Ο Αλέξανδρος Κωστής και ο Πέτρος Αντωνιάδης άφησαν πίσω τους την πόλη και έφτιαξαν ξανά από το μηδέν τη ζωή τους στην Άνδρο, δημιουργώντας μια πρότυπη φάρμα, τη Livada Farm στη Μεσαριά, η οποία ακολουθεί τη φιλοσοφία της περμακουλτούρας, μιας πράσινης μεθόδου καλλιέργειας που σέβεται τη φύση και μιμείται τις λειτουργίες της.
Δυο απόφοιτοι του ίδιου σχολείου που είχαν κοινούς φίλους και παράλληλες ζωές, αλλά δεν είχαν ποτέ γνωριστεί, συναντήθηκαν μετά από λίγα χρόνια σε μια συνεδρία φυσικού τοκετού, συνοδεύοντας τις έγκυες συζύγους τους, και άρχισαν να συνομιλούν για την κοινή τους αγάπη: τη φύση. Ξεκίνησαν να κάνουν παρέα, να γνωρίζονται οικογενειακά και να μοιράζονται τις ανησυχίες, τα όνειρα και την ίδια επιθυμία να καταφέρουν να ζήσουν μόνιμα στην επαρχία, μακριά από τα πολύβοα αστικά κέντρα.
Κάποια στιγμή ο ένας από αυτούς, αποφάσισε να μετακομίσει με την οικογένειά του μόνιμα στην Άνδρο, να φτιάξει μια μικρή φάρμα και μετά από καιρό, με την αφορμή της πανδημίας, κατάφερε να πείσει και τον άλλον να ακολουθήσει το παράδειγμά του.
Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η ιστορία πίσω από την Livada Farm, ενός πρότυπου αγροκτήματος στη Μεσαριά της Άνδρου, το οποίο καλλιεργείται βιο-εντατικά με την φιλοσοφία της περμακουλτούρας που σέβεται τη φύση.
Από το γραφείο στο χωράφι
Ο Αλέξανδρος Κωστής και ο Πέτρος Αντωνιάδης δεν είναι η τυπική, συνηθισμένη περίπτωση ανθρώπων της πόλης που όταν τα πράγματα ζόρισαν μέσα στην κρίση, επέστρεψαν στα πάτρια εδάφη για να αναζητήσουν μια εναλλακτική καριέρα. Δεν γύρισαν στο χωριό τους γιατί δεν είχαν κάτι άλλο να κάνουν στην πόλη, έφυγαν συνειδητά από την Αθήνα για να ζήσουν μια καλύτερη ζωή κοντά στη φύση. Σπούδασαν, έστησαν τις ζωές τους, έκαναν οικογένεια και λίγο πριν τα σαράντα άφησαν τον αστικό τρόπο ζωής που δεν τους γέμιζε για να πραγματοποιήσουν το όραμά τους: να σχεδιάσουν μια φάρμα όπως αυτοί την επιθυμούσαν, ένα αγρόκτημα που δεν θα χρησιμοποιούσε συμβατικούς τρόπους καλλιέργειας, δεν θα είχε χημικά λιπάσματα, το οποίο θα παρήγαγε με τη μέθοδο της αναγεννητικής γεωργίας λαχανικά, βότανα και φρούτα, ακολουθώντας τις τεχνικές της περμακουλτούρας.
Η Άνδρος επιλέχθηκε ως τόπος που γαληνεύει την ψυχή, μια πατρίδα επιλογής. Κανέναν από τους δύο δεν τους συνέδεαν δεσμοί αίματος με το νησί, δεν υπήρχε καταγωγή, δεν υπήρχαν οικογενειακές ρίζες που τους τραβούσαν πίσω στην ανδριώτικη γη σαν μαγνήτης. Ήρθαν εδώ από επιλογή και το νησί έγινε ο τόπος τους, μέρος της καρδιάς τους, η γη που την ακούνε και την υπακούν κι εκείνη καρποφορεί και τους επιστρέφει πίσω, στο πολλαπλάσιο, το σεβασμό και την αγάπη που της δείχνουν.
