Τέσσερις γυναίκες καλλιτέχνιδες και μουσικοί που εμφανίστηκαν στις αρχές του 21ου αιώνα στο Ηνωμένο Βασίλειο, απολαμβάνοντας τεράστιες πωλήσεις αλλά στην πορεία τις κατέστρεψαν οι δαίμονές τους.
Πριν από μερικές ημέρες, η 39χρονη τραγουδίστρια και ηθοποιός Lily Allen ανακοίνωσε ότι θα κάνει ένα διάλειμμα από το επιτυχημένο podcast της στο BBC με τίτλο «Miss Me?» -το οποίο συνδιοργανώνει με τη φίλη της Miquita Oliver- λόγω των προβλημάτων της ψυχικής της υγείας.
«Δυσκολεύομαι να ενδιαφερθώ για το οτιδήποτε αυτήν τη στιγμή. Πραγματικά, δεν είμαι σε καλή κατάσταση», δήλωσε. «Ξέρω ότι μιλάω γι' αυτό εδώ και μήνες, αλλά είμαι σε μια καθοδική ψυχολογική τροχιά και έχω βγει εκτός ελέγχου».
Η Allen αποκάλυψε ότι οι κρίσεις πανικού την οδήγησαν να ακυρώσει κοινωνικές υποχρεώσεις και έκανε λόγο για την πίεση που δέχεται από τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιδιαίτερα όσον αφορά τα συζυγικά της προβλήματα και τους αγώνες της με το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η Άλεν ανακοινώνει... διακοπή μέχρι νεωτέρας. Η καλλιτέχνις έχει ένα μακρύ ιστορικό εθισμού και προβλημάτων ψυχικής υγείας.
Παρ' όλα αυτά, παραμένει από τις πιο επιτυχημένες Βρετανίδες ποπ καλλιτέχνιδες του αιώνα. Το 2005, στα 20 της χρόνια, έβγαλε τα πρώτα της ντέμο στο MySpace, και από την επόμενη χρονιά έφτασε στο νούμερο ένα στο Ηνωμένο Βασίλειο με το τραγούδι «Smile».
Η Allen κυκλοφόρησε τέσσερα άλμπουμ μεταξύ 2006 και 2018, αλλά από τότε αγωνίζεται να επιστρέψει στην δισκογραφία, καθώς πάντα κάτι την κρατάει πίσω.
Μια κομβική γενιά της βρετανικής ποπ
Η ιστορία της Allen θεωρείται συχνά μια μεμονωμένη και ιδιαίτερα συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Όταν κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ της, «It's Not Me, It's You», το 2009 -το οποίο ήταν ακόμη πιο επιτυχημένο από το ντεμπούτο της-, χαιρετίστηκε ως η αιχμή του δόρατος ενός νέου κύματος γυναικών καλλιτεχνών, έτοιμων να επαναπροσδιορίσουν τη βρετανική ποπ.
Η Allen ακολούθησε τα βήματα της Amy Winehouse, η οποία ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερή της και είχε ήδη αφήσει το στίγμα της με δύο εξαιρετικά άλμπουμ, που κυκλοφόρησαν το 2003 και το 2006.
Παυλίνα Βουλγαράκη: Μαμά για πρώτη φορά θα γίνει η τραγουδίστρια
Πέθανε η σπουδαία τραγουδίστρια Μαριάν Φέιθφουλ, σε ηλικία 78 ετών
Εκείνη η χρονιά, το 2009, γιορτάστηκε από τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης ως «η χρονιά των γυναικών», ειδικά αφού πέντε καλλιτέχνιδες εμφανίστηκαν μεταξύ των 12 φιναλίστ για το επίζηλο Mercury Prize.
Ένα κοινό νήμα συνδέει σχεδόν όλες τις επιτυχημένες Βρετανίδες τραγουδίστριες αυτής της γενιάς.
Η Amy Winehouse και η Lily Allen, μαζί με την Duffy (γεννημένη το 1984), τη Florence Welch (1986), την Adele και την Jessie J (1988) και τη Laura Marling (1990), όλες τους κάποιες στιγμή της καριέρας τους υπήρξαν εξαιρετικά δημοφιλείς. Αντίστοιχα, σε κάποιο σημείο της καριέρας τους, η καθεμία αντιμετώπισε προβλήματα ψυχικής υγείας διαφορετικής σοβαρότητας.
Η πιο τραγική περίπτωση είναι αυτή της Winehouse, η οποία πέθανε το 2011. Από πολλές απόψεις, ο θάνατός της λειτούργησε ως ένα... ξυπνητήρι αφύπνισης για τους συναδέλφους της, προκαλώντας προβληματισμό σχετικά με τη σημασία της ψυχικής υγείας σε μια βιομηχανία που, εκείνη την εποχή, της έδινε ελάχιστη σημασία.
