Στην κορυφή του Λυκαβηττού στέκει επιβλητικά, το μικρό αλλά γραφικό εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου.
Πρόκειται για μια μονόκλιτη βασιλική με τρούλο που κτίστηκε γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα. Κατά τους αρχαίους χρόνους, στη κορυφή του λόφου, υπήρχε ο βωμός του Ακραίου Δία, ενώ κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, στο ίδιο σημείο υπήρχε κάποιος χριστιανικός ναός, όπως απεικονίζεται σε εικόνες περιηγητών της πόλης. Ο ναός αυτός θα πρέπει να ήταν κάποιο παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία, που όταν ερημώθηκε τελείως κτίστηκε ο Άγιος Γεώργιος.
Το ψηλό κωδωνοστάσιο του ναού είναι δώρο στους πιστούς της Αθήνας, της βασίλισσας Όλγας στα τέλη του 19ου αιώνα. Στη περιοχή του ναού έχουν βρεθεί μαρμάρινες επιγραφές που δηλώνουν πως εδώ επίσης υπήρξε κάποτε και ένα μικρό νεκροταφείο. Από τις δύο πλευρές του κυρίως ναού υπάρχουν δυο παρεκκλήσια, κολλητά με τον Άγιο Γεώργιο, ο Προφήτης Ηλίας και ο Άγιος Κωνσταντίνος που κτίστηκαν αργότερα (γύρω στο 1885). Το σημείο προσφέρει την καλύτερη και θέα της Αθήνας από οποιοδήποτε άλλο.
Η ιστορία του ναού του Αγίου Γεωργίου στον Λυκαβηττό
Είν’ ένα εκκλησάκι ψηλό ψηλό ψηλό
Σαν κάνω το σταυρό μου με τον Θεό μιλώ
Τη θάλασσα αγναντεύω ψηλά ψηλά ψηλά
Τα πόδια της Αθήνας φιλά φιλά φιλά
Άγιε μου Γιώργη Λυκαβηττέ μου
Στ’ άσπρο σου τ’ άλογο καμαρωτέ μου
Άγιε μου Γιώργη κάνε του θαύμα σου
και θα σου φέρω εγώ το τάμα σου
Για μια γυναίκα ήταν το πάθος μου
Προστατευσέ με από το λάθος μου
Άγιε μου Γιώργη συγχώρεσέ με
κι απ’ τ’ αμαρτήματα απάλλαξέ με
Το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, για το οποίο έγραψε τραγούδι ο Νίκος Γούναρης, φαίνεται πως ανασύρθηκε από την αφάνεια από τον Γιαννούλη Κορομηλά, όπως γράφει στα «Αθηναϊκά», ο Ελευθέριος Σκιαδάς. Ο Γιαννούλης Κορομηλάς, ήταν γιος του αγωνιστή της ελληνικής επανάστασης Χατζηλάμπρου Κορομηλά, ή Κόσκορη, ο οποίος «ακολουθώντας προφανώς το δρόμο του ασκητισμού, εργάστηκε σκληρά για να αναστηλώσει το εκκλησάκι από τα ερείπιά του».
«Να ταρατσώσει τα χώματα που το πολιορκούσαν και να κάνει τη βάση του καμπαναριού, το οποίο στα χρόνια που ακολούθησαν έδωσε την ωραιότερη γραφικότητα στο θέαμα της κορυφής του λόφου των Αθηνών. Όταν τέλειωσαν όλα αυτά ο Αθηναίος ασκητής ήταν ήδη υπέργηρος αλλά πρόφτασε να δει ευλαβείς προσκυνητές να ανεβαίνουν για να προσκυνήσουν το ιστορικό εκκλησάκι. Είδε ακόμη να ανεβαίνουν μέχρι εκεί, το 1868, ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ και η βασίλισσα Όλγα, οι οποίοι μόλις είχαν αποκτήσει και τον διάδοχο του ελληνικού Θρόνου, τον Κωνσταντίνο», σημειώνει ο κ. Σκιαδάς.
«Διάδοχος» του, υπήρξε ο Κρητικός ιερομόναχος Εμμανουήλ Λουλουδάκης, ο οποίος όταν ανέβηκε στον Λυκαβηττό, «ο Αϊ-Γιώργης ήταν ένας πενιχρός και σαθρός ναΐσκος». Και όπως γράφει ο κ. Σκιαδάς στα «Αθηναϊκά», «εκείνος μετέτρεψε τον σαθρό ναΐσκο σε λαμπρό λιθόκτιστο, τρίκογχο και τρισύνθετο ναό, από τους αποκαλούμενους τρισυπόστατους. Μετατράπηκε σε φύλακα του λόφου και τον έσωσε από τα φουρνέλα των πετράδων που έτειναν να τον ισοπεδώσουν».
Ο γέρο Λουλουδάκης, είχε τη στήριξη της βασίλισσας Όλγας και μάλιστα, αναγνωρίστηκε ως επίσημος επίτροπος του ναού με δικό της έγγραφο, παρά τις αντιδράσεις των επιτρόπων του ναού της Μεταμόρφωσης, του οποίου ήταν παρεκκλήσι ο Αϊ-Γιώργης. Έφυγε από τη ζωή το 1901 και κηδεύτηκε στον τάφο που ο ίδιος είχε ετοιμάσει στον λόφο, δίπλα στην εκκλησία.
Η διένεξη με δωρητές για το όνομα του ναού
Λέγεται πως, προς μεγάλη έκπληξη του Κορομηλά, αφού είχε ολοκληρώσει το έργο του, άγνωστοι Αθηναίοι δωρητές τοποθέτησαν μέσα στο εκκλησάκι μια μεγάλη εικόνα του Προφήτη Ηλία. Λίγο αργότερα, δημοσίευσαν και μία αγγελία στις εφημερίδες, επισημαίνοντας πως κακώς μέχρι τότε πιστευόταν ότι ο ναός του Λυκαβηττού ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο και πως είχε ανεγερθεί από κάποιον ναυτικό που τον ανήγειρε προς τιμήν του Προφήτου Ηλία.
«Χάλασε τον κόσμο ο Κορομηλάς για την αυθαίρετη απόπειρα μετονομασίας του ναού. Ανέσυρε οικογενειακά έγγραφα και οικογενειακές παραδόσεις και αγωνίστηκε να αποδείξει πως ο ναΐσκος τιμάτο από τα παλαιά χρόνια στο όνομα του Αγίου Γεωργίου του Καβαλάρη. Τότε παρενέβη και ο δήμαρχος Αθηναίων Παναγής Κυριακός, ο οποίος δικαίωσε τον Κορομηλά και με έγγραφό του επικύρωσε την πραγματική ονομασία, αναθέτοντάς του ταυτοχρόνως και επισήμως την επιμέλεια και την ευπρέπειά του», διαβάζουμε από τον κ. Σκιαδά στα «Αθηναϊκά».
Φωτογραφίες: Shutterstock