Η (ακραία) δίαιτα είναι ο πιο πρόσφατος τρόπος για τους Κροίσους αυτού του κόσμου να σηματοδοτήσουν τον πλούτο και το κύρος τους. Γιατί λοιπόν οι mega-rich δεν τρώνε πια;
«Δεν θέλω να φάω όλα αυτά τα σκ@@ά», φωνάζει σε ένα οικογενειακό τραπέζι ο Logan Roy, στο εναρκτήριο επεισόδιο της δεύτερης σεζόν της σπουδαίας σειράς Succession. Τα εν λόγω «σκ@@ά» είναι η μία πιατέλα μετά την άλλη με γαρίδες, στρείδια, και αστακούς πνιγμένους σε βούτυρο. «Πίτσα! Θα φάμε μια απλή πίτσα», διατάζει ο Λόγκαν.
Και έτσι το προσωπικό του μεταφέρει τα πιάτα που σφύζουν από οστρακοειδή και τα πετάει με συνοπτικές διαδικασίες στους κάδους έξω. Οι πίτσες παραγγέλλονται και απλώνονται στο τραπέζι -αλλά και αυτές παραμένουν εντελώς ανέγγιχτες.
Οι άνθρωποι που δεν τρώνε
Στο Succession, η καθημερινότητα του πάτερ-φαμίλια και των τεσσάρων τέκνων του σηματοδοτείται από το τι τρώνε - ή, καλύτερα, τι δεν τρώνε- οι χαρακτήρες. Οι Roys, οι δισεκατομμυριούχοι στην κορυφή της αυτοκρατορίας των μέσων ενημέρωσης Waystar Royco, φαίνεται να τρώνε ελάχιστα. Ή και καθόλου. Αφήνουν αυτή την δραστηριότητα στους... αυλικούς τους.
Το Succession είναι μυθοπλασία, βεβαίως. Αλλά παραμένει μια εντυπωσιακά ακριβής (και καλά τεκμηριωμένη) βινιέτα της ζωής των μεγαλοπλούσιων. Όπως και οι Ρόι, το... 1% του παγκόσμιου πληθυσμού που (αυτο)προσδιορίζονται ως mega-rich, δηλαδή υπερ-Κροίσοι, όλο και περισσότερο επαίρονται ότι παραμένουν παροιμιωδώς εγκρατείς ως προς την όρεξή τους για φαγητό.
«Χακάροντας» τον οργανισμό σου
Ο συνιδρυτής του X, ο Jack Dorsey παραδέχτηκε κάποτε ότι νηστεύει για 22 ώρες την ημέρα, ενώ ο πολυεκατομμυριούχος Bryan Johnson έχει ισχυριστεί στο παρελθόν ότι κάνει καθημερινή νηστεία 23 ωρών.
Πολλοί άλλοι εργαζόμενοι της Silicon Valley αρκούνται σε ροφήματα υποκατάστασης γευμάτων όπως το Soylent και το Huel με το πρόσχημα του «biohacking». Αλλά η ακραία νηστεία δεν περιορίζεται μόνο στα tech bros: το βίντεο με την πρωινή ρουτίνα της Bella Hadid περιελάμβανε πάνω από 20 διαφορετικά συμπληρώματα και βιταμίνες και μόνο μια μπουκιά από ένα κρουασάν.
Φυσικά, το πιο προφανές παράδειγμα υποκατάστασης φαγητού από ένα φάρμακο είναι το Ozempic, το φάρμακο για την απώλεια βάρους μεταξύ των ελίτ, το οποίο λειτουργεί καταστέλλοντας την πείνα.
Ο αντίκτυπος του Ozempic ήταν τόσο καταλυτικός που οι αναλυτές υπολόγισαν ότι το φάρμακο θα μπορούσε να έχει έναν άνευ προηγουμένου αντίκτυπο στην κατανάλωση τροφίμων.
«Προφανώς, δεν ξέρω πότε κάποιος παίρνει ναρκωτικά ή φάρμακα» δήλωσε στο The Cut το 2023 ο Anthony Geich, διευθυντής στο υψηλής κουζίνας ινδικό εστιατόριο Sona της διάσημης Priyanka Chopra. «Έχω σίγουρα παρατηρήσει, όμως, την τάση να παραγγέλνονται περισσότερο σαλάτες».