«Οι νέοι καλλιτέχνες σήμερα έχουν πολύ μεγαλύτερη επίγνωση του θέματος» λέει η Rosana Corbacho, ψυχολόγος που ειδικεύεται στη μουσική βιομηχανία. «Υπάρχει πλέον ένα κίνημα που ενθαρρύνει την αυτοφροντίδα, τη θεραπεία και τον πιο υγιεινό τρόπο ζωής και αυτά τα πράγματα είναι ευρέως αποδεκτά. Οι τραγουδιστές εκείνης της γενιάς δεν το είχαν αυτό. Τότε, η ψυχική υγεία ενός καλλιτέχνη με κατάθλιψη δεν συζητιόταν τόσο πολύ. Μιλούσαν μόνο σε περιπτώσεις αυτοκτονίας ή εθισμού σε ναρκωτικά».
Ο μύθος του βασανισμένου καλλιτέχνη
Η Adele ήταν από τις πρώτες σταρ που μίλησαν ανοιχτά για τους αγώνες της με την ψυχική υγεία και πολλοί θαυμαστές ερμηνεύουν τους στίχους του τραγουδιού της «Rolling in the Deep» ως μια αντανάκλαση των εμπειριών της με την κατάθλιψη. Η Marling παραδέχτηκε, επίσης, ότι απομακρύνθηκε προσωρινά από τη μουσική στο απόγειο της επιτυχίας της για να γίνει δασκάλα γιόγκα, αφού πάλευε με την κατάθλιψη.
Στο βιβλίο της «Touring and Mental Health: A Handbook for the Music Industry», η Βρετανίδα ψυχοθεραπεύτρια Tamsin Embleton γράφει: «Η κατανόηση και η αντίδρασή μας στην κατάθλιψη διαμορφώνεται, εν μέρει, από τους καλλιτέχνες γύρω μας. Τη βλέπουμε να συμβολίζεται στην τέχνη ή μέσα από τις τραγικές ιστορίες εκείνων που χάθηκαν στη δίνη της. Βρίσκεται επίσης στο μύθο του "βασανισμένου καλλιτέχνη", που ρομαντικοποιεί τον πόνο και προωθεί την πλάνη ότι ο πόνος είναι προϋπόθεση για τη δημιουργία μεγάλης τέχνης. Αυτές οι παρανοήσεις αποπροσανατολίζουν από τη ζοφερή πραγματικότητα ότι πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους πέθαναν εξαιτίας μιας βαριάς ψυχικής ασθένειας».

Ο Pablo Garnelo, Ισπανός ψυχολόγος και μουσικός, σημειώνει με τη σειρά του ότι «η βιομηχανία του θεάματος, όπου η αναγνώριση και η επικύρωση είναι δείκτες επιτυχίας, λειτουργεί ως προσωρινό ηρεμιστικό - μια εμπειρία που τείνει να κρύβει το άτομο πίσω από τη δημόσια περσόνα που βλέπουμε στη σκηνή μιας συναυλίας. Είμαστε μάρτυρες του πώς η βιομηχανία εκμεταλλεύεται τη δυσαρέσκεια και την απογοήτευση του κοινού, όπου οτιδήποτε μη κερδοφόρο τιμωρείται και η ρομαντικοποίηση του ''καταραμένου καλλιτέχνη'' έχει γίνει απλώς ένα ακόμη γρανάζι σε μια μηχανή που δεν σταματά να γυρίζει, επιδιώκοντας πάντα τη μεγιστοποίηση του κέρδους».
Η Florence Welch -της οποίας το ντεμπούτο άλμπουμ Lungs (2009) έφτασε στο Νο1 στο Ηνωμένο Βασίλειο, κέρδισε ένα Βrit Award και έθεσε τις βάσεις για μια καριέρα που παραμένει σταθερά επιτυχημένη- έχει μιλήσει με ειλικρίνεια για τους αγώνες της με το άγχος, τον αλκοολισμό, τις διατροφικές διαταραχές και τη διαταραχή μετατραυματικού στρες.
Σε αντίθεση με την τάση της βιομηχανίας να ρομαντικοποιεί τον πόνο, η ίδια έχει επικρίνει ανοιχτά αυτή την αφήγηση. «Κατάφερα να είμαι επιτυχημένη παρά τους δαίμονές μου, όχι εξαιτίας τους», δήλωσε στη Vogue το 2019.
