Η βροχή που έπεφτε εκείνο το πρωινό της 15ης Μαρτίου 1975 στο Παρίσι δεν ήταν καταρρακτώδης, όπως τα δάκρυα που άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια της Μαρίας Κάλλας, όταν έμαθε για το θάνατο του αγαπημένου της Αρίστου.
Μισός αιώνας συμπληρώνεται από το θάνατο του Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος έφυγε από τη ζωή εκείνο το πρωινό στο Αμερικάνικο νοσοκομείο του Νεϊγί, όπου νοσηλευόταν τους τελευταίους δύο μήνες. Η μυασθένεια που τον είχε «χτυπήσει» είχε διαλύσει κυριολεκτικά τον Έλληνα Κροίσο, αφήνοντας διαυγές μόνο το πνεύμα του.
Μέχρι τότε ο δαιμόνιος Σμυρνιός είχε καταφέρει να χτίσει μια επιχειρηματική δυναστεία, αλλά και έναν μύθο γύρω από το όνομά του. Γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1900 στη Σμύρνη. Ήταν το δεύτερο παιδί της οικογένειας.
Ο πατέρας του Σωκράτης Ωνάσης ήταν ένας από τους πλουσιότερους καπνέμπορους και επιχειρηματίες της Σμύρνης. Σε μικρή ηλικία θα γνωρίσει τον πόνο όταν έχασε τη μητέρα του Πηνελόπη Δολόγλου η οποία έφυγε από τη ζωή μόλις στα 33 της χρόνια.
Έξι μήνες μετά, ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε την Ελένη, από την οποία ο Αριστοτέλης απέκτησε δύο αδελφές, τη Μερόπη και την Καλλιρρόη. Τον Σεπτέμβριο του 1922 σε ηλικία 16 ετών ο Αριστοτέλης Ωνάσης βλέπει από τη γέφυρα ενός πλοίου τη Σμύρνη στις φλόγες. Πίσω του, η γενέθλια γη του φλέγεται, η οικογενειακή περιουσία καταστρέφεται, η πατρίδα χάνεται. Φτάνει στην Αθήνα με τις εκατοντάδες χιλιάδες των Ελλήνων προσφύγων από τη Μικρά Ασία, όπου και εγκαθίσταται η οικογένειά του.

Μη μπορώντας να σταδιοδρομήσει στην Ελλάδα, έναν χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 1923 με 250 δολάρια στην τσέπη και με ένα διαβατήριο Νάνσεν (διαβατήριο χωρίς εθνικότητα, που δίνεται στους απάτριδες) ταξιδεύει για την Αργεντινή, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή και νέες ευκαιρίες. Στο Μπουένος Άιρες έκανε διάφορες δουλειές: Λαντζιέρης, υπάλληλος σε πλυντήριο, νυχτοφύλακας.
Μετά από διάφορες δουλειές του ποδαριού, γίνεται νυχτερινός χειριστής τηλεφωνικού κέντρου. Μαθαίνει ξένες γλώσσες ακούγοντας τις διεθνείς κλήσεις. Τα πρωινά έχει χρόνο και ιδέες. Αποφασίζει να ασχοληθεί με τα καπνά. Δημιουργεί τη δική του μάρκα τσιγάρων, λανσάρει και ένα τσιγάρο με ροζ άκρη για τις κυρίες. Μέχρι τα 25 του έχει επανεφεύρει τον εαυτό του και έχει κερδίσει το πρώτο του εκατομμύριο. Το 1932, χρονιά που πεθαίνει και ο πατέρας του, παίρνει την απόφαση που θα του αλλάξει τη ζωή: στρέφεται στη ναυτιλία.
«Θητεύει» έξι μήνες στο Λονδίνο, στο γραφείο των Ιθακήσιων εφοπλιστών αδελφών Δρακούλη και το 1933, μεσούσης της παγκόσμιας ύφεσης, αγοράζει από την Καναδική Εταιρεία Ατμόπλοιων δύο φορτηγά πλοία των 5.500 κόρων ολικής χωρητικότητας (κοχ) ή 8.500 τόνων νεκρού βάρους (τνβ), που ήταν δεμένα στον ποταμό Σαιντ Λώρενς, για 3.775 λίρες στερλίνες έκαστο. Όλα τους απομεινάρια του Μεγάλου Πολέμου. Τα δύο πρώτα πλοία του παίρνουν τα ονόματα των γονιών του. Τα «Ωνάσης – Πηνελόπη» και «Ωνάσης – Σωκράτης» ξεκινούν το ταξίδι στους εμπορικούς δρόμους του Ατλαντικού, καθελκύοντας τον μεγαλύτερο μύθο του εφοπλισμού στην Ελλάδα, όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του Ιδρύματος Ωνάση. Αρχίζει να συνειδητοποιεί την αυξανόμενη ζήτηση για πετρέλαιο και στρέφεται στα τάνκερ.
Με το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το τρίτο του δεξαμενόπλοιο βρίσκεται στα τελικά στάδια ναυπήγησης στη Σουηδία. Είναι ένας παθιασμένος και οξυδερκής κοσμοπολίτης που ζει ταυτόχρονα στο Παρίσι, το Μπουένος Άιρες, το Όσλο και το Λονδίνο. Το 1940 εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη, από όπου διαχειρίζεται στη διάρκεια του πολέμου τον στόλο του με τα τέσσερα δεξαμενόπλοια: το «Καλλιρόη»», το «Άρτεμις», το «Αντιόπη» και το «Αριστοφάνης». Το 1952 ιδρύει την Olympic Maritime.


