Το «φορτίο» είναι ομολογουμένως βαρύ. Περιοριστικά μέτρα, τηλεργασία, ο φόβος για τον ιό, η ανεργία, η αγωνία για το αύριο. Και μια μυρωδιά θανάτου να πνέει στα γύρω. Ολα αυτά τα μικρά συστατικά μιας δυνητικά σαρωτικής ψυχικής καραντίνας.
Κι όμως, οι περισσότεροι θεωρούν «πολυτέλεια» το να ασχοληθούν με τις ψυχολογικές επιδράσεις όσων ζούμε από τη στιγμή που ο ιός πάτησε το πόδι του στα μέρη μας. Ο βασικός στόχος, σκεφτόμαστε οι περισσότεροι, είναι ένας: να περάσει κι αυτή η μέρα, να κρατηθούμε στη δουλειά, να χαλαρώσουμε το βράδυ με το Netflix, κι έχει ο… θεός. Κι όσο για τους ανθρώπους που αγαπούμε, μια-δυο φατσούλες με καρδιές στα messenger και «έκλεισε» η σχέση και για σήμερα.
Είναι όμως έτσι; Ο Ηλίας Γκότσης, ψυχοθεραπευτής – συγγραφέας, έχει διαφορετική άποψη. «Η μακροχρόνια παραμονή μας σε καραντίνα, ο αποκλεισμός από την κοινωνική ζωή, η συνεχής μεταφορά του κοινωνικού χώρου στο διαδίκτυο έχουν συνέπειες και αυτές δεν είναι αμελητέες», λέει στο iefimerida.gr. «Και τι μπορούμε να κάνουμε, κ. Γκότση;» θα μπορούσε να ρωτήσει, κάπως θυμωμένα, ο αναγνώστης.
Αν έπρεπε να διαλέξουμε εμείς, στο iefimerida, μια απάντηση από όσα αναφέρει στη συνέντευξή του ο Ηλίας Γκότσης θα ήταν η εξής: να κοιτάξουμε λίγο πιο πέρα, να δούμε τον εαυτό μας στο αύριο και όχι στο ασφυκτικό παρόν των ατελείωτων παραχωρήσεων. Να «ονειρευτούμε», δίχως τη φανταστική ερμηνεία, αλλά με έναν τρόπο που μας προσκαλεί να δράσουμε στο παρόν έτσι όπως θα επιθυμούσαμε να ζούμε στο μέλλον. Και ίσως κάπου εκεί να βρίσκεται η μεγάλη απάντηση. «Νομίζω πως αν κάτι έχουμε να μάθουμε από αυτή την εμπειρία, η οποία πραγματικά είναι πολύ διαφορετική από οτιδήποτε έχουμε ζήσει μέχρι σήμερα, είναι πως δεν είμαστε παντοδύναμοι, πως η αίσθηση της κυριαρχίας του ανθρώπου στη ζωή και στη φύση δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση», λέει ο Ηλίας Γκότσης, που πρόσφατα παρουσίασε το τρίτο του βιβλίο, την «Ονειροτοπία» (εκδόσεις Αρμός).
Στο βιβλίο ο συγγραφέας κάνει έναν πραγματικό διάλογο με πολλούς ανθρώπους που μοιράστηκαν τις αφηγήσεις τους για τα βιώματά τους την περίοδο της καραντίνας. Μιλούν για τα αποθέματα που τους κράτησαν όρθιους, για τον έλεγχο που χάθηκε αλλά επανακτήθηκε, για τον αποκλεισμό αλλά και τα όνειρα και τη συλλογική συνείδηση που οδήγησαν τελικά στην ενδυνάμωση.
Σε μια από αυτές, που βρήκε τη θέση της στο οπισθόφυλλο της «Ονειροτοπίας», ο αφηγητής σημειώνει:
«Πολλές φορές ένιωσα φόβο, σε καταστάσεις λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές, όμως μέσα μου ήταν πάντα ζωντανό εκείνο το θαρραλέο παιδί που ήξερε ότι οι πληγές πονάνε για λίγο και ίσως να σου αφήσουν και μια ουλή, αλλά μόλις τις φροντίσεις μπορείς να βγεις πάλι στο δρόμο για την επόμενη περιπέτεια».