Η «ταξική» σχέση μας με το φαγητό
Η σχέση ενός ατόμου με το φαγητό πάντα αποκάλυπτε πολλά για την τάξη του.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι συνειρμοί που φέρουν τα διάφορα τρόφιμα ήταν πάντα «σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενοι από τη σπανιότητά τους» εξηγεί η Pen Vogler, συγγραφέας του Stuffed: A History of Good Food and Hard Times in Britain (Μια ιστορία του καλού φαγητού και των δύσκολων καιρών στη Βρετανία).
«Η "καμπύλη προσφοράς και ζήτησης" είναι ένας αρκετά αξιόπιστος δείκτης για το ποια τρόφιμα χρησιμοποιούνται για να σηματοδοτήσουν το υψηλό κύρος: το ελάφι και το κυνήγι, η πώληση των οποίων ήταν ιδιαίτερα ελεγχόμενη, από τη νορμανδική εισβολή και μετά, τα μπαχαρικά στη μεσαιωνική και την Αγγλία των Τυδώρ και τα γαλλικά τρόφιμα τον 19ο αιώνα», λέει. «Για αιώνες οτιδήποτε εισαγόταν ήταν υψηλού κύρους».
Το μέγεθος του σώματος ως οικονομικό στάτους
Καθώς οι επιλογές τροφίμων συνδέονται τόσο στενά με το οικονομικό στάτους, προκύπτει ότι θεωρούμε επίσης ορισμένους σωματότυπους ως πιο «επιθυμητούς» από άλλους.
«Το πάχος ήταν κάποτε σύμβολο πλούτου -και επομένως επιθυμητό-, ενώ η λεπτότητα συνδεόταν με τη φτώχεια - και επομένως ανεπιθύμητη» εξηγεί η Dr Maxine Woolhouse, ανώτερη λέκτορας Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Leeds Beckett με εξειδίκευση στην κοινωνική τάξη και τις διατροφικές πρακτικές.
«Στη σύγχρονη εποχή όμως, ορισμένες τάσεις έχουν αντιστραφεί». Η εργασιοκεντρική κοινωνία μας αφήνει ελάχιστο χρόνο στους ανθρώπους -ιδιαίτερα στους ανθρώπους με χαμηλά εισοδήματα- να σχεδιάζουν, να αγοράζουν και να μαγειρεύουν υγιεινά τρόφιμα ή να ασκούνται, και όπως λέει η Dr Woolhouse, «αυτός είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο η παχυσαρκία συνδέεται πλέον περισσότερο με την εργατική τάξη σε αντίθεση με τα λεπτά σώματα».
Σήμερα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του κινήματος «body positivity», ο δυτικός πολιτισμός συνεχίζει να εκτιμά το λεπτό σώμα. Πρόκειται για μια τάση που έχει καταστροφικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία: στο Ηνωμένο Βασίλειο, περίπου 1,25 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από διατροφική διαταραχή και ο αριθμός αυτός αυξάνεται απότομα.
«Είμαστε περιτριγυρισμένοι από τόσο πολύ φαγητό τώρα, που είναι πιο δύσκολο να μην τρώμε παρά να τρώμε», εξηγεί η Vogler. «Τόσα πολλά πράγματα μας πιέζουν για όλο και περισσότερο φαγητό: το μάρκετινγκ, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η τηλεοπτική διαφήμιση, οι εφαρμογές παράδοσης, οι προσφορές γευμάτων στα σούπερ μάρκετ, τα φτηνά υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα που έχουν σχεδιαστεί για να μας κάνουν να τρώμε περισσότερο».
Η οικονομική ελίτ έχει πρόσβαση σε άλλα τρόφιμα
Τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά για την πλούσια ελίτ. «Οι Κροίσοι δεν χρειάζεται να τρώνε τρόφιμα που προκαλούν παχυσαρκία», λέει η Vogler. «Μπορεί να είναι αρκετά δύσκολο στο περιβάλλον των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να είναι κανείς αδύνατος, αλλά οι εκατομμυριούχοι έχουν τους οικονομικούς πόρους που χρειάζονται για να το κάνουν: πρόσβαση σε καλό και φρέσκο φαγητό, εκπαίδευση, χώρο, χρόνο».
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το Ozempic εξακολουθεί να χρησιμοποιείται κυρίως από τους πλούσιους, με αναφορές που υποστηρίζουν ότι οι χρήστες του φαρμάκου συγκεντρώνονται σε εύπορες περιοχές όπως το Μανχάταν και το Χόλιγουντ. Ο Elon Musk έχει επίσης παραδεχτεί ότι χρησιμοποιεί το φάρμακο.