Το 1968 αιφνιδιάζει εκ νέου την υφήλιο νυμφευόμενος στον Σκορπιό την Τζάκι Κέννεντι χήρα του δολοφονηθέντος Αμερικανού προέδρου Τζον Κέννεντι. Στις 24 Ιανουαρίου 1973, ο γιος του Αλέξανδρος χάνει τη ζωή του σε αεροπορικό δυστύχημα στο Ελληνικό, σε ηλικία μόλις 25 ετών. Ο πρόωρος και αδόκητος θάνατός του επιφέρει στον Αριστοτέλη Ωνάση βαρύτατο πλήγμα, από το οποίο δεν θα συνέλθει ποτέ. Πεθαίνει δύο χρόνια αργότερα, στις 15 Μαρτίου 1975, στο αμερικανικό νοσοκομείο του Παρισιού. Θα ταφεί στον Σκορπιό, όπου αναπαύεται ήδη ο γιος του και η αδελφή του Άρτεμη. Εκεί θα τους ακολουθήσει αργότερα και η κόρη του Χριστίνα, η οποία αφήνει την τελευταία πνοή της στις 19 Νοεμβρίου 1988, στο Μπουένος Άιρες.
Στα άδυτα του Σκορπιού
Ήταν καλοκαίρι του 1963 όταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης απευθυνόταν στους τρεις ιδιοκτήτες του Σκορπιού για να τον αγοράσει. Είχε επισκεφτεί την περιοχή με τη θαλαμηγό «Χριστίνα», παρέα με τον Ουίστον Τσώρτσιλ. Τα γαλαζοπράσινα νερά, και το σχήμα του νησιού- είχε το σχήμα του Σκορπιού- μάγεψαν τον Ωνάση. «Εδώ θα χτίσω τον παράδεισο» είπε στον Τσώρτσιλ ο οποίος γέλασε, πριν κατεβάσει ακόμη μια γουλιά ούζου. Ήταν ένα νησί σκεπασμένο με ελιές που χρησίμευε και ως βοσκότοπος.