Ηλίας Γκότσης: Το να ονειρευόμαστε δεν σημαίνει ότι δεν φροντίζουμε το παρόν
Ακολουθεί η συνέντευξη του Ηλία Γκότση στο iefimerida.gr:
-Πόσο βαρύ τελικά είναι το βίωμα της καραντίνας, του αποκλεισμού στο σπίτι και ποια η διαφορά της τωρινής συνθήκης από το πρώτο lockdown του Μαρτίου;
Ηλίας Γκότσης: Σας ευχαριστώ που ξεκινάμε με αυτή την ερώτηση επειδή εκτιμώ ότι τώρα πια είναι πολύ καθαρό κάτι το οποίο πολλοί είχαμε επισημάνει ήδη από την πρώτη καραντίνα. Η καραντίνα και ο εγκλεισμός σε ένα χώρο, ακόμα κι αν αυτός είναι το σπίτι μας, επειδή συμβαίνουν χωρίς τη θέλησή μας δεν αποτελούν φυσικές συνθήκες. Πέρα από το πραγματικό γεγονός της απώλειας του ελέγχου σχετικά με τη μετακίνησή μας ή την τοποθέτησή μας στο χώρο η καραντίνα μας κρατά σε επιφυλακή όσον αφορά την ύπαρξη μιας ορατής ή αόρατης απειλής.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον και έχω επισημάνει και σε άλλες συνεντεύξεις είναι πως την πρώτη περίοδο, βιώσαμε το lockdown μέσα σε ένα περιβάλλον προσομοιώσης. Ο ιός ήταν κάπου εκεί έξω αλλά πολύ μακριά στην Ιταλία για παράδειγμα στη Γαλλία ή στην Ισπανία αλλά πάντως όχι δίπλα μας. Τα θύματα ήταν ελάχιστα και οι διαφημιστικές καμπάνιες του τύπου «μένουμε σπίτι» μπορούσαν ακόμα να είναι αποτελεσματικές και να προσκαλούν σε μία ψευδεπίγραφη ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή. Αυτό το γεγονός και παρά βέβαια την αναγκαιότητα να μείνουμε κλεισμένοι στο σπίτι, δεν μας βοήθησε να κατανοήσουμε έγκαιρα τη σοβαρότητα των προβλημάτων που προκύπτουν.
Αυτά με κάποιο τρόπο φάνηκαν αργότερα.
Έτσι μετά τη λήξη της πρώτης καραντίνας αρχίσαμε να μιλάμε περισσότερο για την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, για την αύξηση των ψυχοφαρμάκων ή του αλκοόλ, για τις συνέπειες αυτές τις συνθήκες στα παιδιά.
-Αλλαξε κάτι στο δεύτερο lockdown;
Ηλίας Γκότσης: Στο δεύτερο lockdown υπάρχει μία τεράστια διαφορά. Η απειλή είναι πραγματική, ο ιός είναι δίπλα μας αρρωσταίνουν άνθρωποι που γνωρίζουμε αρρωσταίνουν άνθρωποι στο οικείο μας περιβάλλον και αυτό μας βάζει σε ένα κίνδυνο. Με ένα παράδοξο τρόπο ωστόσο αυτός ο κίνδυνος δεν μας κάνει τόσο προσεκτικούς όσο την πρώτη φορά.
Παρατηρούμε έτσι ότι συνεχώς έρχονται στην επικαιρότητα ειδήσεις για μαζικές συναθροίσεις, για κρυφά πάρτι. Παρατηρούμε επίσης ότι υπάρχει μία μεγάλη κινητικότητα σε ένα διάλογο που είτε στηρίζεται σε θεωρίες συνομωσίας είτε πραγματικά υποτιμά το μέγεθος της απειλής. Αυτό εκτιμώ ότι είναι κάτι που χρειάζεται να το κατανοήσουμε, με την έννοια ότι χρειάζεται να το ερμηνεύσουμε. Γιατί άραγε οι άνθρωποι αρνούνται το αυτονόητο σε αυτό το δεύτερο lockdown;
Να ανακτήσουμε τον έλεγχο. Αλλά όχι μόνοι μας
Ηλίας Γκότσης
Αποτελεί αυτή η άρνηση μία μορφή απροθυμίας να αντικρίσουμε τον κίνδυνο κατάματα; Αποτελεί μία ένδειξη μιας έλλειψης εμπιστοσύνης προς την πολιτεία και την επιστημονική κοινότητα; Είναι μία εκδραμάτιση του φόβου και της αγωνίας ή της κούρασης; Νομίζω πως είναι όλα αυτά μαζί. Σίγουρα η μακροχρόνια παραμονή μας σε καραντίνα, ο αποκλεισμός από την κοινωνική ζωή, η συνεχής μεταφορά του κοινωνικού χώρου στο διαδίκτυο έχουν συνέπειες και αυτές δεν είναι αμελητέες.