«Μεγάλωσα στην Αθήνα, στο Χολαργό, αλλά επισκεπτόμουν για διακοπές το νησί από πολύ μικρός. Δεν ήμουν ποτέ, αυτό που λέμε, παιδί της πόλης, ταξίδεψα αρκετά στον κόσμο και ήθελα να ζω μόνιμα στην επαρχία. Τελικά, παρά τις αναζητήσεις μου, μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι η Άνδρος ήταν το μέρος που ήθελα να ζω. Δεν ήταν τόπος καταγωγής, οι γονείς μου κάποια στιγμή αγόρασαν ένα εξοχικό στο νησί, γιατί το είχαν αγαπήσει από τις συχνές επισκέψεις τους. Έτσι, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου όλες οι γιορτές, τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, τα καλοκαίρια, τα περνούσαμε στην Άνδρο», εξηγεί στο iefimerida ο Αλεξανδρος Κωστής.
Ο Αλέξανδρος, τελειώνοντας το σχολείο, σπούδασε Τεχνολογία Ήχου στο ΤΕΙ Κεφαλονιάς και οργανοποιία σε μια σχολή στην Καστοριά. Μέχρι να πάει φαντάρος, ασχολήθηκε για κάποιο μικρό διάστημα επαγγελματικά με τη μουσική και μετά τη θητεία του στο στρατό αποφάσισε να ταξιδέψει για δύο χρόνια, αναζητώντας τις εμπειρίες εκείνες που θα τον βοηθούσαν να ανακαλύψει τι ήθελε να κάνει στη ζωή του. «Στην αρχή ταξίδεψα στην Ευρώπη δουλεύοντας σε συμβατικές φάρμες, κάνοντας διάφορες δουλειές, πάντα κοντά στη φύση. Έμεινα για λίγο καιρό στην επαρχία της Γαλλίας και, μετά, μαζί με την τότε κοπέλα μου, ταξιδέψαμε στην Ταϊλάνδη και το Λάος», λέει ο ίδιος. Εκεί έμαθε πολλά από τον απλό τρόπο ζωής στην Ασία και τις τεχνικές του ταϋλανδέζικου θεραπευτικού μασάζ, το οποίο εξασκεί ακόμα, παράλληλα με τις αγροτικές ενασχολήσεις του στη Livada Farm.
Αντίστοιχη είναι και η παράλληλη πορεία του Πέτρου Αντωνιάδη, συνέταιρου του Αλέξανδρου στη Livada Farm. Εκείνος μεγάλωσε στη Βάρη και συμπτωματικά πήγαινε στο ίδιο σχολείο με τον Αλέξανδρο. Μετά το Λύκειο σπούδασε τουριστικά και εργάστηκε αρχικά σε αυτόν τον τομέα και άλλες επιχειρήσεις. Νιώθοντας ότι η περίκλειστη ζωή ενός γραφείου δεν τον καλύπτει, αποφάσισε να παραιτηθεί και έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στην Αυστραλία, όπου επισκέφθηκε το Ινστιτούτο της Περμακουλτούρας στη Νέα Νότια Ουαλία που ίδρυσε ο ερευνητής, συγγραφέας, επιστήμονας, δάσκαλος και βιολόγος Bill Mollison. Eκεί, ο Πέτρος μυήθηκε στην κουλτούρα της αναγεννητικής γεωργίας ή περμακουλτούρας, ενός ολιστικού τρόπου αντίληψης, οργάνωσης και καλλιέργειας της γης, σύμφωνα με τον οποίο, ο άνθρωπος, παρατηρώντας τους φυσικούς τρόπους με τους οποίους η γη αναγεννάται από μόνη της, χωρίς παρέμβαση, μπορεί να την καλλιεργήσει εντατικά, σχεδιάζοντας και οργανώνοντας φυσικά οικοσυστήματα με βιώσιμο τρόπο και σεβασμό στο περιβάλλον. Κι αυτό, «δουλεύοντας με τη φύση και όχι δουλεύοντας ενάντια στη φύση», όπως δίδασκε στους μαθητές του ο Bill Mollison.