Σύμφωνα με παλιούς Λευκαδίτες η συνάντηση έγινε στην ταβέρνα Nick the Greek στο Νυδρί, εκεί που σύχναζε αρκετές φορές αργότερα ο Ωνάσης πίνοντας ούζα και χαζεύοντας τη θάλασσα, μαζί με τη Τζάκι και την υπόλοιπη παρέα του. Εκεί ρώτησε τους ιδιοκτήτες «πόσα θέλετε;» εκείνοι δεν απάτησαν γιατί δεν ήξεραν τι να πουν, δεν ήθελαν και να τον προσβάλλουν. «Θα σας δώσω τρία εκατομμύρια από ένα ο καθένας είμαστε εντάξει;» Η φωνή του προσεγμένη με τη βραχνάδα που πρόδιδε τη μεγάλη κατανάλωση ουίσκι και τα τρία πακέτα τσιγάρα την ημέρα, δεν άφηνε περιθώρια στους πωλητές. Το ποσό αστρονομικό για την εποχή εκείνη. Ο τοπικός μύθος λέει ότι ο ένας από τη χαρά του πήδηξε στη θάλασσα, ενώ ο άλλος έπεσε στα γόνατα και φιλούσε τα χέρια του Ωνάση.

Ο Σκορπιός άλλαζε σελίδα και από ένα βοσκοτόπι θα γινόταν σε λίγα χρόνια το hot spot των καλοκαιρινών διακοπών του διεθνούς και εγχώριου jet set.
Ο Ωνάσης είχε επιτέλους το δικό του νησί και όπως γράφει στο βιβλίο του ο Πήτερ Έβανς «ONASSIS» «εκείνος φύτεψε κι όλα τα δένδρα και χαμόκλαδα της Βίβλου- αμυγδαλιές, αγριοτριανταφυλλιές, πεύκα, πικροδάφνες, συκιές. Πολλές φορές, έμενε με το σορτς και τα φύτευε ο ίδιος, ιδρώνοντας στον ήλιο, σκάβοντας μαζί με τους εργάτες του και μιλώντας τους για τα λουλούδια, τα φρούτα και τα δένδρα που φύτευαν, λέγοντάς τους ιστορίες που θυμόταν από τη γιαγιά του».

Πολλά τροπικά δένδρα και φυτά τα είχε μεταφέρει από κάθε γωνιά του κόσμου που ταξίδευαν τα τάνκερ του, ενώ με φορτηγά πλοία έφερνε άμμο από παραλίες του Ιονίου, αλλά και από τη Σαουδική Αραβία για να φτιάξει τις λευκές παραλίες όπου αργότερα έκαναν μπάνιο ο Αλέξανδρος η Χριστίνα και η Τζάκι. Άνοιξε δρόμο περιμετρικά του νησιού για να μπορούν οι επισκέπτες του να απολαμβάνουν τις βόλτες τους. Έφτιαξε γήπεδο τένις, ελικοδρόμιο και φυσικά ξενώνες. Ο Σκορπιός είχε γίνει ο επίγειος παράδεισος που ονειρευόταν ο Ωνάσης.
Πάρτι με τον Κόκοτα
Αύγουστος του 1968, ο Αριστοτέλης Ωνάσης έχει αποφασίσει να δώσει ένα τέλος στο δεσμό του με τη Μαρία Κάλλας και να παντρευτεί τη Τζάκι.
Η θαλαμηγός «Χριστίνα» είχε αγκυροβολήσει στον κόλπο του Σκορπιού, εκεί όπου σήμερα δεσπόζουν ξεχασμένα στην ακτή, κάτω από ένα υπόστεγο τα δυο κρις-κραφτ του Ωνάση με τα οποία ο Αλέξανδρος και η Χριστίνα έκαναν μαθήματα σκι και καταδύσεων.