-Δεν είναι όμως μία η απειλή. Είναι ο φόβος για τον ιό, η ανησυχία για τους δικούς μας ανθρώπους, οι οικονομικές δυσκολίες, η πραγματική απομόνωση και η πλέον ισχυρή αβεβαιότητα. Πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν ταυτόχρονα τόσα «μέτωπα»;
Ηλίας Γκότσης: Πραγματικά δεν είναι μία η απειλή όπως πολύ σωστά περιγράφετε την ερώτηση. Νομίζω πως αν κάτι έχουμε να μάθουμε από αυτή την εμπειρία η οποία πραγματικά είναι πολύ διαφορετική από οτιδήποτε έχουμε ζήσει μέχρι σήμερα είναι πώς δεν είμαστε παντοδύναμοι. Σίγουρα όταν χάνεται ο έλεγχος σε πολλές περιοχές και σε πολλές πραγματικότητες της ζωής μας έχει μία ιδιαίτερη σημασία να αναζητήσουμε όλα εκείνα τα σημεία στα οποία μπορούμε να τον ανακτήσουμε.
Σας θυμίζω ότι το πρώτο άρθρο που έγραψα σχετικά με την καραντίνα πέρσι τον Μάρτιο είχε ακριβώς αυτό τον τίτλο. Να ανακτήσουμε τον έλεγχο. Ωστόσο αν κάτι θα πρόσθετα σε αυτό θα ήταν η φράση: «αλλά όχι μόνοι μας». Η ταυτόχρονη έκθεση σε τόσες πολλούς κινδύνους και σε τόσες πολλές απειλές ενέχει τον κίνδυνο να μας παλινδρομήσει, να μας οδηγήσει δηλαδή σε μία νηπιακή η παιδική αντιμετώπιση της συνθήκης όπου το πρωτεύον θα είναι η καταφυγή σε έναν ισχυρό και παντοδύναμο άλλο. Αυτό όπως αντιλαμβάνεστε εμπεριέχει τεράστιους κινδύνους σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο αφού στην ακραία του εκδοχή μπορεί να οδηγήσει στην ενίσχυση του αυταρχισμού με την συναίνεση μας.
Μία διαφορετική εκδοχή θα ήταν μία περισσότερο ενήλικη στάση η οποία θα μας οδηγούσε όχι μόνο στην αποδοχή και την αναγνώριση αυτού που πραγματικά συμβαίνει αλλά και στην δημιουργία συνεργατικών εμπειριών. Με τον όρο συνεργατικές εμπειρίες εννοώ τις εμπειρίες που προκύπτουν από κοινού με τους άλλους ανθρώπους καθώς τους συναντάμε ισότιμα και με πρόθεση να αλληλοϋποστηριχτουμε.
Μάθαμε ότι δεν είμαστε παντοδύναμοι
Αντιλαμβάνομαι ότι η αλληλοϋποστήριξη μέσα στις συλλογικότητες που δημιουργούνται στο διαδίκτυο είναι πολύ διαφορετική απ' ό,τι στο φυσικό χώρο. Ωστόσο προσωπικά δεν την υποτιμώ, αντίθετα θεωρώ ότι το διαδίκτυο ανοίγει καινούργιες δυνατότητες σύνδεσης και επικοινωνίας.
-Σε προηγούμενη συνέντευξή σας στο iefimerida.gr είχατε επισημάνει ότι στη μεγάλη οικονομική κρίση την οποία διήλθε η Ελλάδα άντεξαν όσοι δεν έπαψαν να ονειρεύονται. Αυτό μπορεί να έχει εφαρμογή και στη σημερινή κρίση;
Ηλίας Γκότσης: Εκτιμώ ότι σε κάθε κρίση αυτό που μας δίνει τη δυνατότητα όχι μόνο να αντέχουμε αλλά και να δημιουργούμε αντί να παραμένουμε αδρανείς είναι η σύνδεση με την ελπίδα και την προοπτική ενός διαφορετικού μέλλοντος. Εξακολουθώ λοιπόν να πιστεύω ότι και σε αυτή την κρίση θα αντέξουν ψυχικά τουλάχιστον όσοι θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε επαφή με ένα εσωτερικό εαυτό που επιμένει να πιστεύει στις δυνατότητές του ανθρώπου να αλλάξει το μέλλον του.
