Περισσότερο από μια δεκαετία αργότερα, το μήνυμα της ταινίας «Her» είναι πολύ πιο ανησυχητικό απ' ό,τι ενδεχομένως φανταζόμασταν το 2013.
Το sci-fi ρομάντζο «Her», του Spike Jonze, κυκλοφόρησε το 2013 στις αίθουσες, πυροδοτώντας μερικούς από τους πρώτους μας προβληματισμούς σχετικά με το αν η τεχνολογική καινοτομία είναι εγγενώς καλή ή κακή για την κοινωνία.
Οι περισσότεροι από εμάς τότε αναγνωρίζαμε ότι η δουλειά μας, η πραγματικότητά μας, εξαρτιόταν εξ ολοκλήρου από την τεχνολογία, κυρίως από τη διάδοση περιεχομένου στο Facebook και τις ψηφιακές διαφημίσεις, αν και δεν ήμασταν σίγουροι πως αυτές οι τεράστιες τεχνολογικές επενδύσεις θα μας οδηγούσαν κάπου καλά. Όλες αυτές οι ανησυχίες έχουν γίνει πραγματικότητα 12 χρόνια μετά.
Στα 12 χρόνια από την κυκλοφορία της ταινίας, είδαμε τις αναδυόμενες τεχνολογίες -και τη σχέση μας με αυτές- να αλλάζουν και να μεταμορφώνονται σε κάτι που πολλοί από εμάς δεν θα μπορούσαν ποτέ να φανταστούν.
Τα generative A.I. chatbots όπως το ChatGPT και το Gemini έχουν δώσει στους χρήστες πρόσβαση σε τύπους τεχνολογίας που κάποτε υπήρχαν μόνο στη σφαίρα ταινιών όπως το «Her». Οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν καθημερινά με τα ΑΙ ρομπότ για να εκτελέσουν εργασίες όπως η σύνταξη e-mails και η συγγραφή εγγράφων, αλλά και για πιο... αμφίβολους σκοπούς, όπως η ιατρική θεραπεία ή ακόμα και ο έρωτας.
Πώς ακριβώς απευθύνεται η ταινία στο σήμερα;
Η ταινία διαδραματίζεται όντως στο έτος 2025: στο σήμερα, σε αυτό που ζούμε τώρα. Η ταινία λειτουργεί ως μια ευάλωτη αναζήτηση της αγάπης, του έρωτα και της αυθεντικής ανθρώπινης σύνδεσης σε έναν συνεχώς κατακερματισμένο και διαμεσολαβημένο κόσμο.
Το «Her» γράφτηκε, σκηνοθετήθηκε και έγινε παραγωγή από τον Jonze. Πρωταγωνιστεί ο Joaquin Phoenix ως ο προβληματισμένος πρωταγωνιστής, που ονομάζεται Theodore και ερωτεύεται ένα εξελιγμένο και εξατομικευμένο λειτουργικό σύστημα A.I. που ονομάζεται Samantha (που διαθέτει τη φωνή της Scarlet Johansson).
Ο Theodore είναι ένας θλιμμένος άνθρωπος που εργάζεται σε μια πολύ βαρετή δουλειά, γράφοντας ευχετήριες κάρτες. Περνάει επίσης ένα άθλιο διαζύγιο από την παιδική του αγάπη, οπότε, στο αποκορύφωμα όλου αυτού του χρόνιου ψυχολογικού μαρασμού και της μοναξιάς, οδηγείται στο να αγοράσει και να ενσωματώσει ένα λειτουργικό σύστημα (Samantha) ώστε να έχει μια συντροφιά.
Η Samantha μαθαίνει πολύ γρήγορα την προσωπικότητα, τις συμπεριφορές και τις ανάγκες του Theo και προσαρμόζεται ώστε να γίνει η τέλεια σύντροφός του - οι δυο τους δένονται τόσο γρήγορα και στενά, που γίνονται σύντροφοι, κάνοντας μάλιστα σεξ μέσω τηλεφώνου/chatbot/τηλεπάθειας.
Δώδεκα χρόνια πριν, ο Theo έμοιαζε περισσότερο με μια αφηρημένη ιδέα. Σήμερα, η Silicon Valley «ξεχειλίζει» από τέτοιους τύπους. Είναι το πρότυπο του μέσου μοντέρνου άνδρα που δημιουργεί δεδομένα και λαχταρά να είναι μοντέρνος.
Πέρα από την αισθητική του πράγματος, ο Jonze προέβλεψε ότι όλη η νέα γενιά των δυνητικών «Theo» θα είμαστε τόσο αποσυνδεδεμένοι και άτονοι όσο ποτέ, ακόμα και στις απεγνωσμένες μας αναζητήσεις για πραγματική σύνδεση. Στρεφόμαστε στα chatbots για να γίνουν οι θεραπευτές και οι καλύτεροι φίλοι μας, με ορισμένους μάλιστα να παραδέχονται ότι εμπιστεύονται και αισθάνονται πιο έντονα με ένα ρομπότ από τους ψυχοθεραπευτές ή τους καλύτερους φίλους τους. Επιθυμούμε διακαώς τις ακατέργαστες εμπειρίες της φιλίας και του έρωτα, αλλά στρεφόμαστε στο τεχνητό για να τις βρούμε.