Τον Πέτρο, σε αυτό το μακρινό ταξίδι αναζήτησης στην Αυστραλία, τον ακολούθησε και η τότε φίλη και μετέπειτα σύζυγός του που είχε τις ίδιες ανησυχίες μαζί του. Στην Αυστραλία έμειναν έξι μήνες, εργάστηκαν εθελοντικά σε διάφορες φάρμες περμακουλτούρας, βλέποντας στην πράξη όσα είχαν διδαχθεί στο Ινστιτούτο του Bill Mollison.
Ο Αλέξανδρος, αντίστοιχα, μυήθηκε στην φιλοσοφία της περμακουλτούρας σε ένα σχετικό φεστιβάλ στην Πορτογαλία. «Δεν έβρισκα κανένα απολύτως νόημα σε μια ζωή γραφείου», λέει ο Αλέξανδρος Κωστής. Αυτό ήταν και το στοιχείο που αρχικά τον έδεσε με τον Πέτρο. Έγιναν φίλοι πάνω στην κοινή βάση που είχαν και οι δύο με την αγάπη τους για τη φύση.
Το 2013, επιστρέφοντας ο Αλέξανδρος από τη Νέα Ζηλανδία όπου είχε δει κι εκείνος στην πράξη τι σημαίνει περμακουλτούρα, έκανε στην Αθήνα ένα 12ημέρο σεμινάριο στο Re-Green, ένα κέντρο οικοκουλτούρας στην Αχαΐα και στη συνέχεια εργάστηκε εθελοντικά σε μια φάρμα αναγεννητικής γεωργίας στην Κόρινθο. Όταν γύρισε στην Αθήνα, οργάνωσε ένα δίκτυο διανομής για τα προϊόντα του φίλου του Αντώνη που είχε το περιβόλι της Κορίνθου, στο οποίο είχε και ο ίδιος εργαστεί. Το 2015, μία φίλη του, τον κάλεσε στην Βαρυμπόμπη για να σχεδιάσουν μαζί το αγρόκτημά της, έκτασης τεσσάρων στρεμμάτων, σύμφωνα με τους κανόνες της περμακουλτούρας. Ένα χρόνο μετά, έκανε το ίδιο στη Σταμάτα, στο Κτήμα Κοκοτού, όπου σχεδίασε και έστησε ένα λαχανόκηπο και κάποιες δομές. Το 2016, ενώ ετοιμαζόταν ο Αλέξανδρος με τη γυναίκα του να γίνουν γονείς, γνώρισε τον Πέτρο και τη σύζυγό του.
«Αφού κάναμε τα ταξίδια μας και επιστρέψαμε στην Ελλάδα, γνωριστήκαμε κατά τύχη. Η γνωριμία μας έγινε σε μία συνάντηση για φυσικό τοκετό. Παρά το γεγονός ότι πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο, εκείνος ήταν δύο χρόνια μικρότερος, δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ. Πολύ μετά ανακαλύψαμε ότι ήμασταν “συμμαθητές”», λέει ο Αλέξανδρος Κωστής.
Το 2017 ο Αλέξανδρος πήγε στην Άνδρο για να ζήσει μόνιμα. Εκεί, φιλοξένησε τον Πέτρο και την οικογένειά του, οι οποίοι αναζητούσαν ένα μέρος για να εγκατασταθούν μόνιμα, μακριά από την Αθήνα. Το ζευγάρι όμως δεν αποφάσισε να παραμείνει στο νησί και επέστρεψε πίσω. Πέρασαν σχεδόν δύο χρόνια, διάστημα κατά το οποίο ο Αλέξανδρος έψαχνε γη για να φτιάξει τη δική του φάρμα αναγεννητικής γεωργίας, αλλά δεν έβρισκε. Εκεί που είχε αρχίσει να απογοητεύεται, ο Αλέξανδρος βρήκε τη γη που έψαχνε, ένα αγρόκτημα στη Μεσαριά, το οποίο και έκλεισε. Έτσι ο Αλέξανδρος ξεκίνησε να στήνει τη βιο-εντατική φάρμα που οραματιζόταν. Τον πρώτο χρόνο πελάγωσε. Όλο αυτό συνέπεσε με το πρώτο lockdown. Στο δεύτερο lockdown, ο Πέτρος αποφάσισε με την οικογένειά του να μετακομίσουν στην Άνδρο, αφήνοντας πίσω τους μια Αθήνα με περιορισμούς μετακινήσεων, με μάσκες, με άγχος και λουκέτα, για να συνεργαστούν με τον Αλέξανδρο στην φάρμα, μέσα στην ελευθερία που προσφέρει η ζωή στη φύση. Τώρα, είναι μαζί στο πρότζεκτ αυτό, ως συνέταιροι, μοιράζονται τις υποχρεώσεις, εργάζονται μαζί και βλέπουν καθημερινά τη Λιβάδα να αλλάζει, να αναπτύσσεται, να καρποφορεί.