Θα ήθελα όμως με την ευκαιρία αυτής της ερώτησης να διορθώσω μία παρανόηση. Το να ονειρευόμαστε το μέλλον δεν σημαίνει όπως ίσως πολλοί πιστεύουν ότι δεν φροντίζουμε το παρόν αλλά στη δική μου οπτική είναι ακριβώς το αντίθετο.
Στην ΟΝΕΙΡΟΤΟΠΙΑ στο τελευταίο μου βιβλίο γράφω ότι οι ποιότητες με τις οποίες ονειρευόμαστε ότι θα ζήσουμε το μέλλον αποτελούν οδηγό για το πώς θα ζήσουμε το παρόν. Έτσι για παράδειγμα δεν μπορούμε να ονειρευόμαστε ένα μέλλον με αξιοπρέπεια η με σεβασμό και στο παρόν να ζούμε με ποιότητες που οδηγούν στη ή την υποτίμηση.
Αυτό που επίσης θα ήθελα να προσθέσω σε αυτή την ερώτηση είναι ότι συχνά οι άνθρωποι αναζητούν την ασφάλεια όχι στην καταφυγή στο μέλλον αλλά στην επιστροφή και στη νοσταλγία μιας κανονικότητας που χάθηκε μέσα ή εξαιτίας μιας κρίσης. Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι η ψευδαίσθηση καθώς στην πραγματικότητα η νοσταλγία για το παρελθόν υποκρύπτει τις ατέλειες ή τις ελλείψεις που υπήρχαν σε αυτό.
Σε κάθε περίοδο κρίσης έτσι και τώρα εκτιμώ πως οι ανάγκες για τη φροντίδα των ψυχικών αναγκών των ανθρώπων είναι αυξημένες, αλλά αυτό που έχω παρατηρήσει είναι ότι οι άνθρωποι μέσα στην κρίση φροντίζουν περισσότερο τις πρακτικές όψεις της ζωής, δηλαδή με δυο λόγια την καθημερινότητά τους.
Ίσως έτσι είναι υποτιμούν τη σημασία που έχει η φροντίδα της ευαλωτότητας τους αλλά από την άλλη είναι απόλυτα κατανοητό γιατί δίνουν προτεραιότητα στην επίλυση των καθημερινών τους προβλημάτων. Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτεία διακατέχεται από μία παρόμοια λογική. Δηλαδή, μέσα σε μία περίοδο κρίσης οι δομές ψυχικής υγείας αντί να ενισχύονται στην πραγματικότητα υπολειτουργούν. Το αποτέλεσμα είναι πολλοί άνθρωποι που χρειάζονται ψυχική βοήθεια να μην έχουν εύκολη πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες.
-Η περίοδος δεν δείχνει να προσφέρεται για μετακινήσεις, για «πειράματα» και νέες εμπειρίες. Ποια διέξοδο μπορεί να βρει σήμερα κάποιος που δεν είχε ποτέ επαφή με τη θεραπευτική διαδικασία ή που δεν μπορεί να ανταποκριθεί οικονομικά σε μια τέτοια σχέση;
Ηλίας Γκότσης: Φοβάμαι πως δεν έχω μία απάντηση να δώσω σε αυτό το ερώτημα πώς μπορούν δηλαδή οι άνθρωποι να καλύψουν τις ανάγκες για ψυχολογική υποστήριξη όταν η πολιτεία είναι ελλειμματική.
Σίγουρα υπάρχουν τα κοινωνικά ιατρεία ή οι εθελοντικές ομάδες σαν αυτή που στήσαμε με μία ομάδα συνάδελφων η περίοδο Μαρτίου Απριλίου 2020 αλλά αυτές οι ομάδες δεν μπορούν να καλύψουν το σύνολο των αναγκών.
Ευτυχώς πολλά κέντρα ψυχοθεραπείας προσφέρουν υπηρεσίες με συμβολικές τιμές αλλά όπως καταλαβαίνετε αυτό δεν είναι η λύση.