Ο Δημήτρης Λυμπερόπουλος γράφει στο βιβλίο του: «ο Άρης είχε φέρει με ελικόπτερο από την Αθήνα το λαϊκό τραγουδιστή Κόκοτα με την ορχήστρα του και τον κοσμικό ξενύχτη Κώστα Χαριτάκη για να μάθει στη Τζάκι σιρτάκι. Ήταν και άλλοι καλεσμένοι. Κάποια στιγμή η Λη Ράτζιβιλ, η «προξενήτρα» του γάμου της Τζάκι με τον Ωνάση, είπε: «δεν κάνουμε μπάνιο;» Έτσι οι περισσότεροι απογυμνώθηκαν και ο Σκορπιός αντήχησε από ξεφωνητά και γέλια, καθώς έπεφταν στη θάλασσα, κι αργότερα από πενιές μπουζουκιού και λαϊκά τραγούδια. Ένα πορσελάνινο σερβίτσιο είχε γίνει κομμάτια από τα χέρια του Ωνάση μόλις άκουσε ένα από τα αγαπημένα του τραγούδια το «λεβεντόπαδιο Αρίστο». Μόνο η Μαρία Κάλλας, δεν διασκέδαζε, αποσύρθηκε στην καμπίνα της κι άρχισε να κλείνει στις βαλίτσες τα προσωπικά της είδη.
Λέγεται ότι μετά από λίγες ημέρες ο Ωνάσης θα έκανε δώρο στον Κόκοτα μια Lamborghini Miura για τις ευτυχισμένες στιγμές που του είχε χαρίσει.

Ο γάμος του αιώνα
«Στις 20 Οκτωβρίου 1968, έβρεχε στο Σκορπιό μ’ εκείνη τη λεπτή βροχή που σταματά και ξαναρχίζει το φθινόπωρο στα νησιά του Ιονίου. Η Άρτεμη Γαρουφαλίδη, αδερφή του Ωνάση, είπε ότι η βροχή τη μέρα του γάμου ήταν καλός οιωνός. Αργότερα έβαλε φυλαχτά κάτω από το στρώμα στο νυφικό κρεβάτι. Η Τζάκι φαινόταν σοβαρή κι απόμακρη με το μακρυμάνικο δαντελένιο φόρεμα του Βαλεντίνο και μια ασορτί κορδέλα στα καστανά της μαλλιά. Ο γαμπρός πέντε πόντους πιο κοντός από τη νύφη φαινόταν λίγο εκτός εαυτού μ’ ένα μπλε κοστούμι, λευκό πουκάμισο και κόκκινη γραβάτα. Η Καρολίνα κι ο Τζον, τα παιδιά της Τζάκι, κρατούσαν λαμπάδες Ο Αλέξανδρος και η Χριστίνα κάθονταν μαζί σκυθρωποί. Η ατμόσφαιρα ήταν απόκοσμη κι εξωτική κι οι μισοί τουλάχιστον καλεσμένοι δεν είχαν παρακολουθήσει άλλη παρόμοια τελετή», έτσι περιγράφει το γάμο του αιώνα ο Πήτερ Έβανς.

Οι γυμνές φωτογραφίες
Σε μια εποχή που χαρακτηριζόταν από σεμνοτυφία οι γυμνές φωτογραφίες της Τζάκι προκάλεσαν την οργή του Ωνάση και τεράστιο θόρυβο σε ολόκληρο τον κόσμο. Τις φωτογραφίες είχε τραβήξει ο παπαράτσο Δημήτρης Κουλούρης το καλοκαίρι του 1971. Όπως αναφέρει στο βιβλίο της «Με στόχο τον Ωνάση» η κόρη του Αλεξία Κουλούρη, ο πατέρας της είχε μείνει τρεις μέρες στο Σκορπιό κρυμμένος ανάμεσα σε δένδρα και θάμνους για να τραβήξει τις φωτογραφίες οι οποίες τον έκαναν κατά 30 εκατομμύρια δραχμές πλουσιότερο. «ο πατέρας μου αρκετή ώρα διέσχισε το νησί μέσα σε δύσβατα σημεία για να μη γίνει αντιληπτός.

Μέχρι που έφτασε στη μικρή παραλία. Εκεί όπου συνήθιζε να κάνει μπάνιο η Τζάκι. Σκαρφάλωσε σε ένα δένδρο και περίμενε. Ακίνητος. Είχε συνεννοηθεί με τον κουμπάρο του πως κάθε βράδυ την ίδια ώρα θα περνούσε με τη βάρκα του από την παραλία. Αν του έκανε σινιάλο με τον αναπτήρα του θα άραζε στο γνωστό σημείο όπου τον είχε αφήσει και θα τον περίμενε. Αν όμως δεν έβλεπε καμία κίνηση από την πλευρά του πατέρα μου θα επέστρεφε ξανά το επόμενο βράδυ. Το επόμενο πρωί κανείς δεν κατέβηκε για μπάνιο και η μέρα πέρασε δύσκολα στη σκιά του δένδρου. Συντροφιά με το αγαπημένο του τσιγάρο.

