Στο τέλος της άνοιξης του 1970, ένας έρωτας γεννήθηκε στις σπηλιές των Ματάλων.
Είναι ο έρωτας της Aμερικανίδας ζωγράφου και τραγουδίστριας Τζόνι Μίτσελ και του συμπατριώτη της Κάρεϊ. Και οι δύο, φυγάδες από την τακτοποιημένη αστική ζωή, δηλαδή και οι δύο χίπις. Ο έρωτάς τους έγινε διάσημος σε όλο τον κόσμο χάρη στο τραγούδι «Carey», που έγραψε τότε, επί κρητικού εδάφους, η Μίτσελ.
Ο Κάρεϊ (πραγματικό όνομα Cary Raditz) είχε φύγει από την πόλη του (Winston-Salem) στην Αμερική, για να ζήσει αυτό που οι χίπις όλοι τότε ονόμαζαν Το Ταξίδι. Ταξίδεψε πολύ, έφθασε μέχρι το Αφγανιστάν, αλλά την Άνοιξη του 1970, ήταν ένας ακόμα mother’s nature son στις σπηλιές, στα Μάταλα Κρήτης.
Σχεδόν ταυτόχρονα, η Τζόνι Μίτσελ έκανε το δικό της ταξίδι ζωής, και φθάνει στα Μάταλα, αναζητώντας και αυτή απαντήσεις σε προσωπικά αδιέξοδα.Η μοναδική φωτογραφία της Τζόνι Μίτσελ με τον Κάρεϋ, που έχει σωθεί, τους δείχνει να κάθονται και να χαμογελούν, ενώ η Τζόνι έχει στα πόδια της το Mountain Dulcimer.
Ο παράξενος ήχος που ακούγεται στο τραγούδι Carey, σαν κιθάρα, βγαίνει από το Mountain Dulcimer, έγχορδο από τα Απαλάχια όρη, που η Τζόνι, είχε φέρει στα Μάταλα. Ο έρωτάς τους, δεν κράτησε πολύ - ήταν μια Άνοιξη μόνο. Αλλά αυτή η Άνοιξη, ήταν μια στάμνα δροσερή που έφερε στον κόσμο ένα πανέμορφο κι αθάνατο παιδί, το τραγούδι.
Το Carey, έγινε εμβληματικό για την παγκόσμια ψυχεδέλεια. Η Τζόνι, εκφράζει τον έρωτά της στον Κάρεϋ, αλλά και το μοναδικό αίσθημα ελευθερίας, που βίωσε, ζώντας ως χίπισσα κι αυτή, στις κρητικές σπηλιές των Ματάλων.
Έλα Κάρεϋ, πάμε στο καφενείο της Γοργόνας
και θα σε κεράσω ένα μπουκάλι κρασί
θα γελάσουμε και θα πιούμε στην υγειά του Τίποτα, και μετά θα σπάσουμε τα άδεια ποτήρια…
Come on down to the Mermaid Cafe
And I will buy you a bottle of wine
And we'll laugh and toast to nothing and
Smash our empty glasses down
Αυτός ο στίχος «θα πιούμε στην υγειά του Τίποτα», που μας θυμίζει τα συγκλονιστικά λόγια του Καζαντζάκη «Δεν ελπίζω τίποτα δεν φοβάμαι τίποτα είμαι ελεύθερος», ήταν η πίστη, των παιδιών των λουλουδιών, που ρίζωσαν στις σπηλιές των Ματάλων, πριν ξεριζωθούν, εκείνη την Άνοιξη, από την κακόκαρδη χούντα. Το τραγούδι, αποτέλεσε έμπνευση, για τον βρετανό καλλιτέχνη Julian Davies, που έχοντας μουσική υπόκρουση την υπέροχη φωνή της Μίτσελ, δημιούργησε ένα ωραίο βιντεοκλίπ, για το Μάταλα…
Το τραγούδι απαθανατίζει ακόμα το θρυλικό Καφενείο της Γοργόνας.
Το καφενείο γνωστό και σαν Mermaid Cafe είχε στην πρόσοψή του, μια γοργόνα φιλοτεχνημένη από την (δεκαεξάχρονη τότε) κρητικοπούλα Πηνελόπη, αδελφή του ιδιοκτήτη Στέλιου Ξαγοραράκη.