-Υπάρχει κάτι πιο «χειροπιαστό» που μπορείτε να προτείνετε;
Ηλίας Γκότσης: Υπάρχουν ορισμένες πρακτικές κατευθύνσεις για να ενισχύσουμε την ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της καραντίνας. Θα μπορούσαμε, σε σημεία, να τα συνοψίσουμε στα εξής:
· Αναγνώριση των συναισθηματικών, των ψυχικών και των υλικών δυσκολιών και των πηγών άγχους που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την πανδημία και την καραντίνα. Η σημασία αυτής της πρακτικής αφορά τόσο τους θεσμικούς φορείς όσο και τους ανθρώπους, ατομικά ή συλλογικά στην καθημερινή μας ζωή.
Η αναγνώριση και η αποδοχή της πραγματικότητας, της ευαλωτότητας, των περιορισμών και των δυσκολιών είναι ο μοναδικός δρόμος για να αναπτύξουμε πρακτικές φροντίδας και ανθεκτικότητας. Η άποψή μου είναι ότι βασικό σε αυτή τη περίοδο είναι να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες των ανθρώπων όπως είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν από την καραντίνα και συνδέονται με την απώλεια της εργασίας, την δυσκολία πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας ή την δυσκολία πρόσβαση στο διαδίκτυο που αποτελεί αυτή τη στιγμή το βασικό μέσο σύνδεσης των ανθρώπων.
· Οργάνωση των θεσμικών πολιτικών για τον περιορισμό της ενδο-οικογενειακής βίας, ένα φαινόμενο το οποίο έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις αυτή τη περίοδο.
· Φροντίδα της ψυχικής και συναισθηματικής υγείας των παιδιών και των εφήβων που βιώνουν μια πρωτόγνωρη συνθήκη με την απομόνωση. Προσωπικά με ανησυχεί η έλλειψη διαδραστικών μέσων στην τηλεκπαίδευση, η μακροχρόνια αποσύνδεση από τις ομαδικές δραστηριότητες και εκτιμώ ότι ακόμα και η συμμετοχή σε συλλογικές ομαδικές διαδικτυακές δραστηριότητες σε αυτή τη περίοδο είναι χρήσιμη για την ανάπτυξή και την υποστήριξή τους. Σε αυτή την κατεύθυνση είναι σημαντικό να [ωστε να περιοριστεί η περιττή χρήση των οθονών και να αυξηθούν οι δημιουργικές δραστηριότητες
· Εστίαση στην αξιοποίηση του προσωπικού χρόνου στον οποίο οι άνθρωποι μπορούν να φροντίζουν τον εαυτό τους μέσω σωματικών δραστηριοτήτων όπως λ.χ. το περπάτημα και η σωματική άσκηση.
· Αναζήτηση βοήθειας για την φροντίδα των ψυχικών και συναισθηματικών αναγκών όταν νοιώθουμε πως κατακλυζόμαστε από αρνητικά συναισθήματα ή πως οι δυσκολίες μας καταβάλλουν.
· Ενίσχυση των διαπροσωπικών και συλλογικών δεσμών, όπως και των δικτύων φροντίδας που λειτουργούν αντισταθμιστικά στα αρνητικά συναισθήματα και την μοναξιά που συνδέεται με την καραντίνα και οριοθέτηση και προστασία από τοξικές σχέσεις. Σε αυτό το πλαίσιο είναι σημαντικό να υπάρχει επίγνωση ότι οι δεσμοί και οι σχέσεις που αναπτύσσουμε μέσω του διαδικτύου μπορούν να βασίζονται στις ποιότητες και τις αξίες με τις οποίες συνδεόμαστε στο φυσικό χώρο.
· Αναγνώριση της αναγκαιότητας να αφήσουμε ανοικτή τη δυνατότητα να νοηματοδοτήσουμε αυτή την εμπειρία και να παλέψουμε για να μετασχηματιστούν οι συνθήκες οι οποίες συνέβαλαν στην εμφάνιση των πανδημιών αλλά και την αντιμετώπισή τους, όπως λ.χ. ο σεβασμός της άγριας ζωής και η ανάπτυξη ισότιμων σχέσεων με το φυσικό περιβάλλον. Έτσι παρότι κατανοώ την ανάγκη επιστροφής σε μια κανονικότητα, θα ήθελα παράλληλα να σας προσκαλέσω να σκεφτούμε ότι αυτή η κανονικότητα έχει συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στην «αντικανονικότητα» που ζούμε σήμερα.