Tι παράγει η Livada Farm και τι είναι η βιο-εντατική καλλιέργεια που εφαρμόζει
Η Λιβάδα είναι ένα ιστορικό αγρόκτημα είκοσι τριών στρεμμάτων στη Μεσαριά, εκ των οποίων τα έξι καλλιεργούνται βιο-εντατικά, ενώ τα υπόλοιπα είναι ένας ελαιώνας που παράγει καθαρό λάδι και ένας μικρός ανδριώτικος λεμονεώνας.
Τι είναι η βιο-εντατική καλλιέργεια, ρωτάω τον Αλέξανδρο. «Στη βιο-εντατική καλλιέργεια εφαρμόζονται οι τεχνικές καλλιέργειας της περμακουλτούρας, αλλά όχι στην κλίμακα ενός μποστανιού ή περιβολιού, αλλά στην κλίμακα μιας μεγάλης μονάδας παραγωγής κηπευτικών που έχει μεγαλύτερη παραγωγή. Αυτό που ουσιαστικά κάνουμε είναι ότι έχουμε παρτέρια που είναι στανταρισμένα ως προς το μέγεθος, έχουν όλα το ίδιο πλάτος και μήκος, τα οποία δεν τα φρεζάρουμε. Χρησιμοποιούμε την πιρούνα για να αερίσουμε το χώμα, εναποθέτουμε την κοπριά, το κομπόστ και ό,τι άλλα βιολογικά βοηθήματα σε δικές μας συνταγές και σπέρνουμε ή φυτεύουμε πάνω σε αυτά. Η καλλιέργεια αυτή είναι βιολογική γιατί δουλεύουμε με τη μικροβιολογία και τη ζωή του εδάφους (soil life), δεν σταματάμε τη ροή της ζωής του εδάφους, επειδή δεν σκάβουμε και δεν χρησιμοποιούμε λιπάσματα και χημικά βοηθήματα. Κρατάμε τη βιολογία του εδάφους συνέχεια ζωντανή και όλο αυτό γίνεται εντατικά, γιατί μέσα σε αυτό το συγκεκριμένο πλάτος (75X20 εκατοστά) κάνουμε αλλεπάλληλες καλλιέργειες. Ένα παρτέρι μπορεί να καλλιεργηθεί και τρεις φορές μέσα στο χρόνο. Για εμάς η αγρανάπαυση γίνεται με τεχνητή ή φυτική κάλυψη της γης, για να μείνει η βιολογία και η σύσταση του εδάφους ανέπαφη. Αυτό βοηθά τη γη να κρατά τα θρεπτικά στοιχεία και το γόνιμο έδαφος που απαιτεί η περμακουλτούρα, ώστε να δουλεύεται χωρίς φρέζα», εξηγεί στο iefimerida o Αλέξανδρος Κωστής.
H φάρμα της Λιβάδας παράγει λάχανα, μπρόκολα, πράσα, κουνουπίδια, κρεμμυδάκια, λαχανίδες, ρόκα, μουστάρδα, σαλάτες λόλες -από τις οποίες η Livada Farm φτιάχνει ένα δικό της salad mix. Το καλοκαίρι παράγει ντομάτες, τοματίνια και όλα τα λαχανικά και βότανα που ευδοκιμούν τους θερινούς μήνες στην Ελλάδα. Η Livada Farm δουλεύει σε τοπικό επίπεδο και όλος ο σχεδιασμός της βασίζεται στην τοπική, κοινοτική οικονομία. Τροφοδοτεί εστιατόρια της Άνδρου με φρέσκα λαχανικά, αλλά και νοικοκυριά.