Σήμερα, η τοιχογραφία αυτή, δυστυχώς δεν υπάρχει, οι χουντικοί γκρέμισαν το Καφενείο, την Άνοιξη του 1970, όταν με στρατιωτικού τύπου επέμβαση, έδιωξαν τους χίπις από τις σπηλιές. Τα γεγονότα περιγράφονται στο βιβλίο Μάταλα (Η ιστορία της Νεφεριάνας) του Μανώλη Νταλούκα (Εκδόσεις ΑΓΚΥΡΑ, 2018).
Για την Γοργόνα των Ματάλων, ιδέα μόνο παίρνουμε από μία (και μοναδική), μακρινή φωτογραφία.Το έργο, όπως και το Καφενείο, έγινε εμβληματικό, για την Παγκόσμια Ψυχεδέλεια, αφού εκατοντάδες χίπις από όλα τα μέρη του κόσμου, το θαύμασαν σε πραγματικό χρόνο, και η Joni Mitchell, που έζησε τότε εκεί, το απαθανάτισε στο τραγούδι της, Carey.
Come on down to the Mermaid Cafe
And I will buy you a bottle of wine…
Ακόμα και σήμερα, οι παλαιοί χίπις, αναφέρονται με συγκίνηση, για τη Γοργόνα και το The Mermaid Cafe. Στην πατρίδα μας, η τοιχογραφία, το ιστορικό Καφενείο, αλλά και τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκεί, εκείνη την Άνοιξη, είναι σχεδόν άγνωστα, αφού ελάχιστοι έλληνες, είχαν πάει τότε στα Μάταλα Κρήτης. Και έχουμε το παράδοξο : Ένα δικό μας έργο, διάσημο και με χιλιάδες αναφορές στο Εξωτερικό, να είναι άγνωστο στην Ελλάδα.
Η Πηνελόπη χρησιμοποίησε χρώματα, και κοχύλια, για να δημιουργήσει την Γοργόνα, στην πρόσοψη του Καφενείου, στους εσωτερικούς τοίχους του οποίου υπήρχαν, και άλλες τοιχογραφίες, και που απεικόνιζαν βασικούς ήρωες της Παγκόσμιας Ψυχεδέλειας, (Beatles, Hendrix κ.α). Και αυτές οι τοιχογραφίες, δεν έχουν σωθεί, ούτε υπάρχει (από όσα ξέρουμε μέχρι σήμερα) φωτογραφία.
Η δεύτερη εκδοχή της ντυμένης Γοργόνας
Η Γοργόνα, υπήρξε σε δύο μορφές. Στην πρώτη ήταν γυμνόστηθη, στην δεύτερη όχι. Ο λόγος είναι, ότι, την πρώτη φορά, φιλοτεχνήθηκε γυμνή, όπως και έπρεπε, αφού δεν νοείται, Γοργόνα ντυμένη. Όμως, οι χουντικοί χωροφύλακες, απαίτησαν από τον ιδιοκτήτη του Καφενείου, και αδελφό της Πηνελόπης, Στέλιο Ξαγοραράκη, να …ντύσει την Γοργόνα! Έτσι η πρώτη καταστράφηκε, και στη θέση της έγινε άλλη που φορούσε …στηθόδεσμο. Η δεύτερη εκδοχή, αν υπήρχε σήμερα, θα ήταν μνημείο εκείνου του σκοτεινού καιρού, όταν οι χουντικοί του «ΕλληνοΧριστιανικού ιδεώδους», έντυσαν ακόμη και τις Γοργόνες. Όμως και αυτή η εκδοχή, δεν υπάρχει, αφού το Καφενείο γκρεμίστηκε. Παραμένουν τουλάχιστον οι φωτογραφίες, που θα έπρεπε, να αναφέρονται μαζί με το εννοιολογικό τους πλαίσιο, δείχνοντας τη νοοτροπία των χουντικών, και υπενθυμίζοντας τα γεγονότα, στα Μάταλα Κρήτης.
Στο τέλος της Άνοιξης του 1970, η χωροφυλακή της χούντας και τα ΤΕΑ, εισέβαλλαν στα Μάταλα, και έδιωξαν τους χίπις αφού τους θεωρούσαν μιάσματα και αλήτες. Ο Στέλιος Ξαγοραράκης, συνελήφθη και ξυλοκοπήθηκε από τους χουντικούς, θεωρούμενος προστάτης των «αλητών». Λίγο αργότερα, έφυγε από την Ελλάδα, και μετανάστευσε για πάντα στις ΗΠΑ. Η αδελφή του Πηνελόπη, έμεινε στην Ελλάδα, και έγινε σχεδιάστρια Μόδας στην Αθήνα, κρατώντας όμως, πάντα την Κρήτη και τα Μάταλα στην καρδιά της.