Είμαστε μέρος μιας μεγάλης και αδιάσπαστης αλυσίδας
Ηλίας Γκότσης
-Είναι αυτοί οι «αόρατοι πληθυσμοί»; Ενας όρος στον οποίο εστιάζετε τόσο στη «Γραμματική των Αποθεμάτων» όσο και στο νέο σας βιβλίο («Ονειροτοπία», εκδόσεις Αρμός).
Ηλίας Γκότσης: Τα τελευταία χρόνια αυτή η έννοια με απασχολεί όλο και περισσότερο καθώς πιστεύω ότι οι πληθυσμοί που πλήττονται περισσότερο από τις κρίσεις είναι αυτοί που παραμένουν αόρατοι για τα συστήματα που έχουν την ευθύνη για τη φροντίδα τους.
Η αορατότητα μπορεί να προκύπτει για πολλούς λόγους: ενδεχομένως συνδέεται με μία κουλτούρα αποκλεισμού λόγω προκαταλήψεων ή στερεοτύπων όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τους λοατκι μαθητές και μαθήτριες στη σχολική κοινότητα. Άλλοτε συνδέεται με την έλλειψη μιας πολιτικής που δίνει έμφαση στις υποδομές ή στην προσβάση των ανθρώπων. Όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τους ΑΜΕΑ.
Αυτό που ζούμε τώρα με τις δύο καραντίνες είναι πως δεν δίνουμε επαρκή χώρο να κουβεντιάσουμε τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των υποτιθέμενων ασφαλών χώρων που αποτελούν τα σπίτια μας. Μέσα σε αυτούς τους ασφαλείς χώρους όπως ανέφερα και ανωτέρω υπάρχουν φαινόμενα κακοποίησης κι όμως θα έχετε παρατηρήσει ότι υπάρχει μία παντελής έλλειψη οποιασδήποτε καμπάνιας σχετικά με αυτό.
Ένα άλλο ενδιαφέρον παράδειγμα αυτή την περίοδο αποτελούν οι οικογένειες πού έχουν παιδιά που φοιτούν σε ειδικά σχολεία. Έτσι στο κέντρο του διαλόγου ο ορατός πληθυσμός είναι οι μαθητές και οι μαθήτριες που φοιτούν στα δημόσια σχολεία και όλη η συζήτηση είναι για το πώς γίνεται η τηλεόραση. Αυτός ο διάλογος θα είχε σημασία να διευρυνθεί και με το πώς θα καλυφθούν οι ανάγκες παιδιών και οικογενειών που δεν ανήκουν στο μέσο όρο.
Κλείνοντας την απάντησή μου σε αυτό το πολύ σημαντικό θέμα θα ήθελα να σας πω πως πολλές φορές οι ταξινομήσεις και οι κατηγοριοποίησεις ενισχύουν τις πρακτικές και τις πολιτικές της αορατότητας. Το να εργαστούμε προς την κατεύθυνση να εγκαταστήσουμε το ορατό αόρατο σημαίνει στην πραγματικότητα το να προσπαθήσουμε όλοι να ενισχύσουμε τη δημιουργία συμπεριληπτικων θεσμών.
-Εκείνη την περίοδο «τρέξατε» μαζί με άλλους θεραπευτές μια εθελοντική ομάδα ψυχολογικής υποστήριξης. Πώς πήγε αυτό το εγχείρημα;
Ηλίας Γκότσης: Πράγματι την πρώτη περίοδο θεωρώ πως μαζί με μία μικρή ομάδα συναδέλφων και συναδελφισών δημιουργήσαμε μία μεγάλη ομάδα εθελοντών και εθελοντριών η οποία παρείχε πολύ σπουδαίες υπηρεσίες σε ανθρώπους που αλλιώς θα έμεναν ακάλυπτοι. Η εμπειρία που αποκομίσαμε ήταν τεράστια ωστόσο διαπιστώνουμε και εδώ ότι όταν οι δράσεις δεν είναι ενταγμένες σε ένα συλλογικό σχέδιο ατονούν.
Έτσι αυτή τη φορά δεν καταφέραμε να ενεργοποιήσουμε εκ νέου την ομάδα ίσως γιατί και εμείς ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας είναι φανερό ότι χρειαζόμαστε υποστήριξη, ότι είμαστε εξίσου θύματα αυτής της δύσκολης συνθήκης.