Θα μπορούσαμε μελλοντικά να δούμε ένα farm-to-table εστιατόριο να δημιουργείται μέσα στο αγρόκτημα της Λιβάδας, το οποίο θα λειτουργούσε και αγροτουριστικά εκπαιδεύοντας κόσμο από όλο τον κόσμο πάνω στη φιλοσοφία της περμακουλτούρας; «Βέβαια. Είναι κι αυτό μέσα στο μοντέλο ανάπτυξης της Λιβάδας» απαντά ο Αλέξανδρος «Ήδη είχαμε κάποιες επισκέψεις, από σχολεία του νησιού με παιδάκια μέχρι τρίτη δημοτικού, τα οποία είδαν τον τρόπο καλλιέργειας και έπαιξαν στο αγρόκτημα. Επίσης έρχονται επισκέπτες του νησιού».
Μια τέτοια, εξτρά, γαστρονομική λειτουργία της φάρμας είναι πολύ χρήσιμη, καθώς ο επισκέπτης μπορεί να αντιλαμβάνεται θεωρητικά τα οφέλη της αναγεννητικής γεωργίας, ωστόσο, μόνο αν δοκιμάσει κάποιος αυτά τα λαχανικά στην πράξη, από το μποστάνι κατευθείαν στην κουζίνα -όπως ακριβώς κάνει και η Άννα Μορδεχάι στο εστιατόριο «Το Περιβόλι στη Βάρη»-, θα μπορέσει να αντιληφθεί σε όλο τους το μεγαλείο την αληθινή νοστιμιά τους. Η Άννα στη Βάρη κόβει το μαρούλι, το κολοκύθι και τη ντομάτα και η κουζίνα της τα φτιάχνει επιτόπου σαλάτα ή τα μαγειρεύει σε πιάτα που τα τρως και είναι μοναδική εμπειρία. Είναι συγκλονιστικό να έρχεται μέσα σε λίγα λεπτά ολόφρεσκο στο πιάτο σου, αυτό που λίγο πριν ήταν ακόμα στη γη.
«Συνηθίζω να λέω ότι εμείς, στην περμακουλτούρα, καλλιεργούμε πρώτα έδαφος μιμούμενοι τη φύση και μετά καλλιεργούμε τα λαχανικά ή τα δέντρα μας. Αυτό στην πράξη σημαίνει απόλυτη γεύση που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα. Ο καρπός επιπλέον έχει άλλη διάρκεια ζωής, πολύ πιο μεγάλη, γιατί το έδαφος στο οποίο παράγεται είναι δυνατό», λέει ο Αλέξανδρος Κωστής.
Πώς είναι η καθημερινότητα του Αλέξανδρου και του Πέτρου στη φάρμα
Πώς λειτουργεί στην πράξη μια φάρμα βιο-εντατικής καλλιέργειας που δίνει έμφαση στην τοπική οικονομία, στην κοινωνική συνοχή και στη βιοποικιλότητα; «Αρχικά, και αυτό είναι πολύ βασικό στην περμακουλτούρα, σχεδιάζουμε και “χτίζουμε” το έδαφος. Δηλαδή προετοιμάζουμε τα παρτέρια, αερίζουμε το χώμα με την πιρούνα, το κοπρίζουμε, το στρώνουμε. Μετά, με ειδικά εργαλεία ξεχορταριάζουμε, φτιάχνουμε μικρά τούνελ για να βάλουμε εντομοαπωθητικά δίχτυα αντί για εντομοαπωθητικά φάρμακα, να βάλουμε σκίαστρα τεχνητά για να φτιάξουμε ιδανικά μικροκλίματα για τις σαλάτες μας. Το χειμώνα δίνουμε έμφαση στην προετοιμασία της γης. Το Φεβρουάριο αρχίζουμε τα σπόρια μας ή τις παραγγελίες μας. Την άνοιξη είναι πιο εντατική η εργασία γιατί φυτεύουμε όλη μέρα. Το καλοκαίρι κόβουμε και προετοιμάζουμε το φθινόπωρο» εξηγεί ο Αλέξανδρος Κωστής.