Είχε αρχίσει να ξημερώνει η τρίτη ημέρα. Σκαρφάλωσε ξανά στο δένδρο, ετοίμασε και πάλι τη μηχανή του και περίμενε. Ήταν λίγο πριν τις 9 το πρωί. Ο Ωνάσης και η Τζάκι κουβέντιασαν για λίγο, ήπιαν τον καφέ τους και ξαφνικά η μεγάλη κυρία χάθηκε για λίγο πίσω από την κάμαρα του σπιτιού. Ξεπρόβαλε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα με μονοκίνι. Η εικόνα ξεπερνούσε και την πιο ζωηρή φαντασία. Όπλισε τη μηχανή, κούμπωσε τον τηλεφακό και άρχισε να τραβά. Πατούσε το κλείστρο, όταν η κυρία που μέχρι τότε ο κόσμος την είχε δει μόνο με ταγέρ, απαλλαγμένη από ρούχα, ετοιμαζόταν να πέσει στη θάλασσα για να απολαύσει το μπάνιο της γυμνή».

Για περίπου δυο χρόνια έμειναν οι αποκαλυπτικές φωτογραφίες σε θυρίδα στο Λουγκάνο της Ελβετίας. Κανείς δεν τις αγόραζε φοβούμενος την οργή των Κέννεντυ και του Ωνάση. Την αρχή έκανε η εκδότρια του Playmen Αντελίνα Τατίγιο στα τέλη του 1972. Πήρε το ρίσκο που οι άλλοι εκδότες φοβόνταν να πάρουν αναζητώντας τρόπους να χτυπήσει τον ανταγωνισμό. Είχε πιάσει το δέκα το καλό. «Η αμοιβή του πατέρα μου ήταν αρχικά 20 εκατομμύρια δραχμές και άλλα 10 εκατομμύρια που έλαβε αργότερα από τις επανεκδόσεις. Ασύληπτο ποσό για εκείνη την εποχή. Όταν στην Ελλάδα μια καλή φωτογραφία κόστιζε περίπου 300 δραχμές».
Τη διαθήκη του ο Ωνάσης την έγραψε στο λίαρτζετ γυρνώντας με τη Τζάκι από το Ακαπούλκο αρχές Γενάρη του 1974. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, προαισθανόμενος το τέλος του κανόνισε να συναντηθεί για τελευταία φορά στο Σκορπιό με τον Σταύρο Νιάρχο. Ο Ωνάσης είχε πάψει να είναι ο εκδικητικός ανατολίτης, αυτός που χλεύαζε το Νιάρχο. Η θαλαμηγός «Χριστίνα» και η «Κρεολή» αράξανε στο Σκορπιό, η μία δίπλα στην άλλη. Οι δυο θαλασσοκράτορες ήπιανε τα ουζάκια τους. «Ο Νιάρχος τον κοίταζε κατάματα, σα να του έλεγε «ρε Άρη πως είναι δυνατόν να με θεωρείς φονιά’ Κι ο Ωνάσης κούνησε το κεφάλι με συγκατάβαση και πρότεινε το ποτήρι του να το τσουγκρίσει, όπως τότε που οι δυο τους ήσαν κοτσονάτοι και αχόρταγοι στον πλούτο και στις γυναίκες».
Μετά το θάνατο του Ωνάση το 1975 η μόνη που είχε απομείνει για να δίνει ζωή στον παράδεισο που έφτιαξε ο πατέρας της ήταν η Χριστίνα, ενώ η κόρη της Αθηνά πούλησε αρκετά χρόνια αργότερα τον επίγειο παράδεισο του παππού της στον Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ.