Ζούσε στους δρόμους του Λονδίνου ως άστεγος, όταν ξαφνικά ανακάλυψε τον μαγικό κόσμο των βιντεοπαιχνιδιών. Από τότε, έχει γίνει πολυεκατομμυριούχος κάνοντας την αγαπημένη του δουλειά.
Σε ηλικία 18 ετών, ο Ράιαν Χαρτ βρέθηκε άστεγος στους δρόμους του Λονδίνου. Η οικογένειά του είχε εκδιωχθεί από το σπίτι τους στο Κρόϊντον, νοτιοδυτικά της πόλης, μετά από προβλήματα με τον ιδιοκτήτη. Και σήμερα, περισσότερο από 20 χρόνια αργότερα, ο Χαρτ είναι ένας παγκοσμίου φήμης gamer, με εκατοντάδες πρωταθλήματα και πολλά παγκόσμια ρεκόρ Γκίνες.
Όπως δήλωσε ο ίδιος στο CNN, τα βιντεοπαιχνίδια τον βοήθησαν να ξεπεράσει τις δυσκολίες της ζωής. Ήταν το «καταφύγιό» του. Ο Χαρτ μπήκε για πρώτη φορά σε ένα κατάστημα όπου μπορούσες να παίξεις βιντεοπαιχνίδια το 1989, σε ηλικία 10 ετών. Η μητέρα του, του έδωσε μερικά κέρματα για να παίξει το «Golden Axe», ένα παιχνίδι της Sega. «Οι κανόνες ήταν προφανείς» λέει. «Προχώρα και προσπάθησε να νικήσεις όσους περισσότερους κακούς μπορείς, χωρίς να χάσεις ζωή». Ο Χαρτ ξετρελάθηκε αμέσως και ανακάλυψε το φυσικό του ταλέντο. Μέσα σε πέντε χρόνια, είχε παίξει σε ένα τουρνουά, και μέχρι την ηλικία των 17 ετών είχε κερδίσει τον πρώτο του εθνικό τίτλο.
Τα «ηλεκτρονικά» έγιναν το καταφύγιό του
Την ίδια στιγμή, η ζωή γινόταν όλο και πιο δύσκολη στο σπίτι και ο Χαρτ δυσκολευόταν να κοιμηθεί. «Ετοιμαζόμουν να πάρω μέρος σε ένα τουρνουά, αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού μου ανησυχούσα για το πού θα κοιμόμουν εκείνο το βράδυ» λέει. «Υπήρχαν στιγμές που ειλικρινά δεν ήξερα από πού θα προερχόταν το επόμενο γεύμα μου» προσθέτει.
Αυτό, φυσικά, επηρέασε την ψυχική του υγεία. Ο gamer έπεσε σε κατάθλιψη και ένιωσε να καταρρέει. Τα καταστήματα όπου μπορούσε να παίζει βιντεοπαιχνίδια έγιναν το καταφύγιό του. Η είσοδος ήταν δωρεάν και όσο βρισκόταν εκεί, ο Χαρτ ένιωθε πως ήταν μέλος της κοινότητας.«Αυτό ήταν το σπίτι μου, το ιερό μου, ένα μέρος όπου μπορούσα να βάλω στην άκρη τα προβλήματά μου και τίποτε άλλο δεν είχε σημασία» λέει.
Ως έφηβος που είχε ήδη περάσει πολλά, τα ηλεκτρονικά του έδωσαν αυτοπεποίθηση - «απλά ανακαλύπτοντας πως ήμουν πραγματικά καλός σε κάτι» λέει. Του έδωσαν επίσης, ευκαιρίες. Το 1998, ο Χαρτ προσκλήθηκε στο πρώτο του τουρνουά στο εξωτερικό, στην Ιαπωνία, αγωνιζόμενος στο Tekken 3, ένα παιχνίδι μάχης, που δημιουργήθηκε από τον ιαπωνικό προγραμματιστή Namco και το King of Fighters, που αναπτύχθηκε από την SNK. Στο Τόκιο κέρδισε τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και από εκείνη την στιγμή όλα άλλαξαν.
Έκτοτε, ο Χαρτ έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και έχει κερδίσει πάνω από 400 αγώνες σε βιντεοπαιχνίδια. Έχει κερδίσει ψευδώνυμα όπως «Robotnik» και «The Terminator» και έχει πάνω από 5.000 οπαδούς στον ιστότοπο Twitch – όπου μεταδίδει τα παιχνίδια του και διδάσκει κόλπα στους θαυμαστές του.
Πριν από κάθε διαγωνισμό, ο Χαρτ λέει ότι κάνει έναν «απομονωμένο τρόπο ζωής», όπου προπονείται μέχρι και 8 ώρες καθημερινά, πέντε με έξι μέρες την εβδομάδα. Κι ενώ αναγνωρίζει ότι κάποιοι άνθρωποι μπορεί να το δουν αυτό ως εμμονή, γι’ αυτόν είναι δουλειά.
«Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πότε πρέπει να βγούμε για λίγο αέρα» λέει, προσθέτοντας πως το βιντεοπαιχνίδι μπορεί να αποδειχθεί προβληματικό, όταν «γίνεται εμμονή και αποκλείει άλλους σημαντικούς τομείς της ζωής ενός ανθρώπου».
Βγάζει πολλά χρήματα κερδίζοντας σε τουρνουά βιντεοπαιχνιδιών
Η μακρά καριέρα του Χαρτ ακολούθησε την ταχεία ανάπτυξη της βιομηχανίας βιντεοπαιχνιδιών. Η παγκόσμια αγορά esports ξεπέρασε τα έσοδα του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων πέρυσι, με τα τουρνουά να προσελκύουν περισσότερους από 400 εκατομμύρια θεατές, σύμφωνα με έρευνα του διαδικτυακού καταστήματος Green Man Gaming.
Τα χρηματικά έπαθλα αυξήθηκαν. Η ίδια έκθεση σημειώνει ότι το 2000, τα συνολικά χρήματα που κερδήθηκαν σε τουρνουά παγκοσμίως ήταν 700.000 δολάρια. Πέρυσι, έφτασαν τα 173 εκατομμύρια δολάρια.
Ο Χαρτ πιστεύει πως τα βιντεοπαιχνίδια προσφέρουν μια απόδραση – ειδικά σε άτομα όπως αυτόν, που μπορεί να μην εντάσσονται στον κοινωνικό κανόνα. Μπορεί να είναι ένα εργαλείο για να γνωρίσεις άλλους ανθρώπους, για ταξίδια και για να βρεις μια αίσθηση κοινότητας, λέει. «Το παιχνίδι είναι μια μεγάλη παρηγοριά για κάποιον που δεν μπορεί να συνδεθεί με τίποτα πριν από αυτό» λέει.