Τι διαφορές έχει η βιο-εντατική καλλιέργεια από τη συμβατική, ρωτάω τον Αλέξανδρο. «Σε αντίθεση με τη συμβατική καλλιέργεια που είναι, συνήθως, μεγάλης κλίμακας και χρειάζεται μηχανική υποστήριξη, η βιο-εντατική καλλιέργεια γίνεται χειροκίνητα ή με σύγχρονα μικρά εργαλεία που τα χειριζόμαστε εμείς. Επίσης, μια σημαντική διαφορά είναι ότι στη συμβατική καλλιέργεια τα ζιζάνια, τα έντομα και όλα τα προβλήματα της καλλιεργητικής διαδικασίας αντιμετωπίζονται χημικά, με λιπάσματα και βιομηχανικά σκευάσματα, ενώ στη βιο-εντατική καλλιέργεια χρησιμοποιούμε φυσικές τεχνικές που μιμούνται τους τρόπους λειτουργίας της φύσης, γι αυτό την αποκαλούμε και βίο-μιμητική καλλιέργεια», απαντά.
Ουσιαστικά, στη βίο-μιμητική καλλιέργεια, παρατηρώ πώς λειτουργεί η φύση, πώς λύνει τα ζητήματά της με φυσικό τρόπο και δουλεύω τη γη έτσι ώστε να τη βοηθήσω να εντατικοποιήσει την παραγωγή της.
Στη βιο-εντατική καλλιέργεια, ακριβώς επειδή οι αποστάσεις στις οποίες φυτεύονται τα λαχανικά είναι μικρές, αφού γίνονται από τον άνθρωπο χειροκίνητα και όχι μηχανικά, η παραγωγή είναι πιο πυκνή και μεγαλύτερη. Ένας αγρότης με μεγάλα μηχανικά μέσα θα παράγει, για παράδειγμα, λιγότερα μαρούλια, στην ίδια έκταση με αυτή που χρησιμοποιεί ένας αγρότης βιο-εντατικής καλλιέργειας.
Ο Αλέξανδρος και ο Πέτρος, οργανώνουν τη γη χρόνο με το χρόνο με βάση την περμακουλτούρα και καταφέρνουν να έχουν μια αξιοσημείωτη παραγωγή, ενώ στοχεύουν να οργανώσουν το αγρόκτημα ώστε να εργάζονται 40 ώρες την εβδομάδα. Φτιάχνουν όλες τις δομές που χρειάζονται και αφήνουν τη γη να κάνει τη δουλειά της. Κάθε εβδομάδα σπέρνουν, κάθε εβδομάδα ποτίζουν (το καλοκαίρι), κάθε εβδομάδα ξεχορταριάζουν. Όλα όμως τα κάνουν με ειδικά, σύγχρονα χειροκίνητα εργαλεία που τους επιτρέπουν να εργάζονται στη γη όρθιοι χωρίς να χρειάζεται διαρκώς να σκύβουν. Στη βιο-εντατική καλλιέργεια δεν υπάρχει αυτό το παλιό αγροτικό μοντέλο, με τα σκληρά ωράρια, με τα ποτίσματα μέσα στην άγρια νύχτα και με τις ατέλειωτες ώρες σκύψιμο πάνω από τη γη που καταπονεί το σώμα. Με σωστή οργάνωση, ακούγοντας τη γη και σεβόμενοι τις λειτουργίες της φύσης, οι σύγχρονοι αγρότες της περμακουλτούρας έχουν χρόνο για να ζήσουν σαν άνθρωποι, ακούγοντας τις ανάγκες του ίδιου τους του σώματος και κυρίως σεβόμενοι τις ανάγκες της ψυχής τους.
Info: livada.gr
facebook.com/Livadafarm