Είναι διαφορετική η κατάσταση για τις γυναίκες καλλιτέχνες;
«Οι έρευνες μας λένε ότι τα περιστατικά ψυχικής ασθένειας είναι σημαντικά υψηλότερα από ό,τι στον γενικό πληθυσμό. Μια δημοφιλής μελέτη του 2017 από το Help Musicians UK, που διεξήχθη από τους Gross και Musgrave, αποκάλυψε ότι 71,1% των μουσικών ανέφεραν περιστατικά άγχους ή/και κρίσεων πανικού και 68,5% βίωσαν περιστατικά κατάθλιψης. Οι Gross και Musgrave έγραψαν ότι «το να κάνεις μουσική είναι θεραπευτικό, αλλά το να κάνεις καριέρα στη μουσική είναι καταστροφικό», γράφει η Embleton στο βιβλίο της.

«Οι εθισμοί και οι διαταραχές συμπεριφοράς, οι οποίες είναι πολύ συχνές σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι συχνά μόνο η κορυφή του παγόβουνου - συμπτώματα πιο σύνθετων θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων εμπειριών παρενόχλησης και απόρριψης, καθώς και παραμέλησης τόσο στην πρώιμη παιδική όσο και στην ενήλικη ζωή. Ο κλάδος εκθέτει και επιδεινώνει τα ατομικά τρωτά σημεία», εξηγεί ο Garnelo.
Εικόνα, αυτοεκτίμηση, εγκυμοσύνη
Η Lily Allen και η Florence Welch μπήκαν στη μουσική βιομηχανία κουβαλώντας αυτά τα προσωπικά βάρη, αλλά οι γυναίκες στον κλάδο αντιμετωπίζουν συχνά πρόσθετες πιέσεις σε σύγκριση με τους άνδρες συναδέλφους τους. Ο έλεγχος σχετικά με τη σωματική εμφάνιση και οι προκλήσεις όπως η επιλόχεια κατάθλιψη -που βίωσαν τόσο η Allen όσο και η Adele- είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες που επηρεάζουν δυσανάλογα τις γυναίκες καλλιτέχνιδες.
Η Jessie J, για παράδειγμα, αποκάλυψε το περασμένο καλοκαίρι ότι το γεγονός πως έγινε μητέρα είχε εντείνει τους αγώνες της με την ψυχαναγκαστική διαταραχή και τη ΔΕΠΥ. Εν τω μεταξύ, η Allen παραδέχτηκε ότι εθίστηκε στο Adderall, ένα φάρμακο που συνταγογραφείται για τη ΔΕΠΥ, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας με τη Miley Cyrus, επειδή τη βοηθούσε να παραμείνει αδύνατη. Εκείνη την εποχή, ένιωθε ότι το σώμα της «κρινόταν διαρκώς» σε σύγκριση με τη Σάιρους, της οποίας η υπερσεξουαλική εικόνα κυριαρχούσε τότε στην παγκόσμια μουσική βιομηχανία.

Η Rosana Carbacho, ψυχολόγος με πολυετή εμπειρία στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπογραμμίζει την εμμονή της βρετανικής ποπ κουλτούρας και του αδυσώπητου περιβάλλοντος των ΜΜΕ, όπου οι μουσικοί βρίσκονται υπό συνεχή δημόσιο έλεγχο.
«Υπάρχει μεγάλη ζήτηση και έκθεση για τα δημόσια πρόσωπα» εξηγεί, υπενθυμίζοντας την εποχή του «heroin chic» - μιας τάσης της μόδας που εξιδανίκευε τα ακραία λεπτά κορμιά, όπως του μοντέλου Κέιτ Μος, και προωθήθηκε έντονα από τον Τύπο. «Ήταν τρομερό για την υγεία των εμπλεκομένων, αλλά όχι για τον χώρο της διαφήμισης, των ΜΜΕ και των δισκογραφικών εταιρειών».
Η καταστροφική περίπτωση της Ντάφι
Η Aimée Ann Duffy, γνωστή επαγγελματικά ως Duffy, ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες τραγουδίστριες της γενιάς της. Το ντεμπούτο άλμπουμ της, «Rockferry», ήταν το άλμπουμ με τις περισσότερες πωλήσεις του 2008 στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σουηδία και τη Δανία, κατέκτησε την κορυφή των charts σε έξι χώρες και της χάρισε τρία βραβεία Brit και ένα Grammy. Ωστόσο, δεν επανέλαβε αυτή την επιτυχία με το επόμενο άλμπουμ της, «Endlessly», το 2010, και κατόπιν η νεαρή μουσικός εξαφανίστηκε από τη δημόσια ζωή.
