ορόσημο και ένα κομμάτι της ιστορίας στη χώρα μας και είμαι περήφανος γι'αυτό» έγραψε.