Παρόλα αυτά δεν θα ήθελα να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη με αρνητικό πρόσημο. Εκτιμώ ότι όλη αυτή η εμπειρία που ζήσαμε τον τελευταίο χρόνο μπορεί να μας διδάξει πολλά για τον τρόπο με τον οποίο σχετιζόμαστε τόσο μεταξύ μας όσο και με τη φύση. Φαντάζομαι ότι πολλοί από τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες σας έχουν διαβάσει σχετικά κείμενα που συνδέουν την εμφάνιση του κορονοϊού με την παραβίαση της άγριας ζωής.
Εύχομαι όλη αυτή η περιπέτεια να αποτελέσει το έναυσμα ώστε να μετακινηθούμε σε μία κατεύθυνση μεγαλύτερης ταπεινότητας και ευθύνης απέναντι στον άνθρωπο και στη φύση. Είναι ένα ζήτημα στο οποίο δεν έχουμε εστιάσει μέχρι σήμερα.
-Μια σχεδόν άλυτη απορία είναι το τι κόστος έχει για τους θεραπευτές όλη αυτή η συνθήκη της καραντίνας. Βγαίνουν αλώβητοι ή έχει συνέπειες και για εκείνους;
Ηλίας Γκότσης: Σας ευχαριστώ θερμά για την τελευταία ερώτηση επειδή μου δίνει τη δυνατότητα να μιλήσω με έναν άμεσο και ξεκάθαρο τρόπο σχετικά πώς βίωσα μέσα από τον επαγγελματικό μου ρόλο αυτή την εμπειρία.Αυτό που έχει σημασία να πω είναι πως τόσο η πανδημία όσο και η καραντίνα με έφερε σε επαφή όπως και όλους μας φαντάζομαι με κάτι που ήταν ανοίκειο, που ήταν έξω από την εμπειρία μου. Έτσι ένιωσα και εγώ και συνεχίζω να νιώθω την απειλή, την πίεση αλλά και την ανησυχία και το φόβο που συνδέονται με τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Ένιωσα και νοιώθω επίσης το θυμό για τις προτεραιότητες, τις αστοχίες ή τις επιλογές που έγιναν, όπως και μεγάλη θλίψη για τους ανθρώπους που πεθαίνουν μόνοι στις ΜΕΘ. Από την άλλη ως θεραπευτής έγινα αποδέκτης τόσο του πόνου που βίωσαν άνθρωποι που έχασαν τους δικούς τους όσο και του φόβου ή του πανικού των ανθρώπων που ανησυχούν για την ασφάλεια, τη δική τους ή των ανθρώπων που αγαπούν. Ήταν από τις λίγες φορές η εμπειρία τους συνομίλησε τόσο άμεσα με τη δική μου εμπειρία.
Έτσι για μένα είναι πολύ σημαντικό κάθε φορά που ξεκινώ μια θεραπευτική συνάντηση αυτή τη περίοδο να ρωτώ τους ανθρώπους πως νοιώθουν μέσα σε αυτή τη μεγάλη κρίση και να επιτρέπω στον εαυτό μου να μοιράζομαι μαζί τους ένα μέρος από την πίεση που εγώ νοιώθω. Εκτιμώ πως αυτό είναι βοηθητικό γιατί επιτρέπει στους ανθρώπους να απενοχοποιηθούν από την αίσθηση της αδυναμίας ή της εαυλωτότητας, η οποία αυτή τη περίοδο είναι απολύτως φυσική.
Ένα τελευταίο στοιχείο που θέλω να μοιραστώ είναι πως από τον Μάρτιο μέχρι τώρα προσπάθησα να προσκαλέσω τον εαυτό μου και τους ανθρώπους που εργάζομαι σε μια συνθήκη ανάληψης της ευθύνης να προστατέψουμε τον εαυτό μας και συνακόλουθα τους ανθρώπους που αγαπάμε και, μέσα από μια αλυσίδα, τις κοινότητες που ζούμε. Αυτό το θεωρώ σημαντικό, όχι όμως ως μια ανάληψη της ατομικής ευθύνης, μια έννοια με την οποία διαφωνώ, αλλά με τη σύνδεση με την ηθική και σχεσιακή ευθύνη, που συνίσταται στο να κατανοήσουμε πως είμαστε μέρος μιας μεγάλης και αδιάσπαστης αλυσίδας.
Η παρουσίαση του βιβλίου «Ονειροτοπία» του Ηλία Γκότση: