Η 27η Οκτωβρίου 1940 ξημέρωσε στην Αθήνα και τίποτα δεν προμήνυε πως την επομένη, την 28η Οκτωβρίου, η Ελλάδα θα έμπαινε σε πόλεμο.
Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων έγραφαν για ιταλική προβοκάτσια και περί δήθεν επίθεσης των Ελλήνων εναντίον των Ιταλών στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Ξεφυλλίζοντας τις εφημερίδες οι αναγνώστες διάβαζαν για τις διεθνείς εξελίξεις του πολέμου, τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, για ποδόσφαιρο, θέατρο μέχρι και συνταγές. Βέβαια, το κοσμικό και πολιτιστικό γεγονός των ημερών ήταν η πρεμιέρα της όπερας του Τζάκομο Πουτσίνι «Μαντάμ Μπατερφλάι» από τη νεοσύστατη Λυρική Σκηνή. Την παράσταση θα τιμούσε ο γιος του συνθέτη, γεγονός που προκαλέσει ενθουσιασμό στην κοσμική Αθήνα.
Η ζωή στους δρόμους κυλούσε κανονικά, ενώ την ίδια ώρα στην ιταλική πρεσβεία ο Γκράτσι γνώριζε πολύ καλά τι έπρεπε να κάνει. Στις 26 Οκτωβρίου, ο Εμανουέλε Γκράτσι είχε παραθέσει δεξίωση στην ιταλική πρεσβεία για την «την αναθέρμανση των σχέσεων φιλίας, που ενώνουν τους δύο λαούς». Το παρών έδωσε όλη η υψηλή αθηναϊκή κοινωνία, εκτός από τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά ο οποίος αν και καλεσμένος προτίμησε να μην παραβρεθεί, καθώς γνώριζε ότι σε λίγες ώρες θα ξεσπούσε πόλεμος. Την ίδια στιγμή, υπάλληλοι της ιταλικής πρεσβείας αποκρυπτογραφούσαν το κείμενο-τελεσίγραφο που ερχόταν από την Ιταλία και που έπρεπε να δοθεί στον Μεταξά.
Στη δεξίωση όλα έδειχναν να κυλούν ομαλά. Πάνω στο τραπέζι, εκτός από σημαίες της Ελλάδας και της Ιταλίας, είχε τοποθετηθεί μια τούρτα που έγραφε Viva La Grecia». Ωστόσο, η ατμόσφαιρα μόνο γιορτινή δεν ήταν. Χαρακτηριστική είναι η γραμματέας του Γκράτσι Λούλα Μπιάνκι, η οποία θα περιέγραφε αργότερα: «Ο πρέσβης κι εμείς, οι κοντινοί συνεργάτες του, προσπαθούσαμε να κρύψουμε την ανησυχία και την σύγχυση που εκείνη τη στιγμή επικρατούσαν στην πρεσβεία και που ευτυχώς δεν αποκαλύφθηκαν στους καλεσμένους. Ο Πρέσβης δεν απομακρύνθηκε από τους καλεσμένους του, ήμασταν εμείς που κατά καιρούς πηγαίναμε στη σάλα, δίνοντάς του με μεγάλη διακριτικότητα μικρά κομμάτια χαρτί, προσθέτοντας το περιεχόμενο των νέων μηνυμάτων που έφθαναν… έφταναν μηνύματα κωδικοποιημένα, χαρακτηρισμένα με κόκκινο κώδικα».
28η Οκτωβρίου: Ο Γκράτσι, αφού παίζει μπριτζ, επιδίδει το τελεσίγραφο στον Μεταξά
Το βράδυ πριν το τελεσίγραφο στον Μεταξά, ο Γκράτσι επιλέγει να περάσει μια ήσυχη βραδιά πριν πάρει τον δρόμο για την Κηφισιά. Ο Ιταλός πρέσβης έπαιξε μπριτζ στην οικία Βλαστού, όπου όπως αφηγήθηκε, σύμφωνα με την Μηχανή του Χρόνου, ο τότε υπουργός Κ. Κοτζιάς, είπαν και πολλά ανέκδοτα.
Ο Γκράτσι αναχώρησε από την ιταλική πρεσβεία για την Κηφισιά και την οικία του Ιωάννη Μεταξά. Ηταν ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου, όταν το αυτοκίνητο του στρατιωτικού ακολούθου του Γκράτσι στάθμευσε έξω από το αρχοντικό του Μεταξά. Ο Ιταλός είχε επιλέξει να φτάσει με αυτόν τον τρόπο στην Κηφισιά και όχι με την πρεσβευτική λιμουζίνα για να μην προκαλέσει υποψίες.
Μεταξάς και Γκράτσι βρέθηκαν στο σαλονάκι του πρώτου ορόφου και μπήκαν στο θέμα, μιλώντας γαλλικά. Ο Γκράτσι του επέδωσε τη διακοίνωση και ο Μεταξάς άρχισε να διαβάζει τις ιταλικές κατηγορίες προς την Ελλάδα ότι η χώρα παραβίασε τις αρχές της ουδετερότητας, ενώ μεταξύ άλλων καταπίεζε τους Αλβανούς της Τσαμουριάς. Η γείτονα χώρα ζητούσε να εγκατασταθούν ιταλικές δυνάμεις σε στρατηγικά σημεία, ώστε να διασφαλιστεί η ελληνική ουδετερότητα, ειδάλλως «κάθε αντίδραση θα καμφθεί δια των όπλων».
Το ιταλικό τελεσίγραφο εξέπνεε στις 06:00 και η ώρα ήταν ήδη περασμένες 03:00. «Alors, c’ est la guerre» (λοιπόν, έχουμε πόλεμο), είπε ο Μεταξάς, κοιτώντας το ρολόι του, ακούγοντας τον Γκράτσι να του λέει πως δεν είναι απαραίτητο αρκεί να αποδεχτεί τους ιταλικούς όρους. Ο Μεταξάς ρώτησε τον Γκράτσι ποια σημεία θα καταλάβει η ιταλική κυβέρνηση, παίρνοντας την απάντηση από τον Γκράτσι: «Δεν έχω ιδέα». «Επομένως, έχουμε πόλεμο», επανέλαβε ο Μεταξάς.