Δείγμα κύρους η παραίτηση από το φαγητό
Κατά συνέπεια, η διοργάνωση ενός πλουσιοπάροχου συμποσίου ή η παραγγελία αστακού δεν αποτελεί πλέον επαρκές δείγμα κύρους. Σήμερα, σημάδι πραγματικού πλούτου είναι η ικανότητα να παραιτείται κανείς εντελώς από το φαγητό.
Η κατανάλωση φαγητού ουσιαστικά προδίδει τις πιο βασικές ανθρώπινες ανάγκες ενός ατόμου. Σε μια εποχή που έχει εμμονή με τη «βέλτιστη εικόνα του εαυτού μας», η μη κατανάλωση φαγητού υποδηλώνει ότι ένα άτομο είναι κατά κάποιον τρόπο «πέρα» από τις ανάγκες και έχει επιτύχει την απόλυτη κυριαρχία του σώματός του με αυξημένη ικανότητα αποτελεσματικότητας και εστίασης σε αυτά που είναι πραγματικά σημαντικά: την επίτευξη (οικονομικών και άλλων) στόχων.
Νηστεία και προσευχή
«Υπάρχει μια παράδοση στις χριστιανικές κοινωνίες -και πιθανότατα σε πολλές άλλες θρησκείες, εξ ου και η ευρέως διαδεδομένη πρακτική της νηστείας- όπου η επίδειξη της έλλειψης ανάγκης για υλικά πράγματα, ειδικά για τροφή, και η ικανότητα επίδειξης αυτοελέγχου και πειθαρχίας αποτελούν σύμβολα πνευματικής υπέρβασης», λέει ο Δρ Woolhouse.
Είναι γνωστό ότι η Ιταλίδα αγία Αικατερίνη της Σιένα νήστευε για παρατεταμένες χρονικές περιόδους ως μέσο επίδειξης της αφοσίωσής της στον Θεό μέσω ακραίου αυτοελέγχου. «Αλλά υπάρχει και μια ταξική διάσταση σε αυτό», συνεχίζει η Δρ Γούλχαουζ, «επειδή το να είσαι σε θέση να επιδεικνύεις την έλλειψη ανάγκης για υλικά αγαθά, όπως η τροφή, υποδηλώνει επίσης μια κοινωνική υπέρβαση, όπως, π.χ., το ότι είναι συμβολικό να ζεις μια ζωή όπου οι υλικές μας ανάγκες δεν αποτελούν καθημερινό μας μέλημα».
Η κανονικοποίηση της διαταραχής
Εξακολουθεί πάντως να είναι αξιοσημείωτο να βλέπεις διασημότητες να παραδέχονται ανοιχτά ότι νηστεύουν για 23 ώρες την ημέρα ή ότι παίρνουν 14 διαφορετικά χάπια συμπληρωμάτων αντί για ένα ισορροπημένο πρωινό.
«Κανονικοποιεί και επικυρώνει διαιτολογικές πρακτικές που σε άλλα πλαίσια θα θεωρούνταν διατροφικές διαταραχές», λέει η Δρ Woolhouse. «Όταν οι διατροφικές πρακτικές υποστηρίζονται ότι γίνονται "στο όνομα της υγείας" είναι κοινωνικά πιο αποδεκτές και δύσκολα αμφισβητούνται».
Επισημαίνει δε εμφατικά ότι μια φυσιολογική έφηβη που θα έκανε ό,τι και ο Τζακ Ντόρσεϊ, πιθανότατα θα θεωρούνταν άρρωστη και θα χρειαζόταν ιατρική παρέμβαση.
Είναι προφανές, αλλά αξίζει να επαναλάβουμε ότι όλες αυτές οι ακραίες, μοδάτες τάσεις διατροφής είναι τόσο αναποτελεσματικές όσο και επικίνδυνες. Αλλά αυτή η τάση δεν αφορά πραγματικά το φαγητό ή την υγεία. Έχει να κάνει με το τι θεωρούν οι πλούσιες και mega-rich ελίτ ως «αποδοτικότητα» και «παραγωγικότητα». Είναι ένας τρόπος για τις εύπορες τάξεις να σηματοδοτήσουν τον πλούτο και το κύρος τους και να τοποθετηθούν πάνω από εμάς, τους κοινούς θνητούς, που εξευτελίζουμε τους εαυτούς μας... τρώγοντας σουβλάκια.