Είναι, επίσης, εντυπωσιακό το πόσο επίκαιρη είναι η υποτιθέμενη διαφήμιση του λογισμικού της Samantha και πώς εκμεταλλεύεται την «επιδημία της μοναξιάς» μας. Στην ταινία, η διαφήμιση που συναντά ο Theo λέει: «Σας κάνουμε μια απλή ερώτηση: Ποιος είσαι; Τι μπορείς να γίνεις; Πού πας; Τι υπάρχει εκεί έξω;» Ο Theo και το καταθλιπτικό του μυαλό... παίρνουν φωτιά από ελπίδες και προσδοκίες.
«Η Elements Software παρουσιάζει με υπερηφάνεια το πρώτο τεχνητά ευφυές λειτουργικό σύστημα. Μια διαισθητική οντότητα που σας ακούει, σας καταλαβαίνει και σας γνωρίζει. Δεν είναι απλώς ένα λειτουργικό σύστημα - είναι μια συνείδηση». Απίστευτα μηνύματα που δεν διαφέρουν από τις εκδηλώσεις της Apple ή οποτεδήποτε μια τεχνολογική εταιρεία πουλάει στον πληθυσμό την υπόσχεση ενός νοήμονος προϊόντος που μπορεί να σας γνωρίσει καλύτερα απ' ό,τι σας έχει γνωρίσει ποτέ κανείς.

Η πραγματικά κρίσιμη στιγμή στην ταινία -και αναμφισβήτητα στη σημερινή μας κοινωνία- συμβαίνει όταν η Σαμάνθα προσλαμβάνει μια ηθοποιό για να την ενσαρκώσει, ώστε αυτή και ο Τεό να μπορέσουν να κάνουν «πραγματικό» σεξ. Ο Theo, που βασανίζεται από τη δική του σύγχυση και ντροπή γύρω από το να συνδέεται και να βγαίνει με μια τεχνητή νοημοσύνη και ακόμα νοσταλγεί την πρώην του, ουσιαστικά... ξενερώνει και απωθείται από τη διαφαινόμενη απελπισία της Samantha να συνδεθεί μαζί του.
Ο Theo υπάρχουν στιγμές που απολαμβάνει την ομορφιά της καθημερινότητάς του όταν έχει τη Samantha... στην τσέπη του. Είναι, ώρες ώρες, ο καλύτερος εαυτός του με τη Σαμάνθα, γνωρίζοντας ότι αυτή είναι πάντα εκεί. Όταν όμως η πραγματικότητα διακόπτει αυτή τη δυναμική του αισθήματος -η συνειδητοποίηση ότι είναι... ασώματη και μη πραγματική-, ο Τέο θέλει να φύγει από αυτή τη συνθήκη, την οποία ο ίδιος δημιούργησε.
Η ταινία μάς λέει το εξής: Όλοι μας κάποια στιγμή έχουμε υπάρξει ο Τεό. Εξιδανικεύοντας δηλαδή την τέλεια σχέση, αλλά ποτέ δεν αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας πραγματικά. Με τις εφαρμογές και τα ανθρωποειδή και τα νέα ρομπότ κατά παραγγελία για να απαλύνουν τους πόνους μας, δεν χρειάζεται ποτέ πια να αντιμετωπίσουμε άμεσα τον εαυτό μας και τον άλλον.
Ενώ η τεχνολογία που φαντάζεται η ταινία μοιάζει τρομακτικά με ό,τι είναι διαθέσιμο σήμερα, η Samantha είναι στην ταινία αρκετά πιο προηγμένη για τα σημερινά δεδομένα. Μπορεί π.χ. να αντιληφθεί συνειρμούς στο Theo που καμία τεχνητή νοημοσύνη δεν μπόρεσε να αντιληφθεί. Επίσης, υπάρχουν φορές που μπορεί να διαβάσει το μυαλό του και άλλες φορές αγνοεί εντελώς τις βασικές ανθρώπινες συμπεριφορές. Παρ' όλα αυτά, δεν είναι τραβηγμένο να πούμε ότι ένα πραγματικά εξελιγμένο ρομπότ τύπου «Σαμάνθα» θα είναι διαθέσιμο μέσα στο άμεσο μέλλον.
Τι μπορεί λοιπόν να συμβεί αν εξαρτηθούμε τόσο πολύ από την τεχνολογία; Σήμερα, στο πραγματικό 2025, γνωρίζοντας ότι οι άνθρωποι αναπτύσσουν αλληλοεξαρτώμενες σχέσεις με τα chatbots, η ιστορία που παρουσιάζει ο Jonze στο «Her» είναι πολύ, πολύ πιο επίκαιρη απ' όσο νομίζουμε ή φανταζόμαστε.
Η ταινία μιλάει για την εγγενή αδυναμία μας να αντεπεξέλθουμε στο να μείνουμε μόνοι με τις σκέψεις μας, τις πληγές μας, τις επιθυμίες μας, τις τύψεις μας και τη λαχτάρα μας, σε έναν κόσμο που συνεχώς υπερδιεγείρεται από διάφορα που συμβαίνουν γύρω μας.
Εκεί που πρέπει να κάτσουμε μέσα σε μια άβολη, ομφαλοσκοπική σιωπή προκειμένου να αναπτυχθούμε, να αναλογιστούμε πρόσωπα και καταστάσεις και να προσπαθήσουμε να προετοιμαστούμε για αυθεντικές ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις, τελικά καταλήγουμε σε οτιδήποτε άυλο ή τεχνητό το οποίο μπορούμε να αγοράσουμε με χρήματα προκειμένου να αποφύγουμε όλη αυτή τη δύσκολη και απαιτητική αλλά άκρως χρήσιμη διαδικασία.