Για σχεδόν μια δεκαετία, η εξαφάνισή της παρέμεινε μυστήριο - μέχρι το 2020, όταν αποκάλυψε η ίδια τον λόγο της απουσίας της. Σε μια βαθιά εξομολογητική ανάρτηση στο Instagram και σε μια μακροσκελή ανοιχτή επιστολή στην ιστοσελίδα της, η Duffy αποκάλυψε ότι ενώ γιόρταζε τα γενέθλιά της, είχε ναρκωθεί και απαχθεί από έναν άγνωστο, κρατήθηκε αιχμάλωτη σε ένα ξενοδοχείο σε μια ξένη χώρα και βιάστηκε επανειλημμένα από τον ίδιο δράστη για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στη συνέχεια, τη νάρκωσαν ξανά στο σπίτι της για τέσσερις εβδομάδες. Η τραγουδίστρια δεν αποκάλυψε ποτέ την ταυτότητα του δράστη ούτε πήγε στην αστυνομία, εξηγώντας ότι της είπαν ότι θα τη σκότωναν αν μιλούσε ποτέ.
Μετά το τραυματικό επεισόδιο, η Duffy δήλωσε ότι έμεινε εντελώς μόνη για 10 χρόνια και σκέφτηκε ακόμη και την αυτοκτονία, προτού αναζητήσει ψυχολογική βοήθεια.
Η περίπτωση της Duffy -αν και μεμονωμένο γεγονός- εντάσσεται σε ένα ευρύτερο, ανησυχητικό μοτίβο έμφυλης βίας και εκμετάλλευσης στη μουσική βιομηχανία. Η Lily Allen, για παράδειγμα, υπέστη χρόνια παρενόχλησης από έναν διώκτη που αρχικά επικοινώνησε μαζί της στο Twitter πριν κλιμακώσει τη συμπεριφορά του, επιχειρώντας τελικά να εισβάλει στο σπίτι της και απειλώντας να τη σκοτώσει.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης του 2024 Be The Change για την ισότητα των φύλων, τρεις στις πέντε γυναίκες (60%) στη μουσική βιομηχανία έχουν βιώσει σεξουαλική παρενόχληση και μία στις πέντε έχει υποστεί σεξουαλική επίθεση. Ωστόσο, η κουλτούρα της σιωπής κυριαρχεί - το 70% των θιγόμενων δεν καταγγέλλουν τα περιστατικά, φοβούμενοι τα επαγγελματικά αντίποινα ή την απόλυση. Μεταξύ εκείνων που μιλούν, το 56% λέει ότι οι καταγγελίες τους αγνοήθηκαν και το 38% αναφέρει ότι μπήκε σε μια ιδιότυπη «μαύρη λίστα» επειδή μίλησε.
Η Embleton εξηγεί ότι «η φήμη και η δημοφιλία αυξάνει τον κίνδυνο ανεπιθύμητης και παρεμβατικής προσοχής, όπως οι έντονες και ανεπιθύμητες αλληλεπιδράσεις με τους θαυμαστές. Μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, έχουμε κάνει τους καλλιτέχνες πολύ πιο προσιτούς στους θαυμαστές, δίνοντάς τους προηγουμένως αθέατες πληροφορίες για την προσωπική ζωή του καλλιτέχνη. Οι ομάδες μάρκετινγκ γύρω από έναν μουσικό συχνά ενθαρρύνουν τους καλλιτέχνες να δημοσιεύουν τακτικά και να μοιράζονται πτυχές της ιδιωτικής τους ζωής. Αυτό μπορεί να εντείνει τις παρακοινωνικές σχέσεις, οι οποίες είναι έντονες και μονόπλευρες, καθοδηγούμενες από τη φαντασίωση ενός ατόμου για το ποιος είναι ή θα μπορούσε να είναι ο καλλιτέχνης γι' αυτόν».
Η Rosana Corbacho διερευνά μια άλλη πτυχή: την τοξικότητα και τη δυναμική της εξουσίας μέσα στη βιομηχανία. «Το πρόσθετο πρόβλημα με την ποπ και τις τεράστιες περιοδείες είναι ότι δεν έχεις πολύ χώρο για μια κανονική ζωή ή για να έχεις σχέσεις με τους φίλους σου από το σχολείο, την οικογένειά σου ή τον σύντροφο της ζωής σου. Αυτό θα σε προστάτευε από την τρέλα τού να είσαι απλά και μόνο ένα "προϊόν" και νομίζω ότι κάτι που έχουν κοινό όλες οι γυναίκες που αναφέραμε είναι ότι στην πραγματικότητα υπήρξαν προϊόντα προς πώληση και εκμετάλλευση», καταλήγει με νόημα.